9 Μαρτίου 2017 at 14:40

Ιστορία της Κοζάνης: Ποιος ήταν ο Ιωάννης Τράντας

από

Ιστορία της Κοζάνης: Ποιος ήταν ο Ιωάννης Τράντας

Δημοσιεύουμε, σε νεοελληνική απόδοση, αποσπάσματα από το βιβλίο του φιλολόγου Παναγιώτη Λιούφη Ιστορία της Κοζάνης, έκδοση 1924.

Κείμενο: Παναγιώτης Λιούφης

απόδοση στα νέα ελληνικά: Δημήτρης Τζήκας*

Τρία χρόνια αφότου κατέβηκαν ο ιερέας Παπαγκίκας, ο γιoς του Γεώργιος και οι ενορίτες τους (κατά το 1649), περίπου ογδόντα οχτώ[1] οικογένειες με αρχηγό τον προεστό Ιωάννη Τράντα ή Τραντογιάννη προσήλθαν στην κωμόπολη, γιατί το χωριό Κτένι μαζί με το φρούριο του καταστράφηκε από Αλβανούς· εγκαταστάθηκαν αρχικά στους λόφους γύρω από τους ναούς των Αγίων Δημητρίου και Γεωργίου, έξω στην ύπαιθρο, σε καλύβες· ο πρόκριτος Ιωάννης Τράντας, ο οποίος ήταν πλούσιος και είχε κοπάδι με δώδεκα χιλιάδες πρόβατα και γίδια, έφτασε έξω από την Κοζάνη, σ’ έναν τόπο γνωστό ως Κρεββατάκια, όπου ήταν δάσος με φίλυρες και οξυές, έχτισε καλύβες κι έμεινε εκεί με τους κατοίκους.

Προτομή του Ιωάννη Τράντα στην Κοζάνη
Προτομή του Ιωάννη Τράντα στην Κοζάνη

Χαρίσιος Τράντας. Τα μεγάλα έργα του. Προνόμια της πόλης

Ο Τράντας είχε μαζί τον γιo του Χαρίσιο κι έναν αδελφό αξιωματικό του στρατού στη Ρωσία· μετά από λίγα έτη, ο Χαρίσιος πήγε στο θείο του και αφού έζησε δώδεκα χρόνια κοντά του (διατρίψας), επέστρεψε κληρονόμος της μεγάλης περιουσίας, μετά τον θάνατό του· θέλοντας δε να ενισχύσει την περιοχή, κατάφερε γι’ αυτό το σκοπό να λάβει σουλτανικό διάταγμα με προνόμια[2] υπέρ της πόλης. Αφού πήρε λοιπόν μαζί του άνθρωπο της οθωμανικής εξουσίας, πήγε στην τότε πρωτεύουσα Καϊλάριον και το διάταγμα του σουλτάνου διαβάστηκε δημόσια. Οι μουσουλμάνοι του Καϊλαρίου και των γύρω περιοχών μόλις άκουσαν το διάταγμα δυσαρεστήθηκαν μεν, αλλά δεν μπορούσαν και ν’ αντιπράξουν λόγω του φόβου.

Αφού λοιπόν ο Χαρίσιος επέστρεψε από το Καϊλάρι στην Κοζάνη, κάλεσε καλούς χτίστες και αρχιτέκτονες και άρχισε να χτίζει μεγαλοπρεπή διώροφα σπίτια. Πρώτα έχτισε πολυτελέστατη οικία με πολλούς χώρους[3] για τον εαυτό του στην Γελώσαν ή Ροδοπληθή[4] συνοικίαν (Γκιουλέρ-μαχαλέ). Ύστερα έφτιαξε με δικά του χρήματα και άλλα μεγάλα σπίτια και όρισε να μην πληρώνουν τίποτα για πέντε χρόνια (πενταετήν ασυδοσίαν) όσοι διέμεναν σε αυτά. Οι άποικοι από το Κτένι υλοτόμησαν το δάσος που βρισκόταν κοντά στον ναό του Αγίου Νικολάου για να χτίσουν τις κατοικίες τους (Πλατώνη, Σαπουντζή κλπ.). Ο Χαρίσιος, αφού κατέστρεψε τις προσωρινές καλύβες, κατοίκησε στην πόλη με τον πατέρα του και τις οικογένειες από το Κτένι· ύστερα πήρε γυναίκα και απέκτησε έξι θυγατέρες και δυο γιούς, τον Ιωάννη και τον Μάρκο· ο Ιωάννης, αφού νυμφεύθηκε, έλαβε προίκα τον τόπο της σημερινής συνοικίας των Αιγυπτίων (Γύφτικα). Όταν χήρεψε, ζήτησε να γίνει γαμπρός στην θυγατέρα του Παναγιώτη Σαράφη[5] από τα Γιάννενα, ο οποίος γνώριζε τον πατέρα του από τη Ρωσία. Με πολλή μεγαλοπρέπεια και με συνοδεία Αλβανών σωματοφυλάκων, παρέλαβαν τη νύφη από τα Ιωάννινα μαζί με την μεγάλη προίκα της (πολύφερνος ούσα).

Θεμελίωση κεντρικού ναού (καθεδρικού)

Ο Τράντας που μνημονεύσαμε προηγουμένως όρισε ακόμη μέρος για την αγορά, την καλλώπισε φυτεύοντας πλατάνια και κατασκεύασε κρήνες. Ο ίδιος πρώτος έθεσε τα θεμέλια στο ναό του Αγίου Νικολάου, γύρω στο 1664, και πολλοί, άνδρες και γυναίκες, βοήθησαν στο έργο αυτό[6] (επιλαβόντες). Επειδή ολοκλήρωσε σπουδαία έργα και λόγω της σημαντικής θέσης του (επισημότητας), τον αποκαλούσαν κοινώς «Μπασιά»[7], δηλαδή προεστό, και τ’ όνομα αυτό ήταν συνηθισμένο στους κατοίκους, μέχρι και την προηγούμενη γενιά. Όταν πέθανε ο άντρας, έκλεισαν όλα τα εργαστήρια, στόλισαν το άλογο του με πιστόλια και όπλα για να τον τιμήσουν ως δυνατό στρατιωτικό άρχοντα, και με τη συνοδεία όλων των πολιτών και Αρματωλών τον έθαψαν μεγαλοπρεπώς στον ναό των Αγίων Αναργύρων. Στη μνήμη του, κάθε χρόνο στις 3 Νοεμβρίου, ήταν αργία κι έκλειναν τα καταστήματα. Η μέρα αυτή λεγόταν «Μπασιά εορτή» και καταργήθηκε πριν πολλά χρόνια.

Σημειώσεις

[1] Κατά τον Γουναρόπουλον.

[2] Η Kοζάνη κατά το διάταγμα υπήγετο εις τας κώμας πόλεις τα υπό τη δικαιοδοσίαν και προστασίαν της Σουλτανομήτορος· ην δηλ. Μαλικιανές. Το διάταγμα εχορήγει προνομίας τη πόλει, ας εκ των παραδόσεων των αρχαιοτέρων παρελάβομεν. Κατά τούτο οι κάτοικοι ήσαν ελεύθεροι φόρων τινών των βασιλικών ποστατζήδων, και στρατιωτικών κονακίων· απηγορεύετο να μένωσι εν αύτη Μουσουλμάνοι ως μόνιμοι κάτοικοι· οσάκις δ’ έμελλε να εισέλθη στρατιωτικόν σώμα, έδει να παύη η Μουσική, και να εκπεταλώνται οι ίπποι· και άλλαι τινές παραχωρήσεις εχορηγούντο προς ελευθέραν εξάσκησιν των θρησκευτικών τελετών και πανηγύρεων. Επλήρωνεν όμως η πόλη δικαιώματα ζώνης· τούτο δ΄ην αρχαίον έθος των ανατολικών λαών, περί ου ποιείται μνείαν ο Ξενοφών εν τη Κύρου Αναβάσει Βιβλ. Α’ κεφ. IV «Αι δε κώμαι, εν αις εσκήνουν Παρυσάτιδος ήσαν εις ζώνην δεδομέναι». Το διάταγμα εσώζετο μέχρι τινός παρά τοις απογόνοις Τράντα, είτα δ’ εξηφανίσθη. Εξ επιστολής δε του επισκόπου Θεόφιλου προς τον Πατριάρχην δια τα συμβάντα του 1797 καταφαίνεται ότι η πόλις ην κτήμα της Σουλτανομήτορος. Την επιστολήν ταύτην παραθέτομεν ολόκληρον κατωτέρω εν τω οικείω κεφαλαίω· περικοπάς τινάς όμως σχετικάς σημειούμεν ενταύθα «…μη όντες ευχαριστημένοι εξ αιτίας των βαρυτάτων δοσιμάτων, αρπαγών του και άλλων ατόπων επιχειρημάτων του (Βοεβόδα), επροστρέξαμεν εις την εκλαμπροτάτην Χανούμ Σουλτάναν, κυρίαν του τόπου τους. Εστάλη ουν παρ’ εκείνης άνθρωπός της δια τη θεώρησιν των λογαριασμών… ηναγκάσθησαν οι χριστιανοί και έγραψαν αύθις τη κυρία τους, και ούτως εστάλη κατά τας αρχάς του Φεβρουαρίου ο ίδιος κεχαγιάς της…»

[3] Η οικία αυτή εσώζετο πρότινος μέχρι του 1911 υπό την κλήσιν οικία Καρατζέτζου· αγορασθείσα παρά της Κοινότητος κατηδαφίσθη, και εν τη θέσει αυτής ανίδρυται περικαλλές Εκπαιδευτήριον (Παρθεναγωγείον).

[4] Γελώσα συνοικία. Τούτο σημαίνει ότι υπό του αντιπροσώπου της Κυβερνήσεως είχε γείνη ήδη η διαίρεσις της κώμης εις δύο μεγάλα τμήματα ή συνοικίας, Γκιουλέρ και Σαριπάσχου.

[5] Εν τη Γεωγραφία του Μελετίου εκδεδομένη εν Βενετία τω 1728 υπάρχει επιστολή αφιερωμένη τω πενθερώ Παναγ. Σαράφη Ιωαννίτη υπό του γαμβρού Νικολ. Γλυκέος, συγγάμβρου του Ιωάννου υιού του Χαρισίου.

[6] Ανακαινίσθη ο ναός ευρυνθείς τω 1721.

[7] Κατά τους μετέπειτα καθ’ ημάς χρόνους έμεινε γνωστός ως Μπασιαγιάννης (Μπασιάς υιός Ιωάννου).

*Ο Δημήτρης Τζήκας είναι δάσκαλος και ιστορικός.

Δείτε:

(Εμφανιστηκε 2,287 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.