Ιωάννης Συκουτρής – Διδακτική επιστολή
Ο φιλόλογος των αρχών του 20ου αιώνα Ιωάννης Συκουτρής έγραψε μια διατριβή για την αρχαία επιστολογραφία, η οποία κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Σχολή Μωραΐτη (1988). Εδώ μπορείτε να διαβάσετε το κεφάλαιο που αφορά το είδος της διδακτικής επιστολής. Η μόνη παρέμβαση στο κείμενο είναι η αφαίρεση των παρενθετικών αναφορών σε πηγές, για ευκολία στην ανάγνωση. Μπορείτε να κατεβάσετε το πρωτότυπο σε pdf εδώ.

Η διδακτική επιστολή
Ήδη στην κοινή αλληλογραφία συμβαίνει ο συντάκτης της, λόγω θέσεως (μπορεί να είναι δάσκαλος, μεγαλύτερος στην ηλικία κτλ.), να παρεμβαίνει στη ζωή του παραλήπτη με συμβουλές ή προειδοποιήσεις και να πραγματεύεται προβλήματα της ζωής που παρουσιάζουν γενικότερο ενδιαφέρον. Παρόμοιες επιστολές κυκλοφορούσαν συχνά από τον ίδιο τον συντάκτη ή τον παραλήπτη ή ακόμη και από άλλα πρόσωπα, αφού μπορούσαν να προσφέρουν και σε άλλους ομοϊδεάτες ενθάρρυνση και παραμυθία. Την ειδικότερη αφορμή για τη συγγραφή τους την πρόσφερε, βέβαια, ο παραλήπτης, αλλά ο συντάκτης τους κατόρθωνε, συνειδητά ή όχι, να μετατρέπει το ατομικό γεγονός σε τυπική περίπτωση ανθρώπινης συμπεριφοράς και δυστυχίας. Με την πάροδο του χρόνου όμως άρχισαν να γράφονται διδακτικές επιστολές για τις οποίες είτε ο παραλήπτης δεν αποτελούσε την αφορμή είτε η αφορμή ήταν έμμεση. Η επιστολική μορφή χρησιμοποιείται ως παγιωμένη λογοτεχνική μορφή, και σκοπός της είναι να προσδώσει στις συμβουλές για ηθική ζωή προσωπικό χρώμα. Σε παρόμοιες περιπτώσεις σήμερα συνηθίζεται να απευθύνεται κανείς σ’ έναν υποθετικό ή ανώνυμο παραλήπτη. Οι αρχαίοι δεν συνήθιζαν κάτι τέτοιο– απευθύνονταν πάντοτε σε πρόσωπα που ήταν ή τα θεωρούσαν υπαρκτά και τα οποία χρησιμοποιούσαν ως προκάλυμμα. Αυτό το είδος επιστολογραφίας ανήκει στη μεγάλη περιοχή της παραινετικής λογοτεχνίας, η οποία, αρχικά, είχε ποιητική μορφή (διδακτικό έπος, ελεγεία, ίαμβος κτλ.) και από τον 5ο αι. πεζή και απευθυνόταν συνήθως σ’ ένα νεότερο πρόσωπο.
Τον 4ο αι. συναντούμε τις πρώτες δοκιμές για εφαρμογή της επιστολικής μορφής σε τέτοιες παραινέσεις (π.χ. μερικές επιστολές του Ισοκράτη και του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη στον Αλέξανδρο, του Αρίστιππου στην Αρήτη Διογένης Λαέρτιος II 84), αλλά ο κλασικός του είδους είναι ο Επίκουρος. Αυτό οφείλεται στη φύση της φιλοσοφίας του που, απομονωμένη από τη δημόσια ζωή και εχθρικά διακείμενη προς τη θεωρητική αναζήτηση της αλήθειας, αφιερώνεται στα προβλήματα της ζωής και καλλιεργεί ανάμεσα στους οπαδούς της μια εσωτερική προσωπική σχέση, όπως συμβαίνει με τους οπαδούς μιας νέας θρησκείας. Παράλληλα με τις καθαρά ιδιωτικού χαρακτήρα επιστολές που μας διαφύλαξε ο σεβασμός των μαθητών του, ο Επίκουρος έγραψε και επιστολές, με αρχικό προορισμό το ευρύ κοινό, που συγχρόνως απευθύνονταν σε διάφορους φίλους ή ομάδες από οπαδούς του. Το παράδειγμά του ακολούθησαν στη συνέχεια οι μαθητές του, όπως ο Μητρόδωρος ο Λαμψακηνός, ο Έρμαρχος, ο Διογένης από τα Οινόανδα κ.ά. Αργότερα έγινε μια σύντομη επιτομή από την αλληλογραφία του με ηθοπλαστικούς σκοπούς.
Η γνώση μας για τις διδακτικές επιστολές άλλων σχολών είναι πενιχρότερη· η ύπαρξή τους, αν και όχι τόσο πληθωρική, είναι αναμφισβήτητη. Κυρίως καλλιεργήθηκε με ιδιαίτερη αγάπη η παραμυθητική επιστολή προς άρχοντες και προστάτες, έτσι ώστε η επιστολική μορφή να γίνει η κλασική μορφή για τέτοιες consolationes· ο Κικέρων μάλιστα τόλμησε να απευθύνει μια παραμυθητική επιστολή στον ίδιο τον εαυτό του. Παρόμοιες επιστολές γνωρίζουμε από τον Στράτωνα, τον Καρνεάδη, τον Κλειτόμαχο, τον Παναίτιο, τον Ποσειδώνιο, τον Απολλώνιο τον Τυανέα, τον Πλούταρχο προς τη σύζυγό του κ.ά. Οι σοφιστές συνέθεσαν επίσης μονωδίες σε επιστολική μορφή.
Γνωρίζουμε επίσης ψευδώνυμες επιστολές που αποδίδονται σε διάσημες προσωπικότητες (ακόμη και σε θεούς, όπως είναι οι επιστολές θεών του Μενίππου και οι Κρονικές επιστολές του Λουκιανού). Τέτοιες είναι οι επιστολές αρχόντων προς τους γιους τους, οι επιστολές του Σωκράτη, του Ξενοφώντα, των Κυνικών, των Πυθαγορείων, του Ηράκλειτου, του Μουσώνιου κ.ά.
Στους Ρωμαίους η διδακτική επιστολή ήταν ιδιαίτερα αγαπητή· ανταποκρινόταν στη συνήθεια να εισάγει ο πατέρας, χρησιμοποιώντας γραπτό λόγο, τον γιο του στις εμπειρίες της ζωής. Το σύγγραμμα του Κάτωνα του πρεσβύτερου ad filium, που ο Πρισκιανός το χαρακτηρίζει epistula, φαίνεται ότι δεν ήταν κανονική επιστολή. Το αρχαιότερο σωζόμενο παράδειγμα διδακτικής επιστολής είναι το Commentariolum petitionis, ένα δοκίμιο του Κόιντου Κικέρωνα σε επιστολική μορφή σχετικά με την υποψηφιότητα για το υπατικό αξίωμα (64 π.Χ.) και η απάντηση του Μάρκου.
Αλλά ο κλασικός του είδους στην παγκόσμια λογοτεχνία είναι ο Σενέκας με τις επιστολές του στον Λουκίλιο. Πρότυπό του αποτελεί προφανώς ο Επίκουρος, αλλά οι επιστολές του έχουν λογιότερο χαρακτήρα και συχνά τρέπονται σε ηθικές πραγματείες. Παρόλο που προσπαθεί να συνδέσει τις παρατηρήσεις του με καθημερινά γεγονότα ο πλασματικός χαρακτήρας γίνεται αισθητός ήδη με την επιλογή του παραλήπτη, τον οποίο παρουσιάζει κάποτε ως νέο παρά τα αντίθετα χρονολογικά δεδομένα. Ο Bourgery απέρριψε τον επιστολικό χαρακτήρα τους, και η κριτική που ασκεί ο Σενέκας στις επιστολές προς Αττικόν και οι υφολογικές του αξιώσεις δικαιώνουν τον νεότερο μελετητή· αντίθετος ο Albertini, αλλά η χαλαρότητα στη σύνθεση δεν είναι γνώρισμα μόνο της επιστολής αλλά και της διατριβής. Στην προτίμηση αυτής της λογοτεχνικής μορφής οδηγήθηκε ο Σενέκας όχι μόνο από την αντιπάθεια των συγχρόνων του εναντίον κάθε συστηματικής πραγμάτευσης και από την τάση για σύντομες, ζωηρές, ελεύθερες και εξαιρετικά ποικίλες συζητήσεις αλλά και από την πεποίθηση ότι στην ουσία «επίδραση δεν ασκεί το αφηρημένο περιεχόμενο μιας διδασκαλίας αλλά το πρόσωπο του δασκάλου» καθώς και από την κλίση για αυτοσύσταση, που ανοίγει τον δρόμο για τις confessiones του Αυγουστίνου.
Με τον Παύλο η διδακτική επιστολή γίνεται η πρώτη και, για μεγάλο χρονικό διάστημα μαζί με τα Ευαγγέλια, η μοναδική μορφή χριστιανικής λογοτεχνίας, προτού χρησιμοποιηθούν οι άλλες λογοτεχνικές μορφές. Η ακμή της χριστιανικής επιστολής τοποθετείται ανάμεσα στο 250 και 450 μ.Χ. Σχεδόν όλες οι μεγάλες προσωπικότητες της Εκκλησίας άφησαν λιγότερο ή περισσότερο ογκώδη επιστολογραφική παραγωγή, η οποία, εφόσον δεν περιέχει πολεμική, επιδιώκει διδακτικούς στόχους — σύμφωνα με τις απόψεις εκείνης της εποχής, πάντως, και τα δύο είδη καταλήγουν στο ίδιο αποτέλεσμα. Το χριστιανικό παράδειγμα ακολούθησαν και οι ειδωλολάτρες. Οι επιστολές του Ιουλιανού ελάχιστα διαφέρουν από τις επιστολές του Βασιλείου από την Καισαρεία· ο Ιάμβλιχος πραγματεύθηκε σε επιστολές όλο το φάσμα της αρχαίας ηθικής, όπως δείχνουν τα αποσπάσματα που παραθέτει ο Στοβαίος. Στο σημείο αυτό η επιστολή πραγματικά διαδέχεται τον διάλογο, όπως συμβαίνει στον Σενέκα.
Κατεβάστε e-books από την ψηφιακή βιβλιοθήκη του Ερανιστή, ΕΔΩ.