«Το πρόσωπο του τέρατος κι όταν αρχίζει να του μοιάζουμε»
Του Μάνου Χατζηδάκι
[…] Επαναφέρω βέβαια στη μνήμη ένα από τα σχόλια που είχα κάνει στο πάλαι ποτέ Τρίτο και που έλεγα συγκεκριμένα πως, «σαν αρχίσει το πρόσωπο του Τέρατος να μη μας τρομάζει, πάει να πει πως αρχίζουμε να του μοιάζουμε». Κι αυτή ήταν η ιδέα που μου ξανάρθε τυραννικά στο νου σαν είδα την παθητικότητα της κοινής γνώμης σ’ όσα αηδιαστικά συμβαίνουν γύρω μας και μες στη χώρα μας τον τελευταίο τούτο καιρό.
Γιατί δεν είναι δυνατόν ο υπόκοσμος και τα κοινωνικά αποβράσματα με τις φυλλάδες τους να επιδιώκουν με θρασύτητα να καθορίσουν το επίπεδο νοημοσύνης του ελληνικού λαού και τον Βαθμό αξιοπρέπειας των επωνύμων και μη πολιτών της χώρας αυτής.
Μα πρώτ’ απ’ όλα, οφείλουν να σκεφθούν σοβαρά οι κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι, τόσο της Φιλελεύθερης Δημοκρατικής παράταξης όσο και της Σοσιαλιστικής αντίστοιχης, που κυβερνάει σήμερα τη χώρα, ότι χρειάζεται επειγόντως ν’ απαγκιστρωθούν από την οποιαδήποτε σκοπιμότητα του εναγκαλισμού τους με τα τρωκτικά αυτά και να σταματήσουν την οποιαδήποτε στήριξη που τυχόν τους παρέχουν , αν τους παρέχουν. Μια πραγματικά υγιής κοινωνία απορρίπτει «μετά βδελυγμίας» τις αμφισβητήσιμες «εθνικές» υπηρεσίες τοιούτων δούλων. Διότι τοιούτοι δούλοι., ανεξάρτητα από το προσωπείο που κατά καιρούς φορούν — βασιλόφρον ή σοσιαλίζον, δεν έχει σημασία—, επιδιώκουν με κάθε μέσον και με κάθε καθεστώς να. επιβιώσουν αυτοί και τα αντιανθρώπινα συμφέροντα τους σε βάρος της πολιτείας και της ψυχικής υγείας ολοκλήρου του έθνους.
Όμως εκτός από τα κόμματα και τους εκπροσώπους των, είναι και τα μέλη της κοινωνίας που οφείλουν ν’ αντιδράσουν, οι Πολίτες. Η οποιαδήποτε παθητική τους στάση είναι σαν συμπαράσταση στις ανενδοίαστες ενέργειες και πράξεις αυτών των εγκαθέτων, με τις φασιστικές και εγκληματικές επιδιώξεις τους. Δεν μπορεί να ισχύει «τι με νοιάζει εμένα» και να δημιουργείται έτσι ένας άρρωστος εθισμός μπροστά στις οργανωμένες θρασύτατες και προκλητικές τους πράξεις. Και βέβαια σας νοιάζει.
[…]Διαφορετικά, όλοι οδηγούμεθα στην απομάκρυνση και στην παθητική τοποθέτηση μας απέναντι στη χώρα και στο προβλήματα της. Οδηγούμεθα στο να γίνουμε ξένοι. Και τότε, «συνηθίζοντας στη θέα του τέρατος», αναγκαστικά θ’ αφήσουμε τα τέρατα να μας κατασπαράξουν. Πρώτα εμάς που για διάφορους λόγους βρισκόμαστε στην πρώτη σειρά κι ύστερα σας, όλους σας. Όσοι από σας δε γεννηθήκατε με χαμηλή νοημοσύνη κι έτσι δεν προορίζεσθε να κατασκευασθείτε «αγανακτισμένοι πολίτες» — όργανα σκοτεινών επιδιώξεων. Κι αλίμονο αν ο φόβος των αντιποίνων απ’ αυτούς τους γκακστερίσκους μας οδηγήσει στην παθητική κι αδιαμαρτύρητη ανοχή τους. Πολύ σύντομα, έτσι καθώς θα ‘μαστε βαθιά άρρωστοι, δεν θα μας ξαφνιάσει η οποιαδήποτε δικτατορική προβολή κι επιβολή τους. Είτε αυτών των ίδιων, είτε των όπισθεν ευρισκομένων αφεντικών τους.
Είναι εμπαιγμός να θεωρείται «φασιστική» η δίκαιη απαίτηση μου να κλείσουν δια παντός τα βρωμερά γραφεία τους και οι δηλητηριασμένες ρυπαρές φυλλάδες τους. Και να παραμένει ανεξέλεγκτη η χωρίς προσχήματα φασιστική τους παρουσία, κι από το κράτος κι από τα όργανα του κι από τη Δικαιοσύνη. Αντιδράστε όσο είναι καιρός. Απαιτήστε να φιμωθούν και να πάψουν να εκμεταλλεύονται τις πόρτες και τα παράθυρα της Δημοκρατίας αυτά τα σκοτεινής καταγωγής υποκείμενα του φασισμού. Κι όσο για μένα, από νέος είχα επιλέξει αυτούς που μ’ ενδιέφερε η κρίση τους, ευνοϊκή ή απορριπτική, ώστε σήμερα να ‘χω τη δύναμη να περιφρονώ το χυδαιολόγιο απ’ τον υπόκοσμο κι απ’ τα ανυπόληπτα άτομα. Ομολογώ πως τότε θα ντρεπόμουνα πολύ σα βγαίναν οι βρωμερές φυλλάδες τους να με παινέψουν. Μα κάποια ντροπή νομίζω πως πρέπει να μένει σ’ όσους διαβάζουν τις βρωμιές αναρτημένες στα περίπτερα δίχως ν’ αγανακτούνε έμπρακτα. Κι όχι για να υπερασπισθούν εμένα — σας ορκίζομαι, δεν το ‘χω ανάγκη. Αλλά έτσι, για να υπερασπισθούνε στοιχειωδώς την έννοια της ανθρώπινης ευπρέπειας κι αξιοπρέπειας.
Μάνος Χατζιδάκις, Ο καθρέπτης και το μαχαίρι, εκδ. Ίκαρος, 1995