Τι σημαίνει: γρέκι
«Γένηκε γυαλί το γρέκι»
Γράφει ο Δημήτρης Τζήκας
γρέκι ή αγρέκι λέγεται το κρυσφήγετο άγριου ζώου, λημέρι, σπηλιά, καταφύγιο, πρόχειρο περίφραγμα· κατοικία. Ο Αραβαντινός αναφέρει το γρέκι ως κοίτη του λαγωού. Ετυμολογικά προέρχεται μάλλον από το τούρκικο eğrek, που σημαίνει αυλάκι.Βρίσκουμε τη λέξη και σ’ ένα ωραίο, παλιό σαρακατσάνικο τραγούδι:
Το πως αποκοιμήθηκα τρεις χρόνους σ’ ένα γρέκι,
κι όντα ξυπνώ ο έρημος νε πρόβατα νε γίδια,
παίρνω νερό και νίβομαι μαντήλι και σφουγγιώμαι
και παίρνω δίπλα τα βουνά δίπλα τα κορφοβούνια.
Στον στίχο «νε πρόβατα νε γίδια», το «νε» έχει αρνητική σημασία και σημαίνει ούτε. Στην ορεινή Μακεδονία λέγονται ακόμη οι φράσεις «νε ντροπή, νε μισό», για ξεδιάντροπο άνθρωπο και «νε στον ήλιο νε στον ίσκιο», για τους αναποφάσιστους, κι όσους αντιμετωπίζουν διλήμματα.
Pingback: Τι σημαίν&e...