25 Μαρτίου 2020 at 09:21

Τα «κάστρα» των ιδιωτικών δομών υγείας και οι ακριβές -μόνο για τους «έχοντες»- υπηρεσίες υγείας

από

Τα «κάστρα» των ιδιωτικών δομών υγείας και οι ακριβές -μόνο για τους «έχοντες»- υπηρεσίες υγείας

Γράφει ο Νίκος Δινόπουλος

Όλοι θυμόμαστε τις εναλλασσόμενες κυβερνήσεις του αστικού μπλοκ που αφού χρεωκόπησαν τη χώρα, χωρίς αιδώ αποφάνθηκαν πως «όλοι μαζί τα φάγαμε» και γι’ αυτό έπρεπε να υποστούμε όσα έχουμε υποστεί…

Για τούτο είναι απολύτως φυσιολογικό η κυβέρνηση και οι υποτακτικοί της (δημοσιοκάφροι, δημοσιολόγοι, καθηγητές επιστήμονες κλπ.) να ρίχνουν σε όλους εμάς την ευθύνη της αντιμετώπισης, της μετάδοσης αλλά και της μη μετάδοσης του κορωναϊού covid-19…

Δεν έχει νόημα και δεν θα παραθέσω στοιχεία για τις δραματικές ελλείψεις σε γιατρούς, νοσηλευτικό προσωπικό, για τις κλειστές ΜΕΘ και την επάρκεια των ατομικών μέσων προστασίας τους. Αρκούν οι εκκλήσεις τους (γιατροί, νοσηλευτικό προσωπικό, ΟΕΝΓΕ) για όποιον δεν εθελοτυφλεί.

Δεν θα παραθέσω τους λόγους που το Δημόσιο Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ) και το κοινωνικό σύστημα ασφάλισης βρίσκονται στην κατάσταση που βρίσκονται. Όλοι τους γνωρίζουμε (καπιταλισμός λέμε) και όλοι θυμόμαστε τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν και ποιοι τις εφάρμοσαν για να φτάσουμε ως εδώ.

Αρκούν οι εκκλήσεις τους (γιατροί, νοσηλευτικό προσωπικό, ΟΕΝΓΕ) για όποιον δεν εθελοτυφλεί.
Αρκούν οι εκκλήσεις τους (γιατροί, νοσηλευτικό προσωπικό, ΟΕΝΓΕ) για όποιον δεν εθελοτυφλεί.

Άλλωστε στην πλειοψηφία της η «κοινή γνώμη», αφιονισμένη από αυτούς που με υπερβάλλοντα ζήλο κατεδάφιζαν το Δημόσιο Σύστημα Υγείας υμνώντας τις ιδιωτικές δομές υγείας και τα «αγαθά» της ιδιωτικής ασφάλισης, απαιτούσε να απολυθούν οι «βολεμένοι» «χαραμοφάηδες», οι «τεμπέληδες» -και άλλα εξίσου «ωραία»- του δημόσιου τομέα…

Οι ίδιοι σήμερα «δίνουν εντολές» στην «κοινή γνώμη» να βγει στα μπαλκόνια και να χειροκροτήσει «τους ήρωες του δημόσιου συστήματος υγείας». Ας είναι. Αν είναι -έστω και κάτω από αυτές τις συνθήκες- η ειλικρινής αυτοκριτική της «κοινής γνώμης», κορεμός… Για τους λοιπούς, αστικό μπλοκ εξουσίας και οι υποτακτικοί του (δημοσιοκάφροι, δημοσιολόγοι, καθηγητές επιστήμονες κλπ.), υπηρέτες υποκριτές ήταν, υπηρέτες υποκριτές παραμένουν.

Για τα «πακέτα» της ταξικής αστικής κυβέρνησης για την οικονομία και για τα μέτρα αντιμετώπισης του κορωναϊού covid-19, αντί κριτικής θα παραθέσω μικρά αποσπάσματα από τα βιβλία:

 

Άνταμ Σμιθ, «Έρευνα για τη φύση και τις αιτίες του πλούτου των εθνών», εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2010.

Ρόζα Λούξεμπουργκ «Η Εργατική Τάξη και ο Πόλεμος».

Και από το διήγημα του  Έντγκαρ Άλλαν Πόε, «Η μάσκα του κόκκινου θανάτου». 

Τάξεις, Ταξικά συμφέροντα, Ταξική πάλη. Και ο Άνταμ Σμιθ «συνοδοιπόρος»; «Κρυπτοκομμουνιστής;»

«Το σύνολο της ετήσιας παραγωγής της γης και της εργασίας μιας δεδομένης χώρας -ή η συνολική τιμή αυτής της ετήσιας παραγωγής, που τελικά είναι το ίδιο πράγμα-, όπως έχουμε παρατηρήσει, φυσιολογικά υποδιαιρείται σε τρία μέρη -στην πρόσοδο της γης, στο μισθό της εργασίας και στα κέρδη του αποθέματος-, και συνιστά το εισόδημα τριών διαφορετικών τάξεων του πληθυσμού: αυτών που ζουν από την πρόσοδο, αυτών που ζουν από το μισθό και αυτών που ζουν από τα κέρδη. Αυτές είναι οι τρεις μεγάλες, πρωταρχικές και συστατικές τάξεις κάθε πολιτισμένης κοινωνίας […].

 

»Όπως φαίνεται από αυτά που εκτέθηκαν μέχρι τώρα, τα συμφέροντα της πρώτης από αυτές τις τρεις μεγάλες τάξεις συνδέονται στενά και αναπόσπαστα με τα γενικά συμφέροντα της κοινωνίας. Οτιδήποτε προωθεί ή αντιτίθεται στα μεν, υποχρεωτικά προωθεί ή αντιτίθεται στα δε.

[…]

»Τα συμφέροντα της δεύτερης τάξης, αυτής δηλαδή που ζει από το μισθό, είναι εξίσου συνδεδεμένα με τα συμφέροντα της κοινωνίας, όπως και τα συμφέροντα της πρώτης. Όπως έχουμε ήδη αποδείξει, ο μισθός του εργάτη φτάνει στα υψηλότερα επίπεδα όταν υπάρχει συνεχής αύξηση της ζήτησης εργασίας ή όταν έχουμε σημαντική ετήσια αύξηση της απασχολούμενης εργασίας. Όταν ο πραγματικός αυτός πλούτος της κοινωνίας παραμένει στάσιμος, ο μισθός του εργάτη πολύ γρήγορα μειώνεται στα μόλις απαραίτητα για την ανατροφή της οικογένειάς του ή τη διαιώνιση της τάξης των εργατών. Όταν η κοινωνία παρακμάζει, ο μισθός πέφτει ακόμα και πιο κάτω από αυτό το επίπεδο. Η τάξη των ιδιοκτητών ίσως ωφελείται περισσότερο από την ευημερία της κοινωνίας σε σύγκριση με την τάξη των εργατών.

 

»Ωστόσο, καμιά τάξη δεν υποφέρει στον ίδιο οδυνηρό βαθμό που υποφέρει η τάξη των εργατών σε περιόδους οικονομικής παρακμής. Παρόλο όμως που τα συμφέροντα του εργάτη συνδέονται στενά με αυτά της κοινωνίας, αυτός αδυνατεί να αντιληφθεί αυτά τα συμφέροντα ή να κατανοήσει τη συσχέτισή τους με τα δικά του. Η κατάστασή του δεν του αφήνει χρονικά περιθώρια ώστε να αντλήσει την αναγκαία πληροφόρηση, και η παιδεία και οι συνήθειες του γενικά δεν του επιτρέπουν να κρίνει, ακόμα και όταν έχει πλήρη πληροφόρηση. Επομένως, στην περίπτωση δημόσιων ρυθμίσεων η φωνή του ακούγεται λίγο και τυχαίνει μιας ακόμα μικρότερης προσοχής, εκτός από κάποιες ειδικές περιπτώσεις, όταν οι κραυγές του εμψυχώνονται, κατευθύνονται και υποστηρίζονται από τους εργοδότες του, που προσβλέπουν στα δικά τους ειδικά συμφέροντα.

 

»Οι εργοδότες αποτελούν την τρίτη τάξη, αυτήν που ζει από τα κέρδη. Αυτό που χρησιμοποιείται με σκοπό την άντληση κέρδους, αυτό που θέτει σε κίνηση το μεγαλύτερο μέρος της χρήσιμης εργασίας μιας κοινωνίας είναι το απόθεμα. Τα σχέδια και τα προγράμματα αυτών που θέτουν σε κίνηση τα αποθέματά τους ρυθμίζουν και κατευθύνουν τις σημαντικότερες λειτουργίες της εργασίας, και το κέρδος αποτελεί την προσδοκώμενη κατάληξη όλων αυτών των σχεδίων και των προγραμμάτων. Ωστόσο, αντίθετα με την πρόσοδο και τους μισθούς, το επίπεδο του κέρδους δεν αυξάνεται σε περιόδους οικονομικής άνθησης και δεν μειώνεται σε περιόδους παρακμής της κοινωνίας. Αντίθετα, είναι γενικά χαμηλό στις πλούσιες και υψηλό στις φτωχές χώρες, και είναι πάντα υψηλότερο στις χώρες που βαδίζουν προς την καταστροφή. Επομένως, τα συμφέροντα αυτής της τρίτης τάξης δεν συνδέονται με αυτά της κοινωνίας με τον τρόπο που συνδέονται τα συμφέροντα των άλλων δύο τάξεων.

[…]

»Ωστόσο, το συμφέρον των επιχειρηματιών, σε οποιονδήποτε κλάδο του εμπορίου ή της μανιφακτούρας, είναι πάντα από ορισμένες απόψεις διαφορετικό, και μάλιστα αντίθετο από αυτό της χώρας. Το συμφέρον τους είναι πάντα η διεύρυνση της αγοράς και ο περιορισμός του ανταγωνισμού. Η διεύρυνση της αγοράς ενδέχεται συχνά να συμβαδίζει σε σημαντικό βαθμό με τα συμφέροντα της κοινωνίας. Αλλά ο περιορισμός του ανταγωνισμού είναι πάντα αντίθετος με αυτά, και το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να δώσει στους επιχειρηματίες τη δυνατότητα να επιβάλουν, για δικό τους λογαριασμό, έναν αυθαίρετο φόρο επί των άλλων συμπολιτών τους, μέσω της αύξησης των κερδών τους πάνω από τα φυσικά τους επίπεδα. Η πρόταση κάθε νέου νόμου ή ρύθμισης του εμπορίου που προέρχεται από αυτή την τάξη θα πρέπει πάντα να ακούγεται με επιφύλαξη και δεν θα πρέπει να υιοθετείται, παρά μόνο έπειτα από μακρά και προσεκτική εξέταση, με την επίδειξη της μέγιστης σχολαστικότητας αλλά και της μέγιστης καχυποψίας. Οι προτάσεις αυτές προέρχονται από μια τάξη ανθρώπων, των οποίων τα συμφέροντα δεν ταυτίζονται ποτέ με αυτά της χώρας, που έχουν γενικά συμφέρον να εξαπατούν, ακόμα και να καταπιέζουν τη χώρα, και οι οποίοι, για το λόγο αυτόν, σε πολλές περιπτώσεις και την εξαπάτησαν, αλλά και την καταπίεσαν», Άνταμ Σμιθ, «Έρευνα για τη φύση και τις αιτίες του πλούτου των εθνών».

***

Τι προσέφερε και τι προσφέρει η κυρίαρχη αστική τάξη και το αστικό μπλοκ εξουσίας σ’ αυτόν τον «πόλεμο με τον αόρατο εχθρό»;

 

«Μήπως κατά τύχη η ατομική ιδιοχτησία, η καπιταλιστική εκμετάλλευση, η ταξική κυριαρχία, έπαψαν να υπάρχουν; Μήπως κατά τύχη, μέσα στο παροξυσμό του πατριωτισμού της η κυρίαρχη τάξη δήλωσε: “Σήμερα, δεδομένου ότι γίνεται πόλεμος και όσο καιρό διαρκέσει, τα μέσα παραγωγής: ακίνητα, εργοστάσια, βιομηχανίες, τα βάζουμε στη διάθεση της ολότητας, αρνιόμαστε να βγάλουμε κέρδος μόνο για μας τους ίδιους, παραιτούμαστε από όλα τα πολιτικά μας προνόμια και τα θυσιάζουμε όλα στο βωμό της πατρίδας όσο καιρό θα βρίσκεται σε κίνδυνο”; […] Αλλά φυσικά τίποτα απ’ ολ’ αυτά δεν συνέβηκε. Αντίθετα, όλες οι σχέσεις ιδιοχτησίας, η εκμετάλλευση, η ταξική κυριαρχία, ακόμα και η ανυπαρξία των πολιτικών δικαιωμάτων του προλεταριάτου, (…) παραμείνανε ανέπαφα», Ρόζα Λούξεμπουργκ, «Η Εργατική Τάξη και ο Πόλεμος».

***

Τα «κάστρα» των ιδιωτικών δομών υγείας και οι ακριβές -μόνο για τους «έχοντες»- υπηρεσίες υγείας

 

«”Ο κόκκινος θάνατος” είχε ρημάξει τη χώρα πέρα ως πέρα. Καμιά επιδημία δεν υπήρξε ποτέ τόσο μοιραία, τόσο αποκρουστική. […] Όμως ο πρίγκιπας Πρόσπερο ήταν ευτυχισμένος, ατρόμητος και συνετός. Καθώς οι υπήκοοί του αποδεκατίζονταν, εκείνος κάλεσε κοντά του χίλιους υγιείς και εύθυμους ιππότες και δέσποινες της Αυλής του, και με όλους αυτούς αποσύρθηκε σε απόλυτη απομόνωση σ’ ένα από τα καστροχτισμένα αβαεία του. Ήταν ένα τεράστιο, μεγαλοπρεπές οίκημα, χαρακτηριστικό δείγμα του εκκεντρικού αν και αυστηρού γούστου του πρίγκιπα. Το περιέβαλε ένας στέρεος, πανύψηλος τοίχος με σιδερένιες πύλες. Με το που μπήκαν στο κάστρο οι αυλικοί, έφεραν μπουλόνια και τεράστια σφυριά και κάρφωσαν τις αμπάρες. Μπροστά στο ενδεχόμενο κάποιας αιφνίδιας παρόρμησης των καλεσμένων, γεννημένης από την απελπισία ή τη φρενίτιδα, είχαν αποφασίσει να μην αφήσουν καμιά δίοδο εισόδου ή εξόδου. Το αβαείο ήταν επαρκώς εφοδιασμένο με όλα τα αγαθά. Με τέτοιες προφυλάξεις οι αυλικοί έλπιζαν ότι θα απέτρεπαν τη μετάδοση της νόσου. Ο έξω κόσμος ας φρόντιζε μόνος του τον εαυτό του. Στο μεταξύ ήταν τρέλα να θρηνεί ή να σκέφτεται κανείς. Ο πρίγκιπας είχε προβλέψει κάθε είδος διασκέδασης: υπήρχαν γελωτοποιοί, θεατρίνοι, χορεύτριες, μουσικοί, ωραία πρόσωπα, κρασί. Όλα αυτά, και η ασφάλεια μαζί, βρίσκονταν εντός των πυλών. Εκτός, κυκλοφορούσε ο Κόκκινος Θάνατος.

[…]

»Και η δίνη του γλεντιού συνεχιζόταν, ώσπου στο τέλος το ρολόι έκρουσε μεσάνυχτα. Και τότε η μουσική σταμάτησε, όπως έχω ήδη πει· και οι στροβιλισμοί των χορευτών έμειναν μετέωροι· και μια ανήσυχη παύση επικράτησε παντού, όπως και πριν. Μα τώρα θα ηχούσαν δώδεκα χτύποι του ρολογιού· και ίσως επειδή οι ήχοι της καμπάνας διήρκεσαν περισσότερο, να τρύπωσαν και σκέψεις περισσότερες στις ονειροπολήσεις των πιο συνετών από τους γλεντοκόπους. Κι ίσως γι’ αυτό, πριν βυθιστούν στη σιωπή και οι ύστατοι απόηχοι του τελευταίου χτύπου, πολλοί από όσους είχαν βρει σ’ εκείνη την ανάπαυλα μιαν ευκαιρία ν’ αναπαυθούν αντιλήφθηκαν την παρουσία μιας μασκοφορεμένης μορφής που δεν είχε ως τότε τραβήξει την προσοχή κανενός. Και καθώς η είδηση γι’ αυτήν τη νέα παρουσία διαδιδόταν ψιθυριστά, από τη συντροφιά ολόκληρη αναδύθηκε ένα βουητό, ένα μουρμουρητό που εκδήλωνε αποδοκιμασία και έκπληξη, και, τέλος, τρόμο, φρίκη και αηδία.

[…]

»Και τώρα είχαν πια αναγνωρίσει την παρουσία του Κόκκινου Θανάτου. Είχε έρθει σαν κλέφτης μες στη νύχτα. Κι ένας προς έναν σωριάζονταν οι γλεντζέδες στις αιματοβαμμένες αίθουσες της γιορτής τους και ξεψυχούσαν απελπισμένα εκεί όπου έπεφταν. Και η ζωή του εβένινου ρολογιού έσβησε μαζί με τη ζωή του τελευταίου χαροκόπου. Και οι φλόγες των τριπόδων ξεψύχησαν. Και το Σκοτάδι, η Σήψη και ο Κόκκινος Θάνατος κατακυρίευσαν τα πάντα», Έντγκαρ Άλλαν Πόε, «Η μάσκα του κόκκινου θανάτου».

(Εμφανιστηκε 254 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.