«Τι μουλάρια έχασες;»
Γράφει ο Δημήτρης Τζήκας
Η φράση του τίτλου λέγεται και αλλιώς: «Τι μπλάρια (ή γαιδούρια) έχασες;» Και σημαίνει: τι γυρεύεις σ’ έναν τόπο μακρινό ή απίθανο; Για ποιο λόγο τριγυρίζεις τέτοια ώρα, σε τέτοιο μέρος; Έχασες τα μουλάρια σου και τα ψάχνεις; Λέγεται με σκωπτική, φιλική διάθεση, ως αστείο. Ο Νίκος Τσιφόρος στην «Ιστορία της Αγγλίας» γράφει: «Κύριε, του είπανε, θα πάτε στη Βρετανία. Τι να κάνω; Τα γαϊδούρια μου έχασα κει πάνου;» Η έκφραση ακούγεται και σήμερα -στη βόρεια Ελλάδα τουλάχιστον- και είναι μάλλον ομηρική· στην Ιλιάδα (Κ84) Διαβάζουμε: «τίς δ᾽ οὗτος κατὰ νῆας ἀνὰ στρατὸν ἔρχεαι οἶος / νύκτα δι᾽ ὀρφναίην, ὅτε θ᾽ εὕδουσι βροτοὶ ἄλλοι, / ἠέ τιν᾽ οὐρήων διζήμενος, ἤ τιν᾽ ἑταίρων;» Οὐρεύς, -ῆος, ὁ, (Ιων. αντί ὀρεύς) είναι το μουλάρι· στον Ομήρο πάλι «οὖρος» είναι ο φύλακας, ο φρουρός. Οι LIDDEL&SCOTT θεωρούν τη σημασία στους εν λόγω στίχους «αβέβαιη». Ωστόσο οι Καζαντζάκης-Κακριδής μεταφράζουν: «Ποιος είσαι συ που στα καράβια μας και στο στρατό μονάχος / μες στης νυχτιάς το σκότος έρχεσαι, που όλοι οι θνητοί κοιμούνται; / Μουλάρι τάχα για και σύντροφο να βρεις κανένα ψάχνεις;» Με την ίδια σημασία μεταφράζει και ο Αλέξανδρος Πάλλης: «Ποιόος είσαι εσύ που περπατάς στα πλοία ομπρός μονάχος / μέσα στης νύχτας την καρδιά, π’ όλοι οι θνητοί κοιμούνται; / Μην κάνα σύντροφο ζητάς; μην έχασες μουλάρι;»] Ο Ιάκωβος Πολυλάς δίνει τη σημασία «φύλακας»: «Ποιος είσαι / συ που στα πλοί’ ανάμεσα μες στον στρατόν γυρίζεις, / μόνος στο σκότος της νυκτός, οι άλλοι ενώ κοιμώνται; / Μη σύντροφον, μη φύλακα ζητείς;»

Η φράση λέγεται από τον γέρο Νέστορα προς τον Αγαμέμνονα· αυτό έχει τη σημασία του ίσως, αφού μόνον κάποιος με το κύρος του παλαίμαχου θα τολμούσε ν’ αστειευτεί με τον ταραγμένο βασιλιά εκείνες τις κρίσιμες ώρες· οι Τρώες ετοιμάζονται να κάψουν τα πλοία των Αχαιών την αυγή και ο Αχιλλέας είναι ακόμη χολωμένος με τον Αγαμέμνονα, επειδή του έκλεψε την αγαπημένη του Βρισηίδα: «Γιατί χτυπιούνται αλήθεια / οι Τρώες κι οι Αργίτες; γιατί μάζεψε κι έφερε εδώ τ’ ασκέρι / ο γιος του Ατρέα; Για την ωριόμαλλην Ελένη—ή μήπως όχι; / Οι Ατρεΐδες μόνο στις γυναίκες τους απ’ όλους τους ανθρώπους / έχουν αγάπη; Ποιος καλόγνωμος και μυαλωμένος άντρας / δε νιώθει αγάπη και δε γνοιάζεται το ταίρι του; και τούτη / όμοια κι εγώ περίσσια αγάπησα, κι ας ήταν σκλαβοπούλα.»[1]
Ο Δημήτρης Τζήκας είναι δάσκαλος και ιστορικός.
[1] Μετάφραση των Καζαντζάκη-Κακριδή.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ομάδα του facebook Παροιμίες & γνωμικά. Αν θέλετε να γίνετε μέλη της ομάδας, επισκεφτείτε τη διεύθυνση: https://www.facebook.com/groups/2285257741730850/. Περισσότερες παροιμίες, παροιμιώδεις φράσεις και γνωμικά μπορείτε να βρείτε στο αρχείο μας ΕΔΩ.