18 Φεβρουαρίου 2016 at 11:25

Η εξέγερση του Παπουλάκου

από

Η εξέγερση του Παπουλάκου

Γράφει ο Μανόλης Πλούσος

Η έλευση του Όθωνα στο Ναύπλιο στα 1833, σκόρπισε μάλλον χαρά και αισιοδοξία στον ελληνικό λαό. Η μικρή χώρα ουσιαστικά δεν είχε γνωρίσει από το 1821 παρά ελάχιστο καιρό ηρεμίας. Η δολοφονία δε του Καποδίστρια στα 1831 ξανάριξε το λαό πίσω στις φατριαστικές έριδες και στην πολυδιάσπαση. Ο Όθωνας λοιπόν, εμφανιζόταν ως ο ενοποιητικός παράγων που θα οδηγούσε το έθνος συγκροτημένα στην πρόοδο. Δεν ασπάζονταν όμως όλοι τα ίδια αισθήματα σχετικά με το πρόσωπο του, έφηβου όταν ήρθε, βασιλιά. Για τις πλατιές αγροτικές μάζες της υπαίθρου, που αποτελούσαν τότε την συντριπτική πλειοψηφία του ελλαδικού πληθυσμού, ένα μελανό σημείο υπερείχε των, ελαχίστων είναι η αλήθεια, χαρισμάτων του νεαρού βασιλιά. Το θρησκευτικό. Ο βασιλιάς της Ελλάδος δεν ασπαζόταν το ορθόδοξο δόγμα, αλλά το καθολικό. Χωρίς κανείς να παραγνωρίζει την προσφορά των λογίων που διέδωσαν και προώθησαν τις νεωτερικές ιδέες του δυτικού ορθολογισμού, οι τελευταίες δεν βρήκαν πρόσφορο έδαφος παρά μόνο στα λίγα, καχεκτικά σε σύγκριση με τη Δύση, αστικά κέντρα του μικρού ελληνικού βασιλείου. Η πλειοψηφία του λαού ζούσε με τις αντιλήψεις των προγόνων του, υπηρετώντας αυταρχικούς αφέντες, είτε ήταν προεπαναστατικά ο αγάς,  είτε μετεπαναστατικά ο Έλληνας τσιφλικάς ή ο κομματάρχης. Στον πνευματικό τομέα δε η κυριαρχία της εκκλησίας στην αγροτική ενδοχώρα ήταν αδιαφιλονίκητη. Η θρησκεία καθόριζε την σκέψη και την δράση των ανθρώπων, που ποτέ μέχρι και την δημιουργία του μικρού ελληνικού βασιλείου δεν είχαν έρθει σε επαφή με τις ιδέες του διαφωτισμού.

Albert Henry Payne, Όθων ο βασιλεύς της Ελλάδος. Γύρω στα 1845
Albert Henry Payne, Όθων ο βασιλεύς της Ελλάδος. Γύρω στα 1845

Στο πλήθος λοιπόν των απαίδευτων αγροτικών μαζών, που η μόνη παιδεία σχετιζόταν με την ανάγνωση του Οκτώηχου ή των ψαλμών του Δαυίδ, η φιγούρα του βασιλιά αποτελούσε παραφωνία σε σχέση με το κυρίαρχο θρήσκευμα του. Πάνω σε αυτές τις λαϊκές αντιλήψεις επένδυσαν εξ αρχής αρκετοί λαοπλάνοι πολιτικάντηδες, κυρίως όσοι επιθυμούσαν την συνεργασία με την ομόδοξη Ρωσία. Το ρωσικό «κόμμα» για χρόνια εξέφραζε αυτήν την διάσταση θρησκευτικού φρονήματος βασιλιά και λαού, ενώ πόνταρε πολιτικά στη διατήρηση της. Οι «ναπαίοι», όπως ονομάστηκαν οι οπαδοί του ρωσικού «κόμματος», δεν είχαν κανένα πολιτικό πρόγραμμα, ήταν σε μεγάλο βαθμό θρησκόληπτοι και αντίθετοι σε κάθε είδους εκσυγχρονισμό. Από τις τάξεις τους θα ξεπηδήσει ήδη από πολύ νωρίς στα 1834 μια μυστική εταιρία, που σκοπό είχε την περιφρούρηση του ορθόδοξου δόγματος από ετερόδοξους, ενώ ο σαφής πολιτικός της στόχος ήταν η προώθηση της ρωσικής πολιτικής και η αντικατάσταση της δυναστείας από άλλη ορθόδοξη. Η «Φιλορθόδοξος Εταιρία» ως ηγετική φυσιογνωμία είχε τον Κοσμά Φλαμιάτο, έναν άνδρα «μετριωτάτης παιδεύσεως, θρησκομανή, υποκείμενον εις ασκητικάς εξάψεις και εσκοτισμένον έχων τον νουν εκ της ενδελεχούς αναγνώσεως της δυσπέπτου των συναξαρίων ύλης, και εκ της ασχολίας αυτού περί την εξήγησιν των χρησμών του Αγαθαγγέλου», όπως σημειώνει ο Μπάμπης Άννινος. Σύμφωνα με τους φιλορθόδοξους το σύνταγμα ήταν «εφεύρεσις σατανική», ενώ παράλληλα αποτρεπόταν η νεολαία να σπουδάζει στα σχολεία καθώς εκεί δίδασκαν άνθρωποι που ήθελαν να διαβάλλουν το Γένος και την εκκλησία. Καλλιεργούσαν συστηματικά το μίσος προς το κράτος και ανυπακοή στους νόμους. Κατά βάση από τις επιστολές των μελών της εταιρίας διαφαίνεται μια τάση για μεταβολή της λειτουργίας του κράτους στη βάση των θρησκευτικών νόμων. Η επιρροή της ήταν σημαντική σε όλη την Πελοπόννησο, ενώ τις ιδέες της ασπάζονταν και υψηλά πρόσωπα της κρατικής μηχανής, όπως έπαρχοι.

Αγιογραφία του Παπουλάκου
Αγιογραφία του Παπουλάκου

Το καλύτερο όμως όργανο προπαγάνδας των ιδεών της η «Φιλορθόδοξος Εταιρία» θα το βρει στο πρόσωπο ενός… χασάπη γουρουνιών από το χωριό Άρμπουνα, κοντά στα Καλάβρυτα. Ο Μπάμπης Άννινος στο βιβλίο του «Παπουλάκος» διασώζει με λεπτομέρεια τη ζωή και το έργο αυτού του περιέργου ιεροκήρυκα, που για περίπου πέντε χρόνια είχε ξεσηκώσει στον Μοριά ένα αντικυβερνητικό κίνημα, που κόντεψε να ρίξει τον Όθωνα στα 1852. Γεννημένος στα 1770 με το κοσμικό όνομα Χριστόφορος Παναγιωτόπουλος, ασχολούταν, μαζί με τα άλλα τρία του αδέρφια, με την σφαγή γουρουνιών. Ξαφνικά στα 1847, μάλλον εξαιτίας κάποιας ασθένειας, πιθανώς τυφοειδούς πυρετού, που αλλοίωσε τον χαρακτήρα του, αποφασίζει να αφιερωθεί στον Κύριο και να κηρύξει τον λόγο του. Εβδομηκοντούτης ων, ντύνεται στα μαύρα και περιφέρεται σε χωριά της Αρκαδίας και της Αχαΐας. Το κήρυγμα του αρχικά αποτελείτο από απλές ηθικές παραινέσεις και νουθεσίες και δεν είχε κάποιο πολιτικό σκοπό, ενώ ήταν διαπρύσιος κατήγορος της θύραθεν παιδείας και μάθησης. Καθώς ήταν φιλελεήμων, βοηθούσε ιδιαίτερα τις ενδεείς γυναίκες που διαλαλούσαν την φιλευσπλαχνία του, γρήγορα απέκτησε την φήμη αγίου. Σταδιακά έχτισε το προφίλ ενός θαυματουργού ιεροκήρυκα και προφήτη. Η κύρια δύναμη του, όπως εύστοχα τονίζει ο Μπ. Άννινος, ήταν το γυναικείο φύλο: «Αλλά η κυρία δύναμις του Παπουλάκη ενέκειτο εις το γυναικείον στοιχείον. Αυτό απετέλει την αληθινή ισχύν του, αυτό εξήπτε τον φλογερόν ενθουσιασμόν, αυτό διετήρει αμείωτον την μαγγανείαν, την οποίαν ο πονηρός καλόγηρος εξήσκει επί του πλήθους». Όσο για τα δήθεν θαύματα του, ο συντάκτης της εφημερίδας «Βελτιώσεις» στην Τρίπολη υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας ενός από αυτά. Ιδού τι συνέβη: «Ο Χριστόφορος διερχόμενος προ τινός παρά την οδόν πανδοχείου, εζήτησεν ρακήν, ην όμως ο πανδοχεύς ηρνήθη να δώσει, περιπαίζων μάλιστα και τον αιτούντα. Ο μοναχός τον κατηράσθη, και μετ’ ολίγας ώρας τω όντι ο πανδοχεύς έπεσε χαμαί ωσεί εμβρόντητος και αναίσθητος. Κατά τύχην διέβη εκείθεν την ώραν εκείνην ο συντάκτης της ρηθείσης εφημερίδος και είδε τον πανδοχέα αναίσθητον αληθώς, αλλά η αναισθησία του προήρχετο… εκ βαρείας μέθης». Στις δε ομιλίες του ο παμπόνηρος καλόγερος μετερχόταν διάφορες μικροπονηριές που εξέπλητταν το αμαθέστατο ακροατήριο του. Επί παραδείγματι ξαφνικά φώναζε «-Γιάννη, φέρε μου ένα ποτήρι νερό». Πάντα βέβαια μέσα στο πλήθος στεκόταν και κάποιος Γιάννης, που έτρεχε να του φέρει νερό απορώντας πως ήξερε το όνομα του ο Παπουλάκος…

Νταγκεροτυπία του Παπουλάκου
Νταγκεροτυπία του Παπουλάκου

Στα 1848 έρχεται στην Αθήνα ζητώντας άδεια από την Ιερά Σύνοδο να συνεχίσει το κήρυγμα του. Η Ι. Σ. όμως του απαγορεύει να κηρύττει καθώς διαπιστώνουν, ακόμη και οι πατέρες την Συνόδου, πως ο ίδιος ήταν «αμαθέστατος»… Στα περισσότερα δε κρατικά έγγραφα αναφέρεται ως «αγύρτης», «βδελυρός», «οχλαγωγός» και με πολλά ακόμη διόλου κολακευτικά επίθετα… Η απαγόρευση του κηρύγματος στα μάτια του θρησκόληπτου πλήθους θα φανεί ως ακόμη μια προσβολή του αλλόδοξου βασιλιά προς τα γηγενή θρησκευτικά ειωθότα. Γράφει ο Μπ. Άννινος: «Οι φιλορθόδοξοι ιδόντες τον ζήλον του Παπουλάκου και εννοήσαντες πόσον επωφελής θα ήτο η συμμαχία του εις τα σχέδια των, προσηταιρήσθησαν αυτόν βαθμηδόν κατέστησαν κυριώτατον όργανον των […] Επήρθη (ο Παπουλάκος) και εθεώρησεν εαυτόν ως προωρισμένον να επιτελέση σοβαράν πολιτικήν και κοινωνικήν μεταβολήν εις την πατρίδα του». Όχι μόνο κατέστη ο ίδιος όργανο προπαγάνδας, αλλά πίστεψε ότι ήταν και προορισμένος θεόθεν. Στα 1851 τελικά, μάλλον έπειτα από πιέσεις «ναπαίων» υπουργών όπως του Α. Πάικου και του Σπ. Μήλιου, η Ι.Σ. επιτρέπει στον Παπουλάκο το κήρυγμα. Ο λόγος του πλέον αποκτά σαφή πολιτικά χαρακτηριστικά με ευθείες βολές ενάντια στο πρόσωπο του βασιλιά, κατηγορίες προς αυτούς που στέλνουν τα παιδιά τους στα σχολεία, χαρακτήριζε τα δικαστήρια «γυφτόσπιτα» και συνιστούσε γενική απείθεια προς τις αρχές και τους νόμους. Αυτό έγινε εμφανές και στο παλάτι μετά την είσοδο του Παπουλάκου στην Καλαμάτα στις 10 Οκτωβρίου 1851, όπου «ανύψωσε σχεδόν φανερά την σημαίαν της ανταρσίας». Ο νομάρχης  παρουσιάζει την είσοδο του Παπουλάκου στην Καλαμάτα: «Πλήθος τον προέπεμπε ερχόμενον εκ Λακωνίας και ολόκληρος η πόλις τον υπεδέχθη μετ’ ενθουσιασμού. Και αυτοί οι νοημονέστεροι πολίται προκατειλημμένοι από την φήμην, περιέμενον ανυπομόνως να τον ακούσουν. Αλλά μόλις απήγγειλε την πρώτην του ομιλίαν, της οποίας αυτήκοος υπήρξα και εγώ, αι προσδοκίαι παντός νοήμονος δεν εβράδυναν να διαψευστούν. […] παρετηρήθη ευθύς ότι είναι χυδαίος, αγοραίος εις τας ιδέας, χωρίς κρίσιν και νουν, ότι αισχρολογεί ανηκούστους αισχρολογίας και προσβάλλει την ηθικήν. […] Κατέκρινε την διδακτικήν μέθοδον των γραμμάτων και την Αλληλοδιδακτικήν εσύστησεν εκείνη του Οκτωήχου και Ψαλτηρίου, ελάλησε κατά της Αγγλίας, ως προσπαθούσης δήθεν να κατακτήσει την Ελλάδα». Μεγάλη ανταπόκριση βρήκε και στα νησιά Σπέτσες και Ύδρα όπου περιόδευσε τον Μάη του 1852. Οι περισσότεροι ναυτικοί των νησιών εκείνα τα χρόνια άρχισαν να αισθάνονται εμπράκτως τις αλλαγές των καιρών, αφού τα ιστιοφόρα τους δέχονταν σκληρό ανταγωνισμό από την ανερχόμενη ατμοκίνητη ναυσιπλοΐα. Πατώντας σε αυτό το απλό γεγονός ο Παπουλάκος από βήματος κήρυττε ιερό πόλεμο ενάντια στις «καρότσες του διαβόλου», όπως αποκαλούσε τα ατμοκίνητα καράβια. Περίπου 4.000 παραληρούντες θρησκόληπτοι Σπετσιώτες του επιφυλάσσουν υποδοχή μεσσία, με τις γυναίκες να πρωτοστατούν σε εκδηλώσεις λατρείας, σχίζοντας του το «ιερό» ράσο ως δήθεν θαυματουργό. Φυλακτό, γιατρικό ακόμη και δόλωμα για καλή ψαριά κατέληγε το «ιερό» ράσο του καλόγερου… Ο ίδιος θρησκευτικός παροξυσμός επικρατούσε σε όσες πόλεις πήγαινε.

Ο Γενναίος Κολοκοτρώνης
Ο Γενναίος Κολοκοτρώνης

Στη Μάνη όμως το κήρυγμα του βρήκε το πλέον πρόσφορο έδαφος για να ανθίσει… Η Μάνη από την πρώτη στιγμή της βασιλείας του Όθωνα έδειξε τις διαθέσεις της απέναντι στο κράτος που οι Βαυαροί προσπαθούσαν να στήσουν. Ανυπόταχτοι στους Οθωμανούς, ανυπόταχτοι και στους Οθωνικούς. Ο τοπικισμός της Μάνης, πλεονέκτημα στα χρόνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ισχυρό όμως εμπόδιο στη συγκρότηση ευνομούμενου ενιαίου κράτους, έδειξε τα δόντια του στην βαυαρική διακυβέρνηση του τόπου ήδη από το 1834. Στην προσπάθεια τους οι Βαυαροί του Χρ. Σμαλτς να επιβάλλουν φορολόγηση στους Μανιάτες και να γκρεμίσουν τους 800 περίπου πύργους- φρούρια, υπέστησαν ντροπιαστική ήττα. Ο Παπουλάκος και το αντιοθωνικό του κήρυγμα πυροδότησαν το εύφλεκτο λακωνικό ακροατήριο. Σημειώνει ο Μπ. Άννινος: «Η υποστήριξις την οποίαν παρέσχεν εις τον Χριστόφορον ο λαός της Λακωνίας, ένθερμος εξ αρχής ούσα, κατέστη βαθμηδόν μανιακή, φρενιτώδης, και έφθασεν εις τα ακρότατα της παραφοράς όρια κατά τας τελευταίας της περιοδείας του ημέρας, ότε ο κήρυξ, ακαταδίωκτος εισέτι, περιήρχετο θριαμβευτικώς από κώμης εις κώμην, παρακολουθούμενος υπό πλυαρίθμου στίφους ένοπλων οπαδών». Πλέον γύρω από τον αεικίνητο γηραλέο, αλλά ανθεκτικό, καλόγερο είχε συγκροτηθεί και ένοπλο σώμα προστασίας αποτελούμενο από 300 μανιάτες. Το Όθωνα τον αποκαλούσε «ψωριασμένο αρνί» και πρόσταζε να κλείσουν τα σχολεία που μαθαίνουν τα παιδιά τα «άθεα γράμματα». Παράλληλα διδάσκει τους οπαδούς του και για τις μεταφυσικές του ιδιότητες που του επιτρέπουν να συνομιλεί με την Θεοτόκο, να γίνεται άφαντος και λοιπά ευτράπελα, που στα μάτια όμως των αμαθών Μανιατών φαντάζουν μαγικά. Μάλιστα φτάνει και στο σημείο να ανακηρύξει εαυτόν στρατηγό…

Το κήρυγμα του βρίσκει μιμητές και σε άλλες επαρχίες του ελληνικού βασιλείου. Οι αγιορείτες μοναχοί συντάσσονται μαζί του, στην Ερέτρια τον αντιγράφει ο Πανταλέων Φιλιπουπολίτης, ενώ στη Θήβα κάποιος Σπατογιάννης διακηρύσσει ότι είναι ο Παπουλάκος σε άλλη μορφή… Το κράτος βλέποντας τον θρησκευτικό φανατισμό να μεγαλώνει και να μεταλλάσσεται σε ευθεία αντίδραση προς τους κοσμικούς θεσμούς, αντιδρά εν τέλει. Συλλαμβάνεται ο Κοσμάς Φλαμιάτος στην Πάτρα καθώς και 150 περίπου καλόγεροι από πολλές μονές με τις οποίες είχε σχέσεις και διαλύεται η «Φιλορθόδοξος Εταιρία». Για την σύλληψη όμως του Παπουλάκου, με τους Μανιάτες στο πλευρό του, τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά. Χρειάστηκε ολόκληρη κινητοποίηση 2.000 ανδρών υπό την ηγεσία του Γενναίου Κολοκοτρώνη. Τον Μάη του 1852 αποβιβάζεται το εκστρατευτικό σώμα και αποκλείεται η Μάνη από ξηρά και από θάλασσα. Ο Παπουλάκος ανταπαντά με την… καλύτερη άμυνα. Επιτίθεται στην Καλαμάτα στις 27 Μάη 1852 με 2.000 οπαδούς του, 500 εκ των οποίων οπλισμένοι. Όμως στο χωριό Γιάννιστα, λίγο έξω από την Καλαμάτα, ο θρησκόληπτος όχλος του Παπουλάκου διαλύεται από τις δυνάμεις του Γενναίου Κολοκοτρώνη και ο ηττημένος στρατηγός- καλόγερος επιστρέφει ντροπιασμένος στην Μάνη. Αυτή η μια και μοναδική μάχη του Παπουλάκου στάθηκε η αρχή του τέλους του. Μοιραία, όπως συμβαίνει με όλες τις περιπτώσεις των δήθεν μεσσιών που ξεσκεπάζεται η αγυρτεία τους, ο λαός της Λακωνίας άρχισε να απομακρύνεται από τον πρώην σωτήρα. Στις 30 Μάη 1852 ξεκινάει το κυνηγητό του Παπουλάκου που βρήκε καταφύγιο στις πλαγιές του Ταΰγετου. Ως άλλος Ιησούς, συλλαμβάνεται έπειτα από μπαμπεσιά. Κάποιος κοντινός στον Παπουλάκο ονόματι Παπαβασίλαρος τον προδίδει στα εθνικά στρατεύματα για 6.000 δραχμές, στις 24 Ιουνίου 1852. Ο προδότης, ως είθισται…, δολοφονήθηκε από οπαδούς του Παπουλάκου. Δικάζεται το Σεπτέμβριο του 1853, αλλά η δίκη του περνάει στα ψιλά των εφημερίδων, αφού ο λαός έχει χάσει την θρησκευτική πώρωση και άλλα γεγονότα σοβαρότερα για το μέλλον του κράτους θα μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, όπως ο Κριμαϊκός πόλεμος που ξεκίνησε το 1853. Λόγω ασθενείας, τέλος, θα σταλεί σε περιορισμό στο μοναστήρι Παναχράντου στην Άνδρο όπου και θα αποβιώσει την 19 Ιανουαρίου 1861.

Το κίνημα του Παπουλάκου έδειξε την δύναμη του θρησκευτικού φονταμενταλισμού στις κατώτερες μάζες των απαίδευτων αγροτών. Καταδεικνύει την, ακόμη και στις μέρες παρούσα και με αυξητικές τάσεις, επιρροή των μεσσιανικών αντιλήψεων μεταξύ των αμαθών και ημιμαθών μαζών. Παράλληλα φανερώνει τις περιορισμένες δυνατότητες που είχε το νεοπαγές ελληνικό βασίλειο να επιβάλλει την εξουσία του σε όλη την εθνική επικράτεια. Ολόκληρη η βασιλεία του Όθωνα θα χαρακτηριστεί από συνεχείς εξεγέρσεις με πολιτικό προσανατολισμό, όπως της 3ης Σεπτέμβρη 1843 ή η επανάσταση του 1862 που τελικά θα εκδιώξει τον Όθωνα από τον θρόνο του. Καμία σχέση όμως δεν έχουν με τον ξεσηκωμό του Παπουλάκου που από την αρχή μέχρι το τέλος υπήρξε ο καθοδηγητής ενός θρησκευτικού ξεσηκωμού, εντελώς οπισθοδρομικού στα αιτήματα του, που στηριζόταν κατά κύριο λόγο στην αμάθεια και στο θρησκευτικό φανατισμό. Ο Δημήτρης Φωτιάδης στο βιβλίο του «Όθωνας, η έξωση» σημειώνει εύστοχα για το κίνημα του Παπουλάκου: «Το κίνημα λοιπόν του Παπουλάκου, κι ας στρεφόταν ενάντια στον Όθωνα, ήτανε κίνημα πέρα για πέρα οπισθοδρομικό, μια και στηριζόταν πάνω στην πιο μαύρη άγνοια και στο θρησκευτικό φανατισμό. Η τυχόν νίκη του δεν είχε τίποτα να προσφέρει στον τόπο, εξόν από την επιστροφή στον Μεσαίωνα». 

Διαβάστε: «Ο Παπουλάκoς» του Μπάμπη Άννινου.

(Εμφανιστηκε 1,472 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.