23 Αυγούστου 2014 at 18:46

Η υφάντρα

από

Η υφάντρα

Γράφει η Titania Matina

“Κοιμήσου εσύ, μα να το ξέρεις ότι
τα χρέη όλα τούτα κάποτε στην κεφαλή σου θα ξεσπάσουν.
Άει στα κομμάτια η προξενήτρα που μου ’βαλε στο νου τη μάνα σου να πάρω.
Που μια χαρά εγώ ζούσα στους αγρούς
χωρίς λουσίματα, ξυρίσματα, κι όπως μου ερχόταν βολικά,
ζωή γεμάτη από μελίσσια, πρόβατα και μούργες.
Και πήγα και παντρεύτηκα του Μεγακλή του γιου του Μεγακλή
την ανιψιά, εγώ χωριάτης μια πρωτευουσιάνα,
μια καλομαθημένη κομψευάμενη, μια κυρία.
Τη μέρα που την πήρα, καθώς έπεφτα μαζί της στο κρεβάτι,
εγώ μύριζα μούστο, ξεροτύρι, μαλλιά, αφθονία.
Κι εκείνη μοσχοβόλαγε αρώματα, κρόκο, γλωσσοπιπιλίσματα,
έξοδα, απληστία, Κωλιάδα και Γεννετυλλίδα Αφροδίτη.
Δεν θα πω, βέβαια, πως ήτανε τεμπέλα. Άψογα τηνε δούλευε του αργαλειού τη σπάθα.
Κι εγώ, ετούτο το ιμάτιο δείχνοντας,
έβρισκα αφορμή και έλεγα «Μωρέ γυναίκα, όλο διασπαθίζεις».”

Κίρκη στον αργαλειό της και Οδυσσέας (καβειρικό αγγείο)
Κίρκη στον αργαλειό της και Οδυσσέας (καβειρικό αγγείο)

Στις αριστοφανικές Νεφέλες (39-55), είναι βαρύ το φορτίο του βίου, έτσι όπως το εξηγεί στον γιο του ο αγροίκος Στρεψιάδης. Βλάστημα της υπαίθρου αυτός, παιδί μιας φύσης αθώας, απονήρευτης κι ανέμελης, έχει εφ’ όρου ζωής να πληρώνει ορέξεις αστικές και πολυδάπανες. Η σύζυγός του τον κρατάει δέσμιο σε νήματα πυκνά πλεγμένα απ’ τον ακάματο ρυθμό του αργαλειού της: στα μυρωμένα της υφάσματα, στην ασυγκράτητη λαγνεία της, στις υπολογισμένες τεχνικές του ερωτισμού της. Με λίγα λόγια, η γυναίκα του τον ‘τύλιξε’. Γιατί στο φαντασιακό των παραδοσιακών κοινοτήτων, έτσι όπως αυτό έχει δομηθεί από χρόνια πολύ αρχαία κατά πως φαίνεται, η γυναίκα είναι παγίδα, παγίδα όπου πρόκειται να πιαστεί ο πόθος ο αντρικός. Κι έτσι, η γυναίκα διαρκώς υφαίνει. Υφαίνει σαν αράχνη.

Θα περίμενε ίσως κανείς μια εικόνα ζοφερά απωθητική γι’ αυτήν τη γυναίκα την αθέατη για τα μάτια του δημόσιου βίου. Αυτήν που –περιορισμένη στα ενδότερα του οίκου κι αποκλεισμένη από δικαιώματα– επιδίδεται στις ασχολίες για τις οποίες το φύλο της (ως κοινωνικά κατασκευασμένη αναπαράσταση της σεξουαλικότητας) την έχει προορίσει. Κι όμως προκύπτει το ακριβώς αντίθετο. Η υφάντρα των παραδόσεων είναι πληθωρικά ερωτική και ως σύμβολά της έχει τον αργαλειό της και τη ρόκα της.

Οι πιο ονειρικές γυναίκες του μύθου ασχολούνται με το γνέσιμο, το τυλιγάδιασμα του νήματος και, κυρίως, την ύφανση.

Η νύμφη Καλυψώ της Οδύσσειας (ζ 63-64), μέσα στη σπηλιά της, “μ’ ολόχρυση σαϊτα/ στον αργαλειό της ύφαινε και γλυκοτραγουδούσε.”

Εξίσου και η Κίρκη, μέσα στο παλάτι της:

“Στης ωριοπλέξουδης θεάς τις ξώπορτες σταθήκαν
κι άκουσαν μέσα με γλυκιά φωνή που τραγουδούσε
την Κίρκη κι ύφαινε άφθαρτο πανί μεγάλο, ως είναι
όλα τα έργα των θεών ψιλά, χαριτωμένα.” (Οδύσσεια κ 223-226, μτφρ. Ζήσιμος Σιδέρης)

Η πιο φημισμένη υφάντρα του μύθου, ωστόσο, είναι η Ελένη.

Η Οδύσσεια (δ 122-139), προσφέρει μια μάλλον συντηρητική σκηνή που, ωστόσο, αιχμαλωτίζει αμέσως το βλέμμα του νεαρού Τηλέμαχου στην αίθουσα του ανακτόρου της Σπάρτης όταν η Ελένη κατεβαίνει από το γυναικωνίτη της, συνοδευόμενη από τις ακολούθους της:

“Κι ενόσω αυτά τ’ ανάδευε στο νου του, να η Ελένη
ήρθε απ’ το μοσκομύριστο ψηλοχτισμένο οντά της,
σαν τη θεά την Άρτεμη τη χρυσοδόξαρη όμοια.
Ομορφοσκάλιστο θρονί της έφερε η Αδράστη
και μαλακό ολομάλλινο χαλί μαζί η Αλκίππη.
Ένα ασημένιο κι η Φυλώ της έφερε καλάθι
…………………
γεμάτο νήμα αφρόξαντο κι απάνω είχε γυρμένη
τη ρόκα, με βαθύχρωμο ψιλό μαλλί γεμάτη.” (μτφρ. Ζήσιμος Σιδέρης)

Τα πράγματα ωστόσο γίνονται πιο ξεκάθαρα στην Ηλέκτρα (1069-1070) του Ευριπίδη, όπου αντανακλάται ο επικίνδυνα μοιραίος χαρακτήρας των γυναικείων τεχνών που η Ελένη κατέχει. Ενώ ο Ορέστης κι ο Πυλάδης έχουν πάει στη Σπάρτη για να την σκοτώσουν, γίνονται κι αυτοί θύματά της. Κατακτώνται απ’ την Ελένη, μαγεύονται, ναρκώνονται και μόνο που την βλέπουνε να γνέθει κάτω απ’ το σκιάδι που της κρατούν οι φρύγες υπηρέτες της:

“Τύλιγε στα δάχτυλά της
το λινάρι από τ’ αδράχτι της κι άφηνε
χάμω να πέφτουνε οι κλωστές” (μτφρ. Πάνος Ρούσσος)

Ναι, η Ελένη ξέρει να τυλιγαδιάζει τον πόθο, να “τυλίγει” τους άντρες με όποιο κόστος, με όποιες συνέπειες. Το αρχετυπικό μοτίβο γι’ αυτή την αναπαράσταση το προσφέρει η Ιλιάδα Γ (125-128) όπου, μέσα στην κάμαρη του Πάρη στην Τροία, η Ελένη –σαν σε μαγική ιεροπραξία– εξυφαίνει τις μάχες που γίνονται για τη διεκδίκησή της:

“Στην κάμαρα τη βρήκε και ύφαινε σκουτί στον αργαλειό της
διπλόφαρδο, άλικο, και ξόμπλιαζε παλικαριές, οπού ’χαν
οι Αργείτες κάνει οι χαλκοθώρακοι κι οι Τρώες οι αλογατάδες,
τόσα τραβώντας για χατήρι της μες στις παλάμες του Άρη.”
(μτφρ. Ι. Κακριδής, Ν. Καζαντζάκης)

Πριν χρόνια ένας φίλος μού διηγιόταν πώς είχε κάποτε –όμως για καιρό– αθεράπευτα ερωτευτεί μια συμφοιτήτριά του, την οποία άκουγε, στη γειτονιά του μέσα στο κέντρο της Αθήνας, συχνά να υφαίνει. Μου έλεγε πως η κοπέλα ήτανε απ’ την Αστροπαλιά, δηλαδή την Αστυπάλαια, κι ότι τ’ όνομά της ήτανε Αστραδένια, δηλαδή Αστραδενή. Κι εγώ, γοητευμένη, άκουγα για τον έρωτα αυτόν τον ανεκπλήρωτο, με τις περίεργες (κι ενδεχομένως, σ’ ένα βαθμό, επινοημένες) ονοματικές και τοπωνυμικές συμφύρσεις, εκείνα τα ονειρικά συμπλέγματα, τις ομιχλώδεις συναστρίες που μέσα τους εδέσποζε ο ήχος του αργαλειού. Εκείνος χαμογελώντας μου έλεγε πως ένιωθε να ζει τους στίχους του Αργαλειού του Κώστα Μουντάκη, που τους τραγούδησε ο Νίκος Ξυλούρης. Ναι, με αφοπλισμένη ειλικρίνεια, κι εκείνος το ομολογούσε:

“Αχ αυτό το αργαλειό σου, με τρελαίνει πωπωπω
σαν περνώ απ’ το στενό σου του διαούλου θηλυκό.

Κι όλη μέρα τακ τακ τακ, τουκ τουκ τουκ τουκ
το πέταλό σου κάνει
και το πανί σου κι η απαντή σου σε πειρασμό με βάνει.

Με τα χίλια δυο στολίδια που υφαίνεις τ’ αργαλειό
να κουζουλαθούνε θέλει τα κοπέλια στο χωριό.”

Η φωτογραφία είναι από εδώ: http://www.utexas.edu/

(Εμφανιστηκε 1,842 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.