Υπέρ της Επανένωσης των Μαρμάρων του Παρθενώνα
Γράφει ο Κωνσταντίνος Σαπαρδάνης
«Κρατά η Λόντρα στα αιθαλωμένα σωθικά της τις μαρμαρένιες τούτες θείες στιγμές, όπως ένας αγέλαστος πουριτανός θα κρατάει στα βάθη της μνήμης του μιαν παλιά ερωτική του στιγμή, όλο χαρά και γλυκύτατη αμαρτία.»
Νίκος Καζαντζάκης, «Αγγλία». 1965
Το 2003 το Βρετανικό Μουσείο εγκαινίασε εικονική έκθεση με πλήρεις αναπαραστάσεις των Παρθενώνιων γλυπτών, για να δει το φιλότεχνο κοινό, πώς θα έμοιαζαν στην ολότητά τους. Η ειρωνεία της κίνησης προσβάλλει εκ νέου τις δημιουργίες του Φειδία όπως και τις θυσίες που έχουν κάνει οι Έλληνες για την προστασία τους. Όπως προσβάλλονται από την ονομασία που τους δόθηκε, που τις ταυτίζει με τον κλέφτη τους. Προκαλείται και το ερώτημα όμως, αφού τα εκθέματα του Μουσείου είναι ημιτελή, και αφού προφανώς οι ιθύνοντες αναγνωρίζουν τη χρησιμότητα, αν όχι την ανάγκη, να παρουσιαστούν ενοποιημένα, γιατί δεν έχει υπάρξει ζήτημα επιστροφής από μέρους τους;
Ο Σκοτσέζος Λόρδος Έλγιν χρησιμοποίησε τακτικές απάτης και δωροδοκίες για να αποκτήσει μέρος των αριστουργημάτων του Παρθενώνα, και, όπως παρατηρεί ο Μανόλης Ανδρόνικος: «με ένα, ανεπαίσθητο σχεδόν, λογικό άλμα οι σημερινοί κάτοχοί τους προσπάθησαν να πείσουν τους εαυτούς τους και τους άλλους πως το δικαίωμα τούτο έχει και την ηθική και πνευματική του δικαίωση.»
Παρακάτω δίνονται τα επιχειρήματα που ανά καιρούς έχουν χρησιμοποιηθεί από την αγγλική πλευρά κατά της επιστροφής.
1. Η απόκτηση των μαρμάρων από τον Έλγιν έγινε νόμιμα, από μία κυβέρνηση που, καλώς ή κακώς, ήταν η τότε κυρίαρχη αρχή της επικράτειας.
Αυτό θα έπρεπε να είναι αυταπόδεικτα λανθασμένο. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν μια δύναμη κατοχής και έχουμε κάθε δικαίωμα να αμφισβητούμε και να ακυρώνουμε τη νομιμότητα κάθε ενέργειάς της όσον αφορά δικά μας συμφέροντα και κομμάτια ελληνικής ιδιοκτησίας, για την μεταφορά κυριότητας των οποίων δεν ερωτήθηκε κανένας Έλληνας, κανένας που με οποιονδήποτε τρόπο δεν αντιπροσώπευε το λαό ή τη βούλησή του. Εξάλλου, οι εργασίες απομάκρυνσης κομματιών του Παρθενώνα ξεκίνησαν πριν καν διασφαλιστεί φιρμάνι από τις Αρχές. Οι Τούρκοι από τη μεριά τους, είχαν εντυπωσιαστεί από τη νίκη των Άγγλων εναντίον του Ναπολέοντα στο Νείλο και ήταν υποχρεωμένοι σε αυτούς, συγκυρία που ο Έλγιν εκμεταλλεύτηκε. Οι Τούρκοι εύκολα του έδωσαν τη σχετική άδεια αφού έτσι κι αλλιώς δεν έδειχναν σεβασμό στα ελληνικά μνημεία, που είχαν μετατρέψει σε τζαμιά ή οπλαποθήκες, κάτι που δίνει ακόμα μεγαλύτερη βάση στην άρνηση των Ελλήνων να δεχτούμε τη νομιμότητα της όποιας απόφασης των τουρκικών αρχών σχετικά με τα μάρμαρα. Το ίδιο το φιρμάνι που δόθηκε στον Έλγιν, του επέτρεπε να πάρει μόνο κάποια κομμάτια που είχαν ήδη αποσπαστεί από τον Παρθενώνα και τα γύρω κτήρια, σαν δείγματα, και να κάνει αντίγραφα και εκμαγεία από τα άλλα, όπως ήταν και ο δηλωμένος σκοπός του στον Σουλτάνο. Δε δίστασε όμως να χρησιμοποιήσει πριόνια για να κόψει ό,τι μπορούσε να κουβαλήσει, και να κομματιάσει ό,τι δεν μπορούσε να μεταφερθεί αυτούσιο. Κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεών του, ένα κομμάτι από μια τοιχοδομή χαλάρωσε εξαιτίας των μηχανημάτων και το πεντελικό μάρμαρο γκρεμίστηκε και θρυμματίστηκε. Όταν απέσπασε μια Καρυάτιδα διακινδύνευσε την στατικότητα του χτίσματος που την φιλοξενούσε. Για να τα κάνει όλα αυτά χρησιμοποίησε δωροδοκίες που περιλάμβαναν διακοσμημένα πιστόλια, ένα αραβικό άλογο, ένα ρολόι, ένα τηλεσκόπιο και αγγλικά ηνία. Το πρώτο φορτίο των κλοπιμαίων βυθίστηκε ανοιχτά των Κυθήρων μαζί με το πλοίο «Μέντωρ» που τα φυγάδευε, και διασώθηκε τρία χρόνια μετά, αφού αναμφίβολα υπέστη φθορές από το θαλασσινό νερό.
2. Οι Άγγλοι προστάτεψαν πιο αποτελεσματικά τα γλυπτά από ό,τι θα μπορούσαν ποτέ οι Έλληνες
Αυτό που ξέρουμε για τη στάση των Ελλήνων είναι ότι έβαλαν και τη ζωή τους σε κίνδυνο για να προστατέψουν το μνημείο του Παρθενώνα. Το 1821 Τούρκοι στρατιώτες οχυρώθηκαν στην Ακρόπολη όπου τους πολιορκούσαν οι Έλληνες. Όταν οι Τούρκοι έμειναν από σφαίρες, άρχισαν να λειώνουν τους μολυβδένιους συνδέσμους του Παρθενώνα για να φτιάξουν αυτοσχέδιες. Ο αγωνιστής Κυριάκος Πιττάκης αφού συμβουλεύθηκε τους συμπολεμιστές του, έστειλε στους εχθρούς του μολυδβένιες σφαίρες ώστε να σταματήσουν την καταστροφή.
Αντιθέτως (και πέρα από τις ανεπανόρθωτες καταστροφές του ίδιου του Έλγιν), ξέρουμε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις όπου τα μάρμαρα κινδύνεψαν επειδή ήταν στην Αγγλία. Στα πρακτικά του Συμβουλίου του Βρετανικού Μουσείου (8-10-1938) βρίσκουμε τον τίτλο «Καταστροφές στα Γλυπτά του Παρθενώνα». Σχετικά με αυτό, ο Arthur Holcombe, αρχισυντηρητής του Μουσείου, σε μια συνέντευξη σε εφημερίδα του 1939 είπε: «Για να καθαρίσουν τα πιο βρώμικα σημεία έτριψα τα μάρμαρα μ’ ένα αμβλύ, χάλκινο εργαλείο.» Συνέχισε λέγοντας ότι δεν έγινε καμία ζημιά αφού «ο χαλκός είναι πιο μαλακός από το μάρμαρο. Έχω χρησιμοποιήσει τα ίδια εργαλεία υπό την εποπτεία τεσσάρων διευθυντών.» Το σχόλιο «ο χαλκός είναι πιο μαλακός από το μάρμαρο» μπορεί μόνο χλευασμό και πικρία να προκαλέσει. Ακόμα και το άγγιγμα από τα χείλη των πιστών λάξευσαν το πόδι από το άγαλμα του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη. Η υπόθεση της κακής συντήρησης προκάλεσε σκάνδαλο στην εποχή αλλά ξεχάστηκε με το ξέσπασμα του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου. Η δεύτερη περίπτωση που κινδύνεψαν τα μάρμαρα είναι το 1940, κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών του Λονδίνου από τους Ναζί. Η αίθουσα του Μουσείου που τα φιλοξενούσε καταστράφηκε, και ήταν θέμα τύχης που τα μάρμαρα είχαν προλάβει να μεταφερθούν από εκεί μόλις κάποιες μέρες πιο πριν, όπου μέχρι τότε προστατεύονταν μόνο με ξύλινες κατασκευές και σακιά άμμου.
Περαιτέρω, το επιχείρημα του Μουσείου ότι τα μάρμαρα θα υπέφεραν από το νέφος της Αθήνας, όχι απλά δεν στέκει πλέον, αλλά πρέπει να σημειώσουμε ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση του Λονδίνου είναι πολύ παλαιότερο φαινόμενο από της Αθήνας. Κατά την παραμονή τους στη Αγγλία τα μάρμαρα βρίσκονταν σε δυσμενές περιβάλλον για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από τα χρόνια που η πάτρια πόλη τους είχε πρόβλημα στην ποιότητα της ατμόσφαιρας. Ο ίδιος ο Έλγιν βεβαιώνει ότι η υγρασία του Λονδίνου επέφερε φθορά στο ευαίσθητο Πεντελικό μάρμαρο. Και ο οβελίσκος της Κλεοπάτρας, για παράδειγμα, υπέστη περισσότερες φθορές στη σύντομη παραμονή του δίπλα στον Τάμεση από ό,τι όσο καιρό στεκόταν δίπλα στο Νείλο. Όπως και να έχει, μετά την πτώση της χούντας, που με χαρακτηριστική άνεση έδινε άδειες σε εργοστασιάρχες, ιδιοκτήτες ταξί κλπ, έχει γίνει συνειδητή προσπάθεια βελτίωσης της ποιότητας της ατμόσφαιρας της Αθήνας και σήμερα δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως λόγος μη επιστροφής. Εξάλλου, στην ακραία του μορφή, αυτό το επιχείρημα θα σήμαινε ότι, παρά να ζητάμε την επιστροφή των κλοπιμαίων, θα έπρεπε μάλλον να στείλουμε και τα υπόλοιπα στο Βρετανικό Μουσείο για φύλαξη.
Το επιχείρημα της καλής φύλαξης, εκτός από υπεροψία, προδίδει και τη μικροπρέπεια της αγγλικής στάσης. Ακόμα και να το δεχτούμε, πώς δικαιολογείται η συνέχιση της κράτησης των μαρμάρων στην Αγγλία, αφού πλέον δεν υπάρχει κίνδυνος; Ο καλός γείτονας που σώζει τα υπάρχοντα του διπλανού του από μια καταστροφή, δεν υποχρεούται να του τα επιστρέψει όταν η καταστροφή περάσει; Αυτή δεν είναι η αρμοστή, η δίκαιη, η λογική συμπεριφορά;
3. Ο Έλγιν λειτούργησε ως φιλότεχνος συντηρητής
Από την προσωπική αλληλογραφία του Έλγιν γίνεται φανερό ότι σχεδίαζε να κοσμήσει την έπαυλή του με μάρμαρο και το 1801 γράφει στον Lusieri: «δεν χρειάζεται παρακίνηση από μένα για να καταλάβεις την αξία που έχουν τα μαρμάρινα γλυπτά ή τα ιστορικά κομμάτια». Όταν του μπήκε η ιδέα να χρησιμοποιήσει μεγάλο πολεμικό πλοίο για να «πάρει το πιο πολύτιμο αρχιτεκτονικό κομμάτι που βρίσκεται στη διάθεσή μου», προδίδεται λέγοντας ότι ούτε «ο Βοναπάρτης δεν έχει αποκτήσει παρόμοιο αντικείμενο από όλες τις κλοπές του από την Ιταλία». Καμία αναφορά του Έλγιν δε γίνεται στη διάσωση ενός πολιτιστικού θησαυρού από «βάρβαρους Τούρκους», ούτε στην παρουσίασή του ως υπερασπιστή και φύλακα των καλών τεχνών. Αυτούς τους ρόλους τους αξιώθηκε πολύ αργότερα, όταν άρχισε να σκέφτεται την φήμη του και πώς θα αυξήσει την αξία τους για να τα πουλήσει στο Βρετανικό Μουσείο. Τα μάρμαρα του Παρθενώνα δεν τα πήρε για να τα προστατέψει ή για να τα θαυμάσουν οι ομοεθνείς του, αλλά για να διακοσμήσει την έπαυλή του στη Σκωτία και μόνο αργότερα τα πούλησε στο Μουσείο, για να πληρώσει τα χρέη του. Τα πούλησε 35.000 λίρες αντί των 75.000 περίπου που είχε ξοδέψει για την απόκτησή τους.
Ο Έλγιν επικαλείται την κονιορτοποίηση από έναν «γερό-Τουρκο» κάποιων αγαλμάτων του Παρθενώνα για να χρησιμοποιήσει τη μαρμαρόσκονη, σαν απόδειξη ότι στόχος του ήταν να σώσει τα μάρμαρα από την καταστροφή. Μόνο που η κονιορτοποίηση αυτή αναφέρεται από τον ίδιο ότι συνέβη το 1802, ενώ οι δικές του επιχειρήσεις είχαν ξεκινήσει το 1801. Και αξίζει να σημειωθεί ότι και αφού έφυγε ο Έλγιν οριστικά το 1803 από την Ελλάδα, δεν περιγράφεται κάποια άλλη τέτοια περαιτέρω καταστροφή, για την οποία εξάλλου δεν υπάρχει απόδειξη ότι συνέβη, εκτός από τις μαρτυρίες του Έλγιν.
4. Η επιστροφή των μαρμάρων θα αποτελούσε ένα επικίνδυνο προηγούμενο για την απογύμνωση μουσείων και συλλογών
Ας αγνοήσουμε την παιδαριώδη δήλωση που υπονοείται σε αυτό το επιχείρημα («Κι αν κάνουν όλοι το ίδιο;») για να δούμε γιατί ακριβώς τα μάρμαρα του Παρθενώνα αποτελούν μοναδική περίπτωση.
α. Το αίτημα των Ελλήνων, και πολλών Άγγλων, για την επιστροφή, συνίσταται στο αίσθημα δικαίου. Τα μάρμαρα απομακρύνθηκαν χωρίς την άδεια του ελληνικού λαού, μετά από συμφωνία με μια δύναμη κατοχής.
β. Ο Παρθενώνας ο ίδιος είναι μοναδική περίπτωση μνημείου όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για ολόκληρο το δυτικό πολιτισμό και του αξίζει να παρουσιαστεί στην ολότητά του.
γ. Το κτήριο στέκεται ακόμα, και σε αναγνωρίσιμη μορφή.
δ. Ο ελληνικός λαός υπάρχει ακόμα στον ίδιο χώρο με το αρχικό κτήριο και είναι ικανός να τα φροντίσει και να τα εκθέσει.
Περίπτωση άλλη που να ικανοποιεί αυτές τις συνθήκες, απλά δεν υπάρχει. Ακόμα και να επιστραφούν τα μάρμαρα, κανένα άλλο αίτημα δε θα χρειαστεί να γίνει υποχρεωτικά δεκτό, γιατί θα αποτελεί διαφορετική περίπτωση. Δεν υπάρχει κανένας να διεκδικήσει τα αγάλματα από τη Νήσο του Πάσχα, άρα και κανένας λόγος για την επιστροφή τους.
Μην ξεχνάμε ότι δεν είναι όλα τα αντικείμενα της ελληνικής αρχαιότητας που ζητάμε να επιστραφούν, ούτε καν όλα όσα πήρε από τη χώρα μας ο Έλγιν (πήρε και ευρήματα από Κόρινθο, Ελευσίνα, Μυκήνες). Ζητάμε μόνο να συμπληρωθεί, όσο το δυνατόν, ένα ενιαίο έργο τέχνης ώστε να πλησιάζει όσο γίνεται την αρχική έμπνευση των δημιουργών. Γι’ αυτό και δεν υπάρχει αίτημα για την επιστροφή ελληνικών έργων από άλλα μουσεία, όπως της Νίκης της Σαμοθράκης από το Λούβρο, αλλά ούτε και κάθε αρχαιοελληνικού αμφορέα που έχει βρεθεί ποτέ.
Σαν λύση, θα μπορούσε η επιστροφή να γίνει υπό τη μορφή του δωρεάν, αορίστου χρόνου δανεισμού των εκθεμάτων, χωρίς ποτέ να αιτηθεί η επαναφορά τους στην Αγγλία. Θα αποκλειόταν με αυτόν τον τρόπο η χρησιμοποίηση της επιστροφής σαν προηγούμενο από άλλους, ακόμα κι αν παρουσιαζόταν κάποια αντίστοιχη περίπτωση. Θα μπορούσαμε ακόμα και να ανταμείψουμε μια τέτοια κίνηση των Άγγλων, ενδεχομένως με τον περιοδικό δανεισμό άλλων εκθεμάτων από εμάς προς το Βρετανικό Μουσείο, σαν ένδειξη εκτίμησης απέναντι σε μια δίκαιη απόφαση.
Τέλος, αν αυτό το επιχείρημα του επικίνδυνου προηγούμενου ιδωθεί απομονωμένο, κρύβει και ένα διανοητικά ύποπτο παράδοξο. Είναι σαν να λένε οι Άγγλοι ότι δεν μπορούν να δικαιώσουν εμάς, σε αυτό μας το αίτημα, γιατί στο μέλλον θα αναγκαστούν να δικαιώσουν και άλλους.
5. Η μεταφορά των μαρμάρων στη Βρετανία αποτέλεσε πηγή εξέλιξης των καλών τεχνών και των κλασικών σπουδών – πιο πολλοί μπορούν να τα δουν εκεί από ό,τι εδώ
Είναι αλήθεια ότι πιο πολλοί είδαν τα γλυπτά από ότι θα τα έβλεπαν αν έμεναν στην Αθήνα, ειδικά αφού η Ελλάδα περνούσε μια εξαιρετικά ταραχώδη περίοδο στην ιστορία της. Είναι επίσης αλήθεια ότι κάποια ποιήματα, όπως του Τζον Κητς και του Λόρδου Μπάϊρον, δεν θα είχαν γραφτεί χωρίς την παρουσία των κλοπιμαίων στο Λονδίνο, και επιρροές είναι εμφανείς στη γλυπτική και την αρχιτεκτονική της εποχής. Χωρίς να υπονομεύουμε την αξία αυτών των έργων, αν πάρουμε το επιχείρημα στα σοβαρά, θα σήμαινε ότι θα έπρεπε να μεταφέρουμε τα μάρμαρα σε κάποια Ντίσλεϋλαντ, ή στο αεροδρόμιο Χίθροου, όπου σίγουρα ακόμα περισσότεροι θα είχαν την ευκαιρία να τα θαυμάσουν και να εμπνευστούν. Ίσως πρέπει να τους στείλουμε και τα υπόλοιπα για να θαυμάσουν κι εκείνα. Σε αυτούς που θα απαντήσουν ειρωνικά ότι τέτοιοι χώροι δεν αρμόζουν για τέτοιες εκθέσεις, θέτουμε το ερώτημα: ποιο είναι το μέρος όπου ταιριάζουν περισσότερο αυτά τα εκθέματα; Το Μουσείο της Ακρόπολης, όπου θα μπορούσε ταυτόχρονα κανείς να δει και τα μάρμαρα αλλά και το χώρο τον οποίο λαξεύτηκαν για να κοσμούν, ή μια αίθουσα 2.500 χιλιόμετρα μακριά; Θα ήταν επίσης χρήσιμο να αναρωτηθούμε τι ποίηση θα γεννιόταν ίσως από την επανένωση των μαρμάρων.
Το αίτημά μας δεν είναι αίτημα επιστροφής, είναι αίτημα επανένωσης. Δεν είναι σοβινιστικό αίτημα, δεν είναι πατριωτικό, δεν είναι εθνικιστικό. Είναι ξεκάθαρα και εξολοκλήρου πολιτιστικό. Αποτελεί ντροπή να εκθέτονται ξέχωρα τα εναπομείναντα μέρη των γλυπτών σε δύο διαφορετικές χώρες. Αν η Μόνα Λίζα είχε σκιστεί στα δύο ποιος δεν θα ζητούσε την επαναφορά στην εξ ολοκλήρου μορφή της;
Ο μοναδικός λόγος που υπάρχει αυτή η διαμάχη είναι αυτός: Τα αγάλματα, απλά, είναι στην κατοχή τους. Υπήρχε ποτέ περίπτωση, αν ο Έλγιν δεν είχε επιδοθεί στους τυχοδιωκτισμούς τους, να έθετε κανείς ζήτημα απομάκρυνσης μαρμάρων από τη Ακρόπολη στο όνομα του διεθνισμού ή του κοσμοπολιτισμού; Θα τολμούσε κανείς να ζητήσει μερικά γλυπτά από την Ακρόπολη επειδή θα ήταν πιο ασφαλή στην Αγγλία, και επειδή εκεί θα τα έβλεπε πιο ευρύ κοινό; Θα ζητούσε κανείς να χωριστεί ένα άγαλμα στα δύο, ώστε να έβρισκε ο επισκέπτης τον μηρό και το μπράτσο ενός γλυπτού στην Αθήνα, και το στήθος στο Λονδίνο; Θα ήταν προφανώς ένα παράλογο αίτημα. Ως έχουν τα πράγματα, τα Παρθενώνια μάρμαρα χρησιμοποιούνται από το Βρετανικό Μουσείο σαν όμηροι, με αντάλλαγμα την αυξανόμενη επισκεψιμότητα ενός ιδρύματος που ενώ σκοπός του είναι να αναδεικνύει έργα τέχνης και πολιτισμού, τα προσβάλλει, χωρίζοντάς τα στη μέση και χρεώνοντάς τα με το κομμάτι. Τα εκμεταλλεύονται, τους αποφέρουν έσοδα, και δεν θέλουν να τα δώσουν πίσω.
Παράρτημα:
Τα παρακάτω αποσπάσματα από την αλληλογραφία του Έλγιν με τον Lusieri, ζωγράφο και βοηθό του, δείχνουν ξεκάθαρα την αναισθησία των συμμετεχόντων και ότι οι καταστροφές των μαρμάρων που οφείλονται στις ενέργειες του Έλγιν έγιναν εν γνώσει του:
Ο Luseri γράφει στον Έλγιν αναφορικά με το κεντρικό κομμάτι της ανατολικής ζωφόρου:
«Επειδή δεν πριονίστηκε καλά εξαιτίας της έλλειψης αρκετά λεπτών πριονιών κι επειδή ήταν λίγο αδύναμο στο κέντρο, χώρισε στα δύο κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, παρά τις προφυλάξεις που είχαμε λάβει. Ευτυχώς έσπασε στο κέντρο σε ευθεία γραμμή, σ’ ένα σημείο που δεν έχει γλυπτική εργασία, έτσι το ατύχημα μας βοήθησε να το μεταφέρουμε γρήγορα και να το φορτώσουμε στο πλοίο».
Και σχετικά με ένα δωρικό κιονόκρανο από τα Προπύλαια:
«Θα πάρω κι ένα από τον Παρθενώνα αλλά χρειάζεται να το πριονίσω σε δύο τμήματα. Εκείνο στα Προπύλαια είναι αρκετά μεγάλο, αλλά αυτό είναι τεράστιο. Οι πύλες του Ακροπυργίου δεν είναι αρκετά φαρδιές για να το περάσουμε από κει. Τα τρία κιονόκρανα, ένα δωρικό πρώιμου ρυθμού και δύο κορινθιακά διαφορετικής εποχής και πολύ πρώιμα, που βρίσκονταν στο παλιό παρεκκλήσι κοντά στο Στάδιο, είναι αποθηκευμένα.»
- Κρίστοφερ Χίτσενς – Τα Ελγίνεια Μάρμαρα (εκδ. Λιβάνης, 1988)
- Βίντεο όπου υποδεικνύεται η φθορά από τη συντήρηση του Βρετανικού Μουσείου (αγγλικά)
- Ο Επαμεινώνδας Βρανόπουλος για τα Παρθενώνια μάρμαρα (αγγλικά)
- Απόσπασμα από ένα ενδιαφέρον ντιμπέιτ για την επιστροφή των μαρμάρων (ελληνικά) – ολόκληρο εδώ (αγγλικά)
- Βικιπαιδεία
Pingback: Ο Μανόλης Ανδρόνικος για τα 'ελγίνεια' μάρμαρα - Ερανιστής