2 Μαρτίου 2018 at 01:00

Νίκος Καββαδίας: Σπουδὴ θαλάσσης. Παιδεία

από

Σπουδὴ θαλάσσης

Ἀγνάντευε ἀπ᾿ τὸ κάσσαρο τὴ θάλασσα ὁ «Πυθέας»
κι ὅλο δεξιὰ κι ἀριστερὰ σκουντούφλαγε βαριά.
Κι ἀπάνω στὸ ἄρμπουρο, ὁ μουγγός, ὁ γιὸς τῆς Δωροθέας,
εἶχε κιαλάρει δύο γυμνὲς γυναῖκες στὴ στεριά.

Τότε στὴν Πίντα κλέψαμε τοῦ Ἀζτέκου τὴν κορνιόλα.
Τραγίσιο δέρμα τὸ κορμὶ καὶ μέσαθε πουρί.
Φορτίο ποντίκια καὶ σκορπιοὶ τσιφάρι, στὰ πανιόλα.
Στὸ Πάλος κουβαλήσαμε τὸ ἀγιάτρευτο σπυρί.

Καὶ προσκυνώντας τοῦ μεγάλου Χάνου τ᾿ ἀποκεῖνα
καβάλα στὶς μικρόσωμες Κινέζες στὶς πιρόγες,
-μετάξι ἀνάριο τρίχωμα, τριανταφυλλένιες ρῶγες-
φέραμε κεῖνον τὸν κλεμμένο μπούσουλα ἀπ᾿ τὴν Κίνα.

Δεμένα τὰ ποδάρια μας στοῦ Πάπα τὶς γαλέρες
κουρσεύαμε τοῦ ὠκεανοῦ τὰ πόρτα ἢ τὰ μεσόγεια.
Σπέρναμε ὅπου περνούσαμε πανούκλα καὶ χολέρα
μπερδεύοντας μὲ τὸ τρελό μας σπέρμα ὅλα τὰ σόγια.

Ὅπου γυναίκα, σὲ ναούς, καλύβα ἢ σὲ παλάτι,
σὲ κάσες μὲ μπαχαρικὰ ἢ πίσω ἀπὸ βαρέλια,
μᾶς καθαρίζαν τὶς παλιὲς πληγὲς ἀπὸ τὸ ἁλάτι,
πότε ντυμένες στὰ χρυσὰ καὶ πότε στὰ κουρέλια.

Ἀπίκου πάντα οἱ ἄγκυρες καὶ οἱ κάβοι πάντα ντούκια.
Ὀρθοὶ πάντα κι ἀλύγιστοι στὴν ἀνεμορριπή,
μασώντας, σὰν τὰ ζωντανά, μπανάνες καὶ φουντούκια,
κατάβαθα πιστεύοντας: ἁμάρτημα ἡ ντροπή.

Στὰ ὄρτσα νὰ προλάβουμε. Τραβέρσο καὶ προχώρα.
Νὰ πᾶμε νὰ προλάβουμε τὴν τελευταία ριξιὰ
σὲ κείνη τὴν ἀπίθανη σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο χώρα
ποὺ τὰ κορίτσια τό ῾χουνε στὰ δίπλα ἢ καὶ λοξά.

19.01.1975

Νίκος Καββαδίας: Σπουδὴ θαλάσσης. Παιδεία
Νίκος Καββαδίας: Σπουδὴ θαλάσσης. Παιδεία

Παιδεία

Φαίνανε πανὶ στὸν ἀργαλειὸ
καὶ σὲ ταρσανᾶ ξομπλίαζαν κατάρτι
ἀντικρὺ στὸ Νήρυτο καὶ στὸ Δασκαλιὸ
γιὰ ἕνα κοριτσάκι ἀπὸ τὴ Σπάρτη.

Κι ἄρχισε μία τέτοια φασαρία,
πῆρε πέντε τοῦμπες ἡ Ἱστορία.

Κέρδισε τὴ νίκη μία φοράδα
δίχως νοῦ καὶ δίχως γρηγοράδα –
τό ῾γραψε κι ὁ Γέρος στὴν Ἰλιάδα.

Φύγαμε μπατίδοι ἀπὸ τὴν Τροία.
Ἔχω καὶ χαρτὶ καὶ μαρτυρία.
Δὲ θυμᾶμαι μόνο τὴν πορεία.

Σίγουρα κυβέρναγε τὸ διάκι
ἕνας γιὸς τσοπάνου ἀπὸ τὸ Θιάκι.

Εἶχε δαγκωνιὰ στὸ μάγουλό του
ποὺ καὶ κείνη βγῆκε σὲ καλό του.

Γιὰ τὴ ναυτοσύνη δάσκαλο εἶχα
ἕνα γεμιτζῆ ἀπὸ τὴ Δολίχα.

Τσοῦρμο ἀπὸ Κάστο κι ἀπὸ Ἐχινάδες,
ὅλοι τους παιδιά: κλάφτε, μανάδες.

Χίπηδες λεβέντες μὲ μαλλιὰ δασά,
κι ἦταν οἱ χιτῶνες μας τσαντίρια.
Μᾶς ξεπροβοδίζαν ξένα τρεχαντήρια,
πούπουλο κρεβάτι καὶ καλὰ κρασιά.

Κάπου ἐκεῖ κοντὰ στοὺς Λαιστρυγόνες
ἀγκαστρώσαμε ὅλες τὶς γοργόνες.

(Ἂν τὰ τελευταῖα τὰ γράφω πρῶτα
εἶναι ποὺ μπερδέψαμε τὴ ρότα.)

Εἶχες καὶ τὸ φόβο τῆς τιμῆς σου.
Οἱ ἀνθρωποφάγοι τὰ σκυλιά,
πρὶν σὲ φᾶν᾿, σοῦ κάναν τὴ δουλειά,
γιὰ νὰ νοστιμίσει τὸ κορμί σου.

Σμίξαμε κοντὰ στὴν Ἀσκανία
μὲ τοὺς κατεργάρηδες τοῦ Αἰνεία.
Πήγαμε ὅλοι τσοῦρμο στὰ πορνεῖα.

Κεῖνες οἱ ρουφιάνες τ᾿ ἀποσπόρια,
πῆγαν καὶ τοὺς κάψαν τὰ παπόρια.

Νὰ καὶ ἡ Ναυσικὰ ἀπὸ τσοὺ Κορφοὺς
τυλιγμένη μὲς στὴ σαπουνάδα.
Εἶχε τρεῖς φονιάδες ἀδερφοὺς
κάπου στὸ Μαντούκι, στὴ Σπιανάδα.

Φαῖνε, Πηνελόπη, τὸ πανί σου,
κλώσσαγε τὴν τίμια ἀναμονή σου.

Τοῦ θεοῦ τὸ ἀσκί, τοῦ Αἰόλου,
μᾶς σκορπάει κατὰ διαόλου.

Τὴν εὐχή μου! Βρέστε μου, παιδιά,
κάτι νὰ ριμάρει μὲ παιδεία.
Θέλει καὶ κουράγιο, καὶ καρδιά.
Ὅλοι μία φωνή : – Ἕνα … δύο …

Ἀθήνα 1974

Πηγή: http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/nikos_kabbadias/1975_traberso_index.htm

(Εμφανιστηκε 1,159 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.