Η Ελληνική κακοδημοκρατία
Κείμενο: Κωστής Παπαγιώργης
Η δημοκρατία, επειδή γνωρίζει απ’ έξω κι ανακατωτά το κακό, είναι και μανούλα στη διαίρεση. Την αδικία δεν τη φορτώνει σε μια κεντρική, αυταρχική εξουσία· απεναντίας έχει την κομψότητα να μοιράζει την ευθύνη σε όλους. Η κούτρα μας μπορεί να κατεβάζει επιχειρήματα για τα πάντα με μερικά «αν υποθέσουμε», «λαμβάνοντας υπόψη τις δεδομένες συνθήκες», «λόγω των ιδιοτυπιών της χώρας», «όπως το μαρτυρεί η πρόσφατη ιστορίας μας» και τα παρόμοια, όλα εξηγούνται και πολλώ μάλλον αιτιολογούνται. Ο δημοκρατικός χαυνοπολίτης ή δημοπίθηκος καταπίνει μεγάλες ποσότητες καζουιστικής από τα χείλη θεσμισμένων προσώπων με αποτέλεσμα να συγχέει τη ρητορική πειθώ με την καζούρα. Τον πολίτη πρέπει να τον ταΐζουν το δημοκρατικό μάθημα με το κουταλάκι από πρωίας μέχρι νυχτός, οπότε οι εμετοί έρχονται ως φυσικό επακόλουθο.
Η δημοκρατία, επειδή γνωρίζει απ’ έξω κι ανακατωτά το κακό, είναι και μανούλα στη διαίρεση. Την αδικία δεν τη φορτώνει σε μια κεντρική, αυταρχική εξουσία· απεναντίας έχει την κομψότητα να μοιράζει την ευθύνη σε όλους.
Σοβεί κατά συνέπεια ένα σοβαρό πρόβλημα: πώς θα επιβιώσει το άτομο που έχει πάρει ηθικό διαζύγιο από την κοινωνία του, που έχει ξορκίσει την αλληλεγγύη και την κοινότητα, αλλά παραταύτα παραμένει δέσμιο υποχρεώσεων και οφειλών; Ασφαλώς απομένουν νησίδες ασφαλείας, η οικογένεια (αν υπάρχει), οι φίλοι και οι ομότιμοι, ένα είδος δικτύου τέλος πάντων που λειτουργεί ως καθαρτικό. Ωστόσο, όταν το κατ’ εξαίρεση αποβαίνει κανόνας, δεν έχουμε πια μονώτες που αυτοβασανίζονται αλλά γενικευμένη επιδείνωση που λαμβάνει διαστάσεις κοινωνικής επιδημίας.
Ξέρει βέβαια ο καθένας ότι κοινωνικά είναι συμβασιούχος δεμένος δι’ ακαταλύτου συμβολαίου με τους άλλους. Αποδέχεται -έστω και με σκοτεινές υστεροβουλίες- το νόμο, την ηθική, τα δικαιώματα, τη δικαιοσύνη, την υπακοή και την πειθαρχία. Πριν απ’ όλα και μετά απ’ όλα γνωρίζει ότι «ανήκει» στο κοινωνικό σώμα· εκεί επιβιώνει και τσαλαβουτάει καθημερινά, το ανώνυμο πλήθος της πόλης είναι το πλαγκτόν της παρουσίας του, η πίκλα που συντηρεί ζωντανή τη συνύπαρξη. Έχει ταυτότητα αριθμημένη, ισότιμη θέση στα επίσημα κατάστιχα, ΑΦΜ και ημερομηνία γεννήσεως, επάγγελμα και υπηκοότητα.
Ο δημοκρατικός χαυνοπολίτης ή δημοπίθηκος καταπίνει μεγάλες ποσότητες καζουιστικής από τα χείλη θεσμισμένων προσώπων με αποτέλεσμα να συγχέει τη ρητορική πειθώ με την καζούρα…
Όσο κι αν το εγώ του κτίζεται από τα έξω, η αίσθηση της ιδιωτικότητας, αυτό το προσωπικό και ανεπανάληπτο που τον συνέχει αποδεικνύεται με τα χρόνια ανθεκτικό λημέρι το οποίο στα δύσκολα μετατρέπεται σε κρυψώνα και καταφυγή. Εκεί ξένο ποδάρι δεν πατάει. Οι στράτες και οι αγορές δεν το αγγίζουν. Εκεί άλλωστε παύει να ισχύει -προσωρινά τουλάχιστον- και η συμβολαιική του υποχρέωση. Οφείλω να λέω αλήθεια; Κι όμως το ψέμα είναι ο πιστότερος φίλος μου. Οφείλω να εκπληρώνω τις υποχρεώσεις μου; Κι όμως, η ανώδυνη απάτη σε βάρος των άλλων ποτέ δεν με έβλαψε. Οφείλω τέλος πάντων να είμαι ηθική μονάδα; Κι όμως, η ηθική μου χρειάζεται μόνο για υποχρεώνω τους άλλους, όχι τον εαυτό μου. Το δέον αποτελεί ασπίδα απέναντι σε τρίτους, όσο για μένα το μόνο που λογαριάζεται είναι η άμεση ζωή – ακόμη και εκτός ηθικής.
Συγκρίνοντας τη μουτσούνα που του έχει φορέσει η δημοκρατία με το μύχιο εαυτό του, ο πολίτης -εντός νόμου για τους άλλους, άνευ νόμου για τον εαυτό του- δεν αργεί να πάθει κρίση θαυμασμού και να αναμετρήσει την ασύμμετρη σχέση που του υπαγορεύουν. Διακρίνει το θλιβερό θέατρο των μασκαράδων και το θεωρεί κατώτερο από τη δική του ιδιωτικότητα όπου μουτσούνα δεν ισχύει. Η θετική στάση που υπαγορεύεται έξωθεν τελικά αποδεικνύεται σκέτο μύθευμα· ο νόμος αποδυναμώνει τον άνθρωπο, του κλέβει το αίμα, μετατρέπει τη βούλησή του σε ξεδοντιασμένο στόμα. Έτσι δεν αποκλείεται και το δίλημμα: ανίσχυρος με τους άλλους ή ισχυρός μόνο με τον εαυτό μου!
Αν αυτή η κατάσταση ιδιάζει σε νοσηρές εξαιρέσεις, τότε ο νόμος μπορεί να αμυνθεί και να αποκαταστήσει την τάξη. Στην περίπτωση όμως που διαποτίζει όλες τις ατομικότητες και εξαπλούται εν είδει λέπρας, το κοινωνικό σώμα εκφαυλίζεται, καθίσταται επικίνδυνο για τον εαυτό του μέχρι σημείου να μην ξέρει πια αν η φύση του είναι αντινομική ή αν η αντινομία είναι απλώς φυσική. Γιατί όμως να καταφεύγουμε πάντα σε απόλυτες λύσεις και να μην αναλογιστούμε τις σωτήριες ποσοστώσεις; Λίγη απάτη βοηθάει τις επιχειρήσεις, λίγο ψέμα κανέναν δεν έβλαψε, λίγη ανεντιμότητα σε σώζει από τα χειρότερα· όπως άλλωστε και λίγη ειλικρίνεια ευνοεί τα αισθήματα, λίγη αλήθεια φέρνει κοντά τους ανθρώπους, λίγη γενναιοδωρία δεν κάνει κακό. Χονδρικής πάντως μόνο η διαφθορά παρέχεται.
Άλλωστε η δημοκρατία, επειδή γνωρίζει απ’ έξω κι ανακατωτά το κακό, είναι και μανούλα στη διαίρεση. Την αδικία δεν τη φορτώνει σε μια κεντρική, αυταρχική εξουσία· απεναντίας έχει την κομψότητα να μοιράζει την ευθύνη σε όλους. Ο τρόπος; Με το ιδιοφυές τέχνασμα της ψήφου που ισούται ευθέως με συνενοχή. Ό,τι κάναμε, μαζί το κάναμε, όπως λέει και το άσμα. Κατά συνέπεια ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω. Ως εκ τούτου, ο δημοκρατικός βίος εξελίσσεται δυναμικά, υπόγεια, καταθλιπτικά σε μέγα φροντιστήριο αδικίας.
Ενώ στο πρόσωπο του άλλου πρέπει να αναγνωρίζω τον καλό εαυτό μου και να εμπνέομαι την επιθυμία να του μοιάσω, τα πράγματα ρέπουν προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ο άλλος μου θυμίζει τα αποθέματα οργής και καταστροφικότητας που κεφαλοποιώ μέσα μου. Αντί για την παντομίμα της αρετής που αγγίζει άμεσα την καρδιά, με κάνει θεατή εχθροπραξιών σημαίνοντας μέσα μου συναγερμό. Τι «χαλάει» τους ανθρώπους; Ότι μονίμως βρίσκονται επί ξηρού ακμής. Ο άλλος υποσκάπτει τη θέση μου, μειώνει την υπόστασή μου, με μηδενίζει δωρίζοντάς μου το δημοκρατικό του λοίδορο χαμόγελο· κι όλα τούτα επειδή η καθολική διαβούλευση και αντιπροσώπευση επινόησε τη μόνη δυνατή πολιτική λύση: όλοι ξεκινούν τύποις ισότιμοι και το μόνο που επιδιώκουν είναι η κατάφωρη αδικία και ανισότητα.
Ακόμη μια προσπάθεια για να γίνουμε δημοκρατικοί!
Πηγή: www.lifo.gr. Η φωτογραφία είναι από εδώ: https://www.facebook.com/ARKAS-The-Original-Page-352589524877216/?tn-str=k*F