8 Ιουλίου 2019 at 19:44

Ο Λένιν, η ΝΕΠ και η προσέλκυση ξένων επενδυτών

από

      Ο Λένιν, η ΝΕΠ και η προσέλκυση ξένων επενδυτών

Γράφει ο Θανάσης Μπαντές

Η πολιτική των εκχωρήσεων, αν και αποτελεί καπιταλιστική οπισθοδρόμηση, κρίνεται από τον Λένιν απολύτως αναγκαία, αφού σε βάθος χρόνου να δράσει ευεργετικά. Στον 43ο τόμο από τα Άπαντα το ζήτημα τίθεται ευθέως: «Η πολιτική των εκχωρήσεων, εφαρμοσμένη με μέτρο και με σύνεση, θα μας βοηθήσει αναμφισβήτητα να καλυτερεύσουμε γρήγορα (ως ένα ορισμένο βαθμό, όχι μεγάλο) την κατάσταση της παραγωγής, την κατάσταση των εργατών και των αγροτών, φυσικά με ορισμένες θυσίες, παραχωρώντας στον καπιταλιστή δεκάδες και δεκάδες εκατομμύρια πούτια από τα πολυτιμότερα προϊόντα» (σελ. 224).

Για τον Λένιν η πάλη που προκύπτει από τις εκχωρήσεις αποτελεί τη συνέχεια της ταξικής πάλης, ως αναγκαία συνθήκη για την ολοκληρωτική επικράτηση του κομμουνισμού
Για τον Λένιν η πάλη που προκύπτει από τις εκχωρήσεις αποτελεί τη συνέχεια της ταξικής πάλης, ως αναγκαία συνθήκη για την ολοκληρωτική επικράτηση του κομμουνισμού.

Το ότι ο βαθμός που θα ενισχυθεί η κατάσταση της παραγωγής και των εργατών-αγροτών κρίνεται ορισμένος και για την ακρίβεια «όχι μεγάλος» δε φαίνεται να πτοεί τον Λένιν. Ακόμη και αυτός ο ορισμένος (όχι μεγάλος) βαθμός είναι αρκετός για να παραχωρηθούν «δεκάδες και δεκάδες εκατομμύρια πούτια» προϊόντων στα χέρια των  καπιταλιστών που θα εκμεταλλεύονται τις εκχωρήσεις. Η παραχώρηση αυτή δεν καταδεικνύει μόνο την κρισιμότητα της οικονομίας στη δεδομένη χρονική περίοδο, αλλά και τη διάθεση της πάλης απέναντι στον καπιταλισμό, αφού ένας καπιταλιστικός ελιγμός (όπως οι εκχωρήσεις) σηματοδοτεί τον αγώνα που πρέπει να συνεχιστεί μέχρι την τελική νίκη.

Για τον Λένιν η πάλη που προκύπτει από τις εκχωρήσεις αποτελεί τη συνέχεια της ταξικής πάλης, ως αναγκαία συνθήκη για την ολοκληρωτική επικράτηση του κομμουνισμού: «Ο καθορισμός του μέτρου και των όρων που κάνουν τις εκχωρήσεις ωφέλιμες και όχι επικίνδυνες για μας, εξαρτάται από το συσχετισμό των δυνάμεων, κρίνεται από την πάλη, γιατί και η εκχώρηση είναι κι αυτή μια μορφή πάλης, συνέχιση της ταξικής πάλης με άλλη μορφή και δεν είναι καθόλου αντικατάσταση της ταξικής πάλης με την ταξική ειρήνη. Τις μεθόδους της πάλης θα τις δείξει η πράξη» (σελ. 224).

Με άλλα λόγια, οι εκχωρήσεις αποτελούν αναπόφευκτη καταφυγή σε καπιταλιστικά μέτρα που θα οδηγήσουν σε μια άλλη μορφή πάλης μέχρι κι αυτή να ανατραπεί. Η επαναστατική εγρήγορση τίθεται με τρόπο αδιαπραγμάτευτο, ώστε να κερδηθεί κι αυτός ο αγώνας, καθώς στις παρούσες συνθήκες είναι αδύνατο να αποφευχθεί. Η σύμβαση με τον καπιταλισμό δε σηματοδοτεί την υποχώρηση, αλλά την εξασφάλιση των δυνάμεων για τη συνέχεια του αγώνα: «Έχουμε εδώ μια καθαρά τυπική, γραπτή σύμβαση με τον πιο πολιτισμένο, προηγμένο, δυτικοευρωπαϊκό καπιταλισμό. Ξέρουμε ακριβώς τα κέρδη μας και τις ζημιές μας, τα δικαιώματά μας και τις υποχρεώσεις μας, ξέρουμε ακριβώς για πόσο χρονικό διάστημα παραχωρούμε την εκχώρηση, ξέρουμε τους όρους για εξαγορά πριν από τη λήξη της προθεσμίας, αν η σύμβαση προβλέπει αυτό το δικαίωμα» (σελ. 224).

Ο Λένιν δε θα μπορούσε να γίνει σαφέστερος: «Πληρώνουμε έναν ορισμένο “φόρο υποτελείας” στον παγκόσμιο καπιταλισμό, του πληρώνουμε “λύτρα” από ορισμένες απόψεις και αποκτούμε αμέσως ορισμένο βαθμό σταθεροποίησης της κατάστασης της Σοβιετικής εξουσίας, βελτίωση των όρων διεύθυνσης της οικονομίας μας. Όλη η δυσκολία του προβλήματος των εκχωρήσεων είναι να τα μελετήσουμε και να τα ζυγίσουμε όλα όταν κλείνουμε τη σύμβαση εκχώρησης και ύστερα να ξέρουμε να παρακολουθούμε την εκπλήρωσή της» (σελ. 224-225).

Τη θέση αυτή σχετικά με τις εκχωρήσεις ο Λένιν την επαναλαμβάνει και σε άλλο σημείο, ώστε να μην υπάρξει ούτε η ελάχιστη παρανόηση: «Οι εκχωρήσεις είναι συνασπισμός με τον καπιταλισμό των προηγμένων χωρών. Πρέπει να έχουμε ξεκάθαρη αντίληψη για τη φύση των εκχωρήσεων. Είναι οικονομική συμμαχία, συνασπισμός, σύμβαση με το προηγμένο χρηματιστικό κεφάλαιο στις προηγμένες χώρες, σύμβαση που θα μας δώσει μια μικρή αύξηση προϊόντων, αλλά θα αυξήσει και τα προϊόντα των συμβαλλομένων. Αν δώσουμε μεταλλεύματα ή ξυλεία στον εκδοχέα, αυτός θα πάρει ένα τεράστιο μερίδιο αυτού του προϊόντος και σ’ εμάς θα δώσει ένα μικρό ποσοστό. Για μας όμως έχει τόση σπουδαιότητα η αύξηση της ποσότητας των προϊόντων, που και το μικρό ποσοστό αποτελεί για μας ένα τεράστιο πλεονέκτημα» (σελ. 82).

Κι όχι μόνο αυτό: «Μια μικρή καλυτέρευση της κατάστασης των εργατών στις πόλεις, που με τη βοήθεια των εκχωρήσεων θα εξασφαλιστεί με σύμβαση και που δεν παρουσιάζει την ελάχιστη δυσκολία για το ξένο κεφάλαιο, ακόμη και αυτή είναι ένα πλεονέκτημα, αποτελεί ενίσχυση της μεγάλης βιομηχανίας μας. Και χάρη στην οικονομική επίδρασή της αυτό θα χρησιμεύσει για την καλυτέρευση της κατάστασης του προλεταριάτου, για την καλυτέρευση της κατάστασης της τάξης που κρατάει στα χέρια της την κρατική εξουσία» (σελ. 82).

Χάρτης της Ρωσία και της μετέπειτα ΕΣΣΔ. Carte de l'expansion de la Russie et de l'URSS de 1812 à 1945.
Χάρτης της Ρωσία και της μετέπειτα ΕΣΣΔ. Carte de l’expansion de la Russie et de l’URSS de 1812 à 1945.

Δε θα μπορούσε να γίνει πιο κατανοητή η ανάγκη προσέλευσης ξένου κεφαλαίου για την εκκίνηση της διαλυμένης σοβιετικής οικονομίας. Ο Λένιν προσπαθεί να συνταιριάξει τα ασυνταίριαστα, αφού πρέπει το ξένο κεφάλαιο να μην έχει ούτε «την ελάχιστη δυσκολία» για να επενδύσει με απύθμενα κέρδη (αφήνοντας στη χώρα «ένα μικρό ποσοστό») και ταυτόχρονα να μην αμφισβητηθεί στο ελάχιστο η αντίληψη ότι το προλεταριάτο «κρατάει στα χέρια του την κρατική εξουσία». Η παραδοχή ότι η θέση του προλεταριάτου θα καλυτερεύσει με την επέλαση του ξένου κεφαλαίου είναι το αδιέξοδο που δεν έχει άλλο τρόπο για να ξεπεραστεί, είναι δηλαδή τα «λύτρα» (δεκάδες και δεκάδες εκατομμύρια πούτια) που πρέπει να δοθούν στους καπιταλιστές προκειμένου να εδραιωθεί η επανάσταση.

Εξάλλου, η Ρωσία δεν είναι μόνη της στον κόσμο. Περιβάλλεται από έναν κόσμο εχθρικό και μέσα σ’ αυτόν πρέπει να επιβιώσει. Η απομόνωση σε όλα τα πεδία κάθε άλλο παρά θα βοηθούσε την επανάσταση. Έπρεπε να δημιουργηθούν γέφυρες με τον καπιταλιστικό κόσμο και σε διπλωματικό και σε πολιτικό και σε οικονομικό επίπεδο. Όσο οι άλλοι αναγνωρίζουν την επανάσταση και προβαίνουν σε συμφωνίες με το νέο καθεστώς, τόσο εδραιώνεται η θέση του καθεστώτος. Οι σχέσεις με τον υπόλοιπο καπιταλιστικό κόσμο κρίνονται αναγκαίες και οι λόγοι δεν είναι μόνο οικονομικοί.

Οι οικοδόμηση όμως των σχέσεων με τον καπιταλιστικό κόσμο δεν είναι εύκολη υπόθεση: «Αγωνιζόμαστε ενάντια στο διεθνές κεφάλαιο που, βλέποντας τη Δημοκρατία μας, είπε: “Αυτοί είναι ληστές, κροκόδειλοι” […]. Και μια που είναι κροκόδειλοι, δεν μπορεί παρά μόνο να τους περιφρονεί κανείς. Και αυτή ήταν η φωνή του διεθνούς κεφαλαίου. Αυτή ήταν η φωνή του ταξικού εχθρού και από την άποψή του σωστή» (σελ. 66).

Για να συνεχίσει: «Η ορθότητα όμως τέτοιων συμπερασμάτων απαιτεί έλεγχο στην πράξη. Όταν εσύ –η παγκόσμια, η κραταιά δύναμη, το παγκόσμιο κεφάλαιο, όταν εσύ λες: “κροκόδειλος”, κι έχεις στα χέρια σου όλη την τεχνική – τότε δοκίμασε, πυροβόλησε! Και όταν το δοκίμασε, το αποτέλεσμα ήταν να πονέσει περισσότερο το ίδιο το κεφάλαιο. Τότε το κεφάλαιο, που είναι αναγκασμένο να παίρνει υπόψη του την αντικειμενική πολιτική και οικονομική ζωή, λέει: “Πρέπει να εμπορευθούμε”. Σ’ αυτό συνίσταται η μεγάλη νίκη μας» (σελ. 66-67).

Αφίσα της ΕΣΣΔ.
Αφίσα της ΕΣΣΔ.

Ο Λένιν φαίνεται να γνωρίζει τις μεθοδεύσεις του καπιταλισμού. Από τη στιγμή που η επανάσταση κατάφερε να επιβιώσει αυτό που μένει στους παγκόσμιους καπιταλιστές είναι το εμπόριο και τα κέρδη. Το κέρδος είναι παγκόσμια γλώσσα και κανείς γνήσιος καπιταλιστής δε διατίθεται να αφήσει κέρδη να χαθούν για ιδεολογικούς λόγους. Αν έκανε κάτι τέτοιο δε θα ήταν καπιταλιστής. Αυτό που μένει είναι οι συμφωνίες με τον παγκόσμιο καπιταλισμό που θα εδραιώσουν το καθεστώς σε όλα τα επίπεδα και θα τονώσουν την οικονομία. Και οι συμφωνίες δεν μπορεί παρά να είναι καπιταλιστικές. Το καθεστώς οφείλει να πληρώσει το αντίτιμο, αφού μόνο έτσι θα μπορέσει να διατηρήσει την εξουσία.

Και μόνο το γεγονός ότι υπάρχουν εμπορικές-οικονομικές προτάσεις αποτελεί νίκη. Αποτελεί αναγνώριση της στρατιωτικής ήττας των αντιπάλων που πλέον αποδέχονται τη νέα κατάσταση κι επιδιώκουν συμφωνίες. Ο Λένιν θα αναφέρει με χαρά τέτοιες προτάσεις: «Και τώρα θα σας πω ότι έχουμε δυο προτάσεις για δάνειο που φτάνουν συνολικά στα εκατό περίπου εκατομμύρια σε χρυσό» (σελ. 67).

Η αισιοδοξία όμως που έχει δεν τον κάνει να τρέφει και αυταπάτες: «Φυσικά, το κεφάλαιο αυτό θα πάρει ληστρικούς τόκους. Ως τώρα όμως αυτοί δε μιλούσαν καθόλου για τέτοιο πράγμα, ως τώρα έλεγαν: “Θα σε σκοτώσω και θα τα πάρω τζάμπα”. Τώρα, επειδή δεν μπορούν να σκοτώσουν, είναι έτοιμοι να κάνουν εμπόριο. Τώρα μπορούμε να πούμε ότι η εμπορική συμφωνία με την Αμερική και την Αγγλία βρίσκεται σε καλό δρόμο· επίσης και οι εκχωρήσεις. Χθες ακόμη πήρα ένα γράμμα από τον μίστερ Βάντερλιπ που βρίσκεται εδώ και που μαζί με μια σειρά παράπονα μου ανακοινώνει πολλά σχέδια σχετικά με εκχωρήσεις και δάνεια. Είναι εκπρόσωπος του πιο μεγάλου χρησιμοθηρικού χρηματιστικού κεφαλαίου, που συνδέεται με τις δυτικές πολιτείες της Βόρειας Αμερικής, τις πιο εχθρικές προς την Ιαπωνία. Συνεπώς, έχουμε την οικονομική δυνατότητα να προμηθευτούμε εμπορεύματα. Πώς θα μπορέσουμε να το κάνουμε αυτό, είναι άλλο ζήτημα, όμως ορισμένη δυνατότητα υπάρχει» (σελ. 67).

Ο Λένιν αρχίζει να τοποθετεί τα συμφέροντα της νεαρής Σοβιετικής Ένωσης στον παγκόσμιο χάρτη. Και οι όροι είναι ασφαλώς καπιταλιστικοί. Δε θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Μέσα σ’ αυτό πλαίσιο, η ΝΕΠ με τη μορφή της ελεύθερης διακίνησης εμπορευμάτων κρίνεται αναπόφευκτη. Δεν είναι μόνο οι αμείλικτες ανάγκες τις τρέχουσας παραγωγής που την επιβάλλουν, αλλά και η ανάγκη της επαφής με το ξένο κεφάλαιο, που πρέπει με κάποιο τρόπο να νιώσει ότι οι επενδύσεις του είναι ασφαλείς: «Επαναλαμβάνω, ο τύπος των οικονομικών σχέσεων που πάνω έχει τη μορφή συνασπισμού με τον ξένο καπιταλισμό, κάτω θα δώσει στην προλεταριακή κρατική εξουσία τη δυνατότητα της ελεύθερης κυκλοφορίας εμπορευμάτων με την αγροτιά» (σελ. 68).

Οι ξένες επενδύσεις είναι ο πιο σύντομος δρόμος για την ανάκαμψη της οικονομίας, ειδικά σε μια περίοδο όπου έχει γίνει σαφές ότι δεν υπάρχει επανάσταση σε καμία άλλη χώρα: «Όσο δεν υπάρχει επανάσταση σε άλλες χώρες, το ξελάσπωμα θα κρατούσε δεκάδες χρόνια και γι’ αυτό δεν πρέπει να λυπόμαστε να θυσιάσουμε εκατοντάδες εκατομμύρια, ακόμη και δισεκατομμύρια από τα απέραντα πλούτη μας, από τις πλούσιες πηγές μας πρώτων υλών, φτάνει να πάρουμε βοήθεια από τον μεγάλο προηγμένο καπιταλισμό. Αργότερα θα τα πάρουμε πίσω με τόκους. Είναι αδύνατο να κρατηθεί η προλεταριακή εξουσία σε μια πρωτόφαντα καταστραμμένη χώρα, με μια τεράστια υπεροχή της αγροτιάς, που είναι επίσης κατεστραμμένη, χωρίς τη βοήθεια του κεφαλαίου, για την οποία, φυσικά, θα μας γδάρει με τους υπέρογκους τόκους. Αυτό πρέπει να το καταλάβουμε» (σελ. 68).

Υπάρχει όμως κι ακόμη ένας λόγος που πρέπει να έρθουν σε επαφή με το δυτικό καπιταλισμό. Στον 45ο τόμο των Απάντων ο Λένιν σημειώνει: «Ο καπιταλιστής ήξερε να προμηθεύει. Το έκανε άσχημα, το έκανε ληστρικά, μας πρόσβαλλε, μας καταλήστευε. Αυτό το ξέρουν οι απλοί εργάτες και αγρότες που δε μιλούν για κομμουνισμό, γιατί δεν ξέρουν τι πράγμα είναι: “Ωστόσο οι καπιταλιστές ήξεραν να εφοδιάζουν τον πληθυσμό, εσείς ξέρετε; Εσείς δεν ξέρετε”» (σελ. 79).

Η έλλειψη ακόμη και των βασικών αναγκών και το τρομερό πρόβλημα του επισιτισμού των πόλεων ήταν φυσικό να επιφέρουν αμφισβητήσεις σε σχέση με τη γνώση και την ικανότητα των κομμουνιστών να διαχειριστούν την κατάσταση. Όπως και να έχει, ο καπιταλισμός είναι μια δοκιμασμένη λύση: «… κάτι τέτοιες φωνές ακούστηκαν πέρυσι» (εννοεί το 1921) «την άνοιξη, όχι πάντα καθαρά, αποτελούσαν όμως το υπέδαφος για όλη την κρίση της περυσινής άνοιξης: “Είστε θαυμάσιοι άνθρωποι, τη δουλειά όμως, την οικονομική δουλειά που αναλάβατε, δεν ξέρετε να την κάνετε”. Να η πολύ απλή και συντριπτική κριτική που έκανε πέρυσι η αγροτιά στο Κομμουνιστικό κόμμα – και μέσω της αγροτιάς ολόκληρη σειρά εργατικά στρώματα. Να γιατί το σημείο αυτό στο ζήτημα της ΝΕΠ, το παλιό αυτό σημείο, αποκτά τόση σημασία» (σελ. 79).

Αφίσα της ΕΣΣΔ.
Αφίσα της ΕΣΣΔ.

Οι αμφισβητήσεις τέτοιου είδους απέναντι σε ανθρώπους που δεν έχουν αναλάβει ποτέ να αποδείξουν στην πράξη τις δυνατότητές τους και που εκφράζουν μια ιδεολογία που πραγματώνεται για πρώτη φορά είναι τόσο εύλογες που τις επαναλαμβάνει και ίδιος ο Λένιν: «Χρειάζεται πραγματικός έλεγχος. Δίπλα μας δρα ο καπιταλιστής, δρα ληστρικά, βγάζει κέρδη, ξέρει όμως τη δουλειά του. Ενώ εσείς, εσείς δοκιμάζετε νέους τρόπους: κέρδη δεν έχετε, οι αρχές σας είναι κομμουνιστικές, τα ιδανικά σας θαυμάσια –με μια λέξη τόσο ωραία συνταγμένα που, άγιοί μου άνθρωποι, μπορείτε να πάτε ζωντανοί στον παράδεισο– ξέρετε όμως να κάνετε τη δουλειά;» (σελ. 79).

Κι αυτός είναι ένας ακόμη στόχος που πρέπει να επιτευχθεί με την ανάπτυξη του ελεύθερου εμπορίου από τη ΝΕΠ και την επαφή με τους πεπειραμένους καπιταλιστές στο ζήτημα της οργάνωσης της παραγωγής. Στον 44ο τόμο από τα Άπαντα ο Λένιν θα εξηγήσει: «Υπάρχει ακόμη μια πλευρά της νέας οικονομικής πολιτικής: η μάθηση. Η νέα οικονομική πολιτική δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για να αρχίσουμε να διδασκόμαστε όπως πρέπει τη διεύθυνση της οικονομίας, και προς την κατεύθυνση αυτή δουλέψαμε μέχρι σήμερα πολύ άσχημα. Φυσικά ένας κομμουνιστής καθοδηγητής, ένας συνδικαλιστής καθοδηγητής των εργαζόμενων μαζών δύσκολα μπορεί να καταλάβει πως το εμπόριο είναι τώρα η Λυδία λίθος της οικονομικής μας ζωής, η μόνη δυνατή συμμαχία της πρωτοπορίας του προλεταριάτου με την αγροτιά, ο μοναδικός δεσμός για να αρχίσουμε σ’ ένα κοινό μέτωπο την οικονομική άνοδο» (σελ. 322).

Η τεχνογνωσία των καπιταλιστικών μεθοδεύσεων κρίνεται αναγκαία και η άγνοιά της από τους κομμουνιστές καθοδηγητές απολύτως λογική. Πώς όμως θα διοικηθούν τα εργοστάσια από ανθρώπους που δεν έχουν καμία εμπειρία στον τομέα αυτό; Πώς θα διανεμηθούν τα προϊόντα; Οι πρωτοπόροι κομμουνιστές πρέπει οπωσδήποτε να πάρουν μαθήματα από τους καπιταλιστές προκατόχους τους: «Αν πάρουμε έναν οποιονδήποτε έμπορο που εμπορεύεται κάτω από τον έλεγχο του κράτους και του δικαστηρίου […] θα δούμε πως […] ο έμπορος αυτός, ο ιδιώτης αυτός επιχειρηματίας, εφόσον εξασφαλίσει ένα κέρδος 100% θα μπορεί να κάνει μια δουλειά, να εξοικονομήσει λόγου χάρη πρώτες ύλες για τη βιομηχανία, που δε θα μπορέσει να την κάνει ποτέ οποιοσδήποτε κομμουνιστής και συνδικαλιστής. Κι εδώ ακριβώς βρίσκεται η σημασία της νέας οικονομικής πολιτικής. Διδαχτείτε. Η εκπαίδευση αυτή είναι πολύ σοβαρή, όλοι μας πρέπει να την περάσουμε» (σελ. 322-323).

Για τον Λένιν το ζήτημα της εκπαίδευσης αυτής είναι τόσο σοβαρό που δεν πρέπει να υπάρξει καμία δικαιολογία για την αποφυγή της: «Η εκπαίδευση αυτή είναι εξαιρετικά σκληρή. Δε μοιάζει με τις σχολικές παραδόσεις και με τις διάφορες εξετάσεις που γίνονται στα σχολεία. Είναι ένα πρόβλημα μιας δύσκολης και σκληρής οικονομικής πάλης που μπαίνει σε συνθήκες εξαθλίωσης, σε συνθήκες απίστευτων δυσκολιών, δυσχερειών, σιτοδείας, πείνας, κρύου, μα είναι μια πραγματική εκπαίδευση που πρέπει να την περάσουμε. Κάθε προσπάθεια να την αποφύγουμε, κάθε προσπάθεια να κλείσουμε τα μάτια, με τη δικαιολογία πως αυτό τάχα δεν είναι δουλειά δική μας, θα είναι η πιο εγκληματική και η πιο επικίνδυνη κομμουνιστική και συνδικαλιστική αλαζονεία. Και την αμαρτία αυτή σύντροφοι την έχουμε όλοι μας που κυβερνάμε τη Σοβιετική Ρωσία, και πρέπει να το ομολογήσουμε με απόλυτη ειλικρίνεια για να απαλλαγούμε από αυτή την αδυναμία» (σελ. 323).

Ο Λένιν όχι μόνο δε φοβάται το συμβιβασμό με τον καπιταλισμό (προσωρινά πάντα), αλλά κρίνει και αναγκαία την εκμάθηση των μεθόδων του. Το ζήτημα είναι τόσο σοβαρό που εξαρτάται το μέλλον της επανάστασης: «Μάθετε όλοι να διευθύνετε οικονομικές επιχειρήσεις. Δίπλα σας θα βρίσκονται οι καπιταλιστές, δίπλα σας θα βρίσκονται και οι ξένοι καπιταλιστές που τους εκχωρήσαμε και τους νοικιάσαμε τις επιχειρήσεις μας. Οι άνθρωποι αυτοί θα βγάλουν από σας κέρδη εκατό τα εκατό, θα θησαυρίσουν δίπλα σας. Ας θησαυρίζουν, εσείς όμως μάθετε από αυτούς να διευθύνετε την οικονομία, γιατί μόνο τότε θα μπορέσετε να οικοδομήσετε την κομμουνιστική Δημοκρατία. Από την άποψη της ανάγκης να διδαχτείτε γρήγορα, κάθε αμέλεια είναι έγκλημα ασυγχώρητο. Και πρέπει να μάθετε αυτή την επιστήμη, επιστήμη δύσκολη, βαριά, κάποτε μάλιστα σκληρή, γιατί δεν υπάρχει άλλη διέξοδος» (σελ. 167).

Ο Λένιν με τον Στάλιν στο Γκόρκι το 1922.
Ο Λένιν με τον Στάλιν στο Γκόρκι το 1922.

Για τον Λένιν δεν υπάρχει χρόνος ούτε για σκέψεις ούτε για αναβολές, πολύ περισσότερο για αναποφασιστικότητα. Η προσέλκυση των ξένων καπιταλιστών είναι μονόδρομος τόσο για την τόνωση της οικονομίας με την αύξηση της παραγωγής, όσο και για την απόκτηση της τεχνογνωσίας ως προς την οικονομική και οργανωτική διαχείριση των μονάδων παραγωγής. Η ΝΕΠ με το ελεύθερο εμπόριο και τις εκχωρήσεις καλείται να παίξει ακριβώς αυτό το ρόλο. Όποιος δεν το καταλαβαίνει αυτό βάζει σε κίνδυνο το νέο καθεστώς. Μόνο οι εσέροι και οι μενσεβίκοι θα μπορούσαν να το κάνουν αυτό…

Λένιν: «Άπαντα», τόμος 44, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή, 5η έκδοση, Αθήνα Δεκέμβριος 1983.

Λένιν: «Άπαντα», τόμος 45, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», 5η έκδοση, Αθήνα Μάρτιος 1984.

Λένιν: «Άπαντα», τόμος 43, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», 5η έκδοση, Αθήνα Σεπτέμβρης 1983.

(Εμφανιστηκε 452 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.