Η Έξοδος του Μεσολογγίου (1826) και οι συνέπειες
Γράφει ο Κότσης Παναγιώτης
Α. Πολιορκία και Έξοδος
Στις 15 Απριλίου 1825, ξεκίνησε η δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου. Μπροστά στο Μεσολόγγι στρατοπέδευσαν περίπου 30.000 Οθωμανοί οπλίτες, με αρχηγό τον Ρεσίτ πασά, γνωστό και ως Κιουταχή. Στον αντίποδα, μέσα στην πόλη βρίσκονταν 4000 άνδρες, από τους οποίους πολλοί ήταν σε προχωρημένη ηλικία. Πολλές πληροφορίες για την εποχή μας παρέχει η εφημερίδα «Ελληνικά Χρονικά», την οποία εξέδιδε στην πόλη ο Ελβετός φιλέλληνας Johan Mayer, ήδη από την αυγή του 1824. Όμως, τον Φεβρουάριο του 1826, μία εχθρική βόμβα χτύπησε το μέρος, όπου εκδιδόταν η εφημερίδα[1].

Πριν αρχίσει η πολιορκία, ο Κιουταχής είχε προτείνει να παραδοθεί η πόλη μέσω διαπραγματεύσεων. Όμως, οι Μεσολογγίτες απέρριψαν τις προτάσεις. Σύντομα ξεκίνησε ο αποκλεισμός και από την θάλασσα. Ωστόσο, τον Ιούλιο του 1825, ο Μιαούλης με τον Σαχτούρη κατάφεραν να σπάσουν τον αποκλεισμό και, το ηθικό των πολιορκημένων ανυψώνεται[2]. Μάλιστα, ο ελληνικός στόλος καταδίωξε τον αντίστοιχο οθωμανικό ως τα μανιάτικα παράλια. Μετά από μερικές εβδομάδες, στις 7 Αυγούστου, εισέρχονται στην πόλη σώματα Σουλιωτών, υπό την ηγεσία του Κίτσου Ταζβέλλα. Κατά την περίοδο αυτή, και οι δύο πλευρές είχαν απώλειες. Ο Κιουταχής, σε περίπτωση αποτυχίας της πολιορκίας της πόλης, θα τιμωρείτο με αποκεφαλισμό από τον σουλτάνο.
Η κατάσταση άλλαξε όταν στο λυκόφως του 1825 έφτασε ο Ιμπραήμ πασάς, με πάνω από 15.000 μάχιμους Αιγυπτίους. Ο Χοσρέφ πασά επανέλαβε τον ναυτικό αποκλεισμό του, αλλά ο Μιαούλης πέτυχε πάλι να σπάσει τον αποκλεισμό[3]. Η πίεση εντάθηκε όταν ο ελληνικός στόλος αποχώρησε και, η πόλη υπέστη συστηματικό κανονιοβολισμό από τις δυνάμεις του Ιμπραήμ.
Τον Φεβρουάριο του 1826, οι Οθωμανοί καταλαμβάνουν τον οικισμό Βασιλάδι, του οποίου οι κάτοικοι κατέφυγαν στο Μεσολόγγι. Ύστερα από αποτυχίες των Οθωμανών κατά της όμορης περιοχής της Κλεισόβας, οι πολιορκηθέντες επιχείρησαν να εξαντλήσουν τους πολιορκουμένους με αποκοπή κάθε δυνατότητας ανεφοδιασμού. Μέσα στην πόλη, οι πολιορκηθέντες ζούσαν σε άσχημη κατάσταση. Αναλυτικότερα, η πόλη χτυπήθηκε από λιμό και, παράλληλα, εμφανίστηκαν αρρώστιες. Κατά συνέπεια, οι πολιορκηθέντες έβλεπαν ως λύση την έξοδο.
Συγκεκριμένα, οι πολιορκημένοι αποφάσισαν να επιχειρήσουν έξοδο τη νύχτα της 10ης προς 11ης Απριλίου, η οποία συνέπιπτε με την Κυριακή των Βαΐων. Ακόμη, ειδοποίησαν τους Έλληνες της Δερβέκιστας να προσπαθήσουν να φέρουν αντιπερισπασμό στους Τούρκους. Την επόμενη ημέρα, καταρτίστηκε το σχέδιο της Εξόδου. Πιο αναλυτικά, οι πολιορκημένοι χωρίστηκαν σε τρία σώματα[4]. Αρχηγοί των σωμάτων ορίστηκαν οι Νότης Μπότσαρης, Δημήτριος Μακρής και Κίτσος Τζαβέλας. Η έξοδος θα πραγματοποιείτο μέσω τριών διόδων. Επίσης, την ώρα της εξόδου, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης θα χτυπούσε τα νώτα των Τουρκοαιγυπτίων. Όμως, δεν κατάφερε να πραγματοποιήσει την υπόσχεσή του.
Ωστόσο, ο Ιμπραήμ ενημερώθηκε για τις κινήσεις των πολιορκημένων από Βούλγαρο αυτόμολο[5]. Μόλις ενημερώθηκε, απέκλεισε τις διαδρομές διαφυγής. Έτσι, όταν νύχτωσε, οι πολιορκηθέντες επιχείρησαν να βγουν χωρίς το φως της σελήνης. Όμως, η σελήνη βγήκε και, οι Τουρκοαιγύπτιοι άρχισαν να κτυπούν τους Μεσολογγίτες με καταιγισμό πυρών, προξενώντας τους μεγάλες απώλειες[6]. Από την πλευρά τους, οι Μεσολογγίτες περίμεναν επί ματαίω τον αντιπερισπασμό Ελλήνων από όμορες περιοχές. Τελικά, αποφάσισαν να αντισταθούν. Με τις κραυγές «Α!Α! Επάνω τους» οι άνδρες των ελληνικών σωμάτων όρμησαν με τα σπαθιά τους, αλλά η μάχη ήταν άνιση.
Μετά από τις εξελίξεις αυτές, μόνο το πρώτο σώμα κατάφερε να βγει και να τραπεί σε φυγή με κατεύθυνση προς την Άμφισσα. Αντίθετα, τα άλλα δύο σώματα συνάντησαν σθεναρή αντίσταση και επιδόθησαν σε σκληρές μάχες με τους Τουρκοαιγυπτίους και το αλβανικό σώμα του Κιουταχή. Οι εχθροί προήλασαν και, έφτασαν μέχρι το διοικητήριο. Στο κτίριο αυτό, ο γηραιός πρόκριτος του Μεσολογγίου, Χρίστος Καψάλης, έδειξε μεγάλο δυναμισμό, ανατινάζοντας την πυριτιδαποθήκη. Ανάλογη αυτοθυσία υπήρξε και από το μέρος του επισκόπου Ρωγών, Ιωσήφ, ο οποίος υπήρξε ο εκκλησιαστικός ηγέτης της πόλης. Σαφέστερα, ο Ιωσήφ, για να μην πέσει στα χέρια των Οθωμανών, άναψε πιθάρι με πυρίτιδα και, επιχείρησε να αυτοπυρποληθεί μέσα σε αυτό. Όμως, δεν τα κατάφερε και, πέθανε από βασανιστήρια στα χέρια των Οθωμανών.
Σε γενικές γραμμές, οι Έλληνες αντιμετώπιζαν με γενναιότητα τον εχθρό. Στο έργο ενός αγωνιστή, ο οποίος έζησε την Έξοδο, διαβάζουμε: «Καίτοι το φοβερόν δρέπανον του θανάτου εθέριζεν αδιακρίτως και αφειδώς τα μέλη της φρουράς, διετήρησεν απαραμείωτον την θαυμασίαν γενναιότητα και το θάρρος αυτής και μετά λυσσώδη και απελπιστικήν πάλην, η οποία εγένετο στήθος προς στήθος και βήμα προς βήμα, και αφού έπεσαν εκεί θύματα εις τον βωμόν της φιλτάτης πατρίδος υπέρ τους 500, έφθασαν τέλος οι διασωθέντες με τα ξίφη εις χείρας εις την κορυφή του όρους»[7].
Στην Έξοδο πήραν μέρος 3000 στρατιωτικοί. Από αυτούς, μόνο 1300 κατάφεραν να φτάσουν στο στρατηγείο του Καραϊσκάκη. Ακόμη, γύρω στα 100 γυναικόπαιδα σώθηκαν και, έφτασαν στο Ναύπλιο. Στον αντίποδα, οι απώλειες των εχθρών ανήλθαν σε 5000. Τέλος, μετά την πτώση του Μεσολογγίου (11 Απριλίου) το μοναδικό σημείο αντίστασης των επαναστατημένων Ελλήνων ήταν η Ακρόπολη των Αθηνών, η οποία πολιορκήθηκε- για δεύτερη φορά- στην διετία 1826-1827[8].
Η θυσία των Μεσολογγιτών προώθησε όσο καμία άλλη νίκη το ελληνικό ζήτημα. Ακριβέστερα, πλημμύρισε τους άλλους Έλληνες και τους Ευρωπαίους με αισθήματα θαυμασμού για τους άνδρες της φρουράς και τον ηρωϊκό πληθυσμό της πόλης[9]. Η ψυχική αντοχή των υπερασπιστών του Μεσολογγίου αποτελεί, αναμφίβολα, ένα μοναδικό παράδειγμα στην παγκόσμια ιστορία. Είναι γνωστό ότι, λόγω των γεγονότων του Μεσολογγίου, ο Σολωμός συνέθεσε το αριστούργημά του, «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι»[10]. Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός ότι ο φιλέλληνας ζωγράφος, Eugene- Ferdinand Delacroix, συνέθεσε τον περίφημο πίνακά του, υπό τον τίτλο «Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου».

Β. Διπλωματικές ζυμώσεις
Κατά την άνοιξη του 1826, μία πραγματική διπλωματική στροφή συντελέστηκε για το ελληνικό ζήτημα. Πιο αναλυτικά, τον Απρίλιο της χρονιάς εκείνης, ο Βρετανός δούκας του Wellington συνεχάρη τον νέο τσάρο της Ρωσίας, Νικόλαο Α΄, για την ανάρρησή του στον θρόνο[11]. Η άνοδος του Νικολάου οδήγησε στην υπογραφή μυστικού πρωτοκόλλου στην Πετρούπολη, στις 4 Απριλίου 1826.
Το περιεχόμενο του πρωτοκόλλου ανέφερε ότι θα δημιουργείτο ένα αυτόνομο ελληνικό κράτος, το οποίο, ωστόσο, θα ήταν φόρου υποτελές στο σουλτάνο[12]. Ακόμη, γινόταν λόγος για μελλοντική εξαγορά των οθωμανικών κτημάτων, ώστε να αποχωρήσουν οι Τούρκοι από την Ελλάδα. Επίσης, με το πρωτόκολλο συμφωνούνταν ο καθορισμός των ορίων του ελληνικού κράτους, αλλά να μην επιζητηθεί από καμία από τις δύο δυνάμεις η ιδιαίτερη πολιτική ή οικονομική επιρροή στην νέα χώρα[13]. Το πρωτόκολλο προέβλεπε ότι, σε περίπτωση, κατά την οποία οι Έλληνες επαναστάτες και η Οθωμανική Αυτοκρατορία αρνούνταν να δεχτούν τους όρους του, η Αγγλία και η Ρωσία θα ενεργούσαν με κάθε τρόπο για την τήρηση των συμφωνηθέντων. Πιο αναλυτικά, η Ρωσία, η οποία είχε βγει κερδισμένη από την υπογραφή του πρωτοκόλλου, είχε την δυνατότητα να κηρύξει τον πόλεμο στην Υψηλή Πύλη, χωρίς να χάσει το πρωτόκολλο την ισχύ του. Σύντομα, το πρωτόκολλο αυτό κοινοποιήθηκε στις Μ. Δυνάμεις της Ευρώπης. Όμως, παρά την συναίνεση της Μ. Βρετανίας, η Αυστρία αρνήθηκε να συμπράξει κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας[14]. Ανάλογη στάση, τήρησε και η Πρωσία. Ολοκληρώνοντας, η Γαλλία κλήθηκε να προσχωρήσει στο πρωτόκολλο της Πετρούπολης και, πρότεινε την υπογραφή μίας συνθήκης μεταξύ των τριών δυνάμεων.
Με την συναίνεση της Μ. Βρετανίας, η Ρωσία ήταν σε θέση να πιέσει την Πύλη, ώστε να ικανοποιηθούν τα αιτήματά της. Καρπός των ρωσοτουρκικών διαπραγματεύσεων ήταν η συνθήκη του Άκκερμαν, στις 7 Οκτωβρίου 1826. Με την συνθήκη αυτή, ο σουλτάνος αναγνώρισε στην Ρωσία το δικαίωμα της προστασίας της Μολδαβίας, της Βλαχίας και της Σερβίας[15]. Αν και η σύμβαση δεν αναφερόταν στο ελληνικό ζήτημα, η σύναψή της επέδρασε σημαντικά στην λύση του, διότι κατέδειξε την αποφασιστικότητα της Ρωσίας να επιβάλλει τους όρους της στην Υψηλή Πύλη, αγνοώντας τις επιθυμίες των άλλων δυνάμεων στην Ευρώπη. Εν τέλει, όλες οι προαναφερθείσες διπλωματικές ζυμώσεις οδήγησαν στην συνθήκη του Λονδίνου της 6ης Ιουλίου 1827, η οποία υπεγράφη μεταξύ της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Βακαλόπουλου, Α. (1978) «Τα πολεμικά γεγονότα κατά το 1826» στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ΄, σελ. 407-433.
Βακαλόπουλου, Α. (1988) Νέα ελληνική ιστορία 1204-1985, Θεσσαλονίκη: Βάνιας
Βακαλόπουλου, Κ. (2004) Ιστορία της Ελλάδος. Επίτομη- Συνθετική (1204-2000) Θεσσαλονίκη: Σταμούλης
Βερέμη, Θ. & Κολλιόπουλου, Ι.Σ. (2006) Ελλάς, η σύγχρονη συνέχεια, Αθήνα: Καστανιώτης.
Ευαγγελίδη, Τ. (1959) «Έκτον έτος της Επαναστάσεως» στην Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τ. Ι΄, σελ. 569-571.
Κουμαριανού, Α. (1978) «Ο Τύπος» στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ΄, σελ. 582-586
Λάσκαρι, Μ.Θ. (1978) Το ανατολικόν ζήτημα 1800-1923, τ. Α΄
Μίχου, Α. Απομνημονεύματα της δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου 1825-1826, Αθήναι.
Σταμέλου, Δ. (2003) Ανδρέας Μιαούλης, Αθήνα: Εστία
Συντακτική ομάδα «Μεσολόγγι» στην εγκυκλοπαίδεια Νέα Δομή, τ. 22, σελ. 49-53.
Τσιγκάκου, Φ.-Μ. (2002) Η Αθήνα μέσα από τα μάτια των ζωγράφων- περιηγητών (16ος– 19ος αιώνας), Αθήνα: Οίστρος
Vitti, M. (1980) Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Αθήνα: Οδυσσέας
Woodhouse, C.M. (1996) Η ιστορία ενός λαού: Οι Έλληνες από το 324 ως σήμερα, Γέρακας Αττικής: Τουρίκη
Φωτογραφικό υλικό
Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου.
Painted by: Delacroix
[1]) Βλ και Κουμαριανού, Α. (1978) «Ο Τύπος» στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ΄, σελ. 584.
[2]) Βλ και Σταμέλου, Δ. (2003) Ανδρέας Μιαούλης, Αθήνα: Εστία
[3]) Βλ και λήμμα σύνταξης «Μεσολόγγι» στην εγκυκλοπαίδεια Νέα Δομή, τ. 22, σελ. 51.
[4]) Βλ και Βακαλόπουλου, Α. (1978) «Τα πολεμικά γεγονότα κατά το 1826» στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ΄, σελ. 412.
[5]) Βλ και Ευαγγελίδη, Τ. (1959) «Έκτον έτος της Επαναστάσεως» στην Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τ. Ι΄, σελ. 570.
[6]) Βλ και Βακαλόπουλου, Α. (1978) «Τα πολεμικά γεγονότα κατά το 1826» στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ΄, σελ. 413.
[7]) Βλ και Μίχου, Α. Απομνημονεύματα της δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου 1825-1826, Αθήναι.
[8]) Βλ και Τσιγκάκου, Φ.-Μ. (2002) Η Αθήνα μέσα από τα μάτια των ζωγράφων- περιηγητών (16ος– 19ος αιώνας), Αθήνα: Οίστρος.
[9]) Βλ και Βακαλόπουλου, Α. (1988) Νέα ελληνική ιστορία 1204-1985, Θεσσαλονίκη: Βάνιας
[10]) Βλ και Vitti, M. (1980) Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Αθήνα: Οδυσσέας
[11]) Βλ και Βακαλόπουλου, Κ. (2004) Ιστορία της Ελλάδος. Επίτομη- Συνθετική (1204-2000) Θεσσαλονίκη: Σταμούλης
[12]) Βλ και Βερέμη, Θ. & Κολλιόπουλου, Ι.Σ. (2006) Ελλάς, η σύγχρονη συνέχεια, Αθήνα: Καστανιώτης.
[13]) Βλ και Λάσκαρι, Μ.Θ. (1978) Το ανατολικόν ζήτημα 1800-1923, τ. Α΄, σελ. 62.
[14]) Βλ και Βακαλόπουλου, Κ. (2004) Ιστορία της Ελλάδος. Επίτομη- Συνθετική (1204-2000) Θεσσαλονίκη: Σταμούλης
[15]) Βλ και Woodhouse, C.M. (1996) Η ιστορία ενός λαού: Οι Έλληνες από το 324 ως σήμερα, Γέρακας Αττικής: Τουρίκη