27 Φεβρουαρίου 2018 at 22:37

Περιοδικό «Χώρα». [Είδηση για τον αναγνώστη]

από

Περιοδικό «Χώρα». [Είδηση για τον αναγνώστη]

Το περιοδικό «Χώρα» υπήρξε ένα βραχύβιο περιοδικό που το πρώτο του τεύχος εκδόθηκε τον Σεπτέμβριο του 1978. Το δεύτερο, και τελευταίο, τεύχος του κυκλοφόρησε τον Φεβρουάριο του 1979. Συντακτική του επιτροπή υπήρξαν οι Αντώνης Ζέρβας, Νίκος Λεβέντης και Κωστής Παπαγιώργης.

Ακολουθεί η «Είδηση για τον αναγνώστη» ένας πρόλογος δηλαδή που εκφράζει τον πνευματικό προσανατολισμό του περιοδικού. Το κείμενο δεν φέρει υπογραφή κι ως εκ τούτου εύλογα εικάζει κανείς ότι είναι έργο της συντακτικής επιτροπής.

Αν και σύντομος, ο πρόλογος θίγει πλήθος ζητημάτων. Επιλέγω δύο από αυτά που αποτυπώνουν και τη θεμελιώδη πνευματική στάση του κειμένου.

Το πρώτο είναι η προάσπιση ιδεών όπως ο άνθρωπος, η ιστορία, η ελευθερία, η παράδοση που συνδυάζεται με την εδραία πεποίθηση ότι η σκέψη και ποίηση καλούνται να εκφράζουν τον έρωτα του ωραίου και να εμφορούνται από την πίστη στη γλώσσα. Άλλωστε σύμφωνα με τους συγγραφείς «όλες οι επαναστάσεις είναι επαναστάσεις ύφους».

Το δεύτερο είναι ότι λογαριάζουν για συνεργάτες «όλους αυτούς που πασκίζουν να φυλάξουν την ταυτότητά τους μέσα σε μια εποχή λήθης και διάλυσης» αλλά και καλούν κάθε γραπτό «που αντιμάχεται το νεοελληνικό λεξικό παραδεδεγμένων ιδεών».

Ας το μεταγράψουμε: οι συγγραφείς του κειμένου αναφέρονται στην κριτική οικείωση της παραδόσεως. Όχι μόνον σε αυτό αλλά σίγουρα και σε αυτό.

Ας θυμηθούμε και πάλι: είναι γραμμένο το 1978, την εποχή της απέραντης πολιτικολογίας, της ιδεολογικής εδραίωσης της χρησιμοθηρίας στην πατρίδα μας.

Ακολουθεί το κείμενο. Οι αριθμοί στις αγκύλες αντιστοιχούν στις σελίδες της έντυπης έκδοσης. Λέξεις που οι συγγραφείς έχουν επισημάνει με αραίωση των γραμμάτων εδώ έχουν τεθεί με πλάγια γράμματα.

Νίκος Εγγονόπουλος. Ποιητής και Μούσα, 1958, Αθήνα, Εθνική Πινακοθήκη
Νίκος Εγγονόπουλος. Ποιητής και Μούσα, 1958, Αθήνα, Εθνική Πινακοθήκη

[3] Στο χώρο αυτό που συμβατικά ονομάζουν πνευματικό πολιτισμό, κάθε φορά που ο φιλισταϊσμός κάνει δυναμικά την εμφάνισή του, το αποτέλεσμα είναι ίδιο και απαράλλακτο: το θέαμα της αθλιότητας. Η κρίση δεν αγκαλιάζει μονάχα το ανέστιο πλήθος των γραμμάτων, αλλά έχει να κάνει με μια παρακμή των ηθών πολύ βαθύτερη από την κατάσταση της παιδείας, της καλλιέργειας ή της μόρφωσης. Η σύγχυση, ο τσαρλατανισμός και ο πληθωρισμός – της ανάξιας γλώσσας μια και μιλάμε για την τέχνη του λόγου – επιβάλλονται σαν φυσική ατμόσφαιρα. Καρναβάλι της ανευθυνότητας!  Ο ένας φέρνει τον τράγο και ο άλλος το κόσκινο.

Οι ιδεολόγοι, πολιτικοί οι περισσότεροι, όχι μόνο δίνουν το παρόν σε τούτο το προσκλητήριο, αλλά ζητούν και παίζουν τον πρώτο ρόλο. Είτε μιλά για την ιστορία, είτε για τη λογική (της εξουσίας πάντα), η γλώσσα της ηθικής ξέρει να σέρνει πίσω της την κουστωδία της ενοχής: στιχοπλόκοι, λογοπλέχτες, γραφιάδες κάθε λογής, οι «πνευματικοί άνθρωποι» εκλιπαρούν το συγχωροχάρτι άλλοτε ατομικά και άλλοτε ομαδικά. Το δικαστήριο έχει στηθεί: ποιος δικάζει όμως και ποιος δικάζεται;

Πρίν απ’ όλα οι ιδέες: ο άνθρωπος, η ιστορία, η ελευθερία, η παράδοση και από κοντά οι υψηλότεροι τίτλοι: ποίηση, τέχνη, φιλοσοφία. Καθώς υπάρχουν πολλοί τρόποι να θολώνονται τα νερά για να φαίνονται βαθύτερα, όλοι οι κιβδηλοποιοί κυνηγούν προσχήματα γενικής παραδοχής και, φυσικά, τα βρίσκουν στο πρόσωπο αυτού που καθημερινά εξευτελίζουν. Η λογοτεχνία, ολοένα και περισσότερο, παύει να είναι αυτό που πιστεύουμε ότι είναι: μάρτυρας της παρουσίας μας και η σκέψη, χάνοντας, χάνοντας τη δύναμη του λόγου και της σιωπής, παίρνει τη θέληση του ανήλικου υπασπιστή στο πλευρό της εξουσίας. Νά ένα ασφυκτικά κατοικημένο παρόν.

[4] Μέσα σ’ αυτόν τον ενορχηστρωμένο συγχρονισμό η αναχρονιστική αγάπη μιας γλώσσας που επιμένει να μιλά και να γράφει επειδή μιλούσε και έγραφε – παρατατικοί που αγκαλιάζουν την ιστορία ενός λαού – δε σημαίνει αναγκαστικά την αναζήτηση ενός άλλου τόπου, μιας άλλης ΧΩΡΑΣ: άσυλο για τους δραπέτες. Από τους νοσταλγούς του παρελθόντος εκείνο που λείπει είναι οι νοσταλγοί του παρόντος που, σε πείσμα κάθε λογικής, γυρεύουν να φτάσουν εδώ ακριβώς που είμαστε. Αλλά μόνο με τη σκέψη και την ποίηση;

Ερώτηση που βάζει σε κίνηση τον μηχανισμό της περιφρόνησης. Ας πολλαπλασιάσουμε τις αφορμές: έρωτας του ωραίου, πίστη στη γλώσσα, πίστη στην άποψη ότι όλες οι επαναστάσεις είναι επαναστάσεις ύφους. Μόνο με τη σκέψη και την ποίηση; Όποιος ξέρει να ακούει εκείνον που προτείνει σε όλους τους ποιητές να γράψουν πάνω από την πόρτα τους ότι η βλακεία περνάει παντού εκτός από την ποίηση, καταλαβαίνει τί πάει να πεί να απαντάς – να απαντάμε – Ναι.

Ο πληθυντικός, το εμείς, πάντα προβληματικό· λογαριάζοντας τους συνεργάτες, όλους αυτούς που πασκίζουν να φυλάξουν την ταυτότητά τους μέσα σε μια εποχή λήθης και διάλυσης, η αριθμητική θυμίζει πιεστικά τον ιερομόναχο του Σολωμού. Με κριτήριο κείμενα και όχι πρόσωπα, αυτές οι σελίδες μπορούν  και θέλουν να αποδείξουν ότι δεν σκοπεύουν σε ατομικά μανιφέστα, αλλά δέχονται από παντού και απ’ όλους, κάθε γραφτό που αντιμάχεται το νεοελληνικό λεξικό παραδεδεγμένων ιδεών και δείχνει ότι, και καλά, ορισμένα πράγματα επιμένουν να υπάρχουν.

Πηγή: https://mesaellada.wordpress.com/

(Εμφανιστηκε 560 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.