13 Μαρτίου 2017 at 09:36

Η κατάσταση στην Ελλάδα πριν από την Επανάσταση του 1821

από

Η κατάσταση στην Ελλάδα πριν από την Επανάσταση του 1821

Προπαρασκευαστικές κινήσεις και έκρηξη της Επανάστασης

Ο Καρλ Μέντελσον-Μπαρτόλντι (1838-1897) ήταν Γερμανός ιστορικός. Γεννήθηκε στη Λειψία και διατέλεσε καθηγητής της ιστορίας στο πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ. Το 1863 επισκέφτηκε την Ελλάδα και από τότε άρχισε να ασχολείται συγγραφικά με τη νεότερη ελληνική ιστορία. Έργα του: «Ελληνική ιστορία από την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους ως την εποχή μας» 2 τόμοι (1ος τόμος, 1870, 2ος, 1874), που μεταφράστηκαν από το Μιχαήλ Παπαρρηγόπουλο (ο 1ος τόμος, 1872) και από τον Άγγελο Βλάχο (ο 2ος, 1873-1876), «Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης» κ.ά.

Κείμενο: Καρλ Μέντελσον Μπαρτόλντι*

Απόδοση στα ελληνικά: Ελένη Γαρίδη

Είναι ωραίο να λέγεται ότι ένας λαός κατέκτησε την ελευθερία του με τις δικές του δυνάμεις, ωστόσο όμως η προσεκτική ιστορική έρευνα δεν επικυρώνει συνήθως όσα διακηρύττουν οι υπαίθριοι ρήτορες και οι ενθουσιώδεις διαδηλωτές. Αντίθετα, στις προπαρασκευαστικές ζυμώσεις κάθε αγώνα για την ελευθερία, η έρευνα ξεχωρίζει με αυστηρότητα κάθε τι που πηγάζει από εκούσια ενέργεια, από την ξένη επίδραση ή από τα αποτελέσματα της ίδιας εθνικής δυνάμεως. Έτσι, ο ελληνικός αγώνας υπέρ της εθνικής ανεξαρτησίας δεν έχει τη μορφή ενός ποταμού που ανέβλυσε ξαφνικά με δύναμη και διαύγεια από τις πηγές του, αλλά μοιάζει περισσότερο σαν κρυστάλλινο ρυάκι, που σιγά σιγά και με κόπο απαλλάχτηκε από τα θολά και ακάθαρτα νερά των βούρκων.

Ο Ρήγας Βελεστινλής ή Ρήγας Φεραίος (πραγματικό όνομα Αντώνιος Κυριαζής, 1757 - 24 Ιουνίου 1798) ήταν Έλληνας συγγραφέας, πολιτικός στοχαστής και επαναστάτης.
Ο Ρήγας Βελεστινλής ή Ρήγας Φεραίος (πραγματικό όνομα Αντώνιος Κυριαζής, 1757 – 24 Ιουνίου 1798) ήταν Έλληνας συγγραφέας, πολιτικός στοχαστής και επαναστάτης.

Στους Έλληνες τονίστηκε από φιλελληνική υπερβολή ο ύμνος ότι μόνο στον εαυτό τους οφείλουν την πολιτική τους ανεξαρτησία. Αλλά ο ύμνος είναι κάλπικος και πάει να επιβάλει σαν γεγονός κάτι που δεν έχει αποδειχτεί. Για τους Έλληνες ήταν αρκετό να απαλλαγούν από τα κακά της ξένης δεσποτείας και να δείξουν πως είναι άξιοι να αποτελέσουν έθνος. Ωστόσο, είναι αξιόλογο κατόρθωμά τους ότι διατηρήθηκαν στο πέρασμα των αιώνων. Αυτό όμως δεν έφτανε για να κατορθώσουν μόνοι τους, με τις ίδιες τους τις δυνάμεις, τη μεγάλη πολιτική μεταβολή που συγκλόνισε στις αρχές του 19ου αιώνα όλη τη βαλκανική χερσόνησο. Έκτακτες περιστάσεις τούς βοήθησαν γι’ αυτό.

Οι Έλληνες οφείλουν την ελευθερία τους πριν απ’ όλα στην αδυναμία και την αδιαφορία των τυράννων τους. Όσο ξέπεφτε η τουρκική διοίκηση τόσο ανδρώνονταν στους υποδούλους η προσδοκία κι ο πόθος της ελευθερίας. Πραγματικά, πολύ γρήγορα άρχισε να παραλύει η δύναμη, που ζωογονούσε το τουρκικό κράτος. Στρατιωτικός οργανισμός που δεν διοικούσε αλλά ποδοπατούσε τους υποδούλους, μία έκρυθμη δηλαδή κατάσταση που στηριζόταν μόνο στο ξίφος, δεν μπορούσε να διαρκέσει παρά μόνο όσον καιρό κρατούσαν το θρόνο των Οσμανλήδων κρατεροί ηγεμόνες, που είχαν δυνατό βραχίονα και ισχυρή θέληση και απόφαση. Από τον ΙΣΤ’ αιώνα, τους χρόνους δηλαδή της δόξας των Τούρκων, άρχισε να ξεπέφτει η δύναμη που θεμελίωνε και συντηρούσε το κράτος. Έτσι, στους κατοπινούς αιώνες, ο καιρός της επιδράσεως της τουρκικής δυνάμεως σ’ όλο τον κόσμο και η απειλή να μεταβληθεί το σύστημα των ευρωπαϊκών κρατών είχε παρέλθει και είχε γίνει καθαρός μύθος. Τώρα πια οι Οσμανλήδες έπρεπε να σκέπτονται για τη δική τους άμυνα και να οργανώνουν την αντίστασή τους πιθανότατα και μπροστά στα τείχη της Κωνσταντινουπόλεως.

Η Μάνη τον 18ο αιώνα. (Πηγή: Δ. Κόκκινος, Επίτομη ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης)
Η Μάνη τον 18ο αιώνα. (Πηγή: Δ. Κόκκινος, Επίτομη ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης)

Ήταν τότε η ένδοξη περίοδος της αυστριακής ιστορίας, που με πρωτοπορία το ξίφος του ευγενικού ιππότη πρίγκιπα Ευγένιου, ανοίχτηκε για την πατρίδα του ο δρόμος της νίκης και της δόξας. Αλλά η αυστριακή πολιτική δεν ήταν γραφτό να θερίσει αργότερα τους καρπούς των νικών εκείνων. Αντί επιθέσεως περιορίστηκε σε άμυνα και μάλιστα ανέχτηκε, στα τέλη του ΙΖ’ και τις αρχές του IH’ αιώνα, να περιέλθουν και πάλι στα χέρια των Τούρκων τα προχωρημένα ερείσματα της ελληνικής εθνότητας, η Κρήτη και ο Μοριάς.

Έτσι ξέφυγε από τα χέρια της Αυστρίας το θετικό μέρος της αποστολής της στην Ανατολή. Με την αυγή του IH’ αιώνα στην ανατολική διαμάχη μπήκε αποφασιστικά η Ρωσία και με το θρησκευτικό και εθνικό της γόητρο επηρέασε τους υποδούλους χριστιανούς της Βαλκανικής. Στη διάρκεια του ρωσο-σουηδικού πολέμου είχε φανεί καθαρά η αδυναμία και η διάλυση της Τουρκικής Αυτοκρατορίας. Ο Μεγάλος Πέτρος ήταν το πιο κατάλληλο πρόσωπο για να εντάξει την τουρκική αυτονομία στην υπηρεσία των κολοσσιαίων ρωσικών σχεδίων. Πλούσια δώρα μεταφέρονταν από τη Μόσχα στα ελληνικά μοναστήρια και η επίδραση του ρωσικού χρυσού διαπιστωνόταν τόσο στον Άθωνα όσο και στην Πατριαρχική Σύνοδο Κωνσταντινουπόλεως. Όταν ο τσάρος εξεστράτευσε κατά της Τουρκίας, διέταξε να ανυψωθεί στο μητροπολιτικό ναό της Μόσχας μια σημαία με σταυρό και με την επιγραφή «εν τούτω νίκα». Βέβαιος για τη νίκη εναντίον των απίστων, εξέφρασε την επιθυμία να ταφεί στην Κωνσταντινούπολη. Κι όταν βρισκόταν στη Ρίγα, εξεφώνησε λόγο και τόνισε ότι οι τέχνες και οι επιστήμες διαδόθηκαν στο παρελθόν από τους Έλληνες και ότι μεταλαμπαδεύονται κατά καιρούς, όπως ακριβώς κυκλοφορεί το αίμα. Θα κάνουν, συνέχισε, και τη θητεία τους στη Ρωσία για κάμποσους αιώνες και μετά θα ξαναγυρίσουν στην αρχαία κοιτίδα τους, την Ελλάδα.

Η Αικατερίνη Β΄ της Ρωσίας, η επονομαζόμενη «Μεγάλη» (Ρωσικά: Екатерина II Великая, Yekaterina II Velikaya, μεταγραφή Γιεκατερίνα ΙΙ Βελίκαγια 2 Μαΐου 1729 – 17 Νοεμβρίου 1796) ήταν, γερμανικής καταγωγής, Αυτοκράτειρα της Ρωσίας
Η Αικατερίνη Β΄ της Ρωσίας, η επονομαζόμενη «Μεγάλη» (Ρωσικά: Екатерина II Великая, Yekaterina II Velikaya, μεταγραφή Γιεκατερίνα ΙΙ Βελίκαγια 2 Μαΐου 1729 – 17 Νοεμβρίου 1796) ήταν, γερμανικής καταγωγής, Αυτοκράτειρα της Ρωσίας

Αν και ο Πέτρος δεν υπέδειξε στη διαθήκη του προς τους διαδόχους του το δρόμο προς την Ανατολή, ωστόσο με τις πράξεις του και το παράδειγμά του υπογράμμισε την ανάγκη να εκμεταλλευθούν την παρακμή των Τούρκων και τις εθνικές ελπίδες των Ελλήνων.

Έτσι σκέφτηκαν οι Ρώσοι στον πόλεμο του 1736-39 και έτσι αντιμετώπισε τα πράγματα η Σεμίραμις του Βορρά, η Αικατερίνα η Β’, αληθινή κληρονόμος του πνεύματος του Μ. Πέτρου. Κοντά στους Ορλόφ, εκτελεστές της πολιτικής της για την Ανατολή, εμφανίστηκε τότε ο Έλληνας Παπαδόπουλος. Φλογερός και γεμάτος από υποσχέσεις και ωραία λόγια, παρέστησε λαμπρή μπροστά στα μάτια των Ρώσων την ελπίδα της απελευθέρωσης της Ελλάδας, τονίζοντας ότι μόνο τα σώματα και όχι οι ψυχές των Ελλήνων ήταν υποταγμένες στο Ισλάμ.

Πραγματικά, μόνον η βία και ο τρόμος συγκρατούσαν το λαό, που δεχόταν άπληστα κάθε ελπίδα σωτηρίας του από τους ξένους. Από το τέλος του ΙΖ’ αιώνα και τις αρχές του ΙΗ’ είχε εκλείψει η ενετική σημαία από τις ακτές της Κρήτης και του Μοριά. Με πίστη λοιπόν και με ελπίδα απέβλεπαν οι υπόδουλοι προς την Αγία Ρωσία, με την οποία από αιώνων βρίσκονταν σε στενές σχέσεις. Στο λαό ζούσε η παλιά προφητεία του Αγαθάγγελου: Ένα ξανθό γένος, οι Ρως, ήταν γραφτό να κατεβούν από το Βορρά και να καταλύσουν την κυριαρχία των Τούρκων, υψώνοντας το σταυρό πάνω από την ημισέληνο. Ο Παπαδόπουλος διέσπειρε όμορφα λόγια στους ορεινούς κατοίκους της Μάνης, αλλά μη μπορώντας να κατορθώσει τίποτα, κατέφυγε στον Μεσσήνιο καπετάν Βενέκη, που του υποσχέθηκε ότι μόλις εμφανιστούν οι Ρώσοι, 100.000 Έλληνες θα βρίσκονταν ένοπλοι αμέσως. Ο τυχοδιώκτης αυτός γνώριζε πολύ λίγο την πατρίδα του και δυστυχώς η αγυρτεία και η απειρία αυτή επρόκειτο να επαναληφθούν ολέθριες κατά τους αγώνες του 1821. Οι προστάτες του Παπαδόπουλου, οι Ορλόφ, είχαν πάει στη Βενετιά κι από εκεί καταπλημμύριζαν τη Βαλκανική με προκηρύξεις και χρυσά μετάλλια που είχαν την εικόνα της Αικατερίνης. Και η Στερεά και τα νησιά ξεσηκώθηκαν όταν ο ρωσικός στόλος που εξοπλίστηκε στη Βαλτίκή υπό τον ναύαρχο Σπιριντόφ φάνηκε στις ελληνικές θάλασσες, ενώ προκήρυξη του Αλέξη Ορλόφ καλούσε τους ομόπιστους Έλληνες να υπερασπίσουν την πατρίδα τους και να απελευθερωθούν.

Η Πάτρα στις αρχές του 19ου αιώνα. (Πηγή: Δ. Κόκκινος, Επίτομη ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης)
Η Πάτρα στις αρχές του 19ου αιώνα. (Πηγή: Δ. Κόκκινος, Επίτομη ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης)

Το Διβάνι βαυκαλιζόταν στο παρελθόν για τη δήθεν ασφαλειά του. Το χειμώνα του 1769-70 είχε ειρωνευτεί τις συμβουλές του Γάλλου πρεσβευτή και είχε διακηρύξει σαν αδύνατη την εμφάνιση των Ρώσων στη Μεσόγειο. Στους τουρκικούς χάρτες μάλιστα της εποχής δεν σημειωνόταν καμία θαλάσσια διάβαση από τον Ατλαντικό στη Μεσόγειο. Ο Τούρκος δερβίσης-χαρτογράφος είχε ενώσει στερεά την Ευρώπη με την Αφρική στο Γιβραλτάρ. Όταν όμως μετά δύο μήνες αποβιβάστηκαν Οι Ρώσοι στον Μοριά, για την Πύλη δεν έμενε άλλη διέξοδος παρά να χαρακτηρίσει το γεγονός θαύμα και μαγεία, χωρίς ωστόσο να παραλείψει να πάρει και τα μέτρα της. Εκδόθηκαν αυστηρότατες διαταγές που απαγόρευαν την οπλοφορία των ραγιάδων και τις δημόσιες προσευχές των χριστιανών. ΟΙ εκκλησίες κλείστηκαν. Ταυτόχρονα προσκλήθηκε σε βοήθεια η μαχητικότερη στρατιά της Βαλκανικής και οι αλβανικές ορδές κατέκλυσαν, με σουλτανική διαταγή, την Ελλάδα. Ούτε ο αδύνατος ενθουσιασμός των κατοίκων του Μοριά, ο θρεμμένος με ρωσικό χρυσό, ούτε η επικουρική εκστρατεία του Ορλόφ κατόρθωσαν να φέρουν αντιπερισπασμό στην ορμή των φοβερών εκείνων ορδών. Ο Θεόδωρος Ορλόφ, που αποβιβάστηκε στις 17 Φεβρουαρίου 1770 στο Οίτυλο, έσπευσε να σχηματίσει δύο σώματα από Μωραίτες και Μανιάτες. Όρκισε τους άντρες στο όνομα της τσαρίνας και ονόμασε το σώμα Σπαρτιατική Λεγεώνα.

Το μικρό σώμα εξαντλήθηκε πολιορκώντας την Κορώνη κι όταν ο Αλέξιος με τις δυνάμεις του ενώθηκε μαζί του, δεν κατόρθωσαν να αντισταθούν αποτελεσματικά στους Τούρκους. Τον Μάιο του 1770 φάνηκε στη Μεσόγειο και νέα μοίρα ρωσικού στόλου υπό το ναύαρχο Έλφινστον. Ο τουρκικός στόλος υπέστη τη φοβερή εκείνη ήττα στον Τσεσμέ απέναντι από τη Μυτιλήνη, που επέζησε στη μνήμη του ελληνικού λαού και στα τραγούδια του σαν χαρμόσυνος πυρσός ελευθερίας. Ωστόσο, ο πόλεμος στον Μοριά είχε το ατυχέστερο τέλος που μπορούσε κανείς να φανταστεί. Η χερσόνησος υπέστη τις τρομερές λεηλασίες των Αλβανών, τα τάγματα του Θεοδώρου Ορλόφ σκορπίστηκαν σαν σκόνη και ο Αλέξιος κατέφυγε νικημένος στο Ναβαρίνο κι από τα τείχη του έβλεπε ανίσχυρος να χύνεται το αίμα των δυστυχισμένων συμμάχων του. Έτσι κατέρρευσαν κι έγιναν στάχτη τα μεγάλα απελευθερωτικά σχέδια των δύο Ρώσων και στις καρδιές των απατημένων και δυστυχισμένων Ελλήνων έμεινε το μαύρο σπέρμα της δυσπιστίας για τους βόρειους ελευθερωτές της. Τότε ακριβώς η Πύλη συνέλαβε το σχέδιο να εξοντώσει εντελώς τους Έλληνες ρίχνοντας κατά πάνω τους τα αλβανικά στίφη, αλλά η ανάγκη της είσπραξης του χαρατσιού ματαίωσε το σχέδιο.

«Μετά την καταστροφή των Ψαρών». Έργο του Νικόλαου Γύζη.
«Μετά την καταστροφή των Ψαρών». Έργο του Νικόλαου Γύζη.

ΟΙ χωρικοί που επέζησαν από το ρωσοτουρκικό πόλεμο και από τις λεηλασίες και σφαγές των Αλβανών στέναζαν κάτω από αφόρητα βάρη. Έπρεπε τώρα να εργάζονται και να πληρώνουν φόρους και γι’ αυτούς που έπεσαν στον πόλεμο. Τότε τα μοναστήρια και οι μοναχοί βοήθησαν τη γεωργία, ευλογώντας το αυλάκι του αλετριού και εμψυχώνοντας τους εργάτες με την ενθάρρυνση και το παράδειγμά τους. Καλύτερη από την τύχη των κατοίκων της Στερεάς ήταν η μοίρα των νησιωτών, γιατί η Πύλη, όντας αδύνατη στη θάλασσα, δεν είχε τη δύναμη να τους τιμωρήσει για τις συμπάθειές τους υπέρ των Ρώσων και ακόμα γιατί ωφελήθηκαν οι νησιώτες από την υπογραφείσα στα 1774 συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζί. Η συνθήκη αυτή, «αριστούργημα ρωσικής επιδεξιότητος και τουρκικής ανοησίας», αποτελεί στην Ιστορία σταθμό οριστικής τροπής της εξελίξεως του Ανατολικού Ζητήματος, πολύ πιο σπουδαίο από τη συνθήκη του Κάρλοβιτς, που είχε υπογραφεί πριν 75 χρόνια μεταξύ Τουρκίας και Αυστρίας, και που κατά τη φράση του ιστορικού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας Χάμερ «για πρώτη φορά έγινε φανερή σ’ όλο τον κόσμο η παρακμή του οθωμανικού κράτους».

Αν τότε η Τουρκία εγκατέλειψε την επιθετική στάση της απέναντι στην Αυστρία, χωρίς όμως και να βλαφτεί αισθητά η ακεραιότητά της, η Ρωσία, στην τελευταία περίπτωση, κέρδισε το προνόμιο να αναμιγνύεται ενεργώς πλέον στα πράγματα της Τουρκίας και μπορούσε στο εξής ν’ απειλεί το καθεστώς των ευρωπαϊκών εδαφών όπου κυριαρχούσαν οι Τούρκοι. Η αδυναμία του τουρκικού κράτους φάνηκε επίσημα στο Κιουτσούκ-Καϊναρτζί. Η Ρωσία, στηριγμένη στα άρθρα 7, 16 και 17 της συνθήκης, διεκδικούσε το δικαίωμα της προστασίας των χριστιανών που ζούσαν κάτω από το τουρκικό σκήπτρο. Ο σουλτάνος είχε γενικά υποσχεθεί την προστασία της χριστιανικής θρησκείας και των εκκλησιών της με το άρθρο 7 της συνθήκης. Ακόμα είχε εξασφαλιστεί η αμνηστία για τους κατοίκους των ηγεμονιών, η απόδοση των κτημάτων τους, η αποκατάσταση της προπολεμικής τάξης πραγμάτων, η ελεύθερη λατρεία και η επιεικής φορολογία. Τέλος, είχε επιτραπεί στον πρεσβευτή της Ρωσίας να μεσιτεύει στην Πύλη υπέρ των ηγεμονιών και να εισακούεται με την τιμή που του ανήκε (άρθρο 16 της συνθήκης). Στα νησιά του Αιγαίου που επεστράφηκαν από τους Ρώσους στην Τουρκία, δόθηκαν υποσχέσεις αμνηστίας και αιώνιας λήθης για όλα τα εγκλήματα και τις ζημιές, όπως επίσης και τέλεια ελευθερία της χριστιανικής θρησκείας, ελευθερία ανέγερσης, ανοικοδόμησης και επισκευής εκκλησιών, την μη είσπραξη των οφειλομένων κατά τη διάρκεια του πολέμου φόρων ως και ατέλεια για τα δύο αμέσως προσεχή χρόνια, καθώς και πλήρη ελευθερία μετανάστευσης επί ένα χρόνο (άρθρ. 17).

Όσο κι αν ήταν όμως περιορισμένοι και ασήμαντοι οι όροι της συνθήκης, για τη Ρωσία, που ονειρευόταν διαρκείς επεμβάσεις, δεν ήταν δύσκολο να επεκτείνει την έννοα των όρων εκείνων και να θεωρεί κάθε αδικία που γινόταν από τους Τούρκους σε βάρος των ραγιάδων σαν αφορμή διπλωματικών παραστάσεων για παράβαση της συνθήκης. Η Πύλη, μπροστά στην τροπή αυτή της κατάστασης, άρχισε να μεταμειλείται ταχύτατα για παραχωρήσεις της στη ρωσική διπλωματία. Έτσι, αν και ένα μεγάλο μέρος της Ελλάδος είχε ακόμα ανοιχτές πληγές από το ρωσικό πόλεμο, φαινόταν πια καθαρά πόσο επιδέξια εκμεταλλευόταν ο ελληνικός λαός προς όφελός του την έννοια της συνθήκης.

Από την εποχή της ειρήνης του Κιουτσούκ-Καϊναρτζί αναπτύχθηκε πολύ το ελληνικό εμπόριο και η ναυτιλία. Οι κάτοικοι του Αιγαίου, κάτω από την προστασία της ρωσικής σημαίας, άρχισαν να γίνονται οι μεσίτες στις εμπορικές συναλλαγές της Τουρκίας και τα μικρά ελληνικά πλοία με ρωσικά έγγραφα ναυσιπλοΐας έπλεαν από την Κριμαία ως το Γιβραλτάρ. Η εξαγωγή των ρωσικών σιτηρών πολύ γρήγορα περιήλθε στα χέρια των Ελλήνων και ελληνικές εμπορικές αποικίες άνθησαν, μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, στα παράλια του Ευξείνου και του Αιγαίου. Έτσι, την ακμή της Οδησσού θεμελίωσαν η ελληνική δραστηριότητα και φιλοπονία και οι Έλληνες γίνηκαν επικίνδυνοι ανταγωνιστές των Άγγλων, που ως την εποχή εκείνη εκμεταλλεύονταν με εμπορικό κέρδος την οθωμανική αδράνεια και αδιαφορία, εξάγοντας τα τουρκικά προϊόντα ατελώς ή πολύ φθηνά και εισάγοντας τα δικά τους ακριβότατα. Στην Ιταλία, την Ισπανία, και σ’ αυτήν ακόμα τη Γαλλία, οι Έλληνες άρχισαν να καθορίζουν τις τιμές των σιτηρών, ενώ τα πλοία τους ριψοκινδύνευαν πια και πέρα από το Γιβραλτάρ στο δρόμο του Ατλαντικού. Ο κίνδυνος εξάλλου των Μπερμπερίνων και των Αλγερίνων πειρατών έκανε τη ναυτιλία των Ελλήνων πολεμική· ανάγκαζε τους Έλληνες εμπόρους να είναι προνοητικοί και να ναυπηγούν μεγάλα και καλά εξοπλισμένα πλοία. Πραγματικά, η ελληνική ναυτιλία ήταν πολύ δραστήρια και ακμαία. Οι μητέρες στα νησιά του Αιγαίου έστελναν τα παιδιά τους στη θάλασσα σχεδόν από τη νηπιακή ηλικία τους και τα μάθαιναν να κολυμπάνε, όπως ακριβώς η πάπια τα παπάκια της. Μετά ο πατέρας παραλάμβανε το παιδί στο πλοίο, και κρατώντας το στην αγκαλιά του δίπλα στο κατάρτι, του έδειχνε το μελλοντικό πεδίο της δραστηριότητάς του, το πλατύ και μαύρο πέλαγος, κάνοντάς του ταυτόχρονα γνωστό κάθε νησί και κάθε ξερόβραχο. Ο γερο-πατέρας έδινε το παράδειγμα του θάρρους, της αταραξίας και της χαράς μέσα στην τρικυμία. Με κάποια αυταρέσκεια, ο ναύτης εξομοιώνει με τα εύθυμα ναυτικά του τραγούδια τον εαυτό του με το δελφίνι, που πηδάει πάνω από τα κύματα. Το τραγούδι κι ο χορός ποικίλλουν τη μονοτονία του ταξιδιού.

Κάτω από τις συνθήκες αυτές διαμορφωνόταν μια ζωηρή, γενναία, δυνατή και εύπορη τάξη. Δεν είναι δυνατό ν’ αρνηθεί κανείς ότι η χαρά της απόκτησης υλικών αγαθών δημιουργούσε νέες πολιτικές και πνευματικές ανάγκες. Και πράγματι, πώς ήταν δυνατό οι Έλληνες αυτοί που γνώρισαν τη Δύση και τον πολιτισμό της να μη διαπιστώσουν, ξαναγυρίζοντας στην πατρίδα, την απελπιστική στασιμότητα του οθωμανικού συστήματος; Η αρχόμενη εθνική τάση, την αυγή του ΙΗ’ αιώνα, στην ελληνική φιλολογία για την ίδρυση πολυάριθμων σχολείων και η προαγωγή των τεχνών και των επιστημών συνδέεται στενότατα με τη μεταβολή που έφερε η συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζί. Όσο πιο εύπορος γινόταν ο ελληνικός λαός, όσο περισσότερο μορφωνόταν και ξεπερνούσε υλικά και πνευματικά τους Τούρκους δυνάστες του, τόσο και πιο αισθητή γινόταν η καταπίεση του οθωμανικού καθεστώτος κα η ανάγκη επανάστασης. Ωστόσο μπορούσε κανείς να γελαστεί αν παραδεχότανε, όπως παραδέχονται μερικοί Έλληνες ιστορικοί, ότι κύρια και μοναδική αφορμή του ελληνικού κινήματος υπήρξε το νέο εκείνο ρεύμα του κοινωνικού και πολιτικού βίου των Ελλήνων. Βέβαια, υπήρχε και αναπτυσσόταν κάθε χρόνο και πιο πολύ η μεταξύ κυρίαρχων και δούλων, Τούρκων και Ελλήνων, αντίθεση, η μεταξύ της απαθούς και στηριζόμενης στο πεπρωμένο αδράνειας κα της πνευματικής δραστηριότητας διαφορά. Αλλά ήταν υπόθεση χρόνου η μετάβαση από την αντίθεση αυτή στην πολιτική πράξη. Η έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης έμελλε να επέλθει μόνο ύστερα από μία σειρά νέων συγκρούσεων ανάμεσα στην Πύλη και τις ευρωπαϊκές δυνάμεις, μέσα στο κλίμα της εσωτερικής αποσύνθεσης της Τουρκίας.

Η τσαρίνα διατηρούσε πάντα μέσα στο νου της το ελληνικό σχέδιο. Όσα της συμβούλευε ο Βολτέρος, το μαντείο αυτό της εποχής του, γύρω από το ζήτημα της απελευθέρωσης των προσφιλών Ελλήνων, είχαν αποβεί μάταια. «Χτυπήστε τους Τούρκους στο όνομα του Θεού και στο πείσμα του εξάρχου του πάπα στην Πολωνία, που έχει τόσες φιλίες με τους Οθωμανούς. Θριαμβεύσατε κατά του Αγίου Πατρός και του μουφτή ταυτόχρονα. Θα είναι ωραίο θέαμα να δούμε δύο αυτοκράτειρες να τραβάνε τ’ αυτιά του Μουσταφά στην Ασία».

Μεγαλύτερο όμως ρόλο από τις έξυπνες προτροπές του μεγάλου Γάλλου στοχαστή έπαιξαν τα συμφέροντα της γαλλικής πολιτικής και τα βίαια πάθη του νέου ευνοουμένου της τσαρίνας Ποτέμκιν. Η Αικατερίνα διαλογιζόταν ν’ ανορθώσει προς χάρη του εγγονού της Κωνσταντίνου τον αυτοκρατορικό θρόνο του Βυζαντίου και να ιδρύσει για τον Ποτέμκιν στις ηγεμονίες βασίλειο της Δακίας. Όπως στο ζήτημα της Πολωνίας είχε προσπαθήσει να ωφεληθεί παραμερίζοντας την Πρωσία, έτσι σκεφτόταν και τώρα να εκτελέσει το ανατολικό της σχέδιο, με βοήθεια και δαπάνη της Αυστρίας. Μετά πολλές διαπραγματεύσεις και αντιδράσεις, κατορθώθηκε τέλος το 1781 η μεταξύ των δύο αυτοκρατορικών αυλών συμμαχία, αποφασίστηκε ο διαμελισμός της Τουρκίας κι ο αυτοκράτορας της Αυστρίας Ιωσήφ συναινεί στην ανόρθωση μιας ελληνικής αυτοκρατορίας, απαιτώντας υπέρ της Αυστρίας τη Σερβία, τη Βοσνία και τη Βενετία. Και των δύο όμως τα σχέδια έμελλε ν’ ανατρέψει ο πολιτικός και κοινωνικός μετασχηματισμός της Δύσης.

(Πηγή: Δ. Κόκκινος, Επίτομη ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης)
(Πηγή: Δ. Κόκκινος, Επίτομη ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης)

Πραγματικά, η λύση του Ανατολικού Ζητήματος είχε αποβεί ανώτερη από τις δυνάμεις των δύο αυτοκρατορικών συμμάχων και στον πολιτικό και στο στρατιωτικό τομέα. Στο στρατιωτικό τομέα η μαχητικότητα των Τούρκων και ο φανατισμός του λαού στάθηκαν φυσικοί σύμμαχοι της Πύλης, ενώ από την άλλη μεριά καταδείχτηκε η ανεπάρκεια των ρωσοαυστριακών εξοπλισμών. Στον πολιτικό τομέα οι δύο αυλές βρέθηκαν αντιμέτωπες της τριπλής συμμαχίας Αγγλίας, Ολλανδίας και Πρωσίας και είδαν να ματαιώνονται με την έκρηξη της Γαλλικής Επανάστασης όλοι οι υπολογισμοί τους για ενδεχόμενη βοήθεια εκ μέρους της Γαλλίας και για τη συγκράτηση -μέσω της Γαλλίας- της Αγγλίας. Έγινε τότε φανερό ότι είχαν να πολεμήσουν εναντίον νέων δυνάμεων, που δεν ης είχαν υπολογίσει, και ότι αντί της Ανατολής έπρεπε η κάθε προπαρασκευή τους να στραφεί προς τη Δύση.

Εδώ πρέπει το δίχως άλλο ν’ αναγνωριστεί η πανευρωπαϊκή σημασία της Γαλλικής Επανάστασης και η πλατιά επίδρασή της. Αν η κυριαρχία των Τούρκων στην Ευρώπη ρίζωσε χάρη στις διαμάχες της θρησκευτικής μεταρρύθμισης και του Σχίσματος της χριστιανοσύνης στη Δύση, ανατινάχτηκε κυριολεκτικά εξαιτίας της Επανάστασης. Η μοιραία δύναμη των γαλλικών ιδεών άρχισε να υπονομεύει την Ανατολή.

*Πηγή: Επίτομη Ιστορία της ελληνικής επανάστασης, έκδοση της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας, Αθήνα 2011.

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A8%CE%B1%CF%81%CE%AC

(Εμφανιστηκε 1,719 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.