Η βιβλιοθήκη του Χίτλερ
Μια διεισδυτική ματιά στην προσωπική βιβλιοθήκη του ηγέτη του Τρίτου Ράιχ, που αναδεικνύει σ’ ένα μοναδικό ψυχογράφημα τις εμμονές, τις ιδέες και τις σκέψεις που απασχολούσαν τον δικτάτορα μέχρι και το τέλος της ζωής του.
Κείμενο: Κωστής Παπαγιώργης*
Οι τρεις Ευρωπαίοι πολιτικοί που κράτησαν πρωτεύοντα ρόλο στις εξελίξεις του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου -Τσώρτσιλ, Στάλιν και Χίτλερ- είναι γνωστό ότι διατηρούσαν ειδική σχέση με τα βιβλία. Τόσο με την ανάγνωση όσο και με τη συγγραφή. Ο Τσώρτσιλ, μάλιστα, τιμήθηκε (και) με το βραβείο Νόμπελ. Ωστόσο, ο Χίτλερ κι ο Στάλιν αποτελούσαν ειδικές περιπτώσεις ασπούδαστων ηγεμόνων, οι οποίοι πάσχιζαν -με ξενύχτια και μανιακή βιβλιοφιλία- να καλύψουν τα κενά τους.
Με τον εμφατικό τίτλο Η βιβλιοθήκη του Χίτλερ, ο Ρύμπακ, στο περίτεχνο βιβλίο του, δεν αναλώνεται σε απαριθμήσεις τίτλων, σε κρίσεις για την ποιότητα των βιβλίων και άλλα παρεμφερή στοιχεία. Αυτά, βέβαια, υπάρχουν, καθώς μαθαίνουμε ότι η βιβλιοθήκη του Αδόλφου αριθμούσε 16.000 τόμους, ότι ο Δον Κιχώτης, ο Ροβινσώνας Κρούσος, η Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά και τα Ταξίδια του Γκάλλιβερ ηταν αγαπημένα του αναγνώσματα, επίσης ότι θεωρούσε τον Σαίξπηρ ανώτερο απ’ τον Γκαίτε και τον Σίλλερ: ενώ ο Σαίξπηρ κατέδειξε τις πρωτεϊκές δυνάμεις της αναδυόμενης βρετανικής αυτοκρατορίας, οι δυο Γερμανοί πίστευε ότι σπαταλήθηκαν σε αδελφικές αντιζηλίες! Αν λάβουμε υπόψη μας ότι ο Χίτλερ δεν είχε καν εφόδια μέσης εκπαιδεύσεως, ότι ήταν δηλαδή απελπιστικά αυτοδίδακτος, η μανία του για αυτοδιδαχή προσλαμβάνει ιδιαίτερη σημασία. Σήμερα πια -όπως διαπιστώθηκε απ’ τον έλεγχο κάποιων διασωθέντων χειρογράφων του- γνωρίζουμε ότι ακόμη και στα τριάντα πέντε του αγνοούσε τη βασική ορθογραφία και γραμματική της γερμανικής γλώσσας.
Ο Ρύμπακ, βέβαια, δεν σκοπεύει σ’ εύκολες επικρίσεις, που δεν θα είχαν, άλλωστε, κανένα νόημα. Οπότε και το στρατήγημά του προσλαμβάνει ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα μορφή: παρακολουθώντας τόσο την κατοχή συγγραμμάτων όσο και τη γνωριμία του Αδόλφου με συγγραφείς (κυρίως αντισημίτες), καταφέρνει να παραλληλίσει τις βασικές αναγνώσεις του με τις καίριες αποφάσεις και τους σημαδιακούς σταθμούς της ζωής του. Το σύγγραμμα του Μαξ Όσμπορν, Βερολίνο, τού ανέδειξε τη σχέση του πολέμου με τη ζωγραφική του Ιερώνυμου Μπος, καθώς επίσης τον έσπρωξε προς το Μόναχο. Η «εξαγρίωση» του γούστου λεηλάτησε την πρωσική καθαρότητα του Βερολίνου και τη φόρτωσε μ’ ενα «κέρας της Αμαλθείας γεμάτο καλλιτεχνικές κατάρες». Ενας φανατικός του γερμανισμού ευνόητο ήταν να καταγοητευθεί ή ν’ απορρίψει την «Αρχαία Ελλάδα σε πρωσικό έδαφος». Σημειωτέον ότι ο Όσμπορν ήταν Εβραίος και σώθηκε μεταναστεύοντας στην Αμερική.
Ο Πέερ Γκυντ, στη θεατρική του διασκευή απ’ τον Ντίτριχ Έκαρτ, ήταν επίσης ένα έργο που επηρέασε βαθιά τον Χίτλερ, όσο και ο ίδιος ο διασκευαστής του, που αγόρασε τη πρώτη καμπαρντίνα στον Φύρερ κι επιπλέον τον έμαθε να γράφει – δικαιολογημένα θεωρείται, άλλωστε, πνευματικός του πατέρας! Αυτός πήρε σχεδόν απ’ το χέρι τον μαθητή του για να τον μυήσει στις λέσχες και τις μυστικές εταιρείες (όπως της Θούλης), που προωθούσαν τον εθνικισμό και τον αντισημιτισμό. Ο Άντον Ντρέξλερ, με το έργο του Η πολιτική μου αφύπνιση», όπου ρητά τόνιζε ότι «το 80% των γερμανικών περιουσιακών στοιχείων βρίσκεται σε εβραϊκά χέρια» ήταν απ’ τα γραπτά που έκαναν τον Χίτλερ να πει: «Άθελά μου είδα τη δική μου εξέλιξη να ζωντανεύει μπροστά στα μάτια μου!».
Μέσα από βιβλία αντισημιτικής κατευθύνσεως ο Χίτλερ διαμορφώνει τις αρχές της προπαγάνδας του: κατηγορει τους Εβραίους για τις αστοχίες της Καθολικής Εκκλησίας – τα συγχωροχάρτια είναι εβραϊκή πρακτική! Οι Σταυροφορίες που απομύζησαν απ’ τη Γερμανία 6 εκατ. άνδρες ήταν εβραϊκή επιχείρηση. Αλλωστε, ο Λούθηρος μάς παρακινεί να κάψουμε τις συναγωγές και τα εβραϊκά σχολεία. Έστω και αν δεν υπήρχε Παλαιά Διαθήκη και Ταλμούδ, το εβραϊκό πνεύμα θα επιζούσε και θα επηρέαζε τις καταστάσεις! Ο Χίτλερ υπήρξε μανιώδης αναγνώστης και συλλέκτης κλασικών ή μη συγγραμμάτων, τα οποία άμεσα ή έμμεσα αναφέρονταν στον «υψηλό» σκοπό της ζωής του: να καταστήσει τη Γερμανία παγκόσμια δύναμη, να εξουδετερώσει την εβραϊκή μάστιγα και τον μπολσεβικισμό κι έτσι να επιτρέψει στην άρια φυλή να επικρατήσει στην Ευρώπη. Ο άνθρωπος της μπιραρίας παραδόξως πώς ήταν και φανατικός αναγνώστης – ξενυχτούσε διαβάζοντας, όλες του οι πρωτοβουλίες κι αποφάσεις βασίζονταν σε κάποιο βιβλίο πολιτικής, στρατηγικής, ευγονικής ή δαρβινικής κατευθύνσεως. Παρότι συνέγραψε το δικό του βιβλίο (Ο Αγών μου), ουδέποτε πίστεψε ότι ήταν ένα γραφτό που ανταποκρινόταν -ως ποιότητα- στις αποφάσεις του. Μάλιστα, θαύμαζε τα ιταλικά του Μουσολίνι και ομολογούσε ότι, γράφοντας, δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί. Ήταν άνθρωπος της δράσης – όχι των λόγων.
Με εξαιρετική δεξιότητα ο Ρύμπακ συνδυάζει τις αναγνώσεις του Χίτλερ με τις μεγάλες του αποφάσεις. Εύκολα μαντεύουμε τον ενθουσιασμό του όταν έπεσε στα χέρια του το βιβλίο του Μάντισον Γκραντ, Ο θάνατος της σπουδαίας φυλής ή η φυλετική βάση της ευρωπαϊκής ιστορίας. Εκεί μπορούμε να πούμε ότι βρήκε τη βάση της φυλετικής ιδεολογίας του, την οποία πέρασε ατόφια στο Ο Αγών μου. Επιχειρήματα όπως εκείνο του «κεφαλικού δείκτη» με το οποίο προσδιοριζόταν η φυλετική καταγωγή (μακρύ κρανίο για τους ανθρώπους νορδικής καταγωγής και στρογγυλό κρανίο για τους άλπειους), καθώς και ο κοινωνικός δαρβινισμός συμπληρώθηκαν και εμπλουτίστηκαν με τα πονήματα του Χιούστον Στιούαρτ Τσάμπερλαιν Θεμέλια του δέκατου ένατου αιώνα, του Γκύντερ Φυλετική τυπολογία του γερμανικού λαού, καθώς και του Χένρυ Φορντ Ο Διεθνής Εβραίος». Συμπέρασμα: η Αμερική συγκροτήθηκε απ’ τη νορδική φυλή και διαλύθηκε απ’ την εισροή των μεταναστών! Η Αμερική για τον Χίτλερ ήταν «αποτυχημένη επένδυση των Γερμανών». Όσο για τους ομοεθνείς του φιλοσόφους, ο Νίτσε δεν έπαιξε ουσιώδη ρόλο, ενώ αντίθετα ο Φίχτε -ως δηλωμένος αντισημίτης- πρότεινε ν’ αποκεφαλιστούν όλοι οι Εβραίοι και να τοποθετηθούν άλλα κεφάλια στους ώμους τους! Είναι χαρακτηριστικό ότι σε μια ομιλία του ο Χίτλερ εξύμνησε τη δημιουργική μεγαλοφυΐα του Φορντ ως μεγαλοβιομήχανου (αυτοκινήτων) και ως «επιτομή του Βορείου».
Βιβλία όπως του Κλαούζεβιτς για τον πόλεμο, του Ερνστ Μόριτζ Αρντ «Κατήχηση του Τεύτονα πολεμιστή και υπερασπιστή» και άλλα παρόμοια αποτελούσαν συχνά συντρόφους στο προσκεφάλι του. Με τη δέουσα απόσταση απ’ τον άνθρωπο που ματοκύλησε την Ευρώπη, ο Ρύμπακ φιλοτεχνεί τελικά το πρωτότυπο πορτρέτο μιας αναθεματισμένης ιστορικής μορφής που, ενώ δεν θαυμάστηκε για τις αρετές της, εν τέλει κατέχει εξέχουσα θέση -έστω και αρνητική- στη δημιουργία της σημερινής Ευρώπης. *Πηγή: www.lifo.gr