Σάββατο είναι, μη Φοβάσαι…
Επεισόδιο 3: Παρακαλώ Γυναίκες Μην Κλαίτε (Μικρή ιστορία Διαπραγμάτευσης).
Γράφει ο Φώτης Μπατσίλας

Δυοίν θάτερον, έτσι μας είπαν: ή με μνημόνιο και ευρώ ή χωρίς μνημόνιο και δραχμή! Και φυσικά, με ό,τι αυτά συνεπάγονταν ή συνδέονταν. Σαμαράς, Βενιζέλος, Κουβέλης, Άδωνις κ.λπ. απ’ τη μια, Τσίπρας, Λαφαζάνης και… Καμένος απ’ την άλλη. Εμείς όμως θέλαμε κάτι άλλο, τον τρίτο δρόμο (α, ρε Αντρέα, τι μας έκανες…): χωρίς μνημόνιο αλλά με ευρώ! Κι επειδή αυτό ακριβώς πρέσβευε ανοιχτά, ρητά και κατηγορηματικά ένα κόμμα που διόλου δεν άρεσε στα άλλα, τα παλιά τα κόμματα, αλλ’ ούτε και στους Ευρωπαίους συνεταίρους τους (κι εταίρους της Χώρας), και, λόγω τούτου, υπήρχε μεγάλος, τεράστιος κίνδυνος να ψηφίσουμε αυτό ακριβώς το κόμμα και να χάσουν την κουτάλα τα παλιά κόμματα, το δίλημμα έγινε πιο εκβιαστικό αλλά και πιο δελεαστικό: ή διαπραγμάτευση του μνημονίου και ευρώ, ή καταγγελία του μνημονίου και δραχμή! Μάλιστα, χρησιμοποιήθηκαν ωραίες, εμπνευσμένες εκφράσεις, διατυπωμένες από χείλη… αριστερά, δημοκρατικώς αριστερά (κι όχι… μη δημοκρατικώς, όπως η «υπόλοιπη» Αριστερά…), με κορυφαία όλων την «σταδιακή απαγκίστρωση»! Λίγο μετά, βέβαια, η εν λόγω φράση εξετράπη σε «σταδιακή αποδέσμευση» (για να μην θίγονται και οι «αγκιστρωμένοι» μελλοντικοί συνέταιροι), αλλ’ αυτό δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Σημασία έχει ότι το δίλημμα ετέθη και ο στόχος επετεύχθη: τα τρία κόμματα της Διαπραγμάτευσης έλαβαν αθροιστικώς το 50% περίπου των ψήφων του Λαού και, φυσιολογικώς, ετίμησαν την εντολή που έλαβαν και σχημάτισαν κυβέρνηση συνασπισμού. Όμως, πριν αλέκτωρ λαλήσαι τρις, ήτοι πριν καλά-καλά παραιτηθεί ο τρίτος υπουργός της σχηματισθείσης κυβέρνησης (νέο ελληνικό ρεκόρ αυτό), ο αντικαταστάτης του δεύτερου παραιτημένου υπουργού, ο πολύς κ. Ιωάννης Στουρνάρας φρόντισε ευθύς εξ αρχής να μας καταστήσει σαφές ότι δεν πρόκειται να διαπραγματευθεί το μνημόνιο! Λίγο-πολύ το περιμέναμε (κι ας μας έλεγαν κακοήθεις όλους όσοι δηλώναμε έως και σίγουροι…), η κυνικότητα όμως της εν τη Εσπερία δηλώσεως του εν λόγω (οικονομικώς) «σοφού» ανδρός και η σιγή ιχθύς των ηγετών του κυβερνητικού συνασπισμού, όσο να ’ναι, μας εξέπληξε και μας ξένισε κάπως. Όσον αφορά δε το ερώτημα, μα, καλά, πώς είναι δυνατόν ένας διαπρεπής οικονομολόγος να αποδέχεται τον διορισμό του ως Υπουργό Οικονομικών μιας κυβέρνησης που ψηφίστηκε ακριβώς για να διαπραγματευθεί το μνημόνιο, ενώ ο ίδιος δεν θέλει να το πράξει κι είναι αναφανδόν υπέρ της μη διαπραγμάτευσης, ως μικροπολιτικό, δεν ανήκει στην θεματική ύλη της στήλης και δεν θα απαντηθεί. Άλλωστε, τα θέματα της ηθικής (έστω και εάν στην Πολιτική η ηθική είναι απλώς… σχήμα οξύμωρο), όλοι το λένε, είναι καθαρώς προσωπική υπόθεση, κι όσο κι αν η στήλη πιστεύει το αντίθετο, ο κ. Ιωάννης Στουρνάρας δεν δείχνει να έχει το παραμικρό ηθικό πρόβλημα – έως και στον Σόιμπλε χαμογέλασε!- οπότε η όποια κουβέντα καθίσταται άνευ σημασίας. Μολοντούτο, η στήλη δεν μπορεί να μην υποκύψει στον πειρασμό και να μην υποδείξει στον κ. Ιωάννη Στουρνάρα και στους πολιτικούς προϊσταμένους του (ακόμα και σ’ αυτόν που, δυστυχώς, δείχνει να άφησε τον στόχο της σταδιακής απαγκίστρωσης από το μνημόνιο και, ως φαίνεται, θα επιδοθεί σ’ αυτόν της σταδιακής απαγκίστρωσης από την… κυβέρνηση!) ότι εάν ήθελαν να τηρήσουν ένα minimum τουλάχιστον των προεκλογικών δεσμεύσεών τους σχετικά με την έρμη τη Διαπραγμάτευση, θα έπρεπε να αρθρώσουν, έστω μια φορά, σοβαρά και σθεναρά, όπως το έκαναν προεκλογικά (και δη σχεδόν σε κάθε πρότασή τους!) την ίδια τη λέξη: Διαπραγμάτευση!

Και φυσικά, η «υπόδειξη» από μέρους της στήλης περιλαμβάνει και ένα «υπόδειγμα» διαπραγμάτευσης, υπόδειγμα εξαιρετικό κι αποτελεσματικό, δοκιμασμένο και… καθαγιασμένο, Θεόσταλτο, Θεοδοθέν και Θεόφαντο! Για όσους δεν κατάλαβαν, ομιλώ για την περίφημη Διαπραγμάτευση του Μοναστηριού, υπέροχη ιστορία διαπραγμάτευσης, μια μνημειώδη στιγμή που έλαβε χώρα περί το 1992 και στην οποία ο ξακουστός Θεοδόσης (πολύτιμος βοηθός, συνεργάτης, συμπαραστάτης, συνδαιτυμόνας, συμπότης και συμπαίκτης, στο μπιλιάρδο – και άλλα «συν», τόσα ων ουκ έστιν αριθμός, πλην του «συνασπιστής»- του μεγάλου, παμμέγιστου δηλαδή, αγιογράφου, αστρονόμου και φιλοσόφου, του δασκάλου του, Θεοφάνη), ενεργώντας κατ’ εντολήν, επ’ ονόματι και δια λογαριασμόν του μέντορά του, διεξήγε στο προαύλιο ενός μοναστηριού της ορεινής Αρκαδίας, σκληρότατη διαπραγμάτευση μετά της Επιτροπής του ναού, για θέμα αμιγώς οικονομικό (σαν αυτά που χειρίζεται και δεν διαπραγματεύεται ο κ. Ιωάννης Στουρνάρας). Ο Θεοφάνης κι ο Θεοδόσης, αντί να διαμείνουν σε ξενοδοχείο, ως όριζε η σύμβαση, κατασκήνωσαν στο προαύλιο του μοναστηριού! Το ερώτημα που άμεσα ετέθη ήταν: δικαιούνται τα λεφτά του ξενοδοχείου; Προ της ενάρξεως της αφήγησης των γεγονότων καθ’ αυτών, να σημειώσω ότι ο Θεοδόσης κατήλθε στο στίβο της διαπραγματεύσεως μόνος, ενώ η Επιτροπή ήταν τετραμελής. Επίσης, ότι ο Θεοδόσης κατελήφθη εξ απήνης, ενδεδυμένος ολόσωμη γαλάζια φόρμα και γκρίζο υποκάμισο, ενώ τα μέλη της Επιτροπής φορούσαν άπαντα κοστούμια και γραβάτες, πράγμα που, είναι σαφές, ενίσχυε την διαπραγματευτική τους θέση. Τέλος, ο Θεοδόσης, άνθρωπος ταγμένος στα Θεία, ήταν πρωτάρης σ’ αυτά, ενώ η Επιτροπή ήταν σαφώς και αρκούντως έμπειρη σε σχετικές δοκιμασίες. Να σημειώσω ακόμη ότι προ του αγώνα της διαπραγμάτευσης είχε υπογραφεί πολυσέλιδη σύμβαση, η ερμηνεία της οποίας αποτέλεσε και το αντικείμενο της ομολογουμένως συναρπαστικής διαπραγμάτευσης. Τέλος, οφείλω να αναφέρω ότι η λυδία λίθος των επιχειρημάτων της κάθε πλευράς, κριτής σοβαρός και αδέκαστος, ήταν ένα γηραλέο ζευγάρι που καθόταν σ’ έναν παλιομοδίτικο καναπέ δίπλα ακριβώς στην είσοδο του ναού, το οποίο μόλις είχε προσκυνήσει και το οποίο, άρτι φωτισθέν άνωθεν, απεφαίνετο επί ενός εκάστου των εκατέρωθεν επιχειρημάτων. Αλλά ας σκύψουμε εγγύτερα στη διαδικασία παραθέτοντας τη σκηνή και τις στιχομυθίες επ’ ακριβώς:

Η κάμερα τραβάει τους 4 Επιτρόπους από πίσω και τον Θεοδόση από μπροστά. Ο διάλογος των δύο μερών άρχεται ομαλώς:
ΕΠΙΤΡΟΠΗ: Εγκατασταθήκατε πολύ ωραία…
ΘΕΟΔΟΣΗΣ: Βέβαια, διότι πρέπει να καλύψουμε ανάγκες…
Ε.: Τι ανάγκες είναι;
Θ.: Θα μας πληρώσετε το ξενοδοχείο στο χέρι.
Ε.: Αχά… δεν υπάρχει τέτοιος όρος στο συμβόλαιο…
Θ.: Σελίς οκτώ: η Επιτροπή αναλαμβάνει την στέγασιν αυτών εις ξενοδοχείον, εντός παρενθέσεως άλφα κατηγορία, και την πλήρην και άνευ περιορισμού διατροφήν των!
(μικρή… μουρμουροσύσκεψη μεταξύ των μελών της Επιτροπής)
Ε.: Εις ξενοδοχείον! Αφού μένετε εδώ, δεν υποχρεούμεθα!
Θ.: Γιατί δεν υποχρεούσθε;
Ε.: Διότι εδώ είναι ύπαιθρος. Εμείς πληρώνουμε ξενοδοχείο, δεν πληρώνουμε και τα βάζουμε στην τσέπη μας…
Θ.: Δε μου λες: Μου δίνεις λεφτά για ταξί, εγώ πάω με τα πόδια. Δικαιούμαι τα λεφτά;
(αλλαγή πλάνου: το ζευγάρι στο παγκάκι. Ο άντρας κοστουμαρισμένος με μπλε κοστούμι και μπορντώ γραβάτα, μαλλί μαύρο, βαμμένο, χτενισμένο προς τα πίσω, η γυναίκα πιο γηραλέα, μαύρη φούστα και γκρίζα ζακέτα στην πλάτη. Ομιλεί ο άντρας.)
ΑΝΤΡΑΣ: Άμα πάει με τα πόδια, τα δικαιούται!
Ε.: Σας δίνω λεφτά ν’ ανάψετε κερί. Δικαιούστε τα λεφτά;
Α.: Δεν τα δικαιούται!
Θ.: Μου δίνεις λεφτά για να πάω διακοπές, παραδείγματος χάριν. Εγώ κάθομαι στο σπίτι μου. Δικαιούμαι τα λεφτά;
Α.: (αφού συμβουλεύεται με το βλέμμα τη σύντροφό του) Τα δικαιούται!
Ε.: Σας δίνω λεφτά για να βοηθήσετε χήρας και ορφανά. Δικαιούσθε τα λεφτά;
Α.: Δεν τα δικαιούται!
Θ.: Μου δίνεις λεφτά για να πληρώσω δικηγόρο. Εγώ απολογούμαι μόνος μου. Δικαιούμαι τα λεφτά;

Όλοι τώρα έχουν στρέψει το βλέμμα τους στο ζευγάρι και κρέμονται απ’ τα χείλη του ανδρός. «Τα δικαιούται!», λέει η γριά, «δεν τα δικαιούται», απαντάει ο γέρος, «τα δικαιούται!», επιμένει με σθένος η γριά… Η διαπραγμάτευση σε αδιέξοδο, η ίδια η Δικαιοσύνη σε αδιέξοδο. Το πλάνο αλλάζει και, ω του θαύματος!, σε ένα τραπέζι όλοι μαζί, Θεοδόσης, Επιτροπή, Κριτές, «εις υγείαν Θεοφάνους και Θεοδοσίου», ο αγών έλαβε τέλος, η διαπραγμάτευση έφερε αποτελέσματα! Έτσι οι δύο καλλιτέχνες, ο άγιος Θεοφάνης και ο βοηθός αυτού Θεοδόσης, σχεδόν ισάξιος του δασκάλου του, αν όχι ανώτερος (η μετριοφροσύνη τοιούτου ανδρός αποτελεί τροχοπέδη στην επί του θέματος απόφανση), μπορούν να συνεχίσουν απρόσκοπτοι το θεάρεστο έργο τους, αυτό που ανέλαβαν τη συνδρομή κάποιου «αόρατου» κυρίου Χαραλαμπόπουλου, την αποκατάσταση των αγιογραφιών του ναού, υπηρετώντας ταυτόχρονα και την Επιστήμη, διότι η διαμονή στο ύπαιθρο εξυπηρετεί πλήρως και τη συνέχιση των αστρονομικών μελετών τους!

Αυτούσια την ανωτέρω σκηνή αλλά και άλλα στιγμιότυπα της πολυτάραχης ζωής των Θεοφάνη και Θεοδόση μπορείτε να δείτε στην εξαιρετική ταινία των Σταύρου Τσιώλη και Χρήστου Βακαλόπουλου υπό τον εξόχως παραπλανητικό (παρα-πλανητικό, δηλαδή) τίτλο «Παρακαλώ, γυναίκες, μην κλαίτε…», η οποία έλαβε τα βραβεία καλύτερης σκηνοθεσίας και καλύτερου σεναρίου (όχι όμως και της καλύτερης ταινίας!!!) στο φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1992, και στην οποία τους πρωταγωνιστικούς ρόλους των αγιογράφων Θεοφάνη και Θεοδόση κράτησαν, αντίστοιχα, ο εκ Τριπόλεως έμπορος Δημήτριος Βλάχος και ο εκ Μακεδονίας (Καβάλας) ορμώμενος αρχιτέκτων, Χειμερινός Κολυμβητής και ηθοποιός Αργύρης Μπακιρτζής.
Δεν γνωρίζω τίποτα για τα κινηματογραφικά γούστα (και τις εν γένει πολιτιστικές διαθέσεις) του κ. Ιωάννη Στουρνάρα, αλλ’ αν κρίνω μόνον εκ της όψεώς του (ναι, είμαι και φυσιογνωμιστής…), δεν νομίζω να γνωρίζει ούτε τον Σταύρο Τσιώλη (τον Σάκη, τώρα που κάνει καριέρα προπονητού, ίσως…) ούτε τον Χρήστο Βακαλόπουλο (όταν ο Χρήστος έκανε εκπομπές, έγραφε βιβλία, σενάρια και κριτικές, και κινηματογραφούσε, εκείνος πιθανώς, να σπούδαζε ώστε να υπηρετήσει, όπως τώρα, την Πατρίδα…). Είμαι όμως σίγουρος πως, ακόμα ο ίδιος κ. Ιωάννης Στουρνάρας, σκληρός, άτεγκτος κι αποστειρωμένος, μνημονιακός, κάποια στιγμή στη ζωή σου θα έχει μια φωνή να του ψυθιρίζει «Σάββατο είναι, μη φοβάσαι…», κι έτσι, με οδηγό κι υπόδειγμα την παραπάνω σκηνή, θα έπαιρνε αμέσως το αεροπλάνο και θα πήγαινε να βρει τους… άλλους Επιτρόπους (!), να διαπραγματευτεί μαζί τους για τον καθημερινό βίο των Ελλήνων, το χαμόγελο και την αξιοπρέπειά τους. Αλλά για να συμβεί αυτό σε τέτοιους ανθρώπους πρέπει να έχουν δει την παραπάνω σκηνή, να ξέρουν τον Βακαλόπουλο και τον Τσιώλη, διότι τότε και μόνον τότε μπορούν να ακούσουν τον πιο πάνω ψύθιρο και να υπακούσουν σ’ αυτόν. Αλλά ξεχνώ: αν συνέβαιναν όλ’ αυτά, ο κ. Ιωάννης Στουρνάρας δεν θα ήταν, δεν θα μπορούσε να είναι υπουργός οικονομικών αυτής της κυβέρνησης…

Εν κατακλείδι: σου δίνω λεφτά να με γλυκάνεις ειδικώς, να μου αγοράσεις μαλλί της γριάς. Εσύ μου αγοράζεις μια καραμέλα. Δικαιούσαι τα λεφτά; Ή, πιο απροκάλυπτα: σου δίνω ψήφο να διαπραγματευτείς. Εσύ δεν διαπραγματεύεσαι. Δικαιούσαι την κυβέρνηση;
(τέλος 3ου επεισοδίου)
Το κείμενο δημοσιεύτηκε το καλοκαίρι του 2012 στον Ερανιστή