4 Ιανουαρίου 2018 at 18:41

Αραβικές κατακτήσεις. Οι διάδοχοι του Μωάμεθ. Το κράτος των Χαλιφών

από

Αραβικές κατακτήσεις. Οι διάδοχοι του Μωάμεθ. Το κράτος των Χαλιφών

Κείμενο: Παύλος Καρολίδης

Ο Μωάμεθ διά της υπ’ αυτού κηρυχθείσης νέας θρησκείας, ήν επέβαλεν εις τους ομοφύλους Άραβας ου μόνον απλώς διά του λόγου αλλά και διά του ξίφους, ίδρυσεν ου μόνον θρησκείαν, ου μόνον Εκκλησίαν, ούτως ειπείν, αλλά και πολιτείαν και κράτος. Διότι κατά την τότε ανάπτυξιν την κοινωνικήν και πνευματικήν του Αραβικού έθνους δεν ήτο δυνατόν να διακριθή η θρησκευτική πολιτεία από της κυρίως πολιτείας, και ο ιδρυτής θρησκείας και θρησκευτικής πολιτείας ήτο εξ ανάγκης ιδρυτής και κράτους πολιτικού. Ο δε Μωάμεθ αποθνήσκων κατέλιπεν εις το έθνος αυτού κράτος θρησκευτικώς άμα και πολιτικώς συγκεκροτημένον, όπερ μετά τον θάνατον αυτού έπρεπε να έχη τους άρχοντας αυτού. Οι άρχοντες ούτοι εκλήθησαν Χαλίφαι, ήτοι Διάδοχοι, ως διαδεξάμενοι τον Μωάμεθ ουχί εν τη προφητική τούτου ιδιότητι, διότι ο Μωάμεθ, ως ο έσχατος των προφητών, κατά την πίστιν των Μωαμεθανών, δεν ηδύνατο να έχη διάδοχον, αλλ’ εν τη ιδιότητι μόνον αυτού ως άρχοντος του νεωστί διά της θρησκείας συσταθέντος Αραβικού κράτους. Οι τοιούτοι μετά τον Μωάμεθ άρχοντες του Αραβικού κράτους είτε εκλεγόμενοι προς το αξίωμα τούτο, είτε ως εγίνετο εν αρχή, είτε κληρονομικώς λαμβάνοντες αυτό, ως εγίνετο βραδύτερον, εκαλούντο Χαλίφαι (Χαλίφ), ήτοι Διάδοχοι. Και τοιούτος διάδοχος εγένετο μετά τον θάνατον του Μωάμεθ ο Αβού Βεκίρ, ο από της δευτέρας γυναικός του Μωάμεθ πενθερός αυτού, εκλεγείς εις το αξίωμα υπό των αρχηγών των Αραβικών φυλών.

Η αυτοκρατορία των Σασσανιδών και η αυτοκρατορία των Ινδών Γκούπτα (320-550)
Η αυτοκρατορία των Σασσανιδών και η αυτοκρατορία των Ινδών Γκούπτα (320-550)HWC 284

Επί του Χαλίφου Αβού Βεκίρ, όστις ήρξε δύο μόνον έτη, εξηκολούθησεν ο από του Μωάμεθ ήδη αρξάμενος εναντίον των απίστων πόλεμος. Ο Μωάμεθ, γενόμενος κύριος απάσης της Αραβίας, είχε συλλάβει την ιδέαν να υποτάξη όλον τον κόσμον εις το κράτος αυτού, τουτέστι να διαδώση το Ισλάμ εις όλον τον κόσμον, όστις ούτως έμελλε ν’ αναγνωρίση αυτόν ως προφήτην και ως υπέρτατον επί γης άρχοντα. Και προς τον σκοπόν τούτον είχε πέμψει πρέσβεις προς τους ηγεμόνας των δύο ομόρων τη Αραβία μεγάλων κρατών, τον Ηράκλειον και τον Χοσρόην Β’. Και ο μεν Ηράκλειος εδέξατο οπωσούν φιλοφρόνως τους πρέσβεις του νέου Προφήτου, απορρίψας απλώς τας προτάσεις αυτών, αλλ’ ο Χοσρόης εθανάτωσεν αυτούς.

Κατάλυσις του Περσικού κράτους των Σασανιδών

Ο πόλεμος, ού ήρξατο ο Μωάμεθ εναντίον αμφοτέρων των Κρατών, διεκόπη ευθύς υπό του θανάτου αυτού. Αλλά και επί της διετούς αρχής του Αβού Βεκίρ ο πόλεμος ο εναντίον των Ελλήνων περιωρίσθη εις την υπό των Αράβων άλωσιν φρουρίων τινών του Ελληνικού Κράτους εν τη νοτίω Συρία, τη Παλαιστίνη κειμένων, ιδίως της περίφημου πάλαι Φιλισταϊκής, νυν δ’ εξηλληνισμένης Γάζης, έλαβε δε μεγάλας διαστάσεις και επί του Χαλίφου Ωμάρ (634-644) του εκλεγέντος μετά τον θάνατον του Αβού Βεκίρ. Επ’ αυτού δύο στρατιαί Αραβικαί επέμφθησαν κατά δύο διευθύνσεις, η μεν υπό τον Καλίδ εναντίον του Ελληνικού, η δε υπό τον Σαΐδ εναντίον του Περσικού κράτους των Σασσανιδών.

Εν Περσία από του τέλους του μεγάλου προς τον Ηράκλειον πολέμου, ότε ανήλθεν εις τον θρόνον ο του Χοσρόου Β’ υιός Καβάδης, Β’ Σιρόης, μέχρι του έτους, καθ’ ό οι Άραβες επί του Αβού Βεκίρ εστράτευσαν κατά του κράτους τούτου, εν διαστήματι 4 ετών δέκα περίπου ηγεμόνες ανήλθαν εις τον Περσικόν θρόνον, εν ελαχίστοις χρονικοίς διαστήμασι διαδεχόμενοι αλλήλους καθαιρουμένους ή φονευομένους. Τέλος τω 632 ο υπό των Αράβων επικείμενος κίνδυνος επήνεγκέ τινα ομόνοιαν μεταξύ των αρχόντων και τω 632 ανεγνώρισαν ούτοι τον 15ετή παίδα Ισδέγερδον Β’ (έγγονον του Χοσρόου) και έσπευδον προθύμως εις τον εναντίον των Αράβων πόλεμον. Αλλ’ ο Περσικός στρατός ο υπό τον στρατηλάτην Ρουστάν εναντίον των υπό τον Σαΐδ Αράβων πεμφθείς συνεκρούσθη μετά τούτου εν Καδησία της Βαβυλωνίας (636). Η μάχη αύτη, καθ’ ήν οι Άραβες έμειναν νικηταί, δεν έκρινε μόνον μεταξύ των δύο Ασιατικών κρατών, του παλαιού Περσικού και του νεαρού Αραβικού, ή μεταξύ δύο φυλών, αλλά και μεταξύ δύο θρησκευμάτων, της αρχαιοτάτης θρησκείας του Ζωροάστρου, της θρησκείας του φωτός και του πυρός, εκπροσωπουμένης εν τω υψίστω πνεύματι του Κόσμου, τω θεώ Ωρομάσδη, και της νεωτάτης θρησκείας της υπό του Μωάμεθ κηρυχθείσης, της θρησκείας του Ισλάμ. Η δε ήττα των Περσών επήνεγκε και τον όλεθρον του τε Περσικού κράτους και της αρχαίας Περσικής θρησκείας. Διότι οι νικηταί Άραβες, δι’ ούς είπομεν λόγους, διά του ξίφους κατέστρεψαν νυν την θρησκείαν του Ζωροάστρου και επέβαλον τον Ισλαμισμόν εις απάσας τας υπ’ αυτών καταλαμβανομένας Περσικάς χώρας. Ο Ισδέγερδος μετά την ήτταν της Καδησίας επειράθη ν’ αναχαιτίση την ορμήν του εις τας Περσικάς χώρας εισβαλόντος Αραβικού χειμάρρου, αλλ’ ουδέν κατώρθωσε. Διότι ηττηθείς υπό των πολεμίων εγκατελείφθη και υπ’ αυτών των Περσών και εφονεύθη υπό των ιδίων αυτού υπηκόων (631). Ούτω δε το κράτος των Σασσανιδών κατελύθη διά παντός μετά της θρησκείας της Ζωροαστρικής. Πάσα η Περσία εγένετο μωαμεθανική, οι δε μείναντες πιστοί εις το πάτριον θρήσκευμα Πέρσαι κατέφυγον εις τας Ινδίας φέροντες μεθ’ εαυτών το άσβεστον ιερόν πυρ, διατηρούντες δε μέχρι σήμερον την πάτριον λατρείαν εν πολλαίς πόλεσι της Ινδικής και καλούμενοι Πάρσοι (υπό των ομοφύλων δε Μωαμεθανών Περσών Γουέβροι (Γκιαούρ) = άπιστοι).

Διά της καταλύσεως του Περσικού κράτους η δύναμις του Ισλάμ διεδόθη ανά τας ευρυτάτας χώρας της Ασίας τας εκτεινομένας μεταξύ του Τίγρητος και του Ώξου, του Καυκάσου, της Κασπίας και του Ινδικού Ωκεανού και ηλλοιώθη ηθικώς και πολιτικώς η όψις της Δυτικής Ασίας πριν ή παρέλθωσιν 20 έτη από του θανάτου του Μωάμεθ.

Οι πόλεμοι των Αράβων κατά του Ελληνικού κράτους

Καθ’ όν χρόνον ο Αραβικός Μωαμεθανικός χείμαρρος κατέκλυζε τας ιστορικωτάτας χώρας της Δυτικής και της Μέσης Ασίας, αι μεγάλαι και κάλλισται εν Ασία και Αφρική και ιστορικώταται χώραι του Ελληνικού κράτους κατελαμβάνοντο αλλεπαλλήλως υπό των ακαθέκτων στρατιών του Ισλάμ. Εκ των δύο στρατιών, αίτινες υπό του Χαλίφου Ωμάρ εξεπέμφθησαν εναντίον των Ελλήνων και των Περσών, η υπό τον στρατηλάτην Καλίδ, διελάσασα άνευ αντιστάσεως πάσαν την Παλαιστίνην, επήλθε κατά της εν τη Κοίλη Συρία μεγάλης και ονομαστοτάτης Ελληνικής πόλεως Δαμασκού, ήν και επολιόρκησεν. Ο Ηράκλειος, όστις ευρίσκετο έτι εν Συρία, έπεμψε στρατόν εναντίον του Καλίδ υπό τον γνωστόν ημίν εκ της ιστορίας του Περσικού πολέμου αδελφόν αυτού Θεόδωρον· αλλ’ ο στρατός ούτος ηττήθη εγγύς της Δαμασκού υπό των Αράβων (634). Δεύτερος στρατός υπό του βασιλέως πεμφθείς προς ελευθέρωσιν της Δαμασκού ηττήθη αύθις, και τότε η μεγάλη και αρχαιοτάτη πόλις, ο «οφθαλμός της Ανατολής», μετά εξάμηνον πολιορκίαν περιήλθεν εις τας χείρας των Αράβων. Ο βασιλεύς Ηράκλειος, όστις έσπευσε να επανέλθη εις την πρωτεύουσαν, ίνα φροντίση περί αποστολής νέου στρατού, έπεμψε πράγματι νέον στρατόν υπό τον υιόν αυτού Κωνσταντίνον και τον στρατηγόν Μανουήλ. Αλλ’ εν τη παρά τον Ιερομίακα ποταμόν μάχη ηττήθησαν και αύθις οι Χριστιανοί (696) και οι Άραβες ταχέως μετά την αναχώρησιν του βασιλέως εγένοντο κύριοι της Συρίας απάσης. Πάσαι αι μεγάλαι και περίφημοι ενταύθα πόλεις Αντιόχεια, Βηρυτός, Έμεσα, Ιερουσαλήμ, Καισάρεια η εν Παλαιστίνη εκυριεύθησαν μέχρι του 639 υπό των μαχητών του Ισλάμ.

Ιστορικώς αξιοσημείωτος είναι ο τρόπος, καθ’ όν η Ιερουσαλήμ περιήλθεν εις την εξουσίαν των Αράβων. Η αγία πόλις πολιορκηθείσα τω 636 μετά την ατυχή τοις Έλλησι μάχην του Ιερομίακος αντέταξεν αντίστασιν γενναίαν προς τους πολιορκητάς, καίπερ ούσα εγκαταλελειμμένη εις εαυτήν και μόνον αρχηγόν και προστάτην έχουσα τον περίφημον Πατριάρχην Σωφρόνιον. Τέλος δε αναγκασθείσα να παραδοθή διά συνθήκης απήτησε να συνομολογήση την συνθήκην της παραδόσεως προς αυτόν τον Χαλίφην, ουχί δε προς τον αρχηγόν του πολιορκητικού στρατού Αβού Οβεϊδά, τον προ μικρού αντικαταστήσαντα εν τη αρχιστρατηγία τον Καλίδ. Και τότε ο χαλίφης Ωμάρ απήλθεν από Μέκκας και διανύσας μακροτάτην οδόν διά της ερήμου εν πάση απλότητι των τότε Χαλιφών αφίκετο προ της αγίας πόλεως, ήν και οι Μωαμεθανοί εσέβοντο και σέβονται ως αγίαν πόλιν και καλούσαν αυτήν μέχρι και νυν ούτω (Κουδούς ή Κουδούς σερίφ) ως ούσαν πόλιν του προφήτου και του Χριστού και συνωμολόγησε προς τον Πατριάρχην Σωφρόνιον την περί παραδόσεως της πόλεως συνθήκην. Η συνθήκη αύτη ήτο κατά τούτο ιδίως σπουδαία ότι ήτο η πρώτη μεταξύ Μωαμεθανών και Χριστιανών συνθήκη, ή μάλλον η πρώτη επίσημος εκ μέρους του Μωαμεθανικού κράτους πράξις η καθορίζουσα την θέσιν των Χριστιανών εν μωαμεθανικώ κράτει κατά τας αρχάς του Κορανίου και αποτελούσα την βάσιν και αφετηρίαν πασών των βραδύτερον υπό διαφόρων μωαμεθανών ηγεμόνων τοις Χριστιανοίς παρασχεθεισών θρησκευτικών ελευθεριών. Κατά την συνθήκην ταύτην του Ωμάρ εις πάντας τους Χριστιανούς ασφαλίζεται η ζωή και η περιουσία και η ελευθέρα τέλεσις της θρησκευτικής λατρείας αυτών επί ετησία αποτίσει του κεφαλικού λεγομένου φόρου (χαράτζ), δι’ ού ο Χριστιανός εξαγοράζει ούτως ειπείν το δικαίωμα της υπάρξεως· απηγορεύετο εις τους Χριστιανούς να ιδρύωσι σταυρούς έξωθεν επί των ναών αυτών ή να κρούωσι σήμαντρα ή κώδωνας αγγέλλοντας την ώραν της προσευχής· έτι δε επεβάλλετο να διακρίνωνται κατά την ενδυμασίαν από των Μωαμεθανών, απαγορευομένης ιδίως αυστηρώς της χρήσεως του πρασίνου χρώματος. Και ούτω μεν η Συρία μετ’ αυτής δε και η Μεσοποταμία, δύο δηλονότι χώραι, αίτινες από των χρόνων των διαδόχων του Αλεξάνδρου επί 950 περίπου έτη υπήρξαν εστία ελληνικού πολιτισμού, ελληνικής παιδείας, ελληνικής φιλολογίας, κοιτίς του Χριστιανισμού και του Χριστιανικού Ελληνισμού και της χριστιανικής φιλολογίας και ρητορικής, κατελήφθησαν εντός 9 μόνον ετών υπό νέου έθνους, νέου κράτους, νέας θρησκείας και νέου βίου Ασιατικού επενεγκόντος κατά μικρόν την εξαφάνισιν του Ασιατικού Ελληνισμού εν τη λαμπροτάτη κοιτίδι και τη φωτεινοτάτη εστία αυτού. Μόνη η Χριστιανική πίστις και Εκκλησία έσωσαν και σώζουσιν έτι τα ελάχιστα λείψανα, του πάλαι πνευματικού μεγαλείου του Ελληνισμού των χωρών τούτων.

Ο Παύλος Καρολίδης (1849 – 1930) ήταν Έλληνας ιστορικός, πολιτικός και καθηγητής πανεπιστημίου. Το κείμενο που δημοσιεύουμε στη συνέχεια είναι από το βιβλίο του «Εγχειρίδιον βυζαντινής ιστορίας. Μετά των κυριωτάτων κεφαλαίων της λοιπής μεσαιωνικής ιστορίας.», το οποίο κυκλοφόρησε το 1908 από τις εκδόσεις ΝΙΚ. ΤΖΑΚΑΣ· όπως σημειώνει ο συγγραφέας στην εισαγωγή, το εγχειρίδιο συντάχθηκε «προς χρήσιν των φοιτητών της Φιλοσοφικής Σχολής» του Πανεπιστημίου της Αθήνας και είναι «ανάγνωσμα ιστορικόν διδακτικόν εύληπτον τοις πάσι.» (Δ.Τ.)

Ο χάρτης είναι από εδώ:

https://el.wikipedia.org/wiki/%

(Εμφανιστηκε 1,260 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.