Οι Φαρισαίοι. Οι παρόντες-απόντες της τραγωδίας των Κούρδων
Κείμενο: Μάριος Πλωρίτης
Δημοσιεύτηκε στο «Βήμα» (14.4.1991).
ΒΟΥΒΑΘΗΚΑΝ ΤΩΡΑ όλοι εκείνοι οι σούπερ-σοσιαλιστές, σούπερ-επαναστάτες, σούπερ-φιλάνθρωποι, που όχι μόνο τιμούσαν τον Σαντάμ σαν «έξυπνο ηγέτη» και «σπουδαίο στρατηλάτη», αλλά και τον υμνούσαν σαν «πρόμαχο των καταπιεσμένων αραβικών λαών». Βουβάθηκαν, τώρα που ο Σαντάμ παίζει εκ του ασφαλούς τον πολέμαρχο και, δικαιώνοντας άλλη μια φορά το παρανόμι του («τικριτί» – χασάπης), εξοντώνει με εμπρηστικές βόμβες, με ναπάλμ, με χημικά αέρια τους άμαχους Κούρδους, που πήραν και πάλι τα βουνά της φυγής και του θανάτου.
Αλλά βουβάθηκαν (στην ουσία) και όσοι υποστήριζαν πως η πανστρατιά των συμμάχων και ο πόλεμος στον Περσικό Κόλπο δεν εμπνέονταν παρά από καημό «για τη διεθνή τάξη και δικαιοσύνη». Βουβάθηκαν, τώρα που εκατομμύρια Κούρδοι γνωρίζουν ανάλογη με τους Κουβεϊτιανούς μεταχείριση απ’ τους σμπίρους του Σαντάμ – και ξεχνάνε πως εκείνοι, οι σύμμαχοι, παρακινούσαν Κούρδους και Ιρακινούς, σιίτες και σουνίτες, να ξεσηκωθούν και ν’ ανατρέψουν τον στυγερό τύραννο. Κι όταν λέμε «ξεχνάνε», κυριολεκτούμε, αφού ο «προοδευτικά» συντηρητικός κ. Μέιτζορ, με γνήσια βρετανικό φλέγμα και υποκρισία, ορκιζόταν προχτές πως «δεν θυμάμαι να τους ζητήσαμε να εξεγερθούν»!
(Τελικά, νικητές στον πόλεμο του Κόλπου δεν βγήκαν οι «σύμμαχοι», αλλά αυτός ούτος ο Σαντάμ. Γιατί νικητής –απ’ τη «ρεαλιστική» άποψη- είναι αυτός που όσα εγκλήματα κι αν έκανε, όσες ήττες κι αν έπαθε, εξακολουθεί να ζει και να βασιλεύει. Κι ο Σαντάμ, που νικήθηκε ουσιαστικά στον πόλεμο με το Ιράν, που νικήθηκε κατά κράτος στον προχτεσινό πόλεμο, που προκάλεσε τρομαχτικές καταστροφές σε ανθρώπινες ζωές και σε περιβάλλον, παραμένει αδιατάρακτος «εθνικός ηγέτης» και, μόλις ξαναπήρε τ’ απάνω του, επιδόθηκε στο πολυφίλητο άθλημά του: «σκοτώνει και σκοτώνει και σκοτώνει», όπως είπε ένας Κούρδος πρόσφυγας.
Αυτό θα πει «διεθνής τάξη» – παλιά και νέα…).
Τη μαρτυρική ιστορία του κουρδικού λαού την έμαθε ή την ξαναέμαθε, αυτές τις μέρες, ο κόσμος όλος – για να την ξεχάσει πάλι.
Η χωρίς τέλος σταύρωση των Κούρδων θυμίζει σε πολλά τον Ελληνισμό της τουρκοκρατίας (αλλά και μετά), καθώς τα 25 εκατομμύρια της φυλής τους απλώνονται σε πέντε χώρες[1], ξεσηκώνονται ολοένα, όπως οι «ραγιάδες», χρησιμοποιούνται απ’ τους «Μεγάλους» όταν συμφέρει στη μεγαλοσύνη τους και αφήνονται στην τύχη τους όταν δεν την ενδιαφέρουν πια, εμπαίζονται με Συνθήκες που δεν εφαρμόζονται, και σφάζονται ασταμάτητα απ’ όλους.
Πολεμιστές-εραστές της ελευθερίας ανυπότακτοι, οι «πεσμέργκας» (πρωτοπόροι του θανάτου) «μετράνε τους νεκρούς τους» -καθώς λέει ένας ποιητής τους- «όπως μετράς τα φύλλα των δέντρων, τα χρώματα της φύσης, τις σταγόνες της θάλασσας».
Η ατυχία τους είναι πως ζουν σε περιοχές πλούσιες σε πετρέλαιο και νερό – που τα εποφθαλμιούν τόσο οι γείτονές τους, όσο και (το πρώτο) οι μακρινοί, «Μεγάλοι» και μη.
Γι’ αυτό και κανένας, μεγάλος ή μικρομεσαίος, δεν θέλει την ανεξαρτησία τους. Λιγότερο απ’ όλους η Τουρκία, βέβαια, που ως προχτές δεν αναγνώριζε καν την ύπαρξή τους (τους ονόμαζε «Τούρκους του βουνού») και απαγόρευσε τη χρήση της γλώσσας τους. Τώρα μόλις, τους ψιλο-παραχώρησε κάποια ψιλο-δικαιώματα, μόνο και μόνο επειδή στην πετρελαιογόνα Μοσούλη το 80% είναι Κούρδοι (του Ιράκ, φυσικά), που ο Οζάλ θα τους παρουσιάσει αύριο σαν «αδελφούς των Κούρδων της Τουρκίας», ώστε να προβάλει «δικαιώματα» της Άγκυρας στην περιοχή!
Ταυτόχρονα, όμως, δεν ανέχεται με κανένα τρόπο τους σημερινούς φυγάδες του Ιράκ στο έδαφός του – μπας και συδαυλίσουν τους ξεσηκωμούς των («ανύπαρκτων») Κούρδων της Τουρκίας. Ξέρει πως «μικρά ζύμη όλον το φύραμα ζυμοί» («λίγο προζύμι φουσκώνει όλο το ζυμάρι»[2]. Πολύ περισσότερο που η κουρδική ζύμη δεν είναι διόλου μικρή και το ζυμάρι της εξέγερσης από δεκαετίες φουσκωμένο.
Αλλά υπάρχει και μια πιο «αλμυρή» πτυχή: ακόμα κι απ’ την κουρδική τραγωδία πάει να βγάλει διάφορο η Άγκυρα. Κλαψουρίζει πως δεν μπορεί να θρέψει τους φυγάδες και ζητάει τη διεθνή οικονομική βοήθεια. Που ο Αμερικανός υπουργός των Εξωτερικών της την έταξε κιόλας – κι ας ξέρει πολύ καλά πως μόνο στους πρόσφυγες Κούρδους δεν θα πάει ο διεθνής παράς…
Δεν είναι λιγότερο άθλια η στάση των συμμάχων του χτεσινού πολέμου. Το φαρισαϊκό άλλοθί τους για την εγκατάλειψη των Κούρδων («Δεν μπορούμε να επέμβουμε στα εσωτερικά ενός ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους») είναι αντάξιο της ιησουιτικής πρόφασής τους για την κατά Σαντάμ εκστρατεία («Δεν μπορούμε να μην επέμβουμε ώστε ν’ αποκατασταθεί η διεθνής τάξη» κ.λπ.).
Έτσι ο Σαντάμ καταπάτησε το Δίκιο και την Τάξη όταν καταβρόχθιζε το Κουβέιτ, αλλά όχι και όταν αφανίζει τους Κούρδους. Επέμβαση σε ξένος κράτος αποτελεί η διάσωση των σφαζόμενων άμαχων Κούρδων, αλλά όχι και οι βομβαρδισμοί των άμαχων Ιρακινών. Το «σύνδρομο του Βιετνάμ» εμποδίζει σήμερα την Ουάσιγκτον να παρασυρθεί σε στρατιωτικές περιπέτειες, αλλά δεν την εμπόδιζε διόλου όταν αποφάσιζε την καταιγιστική δράση της τον Γενάρη. Ο δικτάτορας-σφαγέας του Ιράκ έπρεπε ν’ ανατραπεί και ν’ ανασκολοπισθεί τότε, αλλά τώρα δεν είναι «πρεπό» ν’ αναμιχθούμε στα έργα του «Προέδρου της Ιρακινής Δημοκρατίας».
«Κατανοούμε», φυσικά, αυτά τα «είπα-ξείπα» των ποντιφήκων του οικουμενικού Δικαίου:
«Ναι, να εξωπεταχτεί ο αρχιδήμιος και μπαταξής Σαντάμ -σου λένε- αλλά απ’ τους δικούς του κι απ’ το στρατό του, από μια “revolution de palais”, από ανθρώπους τελοσπάντων που θα μπορούμε να τους ελέγχουμε με “συμβούλους” μας, με “παρατηρητές” και οπλεμπόρους μας. Αλλά όχι από μια λαϊκή επανάσταση, όπως των Κούρδων, που μπορεί να ξεφύγει απ’ τα χαλινάρια μας και να οδηγήσει σε “λιβανοποίηση” του Ιράκ, οπότε τρέχα γύρευε ποιον να πιάσεις και ποιον ν’ αφήσεις απ’ τους αντιμαχόμενους “ξυπόλυτους”. Ούτε πάλι ν’ ανατραπεί ο μπόγιας από μια σιιτική εξέγερση, που σίγουρα θα φυτέψει στο Ιράκ ένα θεοκρατικό καθεστώς αλά Ιράν και θα μας δημιουργήσει καινούργιους πονοκεφάλους, καινούργιες απώλειες προσβάσεων σε στρατηγικούς και πετρελαϊκούς “κόμβους”».
Το οποίον, προτιμότερος για την ώρα ο Σαντάμ, που έχει τον τρόπο του και τους καλούς τρόπους του και τα στρατά του και τα χημικά του, κι επιπλέον δεν μπορεί να μας σηκώσει πια κεφάλι, παρά αυτοί οι ξεροκέφαλοι Κούρδοι ή οι αφρισμένοι σιίτες. Η χάρη που μας κάνει αυτή τη στιγμή θέλει αντίχαρη (μ’ έξοδα των Κούρδων, βέβαια). Οι πιο καθωσπρέπει μάλιστα -όπως η ΕΣΣΔ και η Κίνα- προειδοποιούν πως θα προβάλουν «βέτο» στην «παραμικρή επίκριση εναντίον του Σαντάμ» από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, που διαφεντεύει τα μεγάλα ιδανικά της παγκόσμιας κοινότητας.
«Όλες οι μεγάλες πράξεις κι όλες οι μεγάλες ιδέες είχαν γελοία αρχή», έλεγε ο Αλμπέρ Καμύ[3]. Αλλά πόσες και πόσες απ’ αυτές δεν είχαν τέλος τραγικότατο – προπάντων για τους «μικρούς» που πίστεψαν απλοϊκά κι ανυστερόβουλα σ’ αυτές.
Όσο για τους «μικρούς» Κούρδους, ειδικά – ε, ας είχαν νου κι ας μην ήταν τόσο ενοχλητικοί για τις επιχειρήσεις και τις συνειδήσεις των πάντων. Κι ας θυμούνται τι συμβούλευε ο ποιητής ενός μεγάλου κράτους -ο Μπάιρον– στους ομότυχούς τους Έλληνες: «Απ’ τους άπιστους Φράγκους λευτεριά μη ζητάτε» (Don’t trust forfreedom to the Franks»). Ειδεμή, τους περιμένουν κι άλλες γενοκτονίες, για να «λυθεί πρακτικά» το κουρδικό ζήτημα -όπως ακριβώς γαυριούσε πως έλυσε το αρμενικό ζήτημα ο υπουργός των Εσωτερικών της Τουρκίας Ταλαάτ πασάς, ο μέγας ιεροφάντης της γενοκτονίας των Αρμενίων, το 1915. Που, μετά το ολοκαύτωμα, δήλωνε πασίχαρος: «Το αρμενικό ζήτημα δεν υπάρχει πια».[4]
Μόνο που τα ζητήματα των λαών δεν λύνονται με γιαταγάνια και με φιρμάνια, καθώς το απόδειξαν κι οι Αρμένιοι κι οι Κούρδοι κι οι Έλληνες κι αμέτρητοι άλλοι. Αυτή η πίστη περνάει από γενιά σε γενιά των κατατρεγμένων, όπως το αίμα κι οι μύθοι τους κι οι πόθοι τους. Και τώρα, μέσα στη μυριοστή Γέννα της φυλής τους, οι Κούρδοι δεν παύουν να την έχουν όρκο κι όραμά τους – και γράφουν πεισματικά πάνω στ’ αμάξια της φυγής τους:
«Μην πει κανένας πως πέθανε ο κουρδικός λαός»…
[1] Στην Τουρκία 12 εκατομμύρια (το 20% του συνολικού πληθυσμού της), στο Ιράν 6-7 εκατ. (το 12%), στο Ιράκ 5 εκατ. (το 26%), στη Συρία, 1,5 εκατ. (το 11%), στην ΕΣΣΔ 500.000-1 εκατ.
[2] Παύλου, Α’ προς Κορινθίους, Ε,6.
[3] Ο μύθος του Σισύφου (1942).
[4] Βλ. το άρθρο «Το γιαταγάνι και το βουλοκέρι, Το Βήμα, 30.4.1983.