Βάλσαμο και τρεμεντίνα: Το ψήφισμα περί “αυτοχθόνων” και “ετεροχθόνων” (1844)
Γράφει ο Δημήτρης Τζήκας

Στο Α’ Προσωρινό Πολίτευμα της Ελλάδος που θα ψηφίσει η Α’ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου (1922) ορίζεται ότι ”όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικράτειας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, εισίν Έλληνες και απολαμβάνουσιν άνευ τινός διαφοράς όλων των πολιτικών δικαιωμάτων”. Σε άλλο άρθρο, αναφέρεται ότι ”όσοι έξωθεν ελθόντες κατοικήσωσιν ή παροικήσωσιν εις την Επικράτειαν της Ελλάδος, εισίν όμοιοι με τους αυτόχθονος κατοίκους ενώπιον των Νόμων”.
Κατά τη Β’ Εθνοσυνέλευση του Άστρους, θα επικρατήσει η ίδια αντίληψη, όπως και στην Γ’ και τελευταία Εθνοσυνέλευση, στις αποφάσεις της οποίας αναφέρεται ότι ”οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του Νόμου και συνεισφέρουν αδιακρίτως εις τα δημόσια βάρη, αναλόγως της περιουσίας των, μόνοι δεν οι πολίται Έλληνες είναι δεκτοί εις όλα τα δημόσια επαγγέλματα. Πολίται είναι όσοι απέκτησαν ή αποκτήσωσι τα χαρακτηριστικά του πολίτου κατά τους νόμους του Κράτους.(1) Την ανισότητα ανάμεσα σε αυτόχθονες και ετερόχθονες, μετά από αντιδράσεις, θα εισάγει το Β’ Ψήφισμα της Εθνοσυνέλευσης το οποίο θα έχει την ίδια τυπική ισχύ με το Σύνταγμα.
Οι Έλληνες, λοιπόν, σύμφωνα με τα πρώτα αυτά συνταγματικά κείμενα, ορίζονται με βάση το “αν πιστεύουσι εις Χριστόν”, διευκρινίζεται, ωστόσο, ότι το νέο κράτος θα είναι ανεκτικό απέναντι σε άλλες θρησκείες. Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο ορισμός αυτός αποκλείει και ενσωματώνει ταυτόχρονα: σκοπίμως δεν διευκρινίζεται σε ποιον ακριβώς ‘Χριστόν’ θα έπρεπε να πιστεύουν, επομένως δεκτός θα μπορούσε να γίνει και ένας καθολικός ή προτεστάντης. Δεν τίθεται ως κριτήριο ούτε η γλώσσα ούτε η καταγωγή, καθώς αυτό θα απέκλειε αυτομάτως ένα μέρος του πληθυσμού που αποτελούνταν από Αρβανίτες, Τούρκους, Σλάβους, Πομάκους, Γύφτους κλπ.
”Ακίνητα κτήματα στην Επικράτεια”

Στο σύνταγμα του Άστρους ορίζεται σαφώς ότι κάποιος αλλοεθνής μπορεί να πολιτογραφηθεί Έλληνας, εάν αποκτήση μέσα σε πέντε χρόνια κτήματα σπίτια ή άλλα ακίνητα στην Ελλάδα. Αυτοί βεβαίως που είχαν την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσουν ακίνητη περιουσία στην επικράτεια δεν ήταν οι εξαθλιωμένοι ”αλύτρωτοι αδελφοί” των υπόδουλων περιοχών, ούτε όσοι πολέμησαν για την ανεξαρτησία της πατρίδας, αλλά οποιοσδήποτε μπορούσε να φέρει κεφάλαια στη χώρα, ανεξαρτήτως εθνικότητας και καταγωγής, αρκεί να δήλωνε προθύμως “εις Χριστόν πιστεύων” και να “επένδυε” στην Ελλάδα, την οποία κάποιοι αντιλαμβανόταν ως οικόπεδο για πούλημα. Από τότε.
Οι Χριστιανοί Άγγλοι και άλλοι πολλοί, πλούσιοι αρκετοί από το εμπόριο, θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν αυτή τη ρύθμιση, ωστόσο το γενικότερο περιβάλλον και η απουσία κράτους δικαίου έκανε ενδεχομένως ριψοκίνδυνη μια τέτοια επένδυση. Από την άλλη, οι “ετερόχθονες” Έλληνες της διασποράς που επένδυσαν ώστε να πολιτογραφηθούν ήταν κατά τεκμήριο πιο έμπειροι και μορφωμένοι και ήταν επόμενο να καταλαμβάνουν τις σημαντικότερες και ενδεχομένως πιο προσοδοφόρες θέσεις του κρατικού διοικητικού μηχανισμού.
Ο σάραξ της διαιρέσεως
Γράφει σχετικά ο Νεοκλής Καζάζης:
«Αλλά είνε αξία ιδιαιτέρας αναγραφής και μνείας η περίφημος αύτη Εθνοσυνέλευσις της Τρίτης Σεπτεμβρίου [αναφέρεται στην Επανάσταση της 3 Σε π. 1843] και δι’ άλλο αυτής κατόρθωμα, ή μάλλον πραξικόπημα κατά της εθνικής ενότητος του ελληνικού γένους. Τις αγνοεί ότι το νέον ελληνικόν κράτος ιδρύθη διά ποταμών αιμάτων των πανελλήνων, διά των θυσιών πάντων των τμημάτων της ελληνικής πατρίδος;
Η Πελοπόννησος, η Στερεά Ελλάς, η Ήπειρος, η Θεσσαλία, η Μακεδονία, η Θράκη, η ελληνική Μικρασία μεθ’ απασών των ελληνίδων νήσων προσήνεγχον τον λίθον αυτών προς οικοδομήν του μεγάρου της ελληνικής πολιτείας. Εν αυτή τη Εθνοσυνελεύσει παρήδρευον αντιπρόσωποι πάντων τούτων των τμημάτων του τε ελευθέρου και του αλυτρώτου Ελληνισμού. Και εν τούτοις, κατ’ αποφράδα τινά ημέραν [11 Ιαν. 1844], συνεζητείτο εν τη Εθνοσυνελεύσει ταύτη ανόσιος και μιαρά πρότασις, η του χωρισμού των Ελλήνων εις αυτόχθονας και ετερόχθονας, και εξεδίδετο αμέσως το διαβόητον ψήφισμα, δι’ ου κατετέμνετο ηθικώς και πνευματικός ο Ελληνισμός. Ο σάραξ της διαιρέσεως εισήρχετο εις τον οργανισμόν της ελληνικής φυλής. Πλείστοι των Ελλήνων κατέλειπον το ελεύθερον έδαφος της διά του αίματος αυτών ελευθερωθείσης πατρίδος.» [2]
Δημιουργείται έκτοτε μια σύγκρουση συμφερόντων ανάμεσα σε αυτόχθονες και ετερόχθονες, η οποία ουσιαστικά έχει ως επίδικο το κράτος και τους μηχανισμούς του και βεβαίως τη διαχείριση των δανείων και των (πενιχρών ακόμα) δημοσίων εσόδων. Οι αυτόχθονες αξίωναν να εκδιωχθούν όλοι οι ετερόχθονες από τα δημόσια αξιώματα, τουλάχιστον για ολίγα χρόνια, ώσπου να βάλουν οι πολιτικοί απόγονοι του κλεφταρματολισμού και οι παλιοί ιδιοκτήτες γης “βάλσαμο στις πληγές τους”.
Διανομή των λαφύρων
Γνωρίζουμε ότι τα περίφημα δάνεια του Αγώνα πυροδότησαν αιματηρότατες εμφύλιες συγκρούσεις που συνεχίστηκαν στον ένα ή τον άλλο βαθμό για πολλά χρόνια. Η θεωρία του αυτοχθονισμού έφερε ψυχρότητα και αδιαφορία μεταξύ ομοφύλων:
«Παρατηρητέον εν τούτοις, ότι η θεωρία αύτη του αυτοχθονισμού, ακρίτως ριφθείσα εν τοις κόλποις της Συνελεύσεως εκείνης, υπέστηρίχθη μετά ζήλου υπό της εξωτερικής εκείνης πολιτικής, ήτις από της τετάρτης ήδη δεκαετηρίδος του δεκάτου ενάτου αιώνος ήρξατο υπονομεύουσα τα θεμέλια του ελληνικού έθνους. Ο σκοπός επετεύχθη, επήλθεν η ψυχρότης, η αδιαφορία μεταξύ των ομοφύλων, ων ουκ ολίγοι προσήλθαν εις συνεργασίαν μετά λαών αλλοφύλων, καταστάντες επί τέλους εχθροί αμείλικτοι, αποστάται της ιδίας πατρίδος.»
Αν είναι να μείνωμε ΗΜΕΙΣ νηστικοί
Τον Ιανουάριο του 1844 η Βουλή απέρριψε το αίτημα της Λακωνίας να απολαμβάνει πλήρη φορολογική ασυδοσία. Σύμφωνα με το αιτιολογικό, η επαρχία είχε καθιερώσει αυτό το προνομιακό καθεστώς με ειδικό διάταγμα από το Σουλτάνο. Η συζήτηση γρήγορα φτάνει στο ψητό, δηλαδή στον κρατικό κορβανά και το μοίρασμα του. Μια μειοψηφία της Βουλής, με επικεφαλής τον Μακρυγιάννη και τον Παλαμήδη αξιώνει να μην κατέχουν Υπουργήματα και δημόσιες θέσεις οι ετερόχθονες. Λέει ο Παλαμήδης στην αγόρευσή του:
«Ημείς δεν στερούμε τους ετερόχθονας παρά την ενέργειαν της εξουσίας…. Ας επιχειρήσωσι ιδιωτικά έργα, ας καλλιεργήσωσι γαίας, ας μετέλθωσι εμπόριον και βιομηχανίας, εις τα Υπουργήματα όμως δεν τους δεχόμεθα… Ας τραβηχθοον δι’ όλίγα χρόνια να κανονίσωμεν ημείς μόνοι την υπηρεσίαν μας. Πρόκειται ΝΑ ΡΙΨΩΜΕΝ ΒΑΛΣΑΜΟΝ εις τας πληγάς μας και όχι τρεμεντίνα (σ.σ.=Η ρητίνη των κωνοφόρων δέντρων, το ρετσίνι).»[1] Ο έντιμος και ταλαιπωρημένος Μακρυγιάννης εμπλέκεται στην υπόθεση και το διατυπώνει αλλιώς:
«Αν είναι να μείνωμε ΗΜΕΙΣ νηστικοί, ας πάη στο διάβολο η ελευθερία. Έφαγαν αυτοί, ας φάμε και ΕΜΕΙΣ τώρα».
Ο πολύς λαός, ο βραχίονας της Επανάστασης, αν και έδειξε παροιμιώδη ηρωισμό και καρτερία, στάθηκε ουσιαστικά αμέτοχος στις συζητήσεις και τις διεργασίες ενώ ούτε ο (ευήθης ή βλάξ) Όθωνας είχε τέτοιες ανησυχίες. Το πραξικόπημα το έκαναν συγκεκριμένες ομάδες που διαμορφώθηκαν πριν και κατά τη διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα:
«Εις τίνα ν’ αποδοθή το πραξικόπημα τούτο κατά της ελληνικής ενότητας, το προκληθέν διά τον ψηφίσματος των αυτοχθόνων και ετεροχθόνων; Εις τον βασιλέα Όθωνα; Όχι. Εκείνος ήτο καθ’ όλον τον χρόνον της βασιλείας τον ο πανελληνικώτατος των Ελλήνων, μεγαλοϊόδεάτης υπό πάσαν έποψιν ψυχή τε και σώματι. Εις τον ελληνικόν λαόν; Ο ατυχής λαός, εξ ονόματος τον οποίον τοσαύτα ετελέσθησαν εγκλήματα κατά το χρονικόν τούτο από της ιδρύσεως τον ελληνικού κράτους διάστημα, υπήρξεν όλως ξένος και αμέτοχος προς τας συζητήσεις της Εθνοσυνελεύσεως, ήτις κατά τύπους μόνον τον εξεπροσώπει.»
Την πρωτοβουλία για τη σύγκρουση δεν την είχε λοιπόν ο λαός, ο οποίος, απηυδισμένος από το δεκαετή εμφύλιο και την ιδιοτέλεια των περισσότερων ηγετών του, το μόνο που ζητούσε ήταν να εργαστεί με ασφάλεια στον τόπο του, αλλά οι ολιγαρχικές εκείνες μερίδες που ήθελαν να διαιωνίσουν την κυριαρχία τους και να κλέβουν, ανοιχτά σχεδόν, το δημόσιο ταμείο:
“Η ολιγαρχία, εν τη διανομή των λαφύρων της εξουσίας, είνε η προκαλέσασα την καταχθόνιον και αντεθνικήν συζήτησιν. «Η ζήτησις μεγάλη, προσφορά ελαχίστη. Έπρεπε να καταστώσιν εκποδών απαιτηταί τίνες•” (2)
Τα χρήματα στη ρημαγμένη χώρα δεν έφταναν για όλους, και εγένετο η εφεύρεσις αύτη. Οι Έλληνες διηρέθησαν εις αυτόχθονας και ετερόχθονας!». Έναν αιώνα περίπου αργότερα, οι Έλληνες θα διαιρεθούν ξανά σε μιάσματα και εθνικόφρονες, για να ροκανίσουν ορισμένοι τα λεφτά του σχεδίου Μάρσαλ.
Πηγές και παραπομπές
1) Τα αποσπάσματα είναι από: Γεράσιμος Κακλαμάνης, Η Ελλάς ως κράτος δικαίου, Εκδόσεις του εικοστού πρώτου, Αθήνα, 1990.
2)Νεοκλής Καζάζης, Ο Κοινοβουλευτισμός εν Ελλάδι (Πολιτική Ψυχολογία), Αθήνα 1910, σσ. 14-15.