21 Απριλίου 2020 at 21:10

Μάριος Πλωρίτης: «Αλλαγές ηγεσίας

από

Μάριος Πλωρίτης: «Αλλαγές ηγεσίας

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Τα νέα» (16.1.2000)

Η ΕΚΟΥΣΙΑ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ του Μπορίς Γέλτσιν από την ηγεσία της Ρωσίας, και η ομαλή διαδοχή του από τον Βλαντιμίρ Πούτιν, ξαναφέρνει στην επικαιρότητα το (πάντα καφτό) θέμα της αλλαγής ηγέτη στα διάφορα καθεστώτα.

Κοινός ο τόπος ότι μια απ’ τις βασικές ειδοποιούς διαφορές ανάμεσα στη δημοκρατία και στην όποιου είδους αυταρχία (απόλυτη μοναρχία, τυραννία, δικτατορία) είναι ο τρόπος που αλλάζει η ηγεσία τους.

Στις δημοκρατίες, η αλλαγή προβλέπεται θεσμικά και πραγματοποιείται, σε τακτά χρονικά διαστήματα, με την εκλογή του νέου «προκαθημένου», είτε απ’ ευθείας απ’ τον λαό, είτε από τη Βουλή.

Στα αυταρχικά καθεστώτα, η αλλαγή δεν προβλέπεται – οι μονοκράτορες και οι τύραννοι θεωρούν τους εαυτούς τους περίπου αιώνιους. Η όποια αλλαγή γίνεται είτε με τον φυσικό θάνατο του «αθάνατου» αυθέντη (που, στις μοναρχίες, τον διαδέχεται συνήθως ο εξαίματος κληρονόμος του, ό,τι μέρος λόγου κι αν είναι), είτε με τον φόνο του «αρχηγού», είτε με επανάσταση.

Αναπότρεπτα: στα καθεστώτα, όπου μοναδικός νόμος είναι η βία των «άνω» πάνω στους «κάτω», η βία είναι εκείνη που «νομοθετεί» και την αλλαγή της ηγεσίας ή και του καθεστώτος.

Στην Αθήνα λ.χ. του τέλους του 6ου αιώνα και των αρχών του 5ου, οι δημοκράτες τραγουδούσαν τα λεγόμενα «σκόλια» (συμποσιακά τραγούδια), για να τιμήσουν τον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα, που «τον τύραννο (Ίππαρχο) εσκότωσαν / κι έφεραν την ισονομία στην Αθήνα» («τον τύραννον κτανέτην / ισονομίαν τα’ Αθήνας εποιησάτην»)
Στην Αθήνα λ.χ. του τέλους του 6ου αιώνα και των αρχών του 5ου, οι δημοκράτες τραγουδούσαν τα λεγόμενα «σκόλια» (συμποσιακά τραγούδια), για να τιμήσουν τον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα, που «τον τύραννο (Ίππαρχο) εσκότωσαν / κι έφεραν την ισονομία στην Αθήνα» («τον τύραννον κτανέτην / ισονομίαν τα’ Αθήνας εποιησάτην»)

Βέβαια, πολλές απ’ αυτές τις «εξοντώσεις» αυταρχικών ηγετών ήταν και είναι έργο ομοίου φυράματος διεκδικητών του θρόνου ή του θώκου – που μόνη τους φιλοδοξία έχουν να διαδεχθούν τον τύραννο και να συνεχίσουν το «έργο» του, με τις ίδιες μεθόδους και απολαυές.

Η ιστορία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, του Βυζαντίου, της Δύσης και της Ανατολής είναι κατάστικτη από τέτοιο αίμα «παλατιανών επαναστάσεων».

(Για την Ρώμη των αυτοκρατόρων, ο Μόμσεν έγραφε πως ήταν «μια απολυταρχία, που την μετρίαζε η διαρκής επανάσταση», ενώ ο Rambaud έλεγε για το Βυζάντιο πως ήταν «μια απολυταρχία, που την μετρίαζαν οι επαναστάσεις και οι βασιλοκτονίες». Κι όχι άδικα: από τους εκατό περίπου Βυζαντινούς αυτοκράτορες, οι μισοί πάνω-κάτω πέθαναν από βίαιο θάνατο ή -οι πιο τυχεροί- «εστάλησαν εις μοναστήριον».).

Ανάλογες επιδόσεις σημείωναν και τα κράτη της Δύσης. Ο Σαίξπηρ, στα ιστορικά δράματά του, αλλά και στις τραγωδίες του, διεκτραγωδεί ακατάπαυστα τους αλληλοσκοτωμούς για τη «χρυσή κορόνα», και μάλιστα ανάμεσα σε συγγενείς, οπότε «όσο πιο στενή η συγγένεια από αίμα, τόσο πιο αιμοβόρα».[1]

Αλλά αυτοί οι αλληλοσπαραγμοί λύκων με λύκους δεν είναι παρά «ξεκαθάρισμα λογαριασμών» ανάμεσα σε αστέρες του «υποκόσμου» ή του «μεγάλου κόσμου», που απολήγουν σε απλές αλλαγές προσώπων, όχι και καθεστώτων.

Σημασία έχουν οι αφανισμοί αυταρχικών ηγετών όταν ξεκινάνε από κίνητρα πολιτικά, όχι προσωπικά, όταν αποβλέπουν στην εξαφάνιση όχι μόνο του συγκεκριμένου τυράννου αλλά και της κάθε είδους τυραννίας.

Τότε, και μόνο τότε, οι εραστές της ελευθερίας, λαοί και άτομα, θεωρούν πως η τυραννοκτονία, όχι μόνο έγκλημα δεν είναι αλλά αποτελεί πατριωτικό χρέος, και άθλον άξιο κάθε επαίνου.

Στην Αθήνα λ.χ. του τέλους του 6ου αιώνα και των αρχών του 5ου, οι δημοκράτες τραγουδούσαν τα λεγόμενα «σκόλια» (συμποσιακά τραγούδια), για να τιμήσουν τον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα, που «τον τύραννο (Ίππαρχο) εσκότωσαν / κι έφεραν την ισονομία στην Αθήνα» («τον τύραννον κτανέτην / ισονομίαν τα’ Αθήνας εποιησάτην»).[2] Και η πολιτεία τούς έστησε ανδριάντες και παραχώρησε οικονομικά προνόμια στις οικογένειές τους. (Για να πούμε την ιστορική αλήθεια, οι δύο «τυραννοκτόνοι» σκότωσαν τον Ίππαρχο για λόγους μάλλον προσωπικούς, αλλά οι Αθηναίοι τους θεώρησαν προδρόμους της κατάλυσης της τυραννίας – που την πραγματοποίησε, λίγο μετά τον θάνατό τους, ο Κλεισθένης, το 510).

Και μετά την τραγική (αλλά σύντομη, ευτυχώς) εμπειρία της ολιγαρχικής τυραννίας κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, η Εκκλησία του Δήμου ψήφισε νόμους που τιμούσαν τους φονείς κάθε τυράννου – όπως το ψήφισμα του Δημοφάντου το 410, το ψήφισμα για τον Θρασύβουλο και τους άλλους εκτελεστές του ολιγαρχικού Φρυνίχου το 409, το ψήφισμα του Ευκράτη, το 337/6).[3] Κι ο Αριστοτέλης συμφωνεί να απονέμονται μεγάλες τιμές σ’ όποιον σκοτώνει έναν τύραννο, που (εξ ορισμού) «διαπράττει τα μεγαλύτερα εγκλήματα».[4]

Κι ας μη μας πουν πως εκείνοι (και ο υπογράφων!) είμαστε «αιμοβόροι»: Ακόμα και ο κορυφαίος θεολόγος του Μεσαίωνα, ο άγιος Θωμάς Ακινάτης υποστήριζε πως «όποιος ελευθερώνει τη χώρα του από έναν σατράπη, πρέπει να ανταμείβεται», επειδή «ένοχος ανταρσίας δεν είναι εκείνος που ανατρέπει έναν τύραννο, αλλά ο τύραννος ο ίδιος».[5]

Και πόσοι άλλοι, πόσοι άλλοι το κατόπι τους, ώς τον Τόμας Τζέφερσον, τον «πατέρα της αμερικανικής δημοκρατίας», με τον γνωστό αφορισμό του: «Το δέντρο της ελευθερίας πρέπει να ποτίζεται, κάθε τόσο, με το αίμα των πατριωτών και των τυράννων. Είναι το φυσικό του λίπασμα»,[6] αλλά και τον φλογερό Γάλλο επαναστάτη Σεν-Ζιστ: «Η επανάσταση αρχίζει εκεί όπου ο τύραννος τελειώνει» (εξοντώνεται).»[7]

Η εποχή μας, που γεύτηκε κάθε τυραννικής καρυδιάς καρύδια, γνώρισε και τις λογής-λογής πτώσεις αυτών των σαπρόφυτων. Οι πιο τυχεροί τους πέθαναν στο κρεβάτι τους, αφού όμως σκόρπισαν, για χρόνια και χρόνια, τον θάνατο σε μυριάδες «υπηκόους» τους – όπως ο Στάλιν, ο Φράνκο, ο Σαλαζάρ. Άλλοι αυτοκτόνησαν, αφού έσπειραν τη Γη μ’ εκατομμύρια νεκρούς κι ερείπια – όπως ο Χίτλερ. Άλλοι εκτελέσθηκαν κι ανασκολοπίσθηκαν από επαναστάτες – όπως ο Μουσολίνι και ο Τσαουσέσκου. Άλλοι τέλειωσαν τις εγκληματικές μέρες τους στη φυλακή – όπως οι εδώ Απριλιανοί. Όλοι τους στάθηκαν μάστιγες για τη χώρα τους (μερικοί, και για τον κόσμο ολόκληρο) και όλων σχεδόν το τέλος συνοδεύτηκε από μεγαλύτερους ή μικρότερους κλυδωνισμούς. Οι τυραννικοί «ηγέτες» έρχονται και παρέρχονται – αλλά οι όλεθροι που προκαλούν -εθνικοί, υλικοί, πολιτικοί, ηθικοί- χρειάζονται βάθος χρόνου για να επουλωθούν.

Αλλά γιατί -θα ρωτήσετε- αυτή η ηγετολογία, αλλαγολογία, τελολογία; Για να τιμήσουμε τους «τυραννοκτόνους», στα καλά καθούμενα; Όχι, αυτοί δεν το χρειάζονται. Ίσως, για να «θυμίσουμε» τα πολιτεύματα, όπου οι αλλαγές γίνονται νόμιμα, ομαλά, γόνιμα. Και την χρειαζόμαστε, πότε-πότε, αυτή την υπόμνηση – ακόμα κι εμείς, που δοκιμάσαμε τις θεομηνίες των άλλων «πολιτευμάτων»…

[1] Μάκβεθ, Β’ Πράξη, Σκ. 3, στ.136.

[2] Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, XV,695 ΑΒ.

[3] Ανδοκίδης, Περί μυστηρίων, 96. Και μαρμάρινες πλάκες, που βρίσκονται σήμερα στο Επιγραφικό Μουσείο και στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας.

[4] Πολιτικά, Β, 4, 1267Α,13.

[5] Θεολογική κορυφή και Περί βασιλείας.

[6] Γράμμα στον W.S. Smith, 13.11.1787.

[7] Δεύτερος λόγος για τη δίκη του Λουδοβίκου ΙΣτ’, στη Συντακτική Συνέλευση, 1793.

(Εμφανιστηκε 330 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.