«Δεν είναι μαλλιά τα γένια!»
Γράφει ο Δημήτρης Τζήκας
Η παροιμιώδης φράση του τίτλου λέγεται στις εξής περιπτώσεις:
-Όταν δύο πράγματα μοιάζουν σχεδόν ίδια αλλά δεν είναι – όπως τα γένια με τα μαλλιά.
-Όταν τα πράγματα είναι πιο δύσκολα, πιο ζόρικα, πιο περίπλοκα απ’ όσο φαίνονται.
-Όταν κάποιος -λόγω άγνοιας, αλαζονείας, οκνηρίας, υπερβολικής αυτοπεποίθησης ή για διάφορους άλλους λόγους- υποτιμά ή παραβλέπει τις δυσκολίες ενός εγχειρήματος και τελικώς δεν πετυχαίνει αυτό που θέλει.
Η κοινή παροιμία «Ο παπάς πρώτα τα γένια του βλογάει.» λέγεται για όσους κοιτάζουν πρώτα τον εαυτό τους, την «πάρτη τους», το προσωπικό τους συμφέρον. Ο Νίκος Τσιφόρος γράφει: «Έπιασε, λοιπόν, τα τσιφλίκια κι άρχισε να τα μοιράζει. Κράτησε, λέει, χίλια τετρακόσια είκοσι δύο για τον εαυτό του. Ο παπάς πρώτα τα γένια του βλογάει.» [μσν. γένι < αρχ. ελλ. γένειον.]
Λέμε ακόμη «Από τα γένια (είναι) σοφός.», για τους δοκησίσοφους, όσους φαίνονται «σοφοί» αλλά δεν είναι και «Κάποιου καίγονταν τα γένια κι άλλος τούλεγε στάσουν ν’ ανάψω το σιψί μου.», για όσους αδιαφορούν για τις συμφορές και τα παθήματα των άλλων («σιψί» είναι η καπνοσύριγγα, το τσιμπούκι).
Με προφανή σημασία χρησιμοποιούνται και τα εξής: «Άλλοι πεθυμούν τα γένια κι άλλοι φτυούν και ρίπτουν τα.», «Άλλοι τα γένια πεθυμούν κι άλλοι που τα ‘χουνε τα φτυούν, (= αυτό που άλλοι εκτιμούν ή επιθυμούν πολλοί δεν το θέλουν, το περιφρονούν), «Αλίμονο στον ορφανό κι ας είναι με τα γένια.», «Γρίβα γένια πού..α δρένια.», «Να φτύσω τον ανήφορο, θα φτύσω το Θεό· να φτύσω τον κατήφορο θα φτύσω τα γένια μου.» (= για όσους βρίσκονται σε κατάσταση αμηχανίας, απορίας, σε αδιέξοδο δίλημμα.), «Έπιασε (ή κρατάει) τον πάπα από τα γένια.», «Μόνο του σπανού τα γένια δε γίνονται.», και το περιπαιχτικό «Άντρα, μού ᾿ρθαν οι αξιάδες, φέρ᾿ τα γένια σου να γνέσω.», για τις τεμπέλες και τις ακαμάτρες.
Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης καταγράφει και την δημώδη παροιμία «Εκείνος πόχει τα γένια έχει και τα χτένια.», νομίζω με τη σημασία «ο καθένας κοιτάζει, φροντίζει, ξέρει τη δουλειά του, μπορεί ν’ αποφασίσει για τα ζητήματα που τον αφορούν και οι άλλοι καλύτερα να μην ανακατεύονται, να μην μπερδεύονται σε ξένες, αλλότριες υποθέσεις»:
«Τὴν φορὰν ταύτην, ὁ καλόγηρος ἐθύμωσε πλέον τοῦ συνήθους. Ἴσως συνετέλεσεν εἰς τοῦτο καὶ τὸ ὅτι, ἐπειδὴ ἦτο ἑσπέρας Κυριακῆς τοῦ Μαΐου, ἡ μικρὰ πρὸ τοῦ ναοῦ πλατεῖα δὲν ἦτο ἐντελῶς ἔρημος ἀνθρώπων… ― Γιά νὰ σοῦ πῶ, κὺρ Γιάννη, εἶπε μεθ᾽ ὑποζέοντος θυμοῦ ὁ καλόγηρος· εἶναι μιὰ παροιμία ποὺ λέγει: Ἐκεῖνος πὄχει τὰ γένεια, ἔχει καὶ τὰ χτένια. ― Τὸ ξέρω, πάτερ Σαμουήλ, ἀπήντησεν ὁ κὺρ Γιάννης, μὰ εἶναι καὶ μιὰ ἄλλη ποὺ λέει: ὅποιος μ᾽ θέλει τὸ καλό μ᾽, μὲ κάνει καὶ κλαίω.»[1]
Οι πληροφορίες είναι από εδώ:
Ν.Γ. Πολίτου. Μελέται επί του βίου και της γλώσσης του ελληνικού λαού. Εν Αθήναις. Τύποις Π.Δ. Σακελλαρίου. 1900.
Ι. Βενιζέλου. Παροιμίαι δημώδεις. Εκ του τυπογραφείου της πατρίδος. Εν Ερμουπόλει, 1867.
[1] Ο Καλόγερος (1892).Ο Δημήτρης Τζήκας είναι ιστορικός.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ομάδα του facebook Παροιμίες & γνωμικά.
Αν θέλετε να γίνετε μέλη της ομάδας, επισκεφτείτε τη διεύθυνση: https://www.facebook.com/groups/2285257741730850/
Περισσότερες παροιμίες, παροιμιώδεις φράσεις και γνωμικά μπορείτε να βρείτε στο αρχείο μας ΕΔΩ.