26 Νοεμβρίου 2014 at 14:10

Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος γράφει για τον Βασίλη Ραφαηλίδη

από

Μια Φιλία

του Θόδωρου Αγγελόπουλου

theo-rafa 1

Πώς γεννιέται μια φιλία;

Ίσως όπως γεννιέται ένας έρωτας: ξαφνικά. Άγνωστο τι την καθορίζει… ποιες λέξεις, ποια κίνηση. Ποια εμπιστοσύνη…

Η φιλία με τον Βασίλη ξεκίνησε έτσι, τότε, το ‘65, στη «Δημοκρατική Αλλαγή» όπου ήδη δούλευα -τρόπος του λέγειν- ως κριτικός κινηματογράφου.

Έφυγε η Τώνια Μαρκετάκη να πάει στο «Βήμα», και πήρε τη θέση της ο Βασίλης.

Πρώτες παθιασμένες συζητήσεις φεύγοντας αργά από την εφημερίδα.

Ν’ αλλάξουμε τον κινηματογράφο, τον Ελληνικό -σαν να λέμε: ν’ αλλάξουμε τον κόσμο.

Γίνεται; Πώς δε γίνεται!

Ποιοι είμαστε; Αφελείς πολιορκητές του ουρανού. Περπατήματα στην νυχτερινή Αθήνα. Τσιγάρα. Αποχωρισμοί στο ξημέρωμα.

Ο Βασίλης είχε αποδεχθεί ότι ο ρόλος του ήταν η κριτική κι ο στοχασμός πάνω στον κινηματογράφο – κι όχι μόνο. Είχα αποφασίσει ότι ο ρόλος μου ήταν πίσω από μια κάμερα.

Μαγικά χρόνια, χρόνια αναμονής κι ονείρου. Δουλέψαμε μαζί μέχρι το 67.
Με τη δικτατορία, μπήκε στην εφημερίδα η στρατιωτική αστυνομία και τα διέλυσε όλα, κι ο Βασίλης είχε τις γνωστές του περιπέτειες με την Ασφάλεια.

Χαθήκαμε και ξαναβρεθήκαμε καιρό αργότερα, για να ριχτούμε στο στήσιμο ενός κινηματογραφικού περιοδικού, του «Σύγχρονου Κινηματογράφου». Για να είμαστε ειλικρινείς, ο Βασίλης το έστησε. Όλη η δουλειά από το χέρι του πέρναγε, κι όλη η ευθύνη πάνω του.

Το περιοδικό αυτό έμελλε να γίνει το κεντρικό όργανο του λεγόμενου Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου, γιατί συγκέντρωσε όλους τους νέους κινηματογραφιστές της εποχής, όλον τον κόσμο του κινηματογράφου.

Μεσούσης της δικτατορίας, χρησίμευε ως τόπος συγκέντρωσης, αντίστασης και ρήξης προς δύο κατευθύνσεις: πολιτικά, σε σχέση με τη χούντα, αλλά και προς αναζήτηση ενός ουσιαστικά «άλλου» κινηματογράφου – ενός «νέου» κινηματογράφου, που θα συμπορευόταν – τόσο θεματικά όσο και «γλωσσικά»- με τα ρεύματα που κυριαρχούσαν εκείνη τη στιγμή όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και σ’ όλον τον κόσμο. Κι αυτό το στήριξε φανατικά ο Βασίλης, μέχρι τη μέρα που παρέδωσε το περιοδικό σε κάποιους νεότερους και αποχώρησε.

Τα πράγματα, όμως, δεν εξελίχθηκαν όπως τα περιμέναμε – ούτε με τον ελληνικό Κινηματογράφο ούτε με την πολιτική.

Πέρασε ο καιρός, γίναμε ό,τι γίναμε και οι δυο. Η φιλία, όμως, στα χρόνια που ακολούθησαν, κράτησε την παιγνιώδη συνενοχή που τη χαρακτήριζε απ’ την αρχή.

Σ’ ένα αυτοκίνητο που κατέβαινε την Κηφισίας, πήρα το μήνυμα ότι ήταν στην εντατική.

Τον πρόλαβα ν’ ανασαίνει.

-Πόσο; ρώτησα το γιατρό.

-Ώρες.

Το πρόσωπό του ήταν χλωμό, αλλά η έκφραση, ίδια: αγέρωχη και παράξενα τρυφερή.

Ένας ζεστός άνεμος φυσούσε στο νεκροταφείο έξω από την Πάτρα, όπου τελικά τον έθαψαν. Την ώρα που έκλειναν το φέρετρο για να τον κατεβάσουν, ένα κόκκινο γαρίφαλο ξέφυγε απ’ τ’ άλλα λουλούδια, πέρασε απ’ τα μάτια του κι έμεινε εκεί πλάι. Το φέρετρο κατέβηκε στο χώμα μ’ ένα γαρίφαλο που έφεγγε στο πρόσωπό του. «Για κοίτα» σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή, «ο Βασίλης φεύγει μ’ ένα γαρίφαλο στ αφτί.». Και χαμογέλασα.

theo-rafa 2


 

Το κείμενο περιλαμβάνεται σαν επίλογος στο βιβλίο «Ταξίδι Στο Μύθο» (εκδ. Αιγόκερως, 2003), καθώς και στο βιβλίο «Βασίλης Ραφαηλίδης» (εκδ. Αιγόκερως, 2000, για το Φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης)

 

(Εμφανιστηκε 2,177 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.