Λαϊκές παροιμίες για τον Μάρτιο
Ο Μάρτης λέγεται και Βαγγελιώτης (γιατί γιορτάζουμε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου), Πουλιαντέρης, Ανοιξιάτης (είναι ο πρώτος μήνας της άνοιξης), Φυτευτής (γιατί φυτεύουμε), Φουσκοδεντρίτης, γιατί φουσκώνουν (μπουμπουκιάζουν) τα δέντρα με τον νοτιά, που φυσάει. Είναι ο πρώτος μήνας της άνοιξης, της εποχής της γονιμότητας και της αναγέννησης της φύσης. Πρωί πρωί η γιαγιά ή η μάνα δένει στα παιδιά (αγόρια και κορίτσια) στο λαιμό ή στον καρπό ή στο μικρό δάχτυλο του δεξιού χεριού τους Μάρτη (στριμμένη άσπρη και κόκκινη κλωστή) για να μη τα μαυρίσει ο μαρτιάτικος ήλιος. Λένε: «Ποια έχει κόρην ακριβή (μονάκριβη, όμορφη) ήλιος του Μάρτη μη τη δει». Στα ζώα δένουν Μάρτη στα κέρατα ή στην ουρά για να φέρουν πολύ γάλα.[1]
Αν δώσει ο Μάρτης δυο νερά κι ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σ’ εκείνο το ζευγά που ’χει πολλά σπαρμένα. Λείπει ο Μάρτης απ’ τη Σαρακοστή; Κάλλιο Μάρτης στις γωνιές παρά Μάρτης στις αυλές. Εξανόστησες, κερά μου, αν του Μάρτη το ραπάνι, σαν του Μάη το σέλινο. Βροντή Μαρτιού, φίλεμα με καρύδια. Μάρτης βροχερός, θεριστής κουραστικός. Μάρτης δίμουρος. Μάρτης πεντάγνωμος.
Όταν ο Μάρτης είναι καλός, του χωριάτη η κόρη τον Μάη παντρεύεται. Τον Μάρτη χιόνι βούτυρο, μα σαν παγώσει μάρμαρο. Ακόμη και στις δεκαοχτώ, έχει το μάτι του ανοιχτό. Ο Μάρτης ως το γιόμα ψοφάει βόδι κι ως το βράδυ το βρωμάει. Μάρτης γδάρτης, παλουκοκάφτης· τα παλιά βόδια τα γδέρνει, τα δαμάλια τα μαθαίνει. [Βεν. Παροιμία των γεωργών, ίνα παραστήσωσι την αστασίαν του καιρού και την δριμύτητα του μηνός αυτού.] Μη σε γελάσει ο Μάρτης το πρωί και χάσεις την ημέρα. Ο Μάρτης ως το γιόμα ψοφάει το βόδι [λόγω ψύχους] κι ως το βράδυ το βρωμίζει [λόγω ζέστης].
Στης γριάς το διάσελο [= ο αυχένας του βουνού], το Μάρτη πέφτει χιόνι. Σαν ρίξει ο Μάρτης δυο νερά κι Απρίλης άλλο ένα, χαρά σ’ εκείνον το ζευγά που ‘χει πολλά σπαρμένα. Αν δώσει ο Μάρτης και κακιώσει, μες στα χιόνια θα μας χώσει. Σαν ρίξει ο Μάρτης μια βροχή κι Απρίλης άλλη μία, να δεις κουλούρες στρογγυλές και πίττες σαν αλώνι. Ο καλός Μάρτης στα κάρβουνα κι ο κακός στον ήλιο. Του Μάρτη οι αυγές με κάψανε, του Μάη τα μεσημέρια.
Οπού ‘χει κόρη ακριβή (ή έμορφη), του Μάρτη ο ήλιος μην τη δει. Κάλλιο Μάρτης καρβουνιάρης παρά Μάρτης λιοπυριάρης. Στην πομπή σου, Μάρτη μου, τ’ αρνοκάτσικά μου τα ξεχείμασα. Μάρτης δϊμουρος [= διπρόσωπος]. Μάρτης πεντάγνωμος. Ο Μάρτης ο πεντάγνωμος ώρα στον ήλιο, ώρα στον τοίχο. Το Μάρτη ξύλα φύλαγε κι άχερα των βοδιώνε και λίγα ξυλοκέρατα να δίνεις των παιδιώνε. Μάρτη και Σεπτέμβρη ίσια τα μεσάνυχτα. [= ισημερία] Τα παλιά παλούκια καίει, τα καινούρια πάει και φέρνει. Απρίλης έχει τα χάδια κι ο Μάρτης τα δαυλιά. Ο Μάρτης εδιαλάλησε, μικρά μεγάλα πάνω. [= για τη βλάστηση.]
Ο Μάρτης ο πεντάγνωμος πέντε φορές εχιόνισε και πάλι το μετάνιωσε και πάλι ξαναχιόνισε. Αν βρέξει ο Μάρτης δυο νερά κι ο Απρίλης πέντε – δέκα, να ιδείς το κοντοκρίθαρο πώς στρίβει το μουστάκι, να ιδείς και τις αρχόντισσες πώς ψιλοκρισαρίζουν, να ιδείς και την φτωχολογιά πώς ψιλοκοσκινάει. Μη σε γελάσει ο Μάρτης το πρωί και χάσεις την ημέρα. Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκάφτης. Μάρτης πουκαμισάς, δεν σου δίνει να μασάς. Μάρτης άβροχος, μούστος άμετρος. Όλοι οι μήνες καιν τα ξύλα και ο Μάρτης τα παλούκια. Όλοι οι μήνες τρώνε κρέας κι ο Μάρτης κόκαλα. Όλο το Μάρτη φύλαε, ως τις δέκα τ’ Απρίλη. Πριτς Μαρτς, τα ξεχείμασε η μπάμπω τα κατσίκα. Από Μαρτιού πουκάμισο κι από Αυγούστου κάπα. Αλί στα Μαρτοκλάδευτα και στ’ Απριλοσπαρμένα. Μάρτη βροχερέ κι Απρίλη χιονερέ. Κάποια τσουρλού, κάποια πουρδού, το Μάρτη νυχτογνέθει. Μήτε ο Μάρτης καλοκαίρι, μήτ’ ο Αύγουστος χειμώνας. Κάλλιο Μάρτη καρβουνιάρη, παρά Μάρτη καψαλιάρη. Μάρτης έβρεχε, θεριστής χαιρόταν. Ο Μάρτης πενταδείλινος και ματαπεινασμένος. Μάρτη φύλαγε τ’ άχερα, μη χάσεις το ζευγάρι. Είναι αγάπες ψεύτικες, σαν του Μαρτιού τα χιόνια.
Ο Μάρτης το πρωί χιόνισε κι ο γάιδαρος ψόφησε (από το κρύο). Το μεσημέρι βρώμισε (από τη ζέστη), και το βράδυ τον πήρε το ποτάμι (από τη βροχή). Ο Μάρτης ο κλαψόγελος. Αλί στα μαρτοκλάδευτα και τ’ απριλοσκαμμένα. [= δηλ. Το Μάρτη δεν πρέπει να κλαδεύεται τίποτα και τον Απρίλη να μην σκάβεται η γη.] Απρίλης έχει τα χάδια κι ο Μάρτης τα δαυλιά. Βροντή Μαρτιού, φίλεμα με καρύδια. Κάλλιο Μάρτης καρβουνιάρης παρά Μάρτης λιοπυριάρης. Μάρτη και Σεπτέμβρη ίσια τα μεσάνυχτα [= ισημερία.] Μάρτης άβρεχτος, μούστος άμετρος. [= όταν ο Μάρτης δεν έχει βροχές, κάνει καλό αμπέλια.] Μάρτης βρέχει, θεριστάδες χαίρονται. -Μάρτης βρέχει; Ποτέ μην πάψει. Μάρτης βροχερός, θεριστής κουραστικός. Μάρτης δίμουρος. Μάρτης πεντάγνωμος. Μάρτης έβρεχε, θεριστής τραγούδαγε. Μάρτης έβρεχε, θεριστής χαιρότανε. Μάρτης κλαψής,[1] θεριστής χαρούμενος. Μη σε γελάσει ο Μάρτης και χάσεις την ημέρα. [= μη νομίσεις ότι ο καιρός θα είναι κακός όλη την ημέρα και δεν πας στη δουλειά σου.] Ο Αύγουστος για τα πανιά κι ο Μάρτης για τα ξύλα. Ο Μάρτης εδιαλάλησε, μικρά μεγάλα πάνω [= ενν. να μεγαλώσουν όλα τα φυτά.] Ο Μάρτης έχει τ’ όνομα κι ο Απρίλης τα λουλούδια. Ο Μάρτης ο πεντάγνωμος ώρα στον ήλιο, ώρα στον τοίχο. [= εκεί που κάθεσαι στον ήλιο, πιάνει κρύο και πας δίπλα στο τζάκι.] Ο Μάρτης ο πεντάγνωμος, εφτά φορές χιόνισε και πάλι το μετάνιωσε που δεν εξαναχιόνισε! Ο Μάρτης το πρωί πηλά (λάσπες) και το βράδυ χώματα. [= το πρωί βρέχει και μέχρι το βράδυ έχει στεγνώσει.] Ο Μάρτης ώρα βρέχει και χιονίζει κι ώρα μαρτολουλουδίζει. Στων αμαρτωλών τη χώρα, το Mαρτάπριλο χιονίζει. Τα λόγια σου είναι ψεύτικα σαν του Μαρτιού το χιόνι, που το ρίχνει από βραδύς και το πρωί το λιώνει. Τα παλιά παλούκια καίει, τα καινούρια πάει και φέρνει. Τον Μάρτη τον πεντάγνωμο όπου γελά και κλαίει, θα τόνε τιμωρήσουμε ψέματα να μη λέει. Το Μάρτη φύλαγε άχερα, μη χάσεις το ζευγάρι. Τον Μάρτη κι αν τον αγαπάς, φίλο να μην τον κάνεις. Του Μάρτη του αρέσει να είναι πάντα στο διπλό, μια στις δέκα να έχει ήλιο και τις άλλες ξυλιασμό. Τσοπάνη μου, την κάπα σου τον Μάρτη φύλαγέ την. Φύλαξε τα παλούκια σου να μη στα φάει ο Μάρτης.
[1] = βροχερός. Χρήστος Γ. Έξαρχος. Η Φούρκα της Ηπείρου. Β’ έκδοση. Ιωάννινα, 2007.
Πρίτσι, Μάρτη, σ’ έβγαλα. [Αραβ. Γραία προς επίτευξιν ανδρός έστερξε διελθείν εν υπαίθρω πάσας του Μαρτίου τας νύκτας, και κατά την τελευταίαν εσπέραν υπερχαίρουσα εξεφώνει την παροιμιώδη ταύτην φράσιν. Αλλά χιόνος και ψύχους δριμυτάτου επιπεσόντων κατά το μεσονύχτιον ευρέθη το πρωί άπνους. Η παροιμία αινίττεται το μηδένα μακαρίζειν πριν του τέλους.] Μάρτης έβρεχε, Θεριστής τραγούδαγε. Ο ήλιος του Μαρτιού τρυπάει το κέρατο του βοδιού.
Φρ. Τις κλάνει ο Μάρτης. [= λέγεται για τις «κάτσιαδες», μικρά βολβώδη αγριολούλουδα που συναντούμε στα βουνά της Μακεδονίας. Οι τελευταίες κάτσιαδες (κίτρινες προς το πορτοκαλί) βγαίνουν μέχρι το τέλος του Φλεβάρη – μετά τις «κλάνει ο Μάρτης».]
Τα έκανε ο Φλεβάρης κι έσκασε ο Μάρτης. Τα χιόνια του Φλεβάρη, βγάζουν τον Μάρτη παλικάρι. Τα χρέη του Φλεβάρη, ο Μάρτης τα πλερώνει. Από Αύγουστο χειμώνα κι από Μάρτη καλοκαίρι. Η βροχή τ’ Απριλομάρτη μόνο τους ψαράδες βλάπτει. Ο γάιδαρος τον μήνα Μάρτη γκαρίζει. Το Γενάρη οι χοχλιοί και το Μάρτη οι κριγοί. Του Μάρτη ο ήλιος βάφει και πέντε μήνες δεν ξεβάφει. Μάρτης κλαψής, Θεριστής χαρούμενος. Τ’ Αυγούστου οι δρίμες [=οι τρεις πρώτες ημέρες του Mαρτίου, του Mαΐου ή του Aυγούστου, που θεωρούνται αποφράδες] στα πανιά και του Μαρτιού στα ξύλα.
Κάλλιο Μάρτης στα δαυλιά, παρά στα προσηλιακά. Του Μάρτη ο ήλιος βάφει και πέντε μήνες δεν ξεβάφει. Άλλα λογαριάζει ο Μάρτης κι άλλα η Σαρακοστή. Μάρτης βρέχει, ποτέ μην πάψει. Το Μάρτη ξύλα φύλαγε μην κάψεις τα παλούκια. Από Μαρτιού πουκάμισο κι απ’ Αύγουστο σιγκούνι [= μάλλινο πανωφόρι]. Μάρτης είναι νάζια κάνει, πότε κλαίει πότε γελάει. Μαρτιανό πουλί, αυγουστιανό αυγό. [= κάθε πράγμα ευδοκιμεί, είναι καλό στον κατάλληλο χρόνο.] Μάρτης έβρεχε, θεριστής εχαίρουνταν.
Δ.Τ.
Περισσότερες παροιμίες μπορείτε να βρείτε στο αρχείο μας ΕΔΩ και στην ομάδα του facebook Παροιμίες & γνωμικά.
Οι φωτογραφίες είναι από εδώ: https://www.facebook.com/ARKAS-The-Original-Page-352589524877216/
Βιβλιογραφία
Συντομογραφίες
Αραβ.= Π. Αραβαντινός.
Πολ.= Νικόλαος Γ. Πολίτης.
Βεν. Ι. Βενιζέλος.
Παπ. Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Π. Αραβαντινός. Παροιμιαστήριον ή συλλογή παροιμιών εν χρήσει ουσών παρά τοις Ηπειρώταις. Τυπογραφείον Δωδώνης. Ιωάννινα 1863.
Ι. Βενιζέλου. Παροιμίαι δημώδεις. Εκ του τυπογραφείου της πατρίδος. Εν Ερμουπόλει, 1867.
Κ. Κωστογιάννης. Πριγκηπιανές παροιμίες. NUR BASIMEVI. ISTANBUL. 1960.
Μιλτιάδου Λουλουδόπουλου. (Εξ Αγχιάλου). Ανέκδοτος συλλογή ηθών, εθίμων, δημοτικών ασμάτων, προλήψεων δεισιδαιμονιών, παροιμιών, αινιγμάτων κλπ. Των Καρυών (επαρχίας Καβακλή). Εν Βάρνη, 1903.
Μιχαήλ Γκέκας. Παροιμίαι Ελληνο-Γαλλικαί. Αθήνα 1926.
Ν.Γ. Πολίτου. Μελέται επί του βίου και της γλώσσης του ελληνικού λαού. Εν Αθήναις. Τύποις Π.Δ. Σακελλαρίου. 1900.