10 Μαρτίου 2017 at 10:06

Αντιμέτωπος με τον Άρχοντα των Μυγών

από

Αντιμέτωπος με τον Άρχοντα των Μυγών

Γράφει ο Κωνσταντίνος Σαπαρδάνης

«Έτσι είπε ο Κύριος: Επειδή έστειλες αγγελιοφόρους να ζητήσουν τη συμβουλή του Βεελζεβούλ, του θεού της Ακκαρών, σαν να μην υπήρχε Θεός στο Ισραήλ για να ζητήσεις τον δικό του λόγο, γι’ αυτό δεν θα σηκωθείς από το κρεβάτι σου, αλλά θα πεθάνεις»
Βασιλέων Β’ 1: 16

Λιγότερα από δέκα χρόνια μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο, ο Γουίλλιαμ Γκόλντινγκ ήταν ακόμα βαθιά απογοητευμένος από την αποτυχία του πολιτισμού να αποτρέψει την ανάδυση των χειρότερων ενστίκτων του ανθρώπου. Πίστευε πως μια σωστή δομή της κοινωνίας θα παρήγαγε καλοπροαίρεση. Αργότερα στη ζωή του θα ξαναέβρισκε αυτή την ελπίδα, αλλά όταν έγραφε τον Άρχοντα των Μυγών, η θεματική του αφορούσε την παρατήρηση πως τα ελαττώματα της κοινωνίας προέρχονται από τα ελαττώματα της ανθρώπινης φύσης. Τα εγκλήματα του Τρίτου Ράιχ «δεν έγιναν από κάποιους κυνηγούς κεφαλών της Νέας Γουινέας ή από κάποια πρωτόγονη φυλή του Αμαζονίου. Έγιναν, περίτεχνα, ψυχρά, από μορφωμένους ανθρώπους, γιατρούς, δικηγόρους, από ανθρώπους με μια παράδοση πολιτισμού πίσω τους, προς πλάσματα όμοιά τους», γράφει στο δοκίμιό του Fable (Μύθος), που αφορά το παραπάνω βιβλίο του. «Όποιος έζησε εκείνα τα χρόνια χωρίς να καταλάβει πως ο άνθρωπος παράγει αχρειότητα όπως η μέλισσα το μέλι, πρέπει να ήταν τυφλός ή όχι καλά στα μυαλά του». Αυτό είναι που θέλει να δείξει στον Άρχοντα των Μυγών, ένα «συμβολικό βιβλίο», όπως το χαρακτηρίζει ο ίδιος.

Η αφήγηση μας τοποθετεί εν μέσω ενός πυρηνικού πολέμου, όπου ένα αεροπλάνο πέφτει σε ένα μαγευτικό νησί, και τα παιδιά-επιβάτες του (ηλικίας 6-12 χρονών) καλούνται να τα βγάλουν πέρα μόνα τους. Ένα από τα μικρότερα φανερώνει τους φόβους του για ένα κτήνος που κρύβεται στο δάσος. Ο Ραλφ, που έχει χαρίσματα που συνδέονται με χαρακτηριστικά του πολιτισμένου κόσμου, όπως ηγετικές ικανότητες, οργάνωση και φροντίδα για τους αδύναμους, αγνοεί τους φόβους τού μικρού, λέγοντας πως δεν υπάρχουν τέρατα. Ο ανταγωνιστής του ο Τζακ, όμως, έχοντας αναλάβει την ευθύνη της εύρεσης φαγητού μέσω του κυνηγιού, υπόσχεται να πάει στο δάσος και να το σκοτώσει.

Κάπου εδώ είναι που αποκρυσταλλώνεται η αρχή των προβλημάτων που θα ακολουθήσουν στις σελίδες του Γκόλντινγκ. Οι φόβοι για το τέρας του ειδυλλιακού αλλά άγνωστου νησιού, μακριά από την επίβλεψη και προστασία ενηλίκων που προσέφερε στα παιδιά η κοινωνία όπου μεγάλωσαν, διογκώνονται και δίνουν τροφή για την ανάπτυξη παρανοϊκών συμπεριφορών. Ο λογικός Ραλφ, μαζί με τον Πίγκυ, εκπρόσωπο στο βιβλίο της επιστήμης και των επιτευγμάτων της τεχνολογίας (χρησιμοποιεί να γυαλιά του για να ανάψει φωτιά), θα αρχίσει να χάνει το έδαφος σταδιακά αλλά εμφατικά, με τον Τζακ να προβάλει τον εαυτό του σαν έναν πραγματικό ηγέτη, σκληρό και αποτελεσματικό, προσφέροντας σε όσους τον ακολουθούν γλέντια και φρέσκο κρέας. Η λογική τού «δεν υπάρχουν τέρατα» δεν αρκεί για να μειωθεί ο φόβος, τον οποίο ο Τζακ χρησιμοποιεί (κι ας μην τον συμμερίζεται, τουλάχιστον στην αρχή) για να κερδίσει την αρχηγία της «φυλής» που σιγά-σιγά ιδρύει.

Μετά από μια νυχτερινή αερομαχία πάνω από το νησί, ένας πιλότος προσγειώνεται με αλεξίπτωτο, αλλά πεθαίνει παγιδευμένος στα βράχια. Τα παιδιά πείθονται πως το αλλόκοτο σχήμα του νεκρού πιλότου με το αλεξίπτωτο, που κυματίζει στον αέρα κάνοντάς το να μοιάζει σαν να πάλλεται ή να ανασαίνει, είναι το κτήνος που φοβούνται.

Ένας από τους άλλους πρωταγωνιστές του βιβλίου, ο Σάιμον, είναι ο μόνος που φαίνεται να έχει μια εγγενή καλοσύνη, και η ηθική του αναδεικνύεται αδιαπραγμάτευτα –η ανάγκη του να προστατέψει τα μικρότερα παιδιά τού είναι ενστικτώδης. Είναι ένα μοναχικό, ονειροπαρμένο αγόρι, που έχει κρίσεις επιληψίας και συχνά αποτραβιέται μόνο του στο δάσος. Μία από τις φορές που περιφέρεται μόνο του ανάμεσα στα δέντρα (κεφάλαιο 8), γίνεται μάρτυρας της κυνηγετικής ομάδας του Τζακ, οι οποίοι σκοτώνουν ένα γουρούνι, του κόβουν το κεφάλι και το τοποθετούν σε ένα κοφτερό δόρυ ως θυσία-προσφορά στο «κτήνος» που βρίσκεται εκεί κοντά. Καθώς φεύγουν, μαύρες και πράσινες μύγες ορμάνε στο κομμένο κεφάλι και στα χυμένα σωθικά του ζώου, και «στον δεξιό κρόταφο του Σάιμον ένας σφυγμός άρχισε να χτυπάει στο μυαλό του». Ξεκινάει έναν πλασματικό διάλογο με το κομμένο κεφάλι, το οποίο ο αφηγητής αποκαλεί «Άρχοντα των Μυγών».

Το κεφάλι τού λέει «Δεν υπάρχει κανένας να σε βοηθήσει. Μόνο εγώ. Κι εγώ είμαι το θεριό». Το κτήνος ξεκαθαρίζει πως δεν ανήκει στον φυσικό κόσμο με τον ίδιο τρόπο που ανήκουν ο Τζακ, ο Ραλφ και ο Σάιμον: «Φαντάσου να νομίζουν πως το Θεριό ήταν κάτι που μπορείς να κυνηγήσεις και να σκοτώσεις!» «Το ήξερες έτσι δεν είναι; Πως είμαι μέρος του εαυτού σου; Κοντινό, κοντινό, κοντινό! Πως εγώ φταίω που τα πράγματα δεν πάνε καλά; Που είναι έτσι όπως είναι;»

Μετά τη συνομιλία, ο Σάιμον πέφτει αναίσθητος και όταν ξυπνάει ανεβαίνει στο βουνό, όπου ανακαλύπτει το πτώμα του πιλότου που όλοι νόμιζαν ότι είναι τέρας. Τρέχει να ειδοποιήσει τους υπόλοιπους.

Όμως, προηγουμένως, πριν λιποθυμήσει, το κτήνος είχε προβλέψει το θάνατό του: «Το ξέρεις πολύ καλά ότι εμένα θα συναντήσεις κι εκεί κάτω –μην προσπαθήσεις λοιπόν να το σκάσεις!»… «θα σε τακτοποιήσουμε. Κατάλαβες; Ο Τζακ κι ο Ρότζερ κι ο Μόρις κι ο Ρόμπερτ κι ο Μπιλ κι ο Πίγκυ κι ο Ραλφ; Θα σε τακτοποιήσουμε. Κατάλαβες;»

Όταν λοιπόν ο Σάιμον ξεπροβάλλει από τα δέντρα στην παραλία γεμάτος αίματα και σε άθλια κατάσταση, οι υπόλοιποι, εν μέσω τελετουργικού ξεφαντώματος, τον παρεξηγούν για το τέρας και τον σκοτώνουν πριν προλάβει να τους πει πως ανακάλυψε ότι το «τέρας» που φοβούνται δεν είναι τίποτα άλλο από το πτώμα ενός πιλότου. Το μένος τους κατά τη διάρκεια του φονικού (τον ξεσκίζουν με τα νύχια και τα δόντια τους) φανερώνει τη πραγμάτωσή τους σε αυτό που φοβούνταν· και αφού τα εσωτερικά κτήνη έχουν πια αποκτήσει υλική υπόσταση, το νησί δεν χρειάζεται το είδωλο που αντιπροσωπεύει το κακό –το πτώμα το αλεξιπτωτιστή εξαφανίζεται, παρασυρμένο πιθανόν από τον αέρα.

Ο Σάιμον από νωρίς (κεφάλαιο 5) είχε προβλέψει πως το «τέρας» που φοβούνταν μερικά από τα παιδιά, δεν είναι ένα πραγματικό τέρας που «μπορείς να κυνηγήσεις και να σκοτώσεις», όπως του λέει αργότερα ο Άρχοντας των Μυγών. «Αυτό που θέλω να πω είναι… ίσως να είμαστε εμείς το θεριό», λέει σε μια συνεδρίαση όπου προσπαθούν να αποφασίσουν αν υπάρχει το τέρας ή όχι και τι θα κάνουν γι’ αυτό. Προσπαθώντας να εκφράσει την «ουσιώδη αρρώστια της ανθρωπότητας» και βρίσκοντας με δυσκολία τις κατάλληλες λέξεις, ρωτάει, «Ποιο είναι το πιο βρώμικο πράγμα στον κόσμο;», για να πνιχτούν τα συλλαβίσματά του στην κακοφωνία των συγκεντρωμένων. Το κτήνος είναι μέσα στον άνθρωπο και δεν μπορεί να ξεφύγει απ’ αυτό -είναι τα αρχέγονα ένστικτα αγριότητας και εξουσίας. Δεν είναι τυχαίο που, στην αρχή της αφήγησης, ελάχιστα ήταν τα παιδιά που πίστευαν στην ύπαρξη του τέρατος, και η πίστη τους σε αυτό αυξάνεται όσο τα παιδιά τα ίδια γίνονται πιο άγρια και σχηματίζουν «φυλές», η μία ενάντια στην άλλη. Ο λόγος που φοβούνται το κτήνος είναι που το κτήνος βρίσκεται μέσα τους, καθώς το αισθάνονται να αναδύεται (ακόμα και ο Τζακ φτάνει να παραδέχεται πως αισθάνεται το κτήνος να τον περιτριγυρίζει όταν κυνηγάει μόνος του στο δάσος). «Όπως και να σκεφτόταν ο Σάιμον το θηρίο, στο εσωτερικό του βλέμμα εμφανιζόταν η εικόνα ενός ανθρώπου, ηρωικού και ταυτόχρονα άρρωστου».

Ο Άρχοντας των Μυγών, λοιπόν, το κεφάλι του γουρουνιού, είναι η σχηματοποίηση του «τέρατος» που φοβούνται τα παιδιά, που δεν είναι παρά τα άγρια ένστικτα του ανθρώπου.

Αυτή η εικόνα δεν είναι φυσικά αντιπροσωπευτική της ανθρώπινης κατάστασης. Τουλάχιστον όχι στο σύνολό της. Η παραβολή του Γκόλντινγκ, εξάλλου, η περιγραφή τού πώς τα άγρια ένστικτα του ανθρώπου καταστρέφουν την καλοπροαίρεση παρά τις νόρμες του πολιτισμού, δε θα μπορούσε να εξηγήσει πώς δημιουργήθηκε ο πολιτισμός κατά πρώτο λόγο. Όπως γράφει ο ίδιος: «Ένας μύθος μπορεί να πάει τόσο μακριά όσο η παραβολή, ο παραλληλισμός, παραμένει ακριβής· κι αυτοί οι λογοτεχνικοί παραλληλισμοί μεταξύ μύθου και υποκείμενης ζωής δεν εκτείνονται στο άπειρο.» Η θέαση της ζωής υπό τη δημιουργική ματιά ενός μύθου δεν μπορεί να γίνει πιο αληθινή από τον πραγματικό κόσμο. Γράφοντας, «ο συγγραφέας γίνεται θεατής, αηδιασμένος ή αγαλλιασμένος, αλλά θεατής».

Μια δεκαετία μετά τη συγγραφή του βιβλίου, ο Γκόλντινγκ ξαναβρήκε την ελπίδα πως η αναδιοργάνωση της κοινωνίας θα μπορούσε να απομακρύνει τις κοινωνικές αρρώστιες. Το βιβλίο όμως δείχνει την αλήθεια, ακόμα κι αν πρόκειται μόνο για μέρος της.

«Τα αγόρια υποφέρουν από την τρομερή αρρώστια τού να είναι άνθρωποι», γράφει ο Γκόλντινγκ στο δοκίμιό του Μύθος. Σε αυτό το κείμενο βρίσκει και την ευκαιρία να απαντήσει σε ερωτήσεις που συχνά του έθεταν αναγνώστες και κριτικοί, γονείς, δάσκαλοι και μαθητές (το βιβλίο είναι στην ύλη κάποιων σχολικών προγραμμάτων). «Τα αγόρια είναι πριν την ηλικία τού απροκάλυπτου σεξ, καθώς δεν ήθελα να προσθέσω πολυπλοκότητα στο ζήτημα με αυτήν τη σχετική ασημαντότητα. Δεν χρειαζόταν να αγωνίζονται για την επιβίωση, γιατί δεν ήθελα μια Μαρξιστική εξήγηση. Αν επέρχονταν η καταστροφή, δεν θα ήταν λόγω της εκμετάλλευσης μίας τάξης από μία άλλη. Θα προέκυπτε, απλά και μόνο, από τη φύση του άγριου». Στον πρόλογο που εκφώνησε για μια ηχητική έκδοση του βιβλίου εξηγεί γιατί δεν υπάρχουν κορίτσια στο νησί. Εκτός από την αποφυγή του να εισάγει το ζήτημα του σεξ, απαντάει πως «ήμουν κάποτε μικρό αγόρι, υπήρξα αδερφός, υπήρξα πατέρας, πρόκειται να γίνω παππούς, ποτέ δεν υπήρξα αδερφή ή μητέρα ή γιαγιά, γι’ αυτό το έγραψα για αγόρια.» Και από τον Μύθο πάλι: «Αποφάσισα να χρησιμοποιήσω τη λογοτεχνική σύμβαση των αγοριών σε ένα νησί, αλλά να τα κάνω αληθινά αγόρια αντί για χάρτινα αποτυπώματα χωρίς ζωή μέσα τους· και να προσπαθήσω να δείξω πώς η μορφή της κοινωνίας που θα δημιουργούσαν θα εξαρτιόταν από την άρρωστη, την έκπτωτη φύση τους.»

Το βιβλίο του Γκόλντινγκ έχει προφανείς θρησκευτικές αναφορές. «Άρχοντας των μυγών» είναι η μετάφραση του ονόματος «Βεελζεβούλ[1]», ενός δαίμονα που πολλές φορές θεωρείται πως είναι ο ίδιος ο Σατανάς[2]. Ο Σάιμον, από την άλλη, θυμίζει τον Ιησού ή άλλα προφητικά πρόσωπα -ο Γκόλντινγκ τον περιγράφει ως άλλο Χριστό («Christ-figure») και ως «άγιο» όταν πηγαίνει και προσεύχεται στο δάσος, το οποίο έχει μετατρέψει σε κάποιου είδους εκκλησία, όχι κυριολεκτική, αλλά σε μία «πνευματική εκκλησία». Ο Σάιμον αποτραβιέται στην ερημιά και έχει κρίσεις επιληψίας, έχει έμφυτη ηθική και καλοσυνάτη συμπεριφορά. Οι παραλληλίες όμως με προφήτες διάφορων ποικιλιών σταματούν κάπου εδώ –ο Γκόλντινγκ δεν έχει στόχο να κάνει μια χριστιανική αλληγορία. Εξάλλου, ο Ιησούς σκοτώθηκε από τους συνανθρώπους του μόνο αφού τους μετέφερε το μήνυμά του, ενώ ο Σάιμον δεν προλαβαίνει να πει στους υπόλοιπους ποια είναι η πραγματική ταυτότητα του «θεριού» του βουνού, πριν τον σκοτώσουν. Ο συγγραφέας αναφέρεται και στον γελωτοποιό του έργου Βασιλιάς Ληρ του Σαίξπηρ, ο οποίος λέει πολλές ενοχλητικές αλήθειες, μέχρι που απλά εξαφανίζεται από την πλοκή –ο Γκόλντινγκ πιστεύει πως οι κόρες του Ληρ τον τακτοποιούν κι αυτόν κάπου προς το τέλος. Οι γελωτοποιοί «λένε στον δικτάτορα, στον απόλυτο μονάρχη αυτά που θα έπρεπε να ξέρει αλλά δεν θέλει να μάθει. Γενικά, απαγχονίζονται ή αποκεφαλίζονται»[3].

Ο Βεελζεβούλ, όπως απεικονίζεται στο Dictionnaire Infernal του Collin de Plancy (1863), ένα βιβλίο δαιμονολογίας (πηγή)

Όταν ο Γκόλντινγκ μιλάει για το γράψιμο της σκηνής της συνομιλίας του Σάιμον με τον Άρχοντα των Μυγών, λέει πως, αν και οι κυνηγοί του Τζακ τυχαία μόνο άφησαν το τοτέμ τους μπροστά στον Σάιμον, «εκείνη τη στιγμή της δημιουργικής συγκέντρωσης ανακάλυψα ότι το κεφάλι του γουρουνιού ήξερε πως ο Σάιμον ήταν εκεί. Στην πραγματικότητα, το κεφάλι του Γουρουνιού εκφώνησε κάτι σαν κήρυγμα στο αγόρι· το κεφάλι του γουρουνιού μίλησε. Το ξέρω γιατί το άκουσα.»… «Ευτυχώς η θεολογία του Άρχοντα των Μυγών και η δική μου ήταν αρκετά όμοιες ώστε να αποκρυφτεί το γεγονός πως έγραφα κατά την υπαγόρευσή του.» Όπως είπαμε, «ο συγγραφέας γίνεται θεατής».

Έκτοτε, όπως είδαμε, λέει πως έχει αλλάξει άποψη, από τότε που έγραψε το βιβλίο. Και δεν πιστεύει πως ο συγγραφέας κατέχει κάποιου είδους γνώση αυθεντίας για τους χαρακτήρες που έχει πλάσει, αλλά πως, αντιθέτως, ο αναγνώστης ίσως τους γνωρίζει καλύτερα βλέποντάς τους όχι όπως ο συγγραφέας θα ήθελε να είναι, αλλά όπως πραγματικά είναι. Αφήνει λοιπόν τις περεταίρω ερμηνείες σε αυτόν. Και απολαμβάνει τα γράμματα που λαμβάνει από όλο τον κόσμο για το έργο του, εκτός από εκείνα που προέρχονται από μαθητές που του ζητούν διευκρινήσεις για όσα δεν κατάλαβαν και του ζητούν να απαντήσει σε δεκάδες ερωτήσεις, καθώς «οι εξετάσεις ξεκινούν την επόμενη βδομάδα.

»Εδώ φτάσαμε. Δεν θα σας λύσω και τις ασκήσεις για λογαριασμό σας.»

Ανθολογία εξώφυλλων αγγλόγλωσσων εκδόσεων

lotf11
lotf10
lotf8
lotf9
lotf7
lotf4
lotf5
lotf3
lotf1
lotf2
lotf6
lotf13
lotf12

Πηγές:

William Golding – Ο Άρχοντας των Μυγών

William Golding – The Hot Gates [άρθρο «Fable»]

William Golding – ηχητικό απόσπασμα – σχόλιο στο βιβλίο

Howard Babb – The Novels of William Golding

[1] Βλέπε: Βασιλέων Β’ 1:2-3, 6, 16 / Κατά Μάρκον 3:22 / Κατά Ματθαίον 10:25-28, 12:24, 27 / Κατά Λουκάν 11:15, 18, 19

[2] Αυτή η βιβλική αναφορά, με τη σειρά της, φέρεται να σχετίζεται και με άλλες μυθολογίες, όπως η Ελληνική, όπου βρίσκουμε τον Μυιαγρό (Myiagros) ή Μυιακορέα (Myacoris), τίτλοι λατρείας κάποιας θεότητας που έδιωχνε μύγες. Υπάρχει και ο Δίας ο Απομύιος (Παυσανίας 5.14.1) στον οποίο έκαναν θυσίες οι κάτοικοι της Ήλιδος.

[3] Γι’ αυτό και ο ίδιος επιλέγει τη μορφή του μύθου για να αφηγηθεί τις ιστορίες του –οι ηθικολόγοι μένουν ασυγχώρητοι. «Αν το χάπι δεν είναι ζαχαρωμένο, δεν θα καταποθεί».

(Εμφανιστηκε 1,316 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.