21 Σεπτεμβρίου 2018 at 22:51

William H. McNeill: Η βιομηχανική επανάσταση

από

Η βιομηχανική επανάσταση

Κείμενο: William H. McNeill

Στον δέκατο ένατο αιώνα, η βιομηχανία πέρασε από δυο φάσεις, που το διαχωριστικό τους σημείο πέφτει γύρω στο έτος 1870. Καθεμιά τους είχε την ξεχωριστή της τεχνολογία και τις ξεχωριστές της οργανωτικές μορφές και ιδανικά. Η πρώτη φάση τριγύριζε πολύ φανερά την Μεγάλη Βρετανία· η δεύτερη ήταν περισσότερο διαχυμένη, με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Γερμανία, άλλα ειδικώς την τελευταία, σε ρόλους πρωτοπόρων και προτύπων.

Καθώς η ισχύς του ατμού έβρισκε αναρίθμητους τρόπους εφαρμογής σε σιδηρά μηχανήματα, οι μεταβολές στην κλίμακα γίνονταν μεταβολές σε είδος.
Καθώς η ισχύς του ατμού έβρισκε αναρίθμητους τρόπους εφαρμογής σε σιδηρά μηχανήματα, οι μεταβολές στην κλίμακα γίνονταν μεταβολές σε είδος.

Η ΠΡΩΤΗ (ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ) ΦΑΣΗ. Η τεχνική πλευρά της πρώτης φάσης του νεώτερου βιομηχανικού συστήματος μπορεί να συνοψιστεί με δυο λέξεις: Κάρβουνο και σίδερο. Το στυλ αυτό τεχνολογίας βρήκε πλήρη έκφραση γύρω στα μέσα του αιώνα, όταν είχαν τεθεί σε λειτουργία σιδηρόδρομοι, κλωστήρια, και εκατοντάδες άλλες νέες ή βελτιωμένες μηχανές και επινοήσεις. Η Μεγάλη Έκθεση του 1851 στο Λονδίνο παρουσίαζε και συμβόλιζε επιτυχημένα τον τεχνολογικό μετασχηματισμό, που εκείνο τον καιρό, απέδιδε τους καρπούς του στη Βρετανία.

Η χρήση άνθρακα και σίδερου για βιομηχανικούς όσο και οικιακούς σκοπούς, δεν ήταν καρπός του δέκατου ένατου αιώνα για την Αγγλία. Ο Tomas Newcomen είχε χρησιμοποιήσει το 1712 άνθρακα για να κινήσει μια μηχανή- και τρεις χιλιάδες χρόνια τώρα το σίδερο ήταν βασικό υλικό για την κατασκευή εργαλείων. Η καινοτομία στη Βρετανία του δέκατου ένατου αιώνα κρυβόταν στην κλίμακα χρήσεων των δύο αυτών βασικών υλών. Καθώς η ισχύς του ατμού έβρισκε αναρίθμητους τρόπους εφαρμογής σε σιδηρά μηχανήματα, οι μεταβολές στην κλίμακα γίνονταν μεταβολές σε είδος. Ξύλινοι αργαλειοί και ανέμες, που σκορπισμένοι σ’ αγροτικές καλύβες ελειτουργούσαν με την ανθρώπινη μυϊκή ισχύ είχαν μικρή ομοιότητα με τις χιλιάδες τ’ αδράχτια και τις δεκάδες τους ατμοκίνητους αργαλειούς που συγκεντρώνονταν σ’ ένα από τα πρώτα Βικτωριανά βαμβακοκλωστήρια· και η φτήνεια, η τυποποίηση, και πάνω απ’ όλα η ποσότητα των προϊόντων ξεπερνούσαν κατά πολύ, ως προς αυτές τις ιδιότητες, εκείνα που μπορούσαν να παραχθούν από το χέρι. Αλλαγές, το ίδιο σχεδόν ριζικές, σε άλλες παραδοσιακές τέχνες σαν τη μεταλλουργία και την τυπογραφία, και η δημιουργία νέων κλάδων σαν τη μηχανολογία και τη σιδηροδρομική τέχνη, ώθησαν τη νέα τεχνολογία βαθιά μες στο οικοδόμημα της Βρετανικής κοινωνίας ως το 1850.

Η αμαξοστοιχία μεταξύ Λίβερπουλ και Μάντσεστερ το 1830, ήταν η πρώτη σιδηροδρομική σύνδεση μεταξύ πόλεων παγκοσμίως
Η αμαξοστοιχία μεταξύ Λίβερπουλ και Μάντσεστερ το 1830, ήταν η πρώτη σιδηροδρομική σύνδεση μεταξύ πόλεων παγκοσμίως

Ως εκείνο τον καιρό, μερικά πνεύματα με φαντασία […] είχαν αρχίσει να ξεχωρίζουν αχνά τη δυνατότητα για μια μελλοντική οικονομία αφθονίας, μιαν οικονομία στην οποία η σε μαζική κλίμακα εφαρμογή της μη ζωικής ισχύος στις βιομηχανικές διαδικασίες θα έβαζε τέρμα στην ανθρώπινη ένδεια. Η άποψη, όμως, της πλειοψηφίας δεν έπαψε να κρίνει ότι η φτώχεια είναι ανεξίτηλη και ότι την όποια αύξηση σε αγαθά θ’ απορροφούσε γοργά η αύξηση σε αριθμούς.

Ασφαλώς ο πληθυσμός αυξήθηκε θεαματικά στη Βρετανία του δέκατου ένατου αιώνα, και μέσα στα είκοσι χρόνια από το 1801 ως το 1821 ανέβηκε κατά 34%. Για τον αιώνα συνολικά ο βρετανικός πληθυσμός έφτασε από 10 εκατομμύρια το 1801, σε 37 εκατομμύρια το 1901.

Από τη σκοπιά της τρέχουσας δεκαετίας του αιώνα μας, οι βιομηχανικοί μετασχηματισμοί που άρχισαν στην Αγγλία πριν δυο περίπου εκατονταετίες, και έφτασαν πραγματικά μαζικές αναλογίες έναν αιώνα μόνο και κάτι πριν από τον καιρό μας, μοιάζει σαν να συνθέτουν μια μετάλλαξη στην οικονομική και κοινωνική ζωή της ανθρωπότητας, ανάλογη σε μέγεθος με τη Νεολιθική μετάβαση από την αρπαγή στη γεωργία και την κτηνοτροφία. Στους Νεολιθικούς χρόνους, οι τεχνικές μέθοδοι των γεωργών που σκοπούσαν στην αναδιάρθρωση του φυσικού περιβάλλοντος, διεύρυναν σημαντικά τις πηγές διατροφής και ισχύος, στήριξαν μια ριζική πληθυσμιακή αύξηση, και κατέστησαν δυνατή τη συγκέντρωση μεγάλων συγκριτικά πληθυσμών σε πόλεις, όπου η επαγγελματική ειδίκευση μπορούσε να καλλιεργήσει τις τέχνες και τη λεπτή υφή μιας πολιτισμένης ζωής. Σ’ όλη τη διάρκεια της πραγματικής ιστορίας (ως και τις μέρες μας ακόμα), η πλειονότητα των ανθρώπων έχει πορευθεί τη ζωή της μέσα σ’ ένα πλαίσιο, καθιερωμένο από την καθημερινή και ετήσια ρουτίνα της γεωργικής καλλιέργειας, υποκείμενο στις ιδιοτροπίες και τις συμφορές που πηγάζουν από τον καιρό, τον πόλεμο, ή τον λοιμό, και διαμορφωμένο από την ολοφάνερη σχέση ανάμεσα στην εσοδεία και την τραχιά δουλειά στα χωράφια. [.]

Ερείπια ελληνικής φάμπρικας που λειτουργούσε στα τέλη του 19ου αιώνα στην Αθήνα.
Ερείπια ελληνικής φάμπρικας που λειτουργούσε στα τέλη του 19ου αιώνα στην Αθήνα.

Παρ’ όλ’ αυτά, η παραδοχή αυτή ήταν εύλογη ως το 1870 περίπου, όταν η βιομηχανική ηγεσία στον κόσμο άρχισε να μετατοπίζεται από τη Βρετανία στη Γερμανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Άνταμ Σμιθ (έτος θανάτου 1790) και όμοια μ’ αυτόν σκεπτόμενοι φιλόσοφοι, ανέπτυξαν ένα επεξεργασμένο και εντυπωσιακό σώμα οικονομικής θεωρίας, που έδειχνε ότι η ορθολογική άσκηση της ελεύθερης ατομικής κρίσης σε θέματα αγοράς και πώλησης θα οδηγούσε στη μεγίστη ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών. Επειδή οι Βρετανικοί θεσμοί φαίνονταν να παρέχουν ασυνήθιστες προοπτικές σε μια τέτοια ακριβώς ατομική επιδίωξη του ιδιωτικού συμφέροντος, το συμπέρασμα, φανερό όπως έμοιαζε, ήταν ότι η σπάνια βιομηχανική πρόοδος της Βρετανίας απέρρεε άμεσα από τον ορθολογισμό των Βρετανικών νόμων, που απέφευγαν ν’ ανακατεύονται με την ελευθερία των ατόμων στην αγορά. Η φιλοσοφία αυτή του laissez faire έγινε θεμελιώδες άρθρο της φιλελεύθερης πίστης στα μέσα του δέκατου ένατου αιώνα, και σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες έδωσε ένα σύνθημα συναγερμού για κείνους που χτυπούσαν τα νομικά και άλλα εμπόδια στην ανάπτυξη του βιομηχανικού συστήματος στις περιοχές τους.

Παλιό εργοστάσιο γκαζιού και «βιομηχανικό χωριό» στην Αθήνα. Αρχές 20ου αιώνα.
Παλιό εργοστάσιο γκαζιού και «βιομηχανικό χωριό» στην Αθήνα. Αρχές 20ου αιώνα.

Αλλά ακόμα και στον δέκατο ένατο αιώνα, τα γεγονότα είχαν αλλιώς. Η τεχνολογία προέτρεξε πολύ των φιλελευθέρων θεσμών, και βρήκε στέγη σε κοινωνίες με πολύ διαφορετική δομή. Το πιο χτυπητό παράδειγμα αυτού του φαινομένου αποτελεί η εκβιομηχάνιση της Ιαπωνίας- αλλά και στους κόλπους ακόμα του Δυτικού κόσμου, η άνοδος της βιομηχανίας, στη Γερμανία μετά το 1870, και στη Ρωσία δυο ή τρεις δεκαετίες αργότερα, έφερε ολόκληρη την πανοπλία της σύγχρονης βιομηχανικής τεχνολογίας σε κοινωνίες, όπου η φιλελεύθερη παράδοση ήταν αδύναμη ή πολιτικά αμελητέα. Κι όμως, η βιομηχανία άνθισε κάτω από τη φροντίδα κυβερνήσεων και οργανισμού υπαλλήλων, που το ποντάρισμά τους στην επιτυχία της επιχείρησης, όταν μετριέται με τον πήχυ του προσωπικού πλουτισμού μέσ’ από τη συμμετοχή στα κέρδη, ήταν συχνά ασήμαντο ή τελείως ανύπαρκτο.

Ένας δεύτερος λόγος που έχασε η Βρετανία τη βιομηχανική ηγεσία, ήταν η έλλειψη κάθε προμελετημένου και συστηματικού δεσμού ανάμεσα στη θεωρητική επιστήμη και την τεχνολογική εφεύρεση. Καμμιά φορά, βέβαια, όταν προέκυπταν ιδιαίτερες δυσκολίες, οι βιομήχανοι ζητούσαν τα φώτα θεωρητικών επιστημόνων. Έτσι, ιδιοκτήτες ορυχείων, ανέθεσαν το 1815 στον Sir Humphry να σχεδιάσει μια λυχνία ασφαλείας για χρήση στα ανθρακωρυχεία και ένας καθηγητής της φυσικής φιλοσοφίας, ο Charles Wheatstone, έγινε συνεταίρος στην πρώτη Βρετανική τηλεγραφική εταιρεία (1837), επειδή οι επιχειρηματίες χρειάζονταν στους αρχικούς των πειραματισμούς τις γνώσεις του γύρω από τον ηλεκτρομαγνητισμό. Στην επόμενη γενιά, ο Λόρδος Kelvin, καθηγητής στη Γλασκώβη, έλυσε ορισμένες δυσκολίες που εμπόδιζαν τη μετάδοση υπερωκεάνειων τηλεγραφικών μηνυμάτων και σχεδίασε ακόμα μια πυξίδα που θα μπορούσε να δουλέψει πάνω στα καινούργια από σίδερο πλοία που κατασκευάζονταν στα ναυπηγεία της Γλασκώβης. Αλλά παρόμοιες αντιμετωπίσεις επιστημονικής θεωρίας και τεχνολογικής πρακτικής παρέμεναν τυχαίες: τις πιο πολλές φορές, τις προκαλούσε μια ώρα ανάγκης, για ν’ ακολουθήσει, με κοινή συναίνεση, χωρισμός τη στιγμή που ένα ιδιαίτερο πρόβλημα είχε βρει τη λύση του. [.]

Το τσιμεντένιο τούνελ του Τάμεση ήταν η πρώτη υποθαλάσσια σήραγγα παγκοσμίως και άνοιξε για το κοινό το 1843
Το τσιμεντένιο τούνελ του Τάμεση ήταν η πρώτη υποθαλάσσια σήραγγα παγκοσμίως και άνοιξε για το κοινό το 1843

Η ΔΕΥΤΕΡΗ (ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΚΑΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ) ΦΑΣΗ (ως το 1917). Η τεχνολογία της δεύτερης φάσης του νεώτερου βιομηχανικού συστήματος αγκάλιαζε μιαν ευρύτερη ποικιλία υλών και αξιοποιούσε νέες πηγές και μορφές ενέργειας· μα τα πρωτεία του άνθρακα και του σιδήρου δεν είχαν πραγματικά διαταραχθεί στην πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο περίοδο. Η ποικιλία που είναι συνυφασμένη με την άνοδο των βιομηχανιών ηλεκτρισμού, χημικών προϊόντων, πετρελαίου και ελαφρών μετάλλων, και τα παράγωγα προϊόντα τους όπως αυτοκίνητα, ραδιόφωνα, αεροπλάνα, και συνθετικά υφάσματα, μόλις είχε αρχίσει τότε να εκδηλώνεται. Παρ’ όλα αυτά, ο άνθρακας και ο σίδηρος, οι δυο βασιλιάδες της παλαιότερης τεχνολογίας του δέκατου ένατου αιώνα, άρχισαν ήδη να μετασχηματίζονται σημαντικά. […]

Η Ρουκέτα (Rocket) του Ρόμπερτ Στέφενσον, μια από τις πρώτες ατμομηχανές για τρένα, που κατασκευάστηκε το 1829. Η συγκεκριμένη βρίσκεται στο Μουσείο Επιστημών του Λονδίνου
Η Ρουκέτα (Rocket) του Ρόμπερτ Στέφενσον, μια από τις πρώτες ατμομηχανές για τρένα, που κατασκευάστηκε το 1829. Η συγκεκριμένη βρίσκεται στο Μουσείο Επιστημών του Λονδίνου

Η κοινωνική οργάνωση και τα ιδανικά που βρίσκονταν στα θεμέλια της βιομηχανικής οργάνωσης των Ηνωμένων Πολιτειών πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, παρουσίαζαν στενή συγγένεια μ’ εκείνα της Αγγλίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες συμμερίζονταν, ή διέθεταν σε εξογκωμένη μορφή, τις περισσότερες από τις ιδιομορφίες της Βρετανικής κοινωνίας: ήταν ακόμα πιο απομονωτικές, εμπιστεύονταν σε δημόσιους αξιωματούχους το ελάχιστο των οικονομικών και κοινωνικών λειτουργιών, και στερούνταν, τουλάχιστον στο βορρά, μια ξεκάθαρη διαφοροποίηση ανάμεσα σε κοινωνικές τάξεις. Καιρό πριν την Αμερικανική Επανάσταση, χρηματικοί υπολογισμοί και οι πανουργίες της αγοράς είχαν απλώσει βαθιές ρίζες στην κοινωνία της Νέας Αγγλίας και των Μεσοατλαντικών πολιτειών και η επινοητικότητα των Γιάνκηδων στον τομέα των μηχανικών εφευρέσεων, ήταν εφάμιλλη μ’ οποιανδήποτε άλλη στον κόσμο. Σε μια τέτοια κοινότητα, το νεώτερο βιομηχανικό σύστημα έπιασε εύκολα ρίζα, ιδιαίτερα όταν οι σιδηρόδρομοι και η ποταμοπλοία κατέστησαν προσιτά τα πλούσια αποθέματα σιδήρου και άνθρακα της Πενσυλβάνιας και άλλων μεσόγειων περιοχών. Οι τεράστιες φυσικές πηγές των Ηνωμένων Πολιτειών, και ο συγκριτικά αραιός μα γοργά αναπτυσσόμενος πληθυσμός, ήταν υπεύθυνοι παράγοντες για το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες διατήρησαν ως και μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο μιαν ατμόσφαιρα ανθηρής οικονομικής δραστηριότητας, όμοια σε πολλά σημεία μ’ εκείνη που επικρατούσε στους βιομηχανικούς κύκλους στην Αγγλία ανάμεσα στο 1790 και το 1850. Επιπλέον, τα ατομιστικά ιδανικά και η ανταγωνιστική πρακτική των Αμερικανών βιομηχάνων, ήταν κομμένα από το ίδιο τόπι του υφάσματος που είχε καλύψει τις χοντροκοπιές της πρώιμης Βικτωριανής βιομηχανίας μ’ έναν πέπλο δημόσιας ευπρέπειας. Οι σταδιοδρομίες μηχανικών και επιχειρηματιών όπως ο Θωμάς Έντισον (έτος θανάτου 1931) και ο Χένρυ Φορντ (έτος θανάτου 1947) ανακεφαλαίωναν τα επιτεύγματα ατόμων όπως ο Richard Arkwright (έτος θανάτου 1792) και ο Τζαίημς Βαττ (έτος θανάτου 1819), σε πιο μεγάλη, όμως, οικονομική κλίμακα, καθώς ταίριαζε στις ευρύτερες διαστάσεις του Αμερικάνικου τοπίου και της εσωτερικής αγοράς.

Πηγή: William H. McNeill, Ιστορία της Ανθρώπινης Κοινωνίας. Μτφρ. Κ. Ραμπαβίλας, Αθήνα, Καραβίας, 1969, σελ. 804-811.

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%92%CE%B9%CE%BF%CE%BC%CE%B7%CF%87%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE_%CE%B5%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%B7

Οι φωτογραφίες των εργοστασίων είναι από το περιοδικό Αρχαιολογία.

(Εμφανιστηκε 1,254 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.