«Καλή αντάμωση στα γουναράδικα!»
Γράφει ο Δημήτρης Τζήκας
Η παροιμία του τίτλου βρίσκεται σε διάφορες παραλλαγές: «Θ’ ανταμωθούμε στα κιουρτζίδικα.[1]», «Πότε πλιο θ’ ανταμωθούμε; Εις του γούναρη την κάδη.», «Τ’ αλεπόπουλα ρώτησαν την αλεπού· «πού θ’ ανταμωθούμε; «Εις του γούναρη την κάδη[2]», είπε.»
Κατά τον Νικόλαο Πολίτη[3], σημαίνει ότι «αναποφεύκτως οι πονηροί κακόν ευρίσκουσιν τέλος»· συχνότερα όμως χρησιμοποιείται χιουμοριστικά -«χάριν παιδιάς»- μεταξύ φίλων που αποχωρίζονται και δεν ελπίζουν να συναντηθούν σύντομα· εδώ τα «γουναράδικα» είναι ο τάφος. Όμοιες είναι και οι ιταλικές «Όλες οι αλεπούδες στο τέλος γυρίζουν στο γουναράδικο.», «Είπαν οι αλεπούδαροι στ’ αλεπόπουλα: Στου γούναρη θ’ ανταμώσουμε όλοι.», «Είπεν η αλεπού μια μέρα στ’ αλεπόπουλα: στο ταμπάκικο θα ιδούμε όλοι ποιος έχει τον κώλο και το τομάρι δυνατότερα.», «Κάθε αλεπού καταντά να χάσει την ουρά της.», η ισπανική «Εκεί θα ιδωθούμε· στην αυλή των γουνάρηδων.», οι αγγλικές «Κάθε αλεπού χρωστά να δώσει το τομάρι της στο γδάρτη.», «Αργά η γρήγορα το αλεποτόμαρο βρίσκει το μαχαίρι που γδέρνουν.», η ολλανδική «Το συνηθισμένο τέλος της αλεπούς είναι το γουναράδικο.», η γερμανική «Όλες οι πονηρές αλεπούδες ανταμώνονται στο τέλος εις του γούναρη την κάδη.», «Οι αλεπούδες ξαναβλέπονται στο δερματοπάζαρο.», Όσο κι αν γεράσει η αλεπού, το τομάρι της καταντά στην κάδη.», Στου γούναρη ανταμώνονται όλα τα’ αλεποτόμαρα.» και η τουρκική «Της αλεπούς το τέλος είναι το γουναράδικο.»
«Όσο να κοιτάξει η αλεπού τα κιτάπια της, βρέθηκε το τομάρι της στον ταμπάκη.» «Η αλεπού ώσπου να διαβάσει τα φιρμάνια της πάει το τομάρι της.»
Την ίδια παροιμία λέγεται ότι είπε και ο Άρης Βελουχιώτης, όταν χώρισε από τους συντρόφους του, μετά την περιβόητη «συμφωνία της Βάρκιζας». Ο καπετάνιος του ΕΛΑΣ -απλό μέλος του κόμματος- διαγραμμένος και αποκηρυγμένος από το ΚΚΕ αυτοκτόνησε στις 15 Ιουνίου 1945 στη Μεσούντα της Άρτας, καταδιωκόμενος από εχθρικές δυνάμεις.
Ο αδελφοκτόνος πόλεμος είχε ήδη αρχίσει.
Παραπομπές
[1] = ο τόπος της αγοράς, εκεί που βρίσκονται τα γουναράδικα.
[2] «Κάδη» λέγεται το μεγάλο ξύλινο δοχείο, που χρησιμοποιούσαν οι γουναράδες για την κατεργασία των δερμάτων.
[3] Βλ. & Ν.Γ. Πολίτου. Μελέται επί του βίου και της γλώσσης του ελληνικού λαού. Εν Αθήναις. Τύποις Π.Δ. Σακελλαρίου. 1900. Σελ. 320.
Ο Δημήτρης Τζήκας είναι ιστορικός.
Περισσότερες παροιμίες και παροιμιώδεις φράσεις μπορείτε να βρείτε στο αρχείο μας ΕΔΩ.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ομάδα του facebook Παροιμίες & γνωμικά.
Αν θέλετε να γίνετε μέλη της ομάδας, επισκεφτείτε τη διεύθυνση: https://www.facebook.com/groups/2285257741730850/