Παν. Κονδύλης: Η μαζική δημοκρατία, η σπάνη των αγαθών και ο ηδονισμός
Κείμενο: Παναγιώτης Κονδύλης
Το κεντρικό γνώρισμα της μαζικής δημοκρατίας, που την ξεχωρίζει από όλους τους προγενέστερους κοινωνικούς σχηματισμούς και την κάνει ένα ιστορικό novum, είναι η υπέρβαση της σπάνης των αγαθών.
Μπορεί να υπάρξει μαζική κοινωνία, όμως δεν μπορεί να υπάρξει μαζική δημοκρατία δυτικού τύπου, όταν λείπει εκείνη η περίσσεια υλικών αγαθών, η όποια έχει ως συνέπεια τη σχεδόν αυτόματη σύνδεση της έννοιας του πολίτη (ως citoyen) με την έννοια του καταναλωτή. Βέβαια δεν πρόκειται για σύνδεση τυπικονομική ή συνταγματική, αλλά για κάτι πολύ βαθύτερο: μια κοινωνία, η όποια ξεπερνά τη σπάνη των αγαθών και θέτει στη διάθεση των μελών της καταναλωτικά αγαθά σε όλο και μεγαλύτερες ποσότητες, αναγκαστικά δομείται ως μαζική δημοκρατία. Γιατί τόσο η οργάνωση της εργασίας, η οποία είναι απαραίτητη για την υπέρβαση της σπάνης των αγαθών, όσο και οι κοινωνικές συνέπειες της υπέρβασης τούτης γεννούν από τους κόλπους τους τη μαζική δημοκρατία, παράγοντας και εδραιώνοντας ορισμένες ιδεολογικές και ψυχολογικές στάσεις καθώς και τις αντίστοιχες θεσμικές και προσωπικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Υπέρβαση της σπάνης των αγαθών σημαίνει πρώτα-πρώτα ότι όλο και λιγότεροι άνθρωποι είναι υποχρεωμένοι να παράγουν οι ίδιοι την τροφή τους και την ενδυμασία τους ή ότι όλο και λιγότεροι άνθρωποι μπορούν να παράγουν την τροφή και την ενδυμασία των άλλων όλο και περισσότεροι άνθρωποι παράγουν επομένως πράγματα που δεν χρησιμεύουν για τις στοιχειώδεις ανάγκες της επιβίωσης, οπότε δημιουργούνται υλικές ανάγκες που ξεπερνούν κατά πολύ τίς στοιχειώδεις ανάγκες της επιβίωσης και μπορούν να ικανοποιηθούν με πολλούς τρόπους ταυτόχρονα, δηλαδή με την προσφορά πολλών παρόμοιων προϊόντων. Έτσι, για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία ξεπεράσθηκε μια κατάσταση, η οποία ήταν καθοριστική για τη διαμόρφωση της κοινωνικής ζωής και των ηθικών αντιλήψεων: η σπάνη των αγαθών.
Το πόσο βαθειά υπήρξε η ρήξη με το ιστορικό παρελθόν μάς το δείχνει μια αλλαγή, οι πολύπλοκες συνέπειες της οποίας θα μας απασχολήσουν διεξοδικά σ’ αυτό και στα ακόλουθα μέρη τούτης της εργασίας. Πριν από την άνοδο της μαζικής δημοκρατίας, το γεγονός της σπάνης των αγαθών εκφραζόταν ιδεατά σε ηθικές αντιλήψεις, οι όποιες στηρίζονταν σε έννοιες όπως άσκηση, αποχή, αυτοπειθαρχία κτλ. και επιδίωκαν να επηρεάσουν τη συμπεριφορά των μελών των διαφορετικότερων κοινωνιών, έτσι ώστε να μην ανακύπτουν απαιτήσεις και προσδοκίες ικανές να ανατρέψουν τις υφιστάμενες δομές και ιεραρχίες, δηλαδή τις ισχύουσες αποφάσεις σχετικά με την κατανομή των περιορισμένων αγαθών. Όπως είναι αυτονόητο, η ηθική αυτή, την οποία θα ονομάσουμε ασκητική ακολουθώντας μια μακρά παράδοση, δεν επέτασσε απλώς τη νηστεία, δηλαδή δεν αναφερόταν μονάχα, ούτε πάντοτε αναφερόταν άμεσα, στη σπάνη των αγαθών (άλλωστε η σπάνη αυτή θεωρούνταν φυσική και ως τέτοια δεν αποτελούσε θέμα), παρά προεκτεινόταν και κρυσταλλωνόταν σε αρχές όπως η υπεροχή των πνευματικών αγαθών απέναντι στα υλικά και ο αναγκαστικά χαλιναγωγός ρόλος του Λόγου εν όψει της αχαλινωσίας των ψυχορμήτων. Μέσα σε τούτο το παλιό και δοκιμασμένο εννοιολογικό πλαίσιο γίνονταν βέβαια μετατοπίσεις, η σπουδαιότερη από τις οποίες συντελέσθηκε όταν οι Νέοι Χρόνοι αποκατέστησαν σε όλες του τις διαστάσεις τον αισθητό κόσμο ενάντια στον χριστιανικό ασκητισμό. Ωστόσο η βασική ιδέα δεν απεμπολήθηκε — και η αστική σύνθεση την κράτησε εφ’ όσον μάλιστα συμβιβαζόταν θαυμάσια με τις ανάγκες της συσσωρευτικής φάσης του πρώιμου καπιταλισμού. Απεναντίας, η μαζική δημοκρατία, της οποίας η οικονομία δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα δίχως τη μαζική κατανάλωση και της οποίας η κοινωνία επίσης δεν μπορεί να λειτουργήσει να τα μέλη της δεν κατανοήσουν αντίστοιχα τον εαυτό τους, χρειάζεται ως κατευθυντήριες γραμμές της κοινωνικής δράσης ηδονιστικές στάσεις και ιδεολογίες. Ο ηδονισμός εδώ, όπως και η άσκηση στους προγενέστερους κοινωνικούς σχηματισμούς, δεν πρέπει να κατανοηθεί με τη στενή έννοια του όρου. Ως αντίμαχη έννοια μιας άσκησης νοούμενης πολυδιάστατα, ο ηδονισμός προεκτείνεται κι αυτός για να κρυσταλλωθεί σε αρχές, οι όποιες δεν νομιμοποιούν απλά και άμεσα την υλική κατανάλωση, παρά επί πλέον αντιτίθενται σε ανθρωπολογικές και κανονιστικές αντιλήψεις συνδεδεμένες με την ασκητική ηθική. Έτσι στη θέση της βασικής αρετής της αυτοϋπέρβασης μπαίνει η αυτοεκδίπλωση ή αυτοπραγμάτωση, ενώ συνάμα εγκαταλείπεται η δυαρχική ανθρωπολογία του Λόγου και προβάλλεται το δικαίωμα των ψυχορμήτων του ενιαίου ανθρώπου να βρούνε ικανοποίηση· επίσης ο πλουραλισμός των αξιών αντικαθιστά την προηγούμενη προσήλωση σε μια και μόνη δεσμευτική ιεραρχία αξιών θεμελιωμένη σε ορισμένες υπέρτατες άξιες, ενώ οι θεωρίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα κτλ. ερμηνεύονται σύμφωνα με δημοκρατικές-εξισωτικές ιδέες και με το ιδεώδες της αυτοπραγμάτωσης. Ωστόσο αυτές οι προεκτάσεις του ηδονισμού, μέσα στις όποιες συχνά δεν διακρίνεται πια ο ηδονιστικός πυρήνας, μπορούν σχεδόν πάντοτε να μεταφρασθούν σε μια γλώσσα που κάνει πρόδηλα τα άμεσα ενδιαφέροντα της μαζικά καταναλωτικής μαζικής δημοκρατίας. Η θέση λ.χ., ότι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια ή αυτοπραγμάτωση δεν μπορεί να ακεραιωθεί υπό συνθήκες υλικής στέρησης, δεν ήταν διόλου αυτονόητη πάνω στη βάση χριστιανικών-ασκητικών άρχων και ισοδυναμεί in concreto [σ.σ. «στην πράξη», εμπράκτως»] με την αντίληψη ότι το άτομο θα πρέπει να καταναλώνει εμπορεύματα προκειμένου να θεωρηθεί πλήρης άνθρωπος. Το ίδιο υποδηλώνει και η συνύφανση τούτης της θέσης με το δημοκρατικό ιδεώδες της υλικής ισότητας.
Πηγή: Παναγιώτης Κονδύλης. Η παρακμή του αστικού πολιτισμού. Εκδ. Θεμέλιο. Αθήνα, 1991.