22 Οκτωβρίου 2019 at 21:47

«Πιο σπουδαίος από άνθρωπο, αλλά όχι ακόμα θεός»: Η λατρεία του αυτοκράτορα στην αρχαία Ρώμη. (Μέρος Α’)

από

«Πιο σπουδαίος από άνθρωπο, αλλά όχι ακόμα θεός»: Η λατρεία του αυτοκράτορα στην αρχαία Ρώμη. (Μέρος Α’)

Της Ιωάννας Μαλλιότα

«Τὶ θεός; τὸ κρατoῦν.

Τὶ βασιλεῦς; ἰσόθεος».

(Απόσπασμα από αιγυπτιακό πάπυρο του 2ου αι. μ.Χ.)

Η αυτοκρατορική λατρεία ως πολιτικό και θρησκευτικό φαινόμενο.

 

Η λατρεία του αυτοκράτορα ήταν κατ’ αρχάς μια πράξη πολιτικής αφοσίωσης, η οποία, ναι μεν έμοιαζε, αλλά δεν ταυτιζόταν με αυτήν προς τις κανονικές θεότητες. Στον αρχαίο κόσμο, η σύλληψη του θείου ήταν αρκετά διαφορετική από τη σημερινή οπτική˙ στις μονοθεϊστικές θρησκείες, ο Θεός είναι απείρως ανώτερος και εντελώς διαφορετικός από τον άνθρωπο και αποτελεί τον μοναδικό εκπρόσωπο ενός άλλου, οντολογικά διαφορετικού “είδους”. Αντιθέτως, στην παγανιστική σκέψη της αρχαίας Ελλάδας και Ρώμης, δεν υπήρχαν τέτοιες απόλυτες διακρίσεις- η διαφορά ανθρώπου και θεού ήταν διαφορά status και όχι είδους και η έννοια του θεϊκού, σχετική και όχι απόλυτη.

Συνολικά, η ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα ήταν πολυθεϊστική˙ οι θεοί δεν ήταν απλά πολλοί, αλλά αναρίθμητοι. Υπήρχε πάντα η δυνατότητα συμπερίληψης κάποιου ακόμα θεού, ο οποίος θα λατρευόταν λόγω της υπέρμετρης δύναμής του και βάσει της οποίας μπορούσε να βοηθήσει ή να βλάψει τους ανθρώπους. Με άλλα λόγια, η θεϊκή κατάσταση καθοριζόταν σε σχέση με την ανθρώπινη˙ ο θεός ήταν θεός εξ αιτίας της απαράμιλλης ικανότητας και δύναμής του, γεγονός που τον τοποθετούσε σε υπερβολικά μεγάλη απόσταση από τους κοινούς θνητούς.

Ο Τιβέριος Σεμπρόνιος Γράκχος (λατινική γλώσσα: TI•SEMPRONIVS•TI•F•P•N•GRACCVS, 163 π.Χ. - 133 π.Χ.) ήταν πραίτορας και ύπατος της Αρχαίας Ρώμης.
Ο Τιβέριος Σεμπρόνιος Γράκχος (λατινική γλώσσα: TI•SEMPRONIVS•TI•F•P•N•GRACCVS, 163 π.Χ. – 133 π.Χ.) ήταν πραίτορας και ύπατος της Αρχαίας Ρώμης.

Παράλληλα, στο ελληνορωμαϊκό θρησκευτικό σύστημα δεν υπήρχε δόγμα. Η βάσης νομιμοποίησης του τελετουργικού ήταν η πλούσια, αρχέγονη παράδοση που το συνόδευε και το συντηρούσε και όχι κάποια θεολογική φιλοσοφία που το δικαιολογούσε. Μείζονος σημασίας ήταν το ίδιο το τελετουργικό, η απόδοση δηλαδή τιμών στο αντικείμενο της λατρείας, εκφραζόμενη πρωτίστως μέσω του θεσμού της θυσίας. Παρόμοιες τιμές προσφέρονταν στην αρχαιότητα και σε εξέχοντες θνητούς, ως οι υψηλότερες τιμές δυνάμενες να αποδοθούν σε θνητό. Και εδώ η διαφορά μεταξύ τιμών ήταν βαθμού και όχι είδους.

Η θεϊκή λατρεία είναι μια ακόμα τιμή και μάλιστα η υπέρτατη τιμή. Το μοτίβο είναι το ίδιο˙ τιμές αντί ευεργεσιών εκ μέρους κάποιου κατώτερου ευεργετούμενου, προς κάποιον ανώτερο και ισχυρό που τον ευεργετεί. Η λατρεία, επομένως και η απόδοση τιμών ταυτίζονταν. Οι θρησκευτικές τιμές ήταν απλώς ανώτερου βαθμού από τις πολιτικές, όμως όχι άλλου είδους. Η απόδοση τιμών συνιστούσε τη λατρεία, η οποία “δημιουργούσε θεούς” με την απόλυτη έννοια, αλλά απέδιδε θεϊκό status στον τιμώμενο, σε σχέση πάντα με τους λατρευτές. Με άλλα λόγια, αυτή είναι η ουσία και το θεωρητικό υπόβαθρο του φαινομένου της αυτοκρατορικής λατρείας: η αναγνώριση, όχι της απόλυτης θειότητας, αλλά της θεϊκής και υπεράνθρωπης κατάστασης.

Ο Ρωμύλος και ο Ρώμος σύμφωνα με τον Στράβωνα στα Γεωγραφικά, ήταν δίδυμα αδέλφια και ήρωες και θεότητες της Ρωμαϊκής μυθολογίας. Αναφέρονται ως οι ιδρυτές και πρώτοι βασιλιάδες της Ρώμης. Η λύκαινα που ταΐζει τα δύο αδέλφια.
Ο Ρωμύλος και ο Ρώμος σύμφωνα με τον Στράβωνα στα Γεωγραφικά, ήταν δίδυμα αδέλφια και ήρωες και θεότητες της Ρωμαϊκής μυθολογίας. Αναφέρονται ως οι ιδρυτές και πρώτοι βασιλιάδες της Ρώμης. Η λύκαινα που ταΐζει τα δύο αδέλφια.

Οι απαρχές του φαινομένου στην αρχαία Ρώμη.

Παραδείγματα μεταθανάτιας αποθέωσης θνητών υπήρχαν ήδη από την περίοδο της Ρεπουμπλικανικής Ρώμης, ωστόσο ήταν λιγότερο έντονα από τα αντίστοιχα της Αυτοκρατορικής περιόδου και εκδηλώνονταν στην ιδιωτική σφαίρα ή με ιδιωτική πρωτοβουλία, χωρίς να είναι επίσημα θεσμοθετημένα. Οι αδελφοί Γράκχοι, για παράδειγμα, αποτέλεσαν αντικείμενο λατρείας μετά τον θάνατό τους, ενώ ο Γάιος Μάριος τιμήθηκε με σπονδές και θυσίες και κατά τη διάρκεια της ζωής του. Επιπλέον, ο Ρωμύλος, ο μυθικός ιδρυτής της πόλης, λατρευόταν ως θεός, έχοντας δικό του ταφικό μνημείο και ναό, ενώ κατά την τελετή του θριάμβου καθ’ οδόν προς το Καπιτώλιο, ο εκάστοτε θριαμβευτής υιοθετούσε την αμφίεση του Καπιτωλίνου Δία. Παράλληλα, ως θεοί λατρεύονταν και οι νεκροί τους, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια μιας επίσημης εορτής που πραγματοποιούνταν το Φεβρουάριο κάθε έτους, όπου το ιερατείο των Ποντιφήκων και πιο συγκεκριμένα ο επικεφαλής τους, είχε την ευθύνη τέλεσης της σχετικής δημόσιας λατρείας. Με το πέρασμα του χρόνου ο Μέγιστος Ποντίφηκας, αναδείχθηκε σε ύψιστο ιερέα όλων των θεών, φέροντας τον τίτλο του πατέρα της οικογενείας, όπου οικογένεια εν προκειμένω ήταν το σύνολο των πολιτών της Ρώμης.

«Ασχολήθηκε έπειτα με τη θρησκεία. Αφού μερικές δημόσιες θυσίες τελέστηκαν από τους ίδιους τους βασιλείς, δημιουργήθηκε ο τίτλος του Βασιλέως των Ιερουργιών, για να αποφευχθεί η νοσταλγία της μοναρχίας. Ετούτος ο ιερεύς ήταν κατώτερος του αρχιερέως, ώστε ο πρόσθετος τίτλος να μην μπορέσει να απειλήσει την ελευθερία, από την οποία γεμάτη τότε ήταν η καρδιά, περισσότερο από καθετί».

-Τίτος Λίβιος, Από την κτίση της πόλης, 2.1

Ο Αινείας φεύγει από τη φλεγόμενη Τροία. Ζωγραφικός πίνακας του Federico Barocci, 1598.
Ο Αινείας φεύγει από τη φλεγόμενη Τροία. Ζωγραφικός πίνακας του Federico Barocci, 1598.

Στην ιδιωτική σφαίρα των Ρωμαίων, εντοπίζεται η λατρεία του Genius και των Lares του οίκου. Ο Genius αντιπροσώπευε την πνευματική και ζωοποιό εκείνη δύναμη που εξασφάλιζε τη συνέχιση του οίκου, ενώ οι συνήθως δύο Lares, τα πνεύματα των θεϊκών προγόνων. Κάθε άνθρωπος όσο ζούσε κατείχε ένα Genius μέσω του οποίου ερχόταν σε επαφή με το θείο, χωρίς η ρωμαϊκή παράδοση να διευκρινίζει αν ο Genius λογιζόταν και ως ένα πνεύμα “φύλακας άγγελος”. Σε κάθε ρωμαϊκό οίκο, οι σκλάβοι, οι απελεύθεροι και οι πελάτες, όφειλαν να θυσιάζουν στον Genius του κυρίου και αρχηγού του οίκου, τον οποίο αναγνώριζαν ως Πατέρα της Οικογενείας. Η λατρεία του Ρωμύλου, του Αινεία, των νεκρών προγόνων και των προγονικών Genius και Lares, συνηγορούν στο συμπέρασμα ότι η μεταθανάτια αποθέωση θνητών ήταν σε μεγάλο βαθμό σύμφωνη ή τουλάχιστον όχι αντίθετη με το θρησκευτικό συναίσθημα των Ρωμαίων.

Οι αποθεωμένοι αυτοκράτορες.

 

Η αυτοκρατορική λατρεία, υπήρξε ένα σύνθετο πολιτικό και θρησκευτικό φαινόμενο κυρίως του 1ου και 2ου αι. μ.Χ., και αποτελούσε ένα μέσο έκφρασης της νομιμοφροσύνης των υπηκόων του Ρωμαϊκού κράτους στον εκάστοτε αυτοκράτορα. Η αποθέωση του Καίσαρα, του Αυγούστου αλλά και κάθε Ρωμαίου αυτοκράτορα μετά το θάνατο του, ήταν αποτέλεσμα σχετικού ψηφίσματος της ρωμαϊκής Συγκλήτου, έπειτα από αντίστοιχο αίτημα του εκάστοτε διαδόχου αυτοκράτορα. Ο πολιτικός χαρακτήρας της πράξης αυτής ήταν εξ αρχής αδιαμφισβήτητος όπως και η σημειολογία της εμφύτευσης και διάδοσης της αυτοκρατορικής λατρείας στη δημόσια και στην ιδιωτική σφαίρα των κατοίκων της ρωμαϊκής επικράτειας. Η λατρεία στο πρόσωπο του αυτοκράτορα αλλά και στα μέλη της οικογένειάς του, δεν ήταν μια ασυνήθιστη πρακτική, ιδιαίτερα δε στις ελληνικές πόλεις της Ανατολής. Οι απαρχές του φαινομένου εντοπίζονται στην λατρεία των ηγεμόνων της προγενέστερης ελληνιστικής εποχής, η οποία με τη σειρά της ήταν απότοκη της θεοποίησης του Μεγάλου Αλεξάνδρου λίγο πριν τον θάνατο του. Η συγκεκριμένη απαίτηση απόδοσης θεϊκών τιμών στο πρόσωπο του Αλεξάνδρου, χρησιμοποιήθηκε ως ένα πολιτικό κυρίως εργαλείο που αποσκοπούσε στην ενότητα της πολυεθνικής αυτοκρατορίας του.

Η αγορά της αρχαίας Ρώμης.
Η αγορά της αρχαίας Ρώμης.

Τα ίδια κίνητρα δύναται να αναζητηθούν τόσο στον Αυτοκράτορα Αύγουστο, στον οποίον οφείλεται η σχηματοποίηση και διάδοση της αυτοκρατορικής λατρείας, όσο και στον “δικτάτορα” Ιούλιο Καίσαρα, ο οποίος υπήρξε ο πρώτος αποθεωμένος Ρωμαίος και ανακηρύχθηκε κρατική θεότητα ενόσω ακόμα ζούσε…

«Όλοι εσείς που λατρεύετε τη Βέστα την αγνή

προσευχηθείτε και ρίξτε στη φωτιά λιβάνι.

Στου Καίσαρα τους τίτλους τους αμέτρητους

που ο ίδιος προτίμησε για τα κατορθώματά του

προστίθεται του Ποντίφηκα η τιμή.

Του Καίσαρα η αιώνια θεότητα ηγείται

της αιώνιας φλόγας. Συνενωμένες έτσι βλέπεις

της αυτοκρατορίας της δύο εγγυήσεις».

-Οβίδιος, Ημερολόγιο, 3. 417-426

Ενδεικτική βιβλιογραφία:

Emperor worship and Roman religion, Ittai Gradel

The divinity of the Roman Emperor, Lily Ross Taylor

Οι τρόφιμοι της Λύκαινας, Κώστας Μπουραζέλης

Ρωμαϊκή Ιστορία, Michael Rostovtzeff

Αρχαία Ρώμη, Umberto Eco

*Η Ιωάννα Μαλλιότα είναι φοιτήτρια στο τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας του ΑΠΘ.

(Εμφανιστηκε 885 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.