1 Σεπτεμβρίου 2018 at 19:21

Ο καταναγκασμός μέσα στις βιομηχανικές σχέσεις: φασισμός και μπολσεβικισμός

από

Ο καταναγκασμός μέσα στις βιομηχανικές σχέσεις: φασισμός και μπολσεβικισμός

Ο Κώστας Παπαϊωάννου (1925 – 1981) ήταν Έλληνας φιλόσοφος, ακαδημαϊκός και συγγραφέας που έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στο Παρίσι. Η Γένεση του Ολοκληρωτισμού, που εκδόθηκε για πρώτη φορά στην Αθήνα, το 1959, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα και πληρέστερα έργα της παγκόσμιας βιβλιογραφίας. Το έργο εξετάζει τόσο το ιστορικό υπόβαθρο του ολοκληρωτισμού, -την τσαρική Ρωσία- όσο και το ταξικό του περιεχόμενο, τον μετασχηματισμό της επαναστατικής ιντελιγκέντσιας και του κόμματος, σε συνθήκες οικονομικής υπανάπτυξης, σε μια νέα άρχουσα τάξη, ολοκληρωτικού χαρακτήρα. Τέλος επισημαίνει τα κενά της μαρξιστικής θεωρίας, που με τον οικονομισμό της αρνείται να κατανοήσει τον ρόλο του κράτους και των διαχειριστικών τάξεων. Το επόμενο κείμενο είναι απόσπασμα από το βιβλίο Η Γένεση του Ολοκληρωτισμού, εκδ. IMAGO. 

Κείμενο: Κώστας Παπαϊωάννου

H εξαφάνιση των τελευταίων συνδικαλιστικών ελευθεριών (μετά την πτώση του Τόμσκι) και η κατάργηση των εργατικών επιμελητηρίων (Νοέμβριος τού 1930) επέτρεψε στο κράτος [της ΕΣΣΔ] να πάρει ορισμένα μέτρα για την καταπολέμηση της «ρευστότητας» της εργασίας, που παρόμοια τους δεν βρίσκουμε πουθενά στην ιστορία των βιομηχανικών χωρών -ακόμα και των φασιστικών.

Ας ξαναδιαβάσουμε π.χ. το κεφάλαιο «Ο φασισμός κατά της εργατικής τάξης» στο βιβλίο του Guerin που αναφέραμε πιο πριν. Μιλήσαμε ήδη για την εξαφάνιση των αντιπροσωπευτικών συνδικάτων στην Ιταλία και τη Γερμανία, και είδαμε ότι οι φασίστες και οι χιτλερικοί δεν έκαναν παρά να αντιγράψουν το σοβιετικό πρότυπο. Τι θεωρεί ο Guorin ως το nec plus ultra της «φασιστικής θηριωδίας»; Την εξαφάνιση της ελευθερίας της εργασίας που μεταμόρφωσε τους μισθωτούς σε δουλοπάροικους της βιομηχανίας. Ο θεσμός του «βιβλιαρίου εργασίας» συμβολίζει και νομιμοποιεί αυτό το «δέσιμο» των εργαζομένων στις επιχειρήσεις. Ο χώρος μάς λείπει για να θυμίσουμε το άγχος των εργατών του ancien regime κατά του «βιβλιαρίου εργασίας»: μια από τις πρώτες πράξεις της επανάστασης του 1848 δεν ήταν να το καταργήσει; Αντίθετα, μια από τις πρώτες πράξεις του ολοκληρωτισμού ήταν να το επαναφέρει.

Σοβιετική αφίσα με τον Ιωσήφ Στάλιν. Μια αληθινή χιονοστιβάδα από τρομοκρατικά διατάγματα χαρακτηρίζει τα έτη 1931-32 —χρόνια αθλιότητος και τρομοκρατίας στην ύπαιθρο και φοβερής φτώχειας στις πόλεις. Το διάταγμα της 7-8-1932 επιβάλλει την ποινή του θανάτου για κάθε κλοπή εμπορευμάτων στις μεταφορές.
Σοβιετική αφίσα με τον Ιωσήφ Στάλιν. Μια αληθινή χιονοστιβάδα από τρομοκρατικά διατάγματα χαρακτηρίζει τα έτη 1931-32 —χρόνια αθλιότητος και τρομοκρατίας στην ύπαιθρο και φοβερής φτώχειας στις πόλεις. Το διάταγμα της 7-8-1932 επιβάλλει την ποινή του θανάτου για κάθε κλοπή εμπορευμάτων στις μεταφορές.

«Στην Ιταλία ο νόμος της 16-3-1935 επιβάλλει το καθεστώς της στρατηγικής πειθαρχίας και του στρατιωτικού κώδικα στα προσωπικό των επιχειρήσεων που άμεσα ή έμμεσα συνδέονται με την πολεμική βιομηχανία. Όποιος εγκαταλείπει το εργοστάσιο πάνω από πέντε μέρες θεωρείται λιποτάκτης και υπόκειται σέ φυλάκιση 2-9 ετών. Κάθε παραβίαση της πειθαρχίας, κάθε ανυπακοή ή βιαιοπραγία κατά των ηγετών των επιχειρήσεων τιμωρείται με φυλάκιση 6 μηνών ως 9 ετών. Το 1938, 580.000 στρατικοποιημένοι εργάτες δουλεύουν σε επιχειρήσεις που αφορούν την εθνική άμυνα, και ως εκ τούτου υπόκεινται σ’ αυτό το νόμο. Επίσης το φασιστικό κράτος νεκρανασταίνει το «βιβλιάριο εργασίας»: από τον Ιανουάριο του 1937, ο κάθε εργαζόμενος οφείλει να παρουσιάζει αυτό το βιβλιάριο κάθε φορά που αλλάζει εργασία…» (Guerin).

Το ίδια και στην εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία:

«Ο νόμος της 26-2 1935 κάνει υποχρεωτικό το «βιβλιάριο εργασίας» όπου ο εργοδότης σημειώνει τις παρατηρήσεις του για τη διαγωγή του κάθε εργάτη. Αν ο εργάτης εγκαταλείψει τη δουλειά του πριν από τη λήξη της σύμβασης, ο εργοδότης δικαιούται να κρατήσει το βιβλιάριο μέχρι τη νόμιμη προθεσμία. Καθώς ο εργάτης δεν μπορεί να προσληφθεί πουθενά χωρίς αυτό το βιβλιάριο, είναι στην πραγματικότητα δεμένος καταναγκαστικά στο εργοστάσιο» (Guerin).

Κανένας αριστερός ή απλώς δημοκρατικός συγγραφεύς δεν έχει παραλείψει να διαδηλώσει την αγανάκτηση του μπρος σ’ αυτή την εισαγωγή του καταναγκασμού μέσα στις βιομηχανικές σχέσεις. Το μόνο που συστηματικά παρέλειψαν να παρατηρήσουν, είναι ότι τα μέτρα αυτά δεν ήταν παρά μια ωχρή απομίμηση της εργατικής νομοθεσίας που ίσχυσε στην ΕΣΣΔ από τα πρώτα χρόνια της βιομηχανοποίησης.

Για να καταπολεμήσει τη διαρροή των εργατικών χεριών, το κράτος πήρε τα έξης μέτρα: Ένα διάταγμα της 23-9-1930 κατάργησε τα επιδόματα ανεργίας για όσους εγκαταλείπαν εθελοντικά την εργασία τους. Τον Οκτώβριο του 1930, απαγορεύτηκε στους εργάτες της ξυλείας ν’ αλλάζουν εργασία. Δυο μήνες αργότερα ο νόμος αυτός επιβλήθηκε σ’ όλη τη βιομηχανία. Τον Ιανουάριο του 1931 επιτάχθηκαν όλοι οι παλαιοί σιδηροδρομικοί. Ένα πρόσθετο άρθρο στον Ποινικό Κώδικα προβλέπει φυλάκιση δέκα ετών για κάθε παραβίαση της πειθαρχίας στις μεταφορές, και ποινή θανάτου σε περίπτωση προμελέτης. Λίγο αργότερα, κάθε εργοστάσιο και κάθε επιχείρηση απόκτησαν και ένα «συντροφικό-παραγωγικό δικαστήριο» στο οποίο ανατέθηκε το έργο της «πάλης για την τόνωση της πειθαρχίας και την εκτέλεση του πλάνου», και το δικαίωμα της «χρήσης όλων των ποινικών και πειθαρχικών μέσων εναντίον των εργατών που παραβιάζουν την  πειθαρχία και τον εσωτερικό κανονισμό των επιχειρήσεων ή που δείχνουν μια οποιαδήποτε αμέλεια για την περιουσία της επιχείρησης»: από τον Ιούνιο του 1931, οι μισθωτοί θεωρούνται υπεύθυνοι για τη φθορά του υλικού και η έννοια της «δολιοφθοράς» περιλαμβάνει όλα τα ατυχήματα τα προερχόμενα από την κακή ποιότητα των μηχανημάτων κι από την ευνόητη απειρία των εργατών. Ταυτόχρονα, η έννοια του «λιποτάκτη της εργασίας» παίρνει μια κεντρική θέση μέσα στα νέα αυτά factory acts». Το Φεβρουάριο του 1931, το «βιβλιάριο της εργασίας» γίνεται υποχρεωτικό: Φτιαγμένο πάνω στο πρότυπο του στρατιωτικού βιβλιαρίου, δίνει όλες τις δυνατές πληροφορίες για τον κάτοχο του, από τη βιογραφία του μέχρι όλα τα οικονομικά παραπτώματα στα όποια έχει υποπέσει.

Μια αληθινή χιονοστιβάδα από τρομοκρατικά διατάγματα χαρακτηρίζει τα έτη 1931-32 —χρόνια αθλιότητος και τρομοκρατίας στην ύπαιθρο και φοβερής φτώχειας στις πόλεις. Το διάταγμα της 7-8-1932 επιβάλλει την ποινή του θανάτου για κάθε κλοπή εμπορευμάτων στις μεταφορές. Το Νοέμβριο του 1932 ένα άλλο διάταγμα δίνει το δικαίωμα στους εργοδότες να απολύσουν κάθε εργάτη που δεν μπορεί να δικαιολόγηση μιας μέρας απουσία από το εργοστάσιο. Το Δεκέμβριο τού 1932, οι εργατικοί καταναλωτικοί συνεταιρισμοί που μοίραζαν στους εργαζομένους τα δελτία τροφίμων, έχασαν κάθε αυτονομία και πέρασαν υπό τον έλεγχο των ηγετών των επιχειρήσεων. Σ’ αυτούς ανατέθηκε το έργο της διανομής των δελτίων: εγκαταλείποντας τη δουλειά του χωρίς την άδεια της διεύθυνσης, ο εργάτης και η οικογένειά του έχαναν ταυτόχρονα και τα δελτία τροφίμων και το σπίτι τους —ποινή ιδιαίτερα αποτελεσματική «κάτω από τις συνθήκες της φοβερής κρίσης της στέγασης που υπήρχε τότε». Η απολυταρχία του κεφαλαίου δεν περιορίζεται πιά μόνο στον τομέα της παραγωγής, αλλά ασκείται πάνω σ’ ολάκερη τη ζωή των εργαζομένων. Στο τέλος, το Δεκέμβριο του 1932, το Κράτος πήρε ένα μέτρο πρωτοφανές στην Ιστορία: επέβαλε σ’ όλο τον αστικό πληθυσμό και σ’ ένα τμήμα του αγροτικού το «εσωτερικό διαβατήριο». Στο έξης κανένα άτομο δεν είχε το δικαίωμα να εγκαταλείψει πάνω από 24 ώρες την κατοικία του χωρίς να ζητήσει θεώρηση του διαβατηρίου του από τις αστυνομικές αρχές. Κάθε «εσωτερικό διαβατήριο» αποτελούσε ένα αληθινό φάκελο της ειδικής ασφάλειας: έδειχνε την κοινωνική προέλευση του κατόχου του, τους οικογενειακούς του δεσμούς, τα πολιτικά του προηγούμενα, τις επαγγελματικές του απασχολήσεις, μετακινήσεις κ.ο.κ.

Ούτε και το τσαρικό καθεστώς (που μαζί με την Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν το μόνο κράτος πριν από το 1914 που επέβαλε στους υπηκόους του το διαβατήριο για τα ταξίδια στο εξωτερικό) δεν είχε διανοηθεί ποτέ να κάνει υποχρεωτικό το «εσωτερικό διαβατήριο»!

Τον Απρίλιο του 1934, ένα άλλο διάταγμα έκανε τους ηγέτες «όλων των οικονομικών και σοβιετικών οργανισμών» προσωπικά υπεύθυνους για την αυστηρή τήρηση του «βιβλιαρίου εργασίας» των υφισταμένων τους: έπρεπε οι ίδιοι να σημειώνουν στα βιβλιάρια όλες τις ποινές που είχαν επιβληθεί στους κάτοχους τους. Στο τέλος οι σοβιετικές βιομηχανικές επιχειρήσεις αναγκάστηκαν να προσλάβουν ειδικά αστυνομικά αποσπάσματα για την επιτήρηση των εργαζομένων (A. Baykov).

Κορύφωμα όλων αυτών των τρομοκρατικών μέτρων ήταν τα διατάγματα της 28-12-1938 και της 27-6-1940. Το πρώτο πρόβλεπε αυστηρότατες ποινές, και συγκεκριμένα 3 μήνες μετάθεση σ’ ένα κατώτερο πόστο της ιεραρχίας, για κάθε εργάτη ή υπάλληλο που χωρίς να μπορεί να δικαιολογηθεί «προσήλθε αργοπορημένα στην επιχείρηση, ή πήγε νωρίς για το μεσημεριανό γεύμα, ή γύρισε αργοπορημένα από το μεσημεριανό γεύμα, ή έφυγε νωρίς από την επιχείρηση, ή σπατάλησε τον εργάσιμο χρόνο». Το δεύτερο τιμωρούσε με 2-4 μήνες φυλακή όποιον εγκατέλειπε την εργασία του χωρίς την άδεια της διεύθυνσης. Η έλλειψη ζήλου, η σπατάλη του εργασίμου χρόνου, οι αργοπορίες θεωρήθηκαν ως «λιποταξίες» και τιμωρήθηκαν με 6 μήνες καταναγκαστική εργασία στο εργοστάσιο με παρακράτηση των 25% του μισθού.

Έτσι, η εξαφάνιση του αντιπροσωπευτικού συνδικαλισμού επέτρεψε στο κράτος όχι μόνο να εισαγάγει τον καταναγκασμό μέσα στις παραγωγικές σχέσεις, αλλά και να διασπάσει την ενότητα της εργατικής τάξης, δημιουργώντας μια προνομιούχο εργατική αριστοκρατία και ελαττώνοντας τους πραγματικούς μισθούς της μεγάλης πλειοψηφίας των εργατών.

(Εμφανιστηκε 577 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.