Τουρκικός Μωαμεθανισμός. Άραβες, Πέρσες, Τούρκοι. Οι Σελτζούκοι Τούρκοι
Κείμενο: Παύλος Καρολίδης
Οι Άραβες, ών εν μέσω περί τας αρχάς του 7 μ. Χ. αιώνος εγεννήθη ο Μωαμεθανισμός, επί 2 αιώνας και επέκεινα υπήρξαν οι φοβεροί σημαιοφόροι της νέας θρησκείας. Δι’ αυτών αύτη εξετάθη από των ερήμων της Πετραίας Αραβίας, ένθεν μεν διά της βορείου Αφρικής μέχρι του Ατλαντικού και των Πυρηναίων, ένθεν δε διά Συρίας, Ασσυρίας, Μηδίας και Περσίας μέχρι του Ώξου και του Ινδού. Οι Άραβες κατέστρεψαν το Περσικόν κράτος, ηκρωτηρίασαν δεινώς το Ελληνικόν, και προσβαλόντες αυτό εν τη καρδία αυτού, δεν κατώρθωσαν να κατενέγκωσι θανάσιμον πληγήν. Και αφού επί των τεσσάρων πρώτων αιρετών Χαλιφών, είτα δε διά δύο αλλεπαλλήλους αρξάντων δυναστικών οίκων (Ουμμεϊαδών και Αββασιδών) ανέπτυξαν όλην την δύναμιν του Αραβικού Μωαμεθανισμού επί δύο ολοκλήρους αιώνας, από των μέσων του 9 μ. Χ. αιώνος εισήλθον οριστικώς εις την περίοδον της παρακμής και αδυναμίας. Η αδυναμία αύτη προυχώρει αυξανομένη ακριβώς, καθ’ ούς χρόνους το Ελληνικόν κράτος ετάσσετο υπό την ισχυράν Μακεδονικήν καλουμένην δυναστείαν, την αναδείξασαν τοσούτους μεγάλους βασιλείς και στρατηγούς. Η από των μέσων δε του 8 μ. Χ. αιώνος αρξαμένη διαίρεσις του ενιαίου μεγάλου Χαλιφικού κράτους διά της ιδρύσεως χαλιφικού Ισπανικού κράτους έλαβεν ευρυτέρας διαστάσεις κατά τον επόμενον αιώνα, ότε ολόκληρος η βόρειος Αφρική απεχωρίσθη του χαλιφικού κράτους των Αββασιδών διά της εν ταις χώραις ταύταις ιδρύσεως νέας δυναστείας χαλιφικής, της των Φατιμιδών, δυναστείας δηλονότι απ’ αυτού του Προφήτου καταγομένης. Η νέα χαλιφεία επί αιώνα ήνθησεν εν Αιγύπτω, εκείθεν άρχουσα της Β. Αφρικής.
Το κράτος των Αββασιδών χαλιφών του Βαγδατίου, των εκπροσωπούντων κυρίως την δύναμιν του Ισλάμ περιωρίσθη εις Ασίαν. Αλλά και ενταύθα από των αρχών του 10 αιώνος η εξουσία του Χαλίφου και η ενότης του κράτους κατέστησαν εικονικαί. Οι διοικηταί, ήτοι Αμίραι (ή Αμηράδες), των επαρχιών κατέστησαν κατ’ ουσίαν ανεξάρτητοι, και το χαλιφικόν κράτος κατεκερματίσθη εις πλήθος μικρών κρατών, ών οι Αμίραι κατά τύπον και κατ’ όνομα ανεγνώριζον την αρχήν του Χαλίφου· ιδρύθησαν δε και κράτη πειρατικά ανεξάρτητα εν τη Μεσογείω και τω Αιγαίω, ως το της Κρήτης. Ταύτην δε την κατάστασιν ακριβώς επωφελούμενοι οι μεγάλοι Έλληνες βασιλείς της Μακεδονικής δυναστείας ανεκτήσαντο από των μωαμεθανών τοσαύτας εν Μεσοποταμία, Συρία, Αρμενία και παρά τον Καύκασον χώρας· και περί τας αρχάς δε του 11 αιώνος εφαίνετο το Ελληνικόν κράτος αναλαμβάνον σχεδόν τα επί του Ηρακλείου προ της εμφανίσεως του Ισλάμ εν Ασία όρια αυτού εν μέσω του προς εαυτό διηρημένου και τεταπεινωμένου χαλιφικού κράτους. Αλλ’ ακριβώς κατά τους χρόνους εκείνους επήλθεν απότομος και ριζική μεταβολή πραγμάτων, επενεγκούσα εντός βραχυτάτου χρόνου την ολοσχερή σχεδόν εν Ασία κατάλυσιν του Ελληνικού κράτους και την εκ νέου φοβεράν κραταίωσιν του Ισλάμ εν τη ηπείρω ταύτη. Η τοιαύτη απότομος μεταβολή δεν προήλθεν απλώς εκ του ότι μετά τον Βασίλειον Β’ δεν εφάνησαν επί τινα χρόνον εν τω Ελληνικώ κράτει μεγάλοι βασιλείς και στρατηλάται, ουδ’ εκ του ότι το χαλιφικόν κράτος ανέδειξε τοιούτους άνδρας, αλλ’ εκ νέας όλως νεωστί παραχθείσης εν τω Ασιατικώ Ισλάμ και κόσμω μεταβολής. Το Αραβικόν μωαμεθανικόν κράτος παρήκμασε και εξησθένησεν, αλλά δεν εξησθένησε μετ’ αυτού και το Ισλάμ. Τουναντίον, όπως ο από του 4 αιώνος εν τη Δυτική Ευρώπη πολιτικώς και στρατιωτικώς εξασθενήσας Λατινικός Χριστιανισμός ανεζωογονήθη υπ’ αμφοτέρας τας επόψεις διά των βαρβάρων Γερμανικών φυλών, αίτινες έμπλεοι σφρίγους ενεφανίζοντο εν τη ιστορία· ούτω και εν Ασία από του 11 αιώνος ο Μωαμεθανισμός, ο εν τοις Άραψι στρατιωτικώς και πολιτικώς παρακμάσας και εξασθενήσας, ανεβίω εν άλλοις Ασιατικοίς λαοίς και διά των λαών τούτων. Δύο δε λαοί εν Ασία, πλην των Αράβων, εδέξαντο το Ισλάμ οι Πέρσαι και οι Τούρκοι.
Τούτων οι μεν Πέρσαι, όντες σπουδαίος οπωσδήποτε ιστορικός λαός και ίδιον έχοντες πολιτισμόν δι’ αιώνων αναπτυχθέντα, ετήρησαν απέναντι του Ισλάμ εν αρχή θέσιν όλως παθητικήν, αναγκασθέντες ούτω ν’ αποβάλωσι την αρχαίαν αυτών θρησκείαν και μέρος του αρχαίου βίου. Αλλά χρόνου προϊόντος ο Περσικός βίος ανεγεννήθη εν τω Ισλάμ διατηρών μεν την μωαμεθανικήν θρησκείαν, αλλ’ αναζωογονήσας και την εθνικήν συνείδησιν, και εν ταύτη ίδιον αναπτύξας βίον εθνικόν, ιδίαν φιλολογίαν, τέχνην και ποίησιν. Η τοιαύτη εν τω Ισλάμ αναβίωσις του Περσικού βίου εξετάθη και επί τον χώρον τον πολιτικόν, και από των μέσων του 9 μ. Χ. αιώνος, ότε ήρξατο η εξασθένησις της κεντρικής εξουσίας της Χαλιφείας, ιδρύθησαν εν ταις αρχαίαις Περσικαίς χώραις πολλαί μωαμεθανικαί Περσικαί δυναστείαι και κράτη, μεγάλως προαγαγόντα τον μωαμεθανικόν πολιτισμόν. Αλλ’ η καθόλου πολιτική ανάπτυξις των Περσών υπήρξε περιορισμένη. Ουδέν των μωαμεθανικών Περσικών κρατών συνέλαβε την μεγάλην μωαμεθανικήν ιδέαν του υποτάξαι τον κόσμον εις το Ισλάμ η δε κατακτητική αυτών ορμή υπήρξεν ασθενής. Και αυτά δε τα Περσικά μωαμεθανικά κράτη, άτινα υπήρξαν εν μέρει κατακτητικά, είχον δυναστείαν ηγεμονικήν Τουρκικήν. Τοιούτον λ. χ. κράτος υπήρξε το κατά τον 10 αιώνα ιδρυθέν και κατά τον 11 αιώνα σφόδρα ακμάσαν κράτος των Γασναυιδών, όπερ ιδρυθέν εν τω νυν Αφγανιστάν εξετάθη εκείθεν επί του μεγάλου σουλτάνου Μαχμούτ Γασναυή επί μέγα μέρος της Ινδικής και διέδωκεν εν τη χώρα ταύτη, τον Μωαμεθανισμόν. Καθόλου όμως ο Περσικός Μωαμεθανισμός δεν εμεγαλούργησε πολιτικώς, αλλά πνευματικώς, παραγαγών ιδίως ποίησιν πλουσιωτάτην και μεγάλους ποιητάς και αριστουργήματα επικής και λυρικής ποιήσεως. Ο μέγας Πέρσης επικός ποιητής Φερδουσί (ακμάσας κατά τον 11 αιώνα), ο Όμηρος των Περσών, και ο μέγας λυρικός Σααδί (ακμάσας κατά τας αρχάς του 13 αιώνος) εισίν οι μεγάλοι αντιπρόσωποι της τοιαύτης ακμής της Περσικής ποιήσεως. Αλλά το έργον της πολιτικής και στρατιωτικής αναζωογονήσεως και νέας κοσμοκρατορικής ορμής και κινήσεως του Ισλάμ έλαχεν εις άλλην φυλήν Ασιατικήν ήττον πεπολιτισμένην, αλλά και νεαρωτέραν, και υπό ισχυροτέρου σφρίγους κατεχομένην, και φύσει πολεμικωτέραν και αρχικωτέραν. Ήτο δε η φυλή αύτη η Τουρκική.
Οι Τουρκικοί ή, ως λέγονται συνηθέστερον εν τη εθνολογία και τη γλωσσική, Τουρανικοί λαοί, αποτελούντες γλωσσικήν ενότητα εκτεινομένην από των ακτών της Βαλτικής μέχρι των ακτών της Σινικής θαλάσσης, διαιρούνται ανθρωπολογικώς εις λευκούς, τους καλουμένους ιδιαιτέρως Τούρκους, τους οικούντας εν τη Μέση και τη Δυτική Ασία και εν τη βορείω και τη ανατολική Ευρώπη, και κιτρίνους, τους καλουμένους ιδιαιτέρως Τα(ρ)τάρους και Μογγόλους, τους οικούντας εν τη βορειανατολική Ασία. Ονομαστότεροι εν τη ιστορία απέβησαν ανέκαθεν οι Τούρκοι.
Εν Ευρώπη ώκουν Τουρκικοί λαοί προ αμνημονεύτων χρόνων εν ταις ανατολικαίς ακταίς της Βαλτικής, καλούμενοι Φίννοι και σποράδην εν ταις νυν Ρωσικαίς Ευρωπαϊκαίς χώραις· εν Ασία δε ιδίως εν ταις προς ανατολάς της Κασπίας χώραις. Πολλοί δε των λαών τούτων, ως είδομεν, μετενάστευσαν κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους εις Ευρώπην. Πάντες δε οι εν Ευρώπη Τουρκικοί λαοί, οι τε αρχαίοι ιθαγενείς Φίννοι και οι εξ Ασίας μεταναστάντες Βούλγαροι, Χάζαροι, Μαγιάροι, Πατσινάκοι, Ούζοι, Κουμάνοι, όντες εν αρχή βάρβαροι κτισματολάτραι ή έχοντες την θρησκείαν των μάγων, εγένοντο χριστιανοί. Οι δε εν Ασία, οίτινες, ως είδομεν, ίδρυσαν μέγα κράτος κατά τον 6 μ. Χ. διαλυθέν κατά τον 9 αιώνα, έμενον μέχρι του 10 αιώνος κτισματολάτραι ή οπαδοί της θρησκείας των μάγων. Χριστιανισμός εισεχώρησεν εις αυτούς από του 6 μ. Χ. αιώνος, ιδίως ο Νεστοριανός Χριστιανισμός από των εν Περσία Νεστοριανών μεταδοθείς, και ικαναί φυλαί Τουρκικαί από του 6 μέχρι του 11 αιώνος είχον προσέλθει εις τον Χριστιανισμόν. Αλλ’ η από του 7 μ. Χ. αιώνος εν ταις Περσικαίς χώραις διαδοθείσα και εμπεδωθείσα μωαμεθανική θρησκεία διεδόθη κατά τους επομένους αιώνας και εν ταις Τουρκικαίς χώραις. Μία δε των Τουρκικών φυλών, η δεξαμένη τον Μωαμεθανισμόν κατά τον 11 αιώνα, είναι η ισχυρά φυλή των Σελτζούκων, ούτω κληθείσα υπό του γενάρχου Σελτζούκου. Η φυλή αύτη προσήλθεν εις τον Μωαμεθανισμόν και ίδρυσεν ισχυρόν μωαμεθανικόν κράτος, καλούμενον Σελτζουκικόν, καταστάν ονομαστότατον εν τη ιστορία του τε Ισλάμ και του Ελληνικού κράτους.
Οι Σελτζούκοι Τούρκοι
Πρώτος ονομαστός ηγεμών των επί Σελτζούκου ήδη ή βραδύτερον εις τον Μωαμεθανισμόν προσελθόντων Σελτζούκων είναι ο του Σελτζούκου εγγονός Τογρούλ βέης. Επί τούτου οι Σελτζούκοι μεταβάντες εκ των πέραν του Ώξου Τουρκικών χωρών εις τας εντεύθεν του ποταμού τούτου Ιρανικάς ή Περσικάς χώρας ίδρυσαν εν Περσία κράτος Τουρκικόν ισχυρόν υπό ηγεμόνας καλουμένους Σουλτάνους, καταλύσαντες τας εν ταις Περσικαίς χώραις Περσικάς μωαμεθανικάς δυναστείας. Ο χαλίφης του Βαγδατίου ανέθηκεν εις τον Τογρούλ βέην την διοίκησιν του όλου χαλιφικού κράτους, ονομάσας αυτόν «βασιλέα Ανατολής και Δύσεως» και επίτροπον του Χαλίφου. Επί του Τογρούλ βέη, συγχρόνου του Κωνσταντίνου Θ’ του Μονομάχου, εγένοντο αι πρώται μεταξύ των Σελτζούκων και των Ελλήνων εν Αρμενία πολεμικαί συγκρούσεις, καθ’ άς οι Έλληνες απώλεσαν μέρος των Αρμενικών αυτών κτήσεων. Τον Τογρούλ βέην θανόντα τω 1063 διεδέξατο ο γενναίος ανεψιός αυτού Αλπ-αρσλάν (1063-1075). Επί τούτου δε τα πολυπληθή των μωαμεθανών Σελτζούκων στίφη μετά φανατισμού νεοφωτίστων μωαμεθανών εισέβαλον ως κατακτηταί από Αρμενίας εις την Μικράν Ασίαν και εκυρίευσαν άπαν το ανατολικόν τμήμα της Ελληνικής ταύτης χερσονήσου μεθ’ όλην την γενναίαν αντίστασιν, ήν αντέταξεν αυτοίς ο γενναίος βασιλεύς Ρωμανός Δ’ ο Διογένης. Ταυτοχρόνως δε οι Σελτζούκοι κατέλαβον πάσαν την Μεσοποταμίαν (πλην της Εδέσσης) και πάσαν την προ ενός αιώνος υπό των Ελλήνων ανακτηθείσαν Συρίαν (μετά της Αντιοχείας). Και η Παλαιστίνη, ήν είχον προ μικρού προσαρτήσει εις το κράτος αυτών οι Φατιμίδαι της Αιγύπτου, κατελήφθη νυν υπό των Σελτζούκων. Επί του υιού και διαδόχου του Αλπ-αρσλάν Μαλέκ-σαχ οι Σελτζούκοι εξέτειναν τας εν Μικρά Ασία κατακτήσεις μέχρι Βιθυνίας και των ακτών της Προποντίδος και του Αιγαίου, το δε κράτος των Σελτζούκων ανήλθεν εις το ύψιστον σημείον της δυνάμεως αυτού, εκτεινόμενον από του Ώξου και του Ινδού μέχρι Αιγύπτου και των Ασιατικών ακτών της Προποντίδος, των προθύρων της Κωνσταντινουπόλεως. Ο Μαλέκ-σαχ άρχων αυτός εν Περσία τας μεμακρυσμένας χώρας του κράτους Μικράν Ασίαν, Μεσοποταμίαν και Συρίαν κατέστησεν ίδια φεουδαλικά κράτη (σελ. 164) κυβερνώμενα κληρονομικώς υπό των συγγενών αυτού. Τότε δε και αι εν Μικρά Ασία από των Ελλήνων κυριευθείσαι χώραι απετέλεσαν ίδιον κράτος υποτελές τω Σελτζούκω σουλτάνω, δοθέν ως φέουδον εις τον συγγενή του Μαλέκ-σαχ Σουλεϊμάν τον Σελτζούκον. Ο Σουλεϊμάν κατέστησε πρωτεύουσαν του κράτους αυτού την περίφημον Νίκαιαν της Βιθυνίας (1080)· διά τούτο δε και το κράτος το Σελτζουκικόν εκλήθη εν αρχή κράτος της Νικαίας. Ούτω περί τα τέλη του 11 αιώνος οι Σελτζούκοι Τούρκοι έστησαν την έδραν του κράτους αυτών εις ολίγων ωρών από του Βοσπόρου και της Κωνσταντινουπόλεως απόστασιν, τα δε ύδατα της ανατολικής Μεσογείου και του Αιγαίου πελάγους διεσχίζοντο υπό πειρατικών πλοίων Τουρκικών. Αλλ’ είναι ήδη ανάγκη να επανέλθωμεν εις την Βυζαντινήν ιστορίαν.
Ο Παύλος Καρολίδης (1849 – 1930) ήταν Έλληνας ιστορικός, πολιτικός και καθηγητής πανεπιστημίου. Το κείμενο που δημοσιεύουμε είναι από το βιβλίο του «Εγχειρίδιον βυζαντινής ιστορίας. Μετά των κυριωτάτων κεφαλαίων της λοιπής μεσαιωνικής ιστορίας.», το οποίο κυκλοφόρησε το 1908 από τις εκδόσεις ΝΙΚ. ΤΖΑΚΑΣ· όπως σημειώνει ο συγγραφέας στην εισαγωγή, το εγχειρίδιο συντάχθηκε «προς χρήσιν των φοιτητών της Φιλοσοφικής Σχολής» του Πανεπιστημίου της Αθήνας και είναι «ανάγνωσμα ιστορικόν διδακτικόν εύληπτον τοις πάσι.» (Δ.Τ.)
Οι φωτογραφίες είναι από εδώ:
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BB%CF%80_%CE%91%CF%81%CF%83%CE%BB%CE%AC%CE%BD
2 Σχόλια