21 Μαρτίου 2020 at 21:18

«Νόστιμον ἦμαρ»

από

«Νόστιμον ἦμαρ»

Γράφει ο Δημήτρης Τζήκας

Η ομηρική λέξη «νόστος» σημαίνει επάνοδος, επιστροφή στην πατρίδα, επιστροφή στο σπίτι, ταξίδι με καλό, αίσιο τέλος· περιήγηση, πλους «Νόστος Ἀχαιίδος» σημαίνει ευκαιρία για επιστροφή στην Ελλάδα· «ἐπὶφορβῆς νόστος» είναι η περιήγηση για αναζήτηση τροφής

Η λόγια φράση «νόστιμον ἦμαρ» λέγεται την ημέρα του γυρισμού, της επιστροφής «οἴκᾰδε». Επειδή το «νόστιμον ἦμαρ» θεωρείται ηδονικότατη, γλυκύτατη μέρα, το επίθετο νόστιμος σημαίνει σήμερα οτιδήποτε είναι γλυκό, ηδύ, χαριτωμένο, ευχάριστο (στη γεύση, αν πρόκειται για κάτι που τρώγεται.), που κεντρίζει ευχάριστα τις αισθήσεις ή το ενδιαφέρον μας.

Ο Αργύρης Εφταλιώτης μεταφράζει: «Τον άντρα τον πολύπραγο τραγούδησέ μου, ω Μούσα, / που περισσά πλανήθηκε, σαν κούρσεψε τής Τροίας / το ιερό κάστρο, και πολλών ανθρώπων είδε χώρες / κι έμαθε γνώμες, και πολλά στα πέλαα βρήκε πάθια, / για μία ζωή παλεύοντας και γυρισμό συντρόφων. («Ἀ ἀρνύμενος ἥν τε ψυχὴν καὶ νόστον ἑταίρων.») / Μα πάλε δεν τους γλύτωσε, κι αν το ποθούσε, εκείνους, / τι από δική τους χάθηκαν οι κούφιοι αμυαλωσύνη, / τού Ήλιου τού Υπερίονα σαν έφαγαν τα βόδια, / κι αυτός τους πήρε τη γλυκειά του γυρισμού τους μέρα. («αὐτὰρ ὁ τοῖσιν ἀφείλετο νόστιμον ἦμαρ.») Και αλλού: «Όμως περίσσια λαχταρώ, και το ζητώ ολοένα, / να πάω στον τόπο, να χαρώ του γυρισμού τη μέρα. («οἴκαδέ τ᾿ ἐλθέμεναι καὶ νόστιμον ἦμαρ ἰδέσθαι.») / Κι αν με χτυπήσει οργή θεού στα μελανά πελάγη, / έχω καρδιά βασταχτερή, κι απομονή θα κάνω· / έπαθα που έπαθα πολλά και ‘πόφερα άλλα τόσα / στις μάχες και στις θάλασσες· ας μου γενεί και τούτο.»[1]

Οι Σειρήνες ήταν γυναικείες θεότητες που σχετίζονταν με το νερό, τον έρωτα και τον θάνατο.
Οι Σειρήνες ήταν γυναικείες θεότητες που σχετίζονταν με το νερό, τον έρωτα και τον θάνατο.

«Καὶ καπνὸν ἀποθρῴσκοντα νοῆσαι»

Λιγότερο γνωστή είναι ίσως η φράση «…καὶ καπνὸν ἀποθρῴσκοντα νοῆσαι ἧς γαίης, θανέειν ἱμείρεται.» Που σημαίνει: Εκείνου η κόρη τον κρατάει το δύστυχο στα δάκρυα, / και με γλυκειές μαγεύει τον κουβέντες, να ξεχάσει / τον τόπο του· μα πάλε αυτός, και τον καπνό μονάχα / να θώρειε της πατρίδας του σαν αλαφροανεβαίνει, / κι ας πέθαινε.[2]

Ο Δημήτρης Τζήκας είναι ιστορικός.

Οι πληροφορίες είναι από εδώ: LIDDELL & SCOTT. Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας. Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007.

[1] Οδύσσεια (ε219-226). Μετάφραση Αργύρη Εφταλιώτη.

[2] Οδύσσεια (α55-59). Μετάφραση Αργύρη Εφταλιώτη.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ομάδα του facebook Παροιμίες & γνωμικά. Αν θέλετε να γίνετε μέλη της ομάδας, επισκεφτείτε τη διεύθυνση: https://www.facebook.com/groups/2285257741730850/. Περισσότερες παροιμίες, παροιμιώδεις φράσεις και γνωμικά μπορείτε να βρείτε στο αρχείο μας ΕΔΩ.

(Εμφανιστηκε 4,384 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.