Ελληνική βιομηχανική παραγωγή: μπορεί να υπάρξει στις μέρες μας;
Του Βαγγέλη Πισσία*
Ένα κεντρικό σχεδόν υπαρξιακό ερώτημα πλανάται ειδικά τα τελευταία μνημονιακά χρόνια πάνω από τη χώρα. Μπορεί τελικά να υπάρξει βιομηχανική παραγωγή στην Ελλάδα με τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί:
– Χωρίς την έλευση μεγάλων ξένων επενδύσεων;
– Χωρίς εγχώρια ιδιωτικά κεφάλαια, χωρίς τραπεζικό χρήμα;
– Με το Χρέος να λειτουργεί ως δαμόκλειος σπάθη και την εξυπηρέτησή του να απομειώνει τα περιθώρια συσσώρευσης-επένδυσης;
– Χωρίς δημόσιες επενδύσεις σε γενεσιουργούς βιομηχανικούς κλάδους ή σε στρατηγικού αναπτυξιακού χαρακτήρα προγράμματα που είναι απαραίτητα για τα να τεθεί η βιομηχανική παραγωγή σε κίνηση;
– Με αυξανόμενα τα εμπόδια που τίθενται από το κράτος στην υλοποίηση μιας βιομηχανικής επένδυσης και με την διαφθορά του ιστού της δημόσιας διοίκησης;
– Με την τόσο υψηλή φορολογία και με ασφαλιστικές εισφορές που επιβαρύνουν το εργασιακό κόστος, ενώ παράλληλα μειώνουν τον πραγματικό μισθό;
– Με ιδιαίτερα ακριβή την τιμή του βιομηχανικού ρεύματος;
Κι ενόσω, στον παγκόσμιο χώρο:
– Η χρηματο-οικονομική σφαίρα ενδυναμώνεται διαρκώς έναντι της πραγματικής-παραγωγικής οικονομικής σφαίρας;
– Η αποβιομηχάνιση των άλλοτε βιομηχανικά αναπτυγμένων χωρών συνεχίζεται και, αντίθετα, συντελείται η εκβιομηχάνιση των αναδυόμενων χωρών;
– Η γεωπολιτική αστάθεια, η όξυνση των αντιθέσεων και οι συγκρούσεις εντείνονται;
– Η μέχρι πρόσφατα προελαύνουσα παγκοσμιοποιητική διαδικασία αμφισβητείται, από κοινωνικές δυνάμεις που (καλώς, αντίθετα με τα πιο πάνω) προσβλέπουν σε μια επαναφορά των εθνικών κρατών στο πεδίο του γενικού συσχετισμού ισχύος;
Καθώς τα προαναφερθέντα εν πολλοίς ισχύουν, τα ερωτήματα για την ελληνική βιομηχανία θα έπρεπε να συγκεκριμενοποιηθούν ως εξής:
1. Μπορεί να αρθρωθεί η Ελλάδα στον διεθνή καταμερισμό εργασίας, με όρους παραγωγικής δυναμικής και με ειδικά πλεονεκτήματα ανταγωνιστικότητας; Λαμβάνοντας υπόψη τις πραγματικές παρούσες συνθήκες ανελέητου διεθνούς ανταγωνισμού, ένθεν κακείθεν, με χώρες φτηνού εργατικού δυναμικού, αφενός και, αφετέρου, με χώρες ισχυρής βιομηχανικής βάσης σε τομείς παραγωγής μέσων παραγωγής και σε κλάδους υψηλής τεχνολογικής πυκνότητας;
2. Μπορεί να υπάρξει ελληνική βιομηχανία χωρίς βιομηχανικό σχεδιασμό και ικανή χρηματοδότηση της Έρευνας/Ανάπτυξης, χωρίς καινοτομικές εφαρμογές στο εσωτερικό της διαδικασίας παραγωγής του προϊόντος, χωρίς θεσμικό-λειτουργικό πλαίσιο υποστήριξης και ολοκλήρωσης του προϊόντος, χωρίς προγραμματική σύνδεση της εκπαίδευσης με την παραγωγή, χωρίς διατήρηση και ανάπτυξη της προϋπάρχουσας τεχνικής παράδοσης και τεχνογνωσίας, χωρίς την επικέντρωση σε προϊόντα και μεθόδους μεγιστοποίησης της εγχώριας προστιθέμενης αξίας, κλπ;
Κάποιοι, οι περισσότεροι, στα συγκεκριμένα αυτά ερωτήματα έχουν την απάντηση –πεποίθησή τους– έτοιμη:
i. «Δεν μας αφήνουν οι ξένοι»,
ii. «δεν επενδύονται στη βιομηχανία τα εγχώρια κεφάλαια αλλά, αυτοί που τα έχουν, επιλέγουν την αποταμίευση εκτός χώρας και τις ευκαιριακές-κερδοσκοπικού χαρακτήρα βραχυπρόθεσμες τοποθετήσεις»,
iii. «η ελευθερία κίνησης (εξόδου από τη χώρα) των κεφαλαίων δεν επιτρέπει την εφαρμογή σχεδίων οικονομικής πολιτικής», κλπ.
Εάν η απάντηση στα δύο τελευταία συγκεκριμένα ερωτήματα (1,2) υπήρξε αρνητική και εάν ισχύουν οι τρεις τελευταίες πεποιθήσεις (i,ii,iii) τότε, ως κύρια οικονομική λύση αναδεικνύεται ο τουρισμός, δηλαδή ήλιος, θάλασσα συν κάτι ακόμη, κάτι σαν «πολιτισμικό προϊόν», που να «πουλάει». Τον τουρισμό άλλωστε, πολλοί τον αποκαλούν «βαριά μας βιομηχανία»… Παράλληλα, πλάι σ’ αυτόν, ελπίζουν να ανθίσει και πάλι το real estate, ο κάθε λογής μεταπρατισμός και αεριτζιδισμός, ο «μπουτικισμός» στον τομέα των υπηρεσιών, κλπ. Δηλαδή Μπαχάμες προς το χειρότερο.
Εάν όμως – ας γίνει μια ευχή – η απάντηση στα δύο τελευταία ερωτήματα υπήρξε καταφατική, τότε, για να γίνει αποδεκτή μια τέτοια ριζικά ανατρεπτική προοπτική, είναι απαραίτητη μια ισχυρή εθνική, πολιτική, κοινωνική, ηθική και περιβαλλοντική συνθήκη.
Σχετικά με την οιονεί συζήτηση:
Ισχυρίζονται, οι πρώην και προπαντός οι νυν κυβερνώντες, ότι το πρόβλημα της κρίσης συνδέεται με την ύπαρξη του χρέους και με την εξ αυτού απορρέουσα πολιτική της λιτότητας. Υποκλινόμενοι στη λογική της απλής και μονοσήμαντης αιτιότητας, με ελλείπουσα τη διάσταση του χρόνου, θεωρούν προϋπόθεση για την υπέρβαση της κρίσης την εξαφάνιση των δύο προαναφερόμενων αιτίων. Αλλοίμονο…
Ισχυρίζονται επίσης, τον μόλις τελευταίο καιρό, εκείνοι που κυβέρνησαν αντιπολιτευόμενοι, εαυτούς και αλλήλους, έως που αποχώρησαν (ΛΑΕ, ΠΛΕΥΣΗ), πως πρώτα και πάνω απ’ όλα, η νομισματική πίστη στο ευρώ προκαλεί την έλλειψη ρευστότητας και με την ίδια ακριβώς απλή αιτιοκρατική λογική των κυβερνώντων, θεωρούν αναγκαία την εδώ και τώρα έξοδο από το ευρώ και την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα. Στην προ ολίγων ημερών εκδήλωση του ΕΔΕΚΟΠ ρητά υπογραμμίστηκε η προτεραιότητα της νομισματικής ανατροπής έναντι της μέλλουσας να ακολουθήσει παραγωγικής ανασυγκρότησης.
Σχετικά με την οιωνεί σιωπή:
Ούτε μια πρωτόλεια έστω εργασία-πρόταση-σχεδίασμα για τη βιομηχανική παραγωγή, ως περιεχόμενο, ως μορφή, ως διαδικασία, ως στρατηγική, ως οικονομική πολιτική, και ως πολιτική πρακτική.
Σύνοψη και θέση:
Το χρέος, η λιτότητα, ο έλεγχος της χρηματο-οικονομικής ροής, το νόμισμα και τα περισσότερα από όσα προαναφέρθηκαν αποτελούν, – αναμφίβολα, καίρια προβλήματα που σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, με μικρότερο ή μεγαλύτερο κοινωνικό-πολιτικό κόστος θα πρέπει να αντιμετωπιστούν. Όμως, αυτά τα αντιμετωπίζεις με τρόπο που να υπηρετήσουν τις ανάγκες της παραγωγικής βάσης και υπερδομής και δεν αποφασίζεις γι’ αυτά εάν δεν έχεις επεξεργαστεί το παραγωγικό σχέδιο που θέλεις να υλοποιήσεις. Δεν βάζεις δηλαδή το κάρο μπροστά από τα άλογα και δεν προχωράς στα τυφλά.
Η ενδογενής παραγωγική ανασυγκρότηση-ανάπτυξη είναι η μοναδική πραγματική, ριζική λύση, όπως υποστηρίζει δημόσια τα τελευταία πέντε χρόνια η πρωτοβουλία που δημιούργησε το Ινστιτούτο Ενδογενούς Παραγωγικής Ανασυγκρότησης (ΙΝΕΠΑ).
Το ουσιώδες είναι η κατανόηση των μυστηρίων της βιομηχανικής και κάθε άλλης παραγωγικής δραστηριότητας. Ο σκοπός είναι η αποδέσμευση από τις απλοϊκές αιτιοκρατικές λογικές που προαναφέρθηκαν και η ανάδειξη της ενδογενούς παραγωγικής ανασυγκρότησης ως κινητήρα της κοινωνικο-οικονομικής και πολιτικής διαδικασίας που θα βάλει τη χώρα σε τροχιά πραγματικής ανάπτυξης.
- O Βαγγέλης Πισσίας είναι Δρ. Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, μεταφοράς τεχνολογίας.
Tι είναι το ΙΝΕΠΑ
Το ΙΝΕΠΑ, Ινστιτούτο για την Ενδογενή Παραγωγική Ανασυγκρότηση, κλείνει έναν περίπου χρόνο λειτουργίας. Ιδρύθηκε με πρωτοβουλία ανθρώπων της οικονομικής επιστήμης, της τεχνικής και της παραγωγής με στόχο την ανάδειξη και ανάπτυξη των υπαρκτών, ωστόσο υποτιμημένων, δυνατοτήτων της ελληνικής οικονομίας.
Το ΙΝ.Ε.Π.Α. με οικονομικό-κοινωνικό πρότυπο την ενδογενή ανάπτυξη, επιθυμεί να συμβάλει στην δημιουργία ενός Εθνικού Στρατηγικού Παραγωγικού Οράματος.
Στα πλαίσια της δραστηριότητας του το ΙΝΕΠΑ διοργανώνει εκδήλωση σε δύο μέρη, για την Ιστορία της Ελληνικής Βιομηχανίας.
Σκοπός της συζήτησης είναι η κατανόηση της ταυτότητας του ελληνικού βιομηχανικού εγχειρήματος. Ευχή η εξαγωγή συμπερασμάτων που θα συνεισφέρουν στη συγκρότηση προτάσεων για το παρόν και το μέλλον της παραγωγικής βάσης της χώρας μας συνεισφέροντας στην αναζήτηση ενός προτύπου ενδογενούς ανάπτυξης για τη χάραξη μιας εθνικής παραγωγικής στρατηγικής.