Επτά ποιήματα της Μαρίνας Χατζηκυριάκου*
στο σβέρκο
κι ενώ κατάφερα να ζω μέσα στο χάος
ήρθε απ το πουθενά μια αιφνίδια τάξις
θα είμαι εδώ μου είπε, μετά σού
μέχρι να τα τινάξεις
δευτερόλεπτα
Μπαίνω στο άγνωστο
και θυμάμαι
και ξεχνάω
την Πορεία που χάραξα
τα σημεία που Είμαι
έρποντας
δευτερόλεπτα
ηδονής φτασμένες
οι φωνές απ’ τ άστρα
αλλάζουν
κι εμφανίζονται
κάστρα
χαρακτικό του Ruud Matthes
Landscape (Potamos), 1994, 38 x 27.5cm (paper), woodcut
http://www.ruudmatthes.com/
μικρή συνειδητοποίηση
δεν έχει πόδια
έχει φτερά
δεν έχει ήλιο
έχει χαρά
δεν έχει μέλλον
έχει μια θάλασσα πλατειά
δεν έχει σπίτι
είναι φωτιά
μα δεν υπάρχει
είναι καρδιά
(…)
Είχα κι εγώ ένα σπίτι από αέρα
και χώμα
τόχαμε φτιάξει βράδυ με μια λάμπα θυέλλης
ύστερα τ αφήσαμε
να ταξιδεύει μοναχό
από τότε,
δεν έχω νέα του
πάω στους φίλους που και πού
μήπως και κάτι αρπάξει τ αφτί μου
αυτό μόνο
Όριο
Μα τι σου φταίνε οι κουρτίνες
και όλο τις τραβάς
δες πως απλώνονται
αγρός, που σκεπάζει την άβυσσο
Έξω, σπαράζει ο ήλιος
αγριολούλουδα
θρέφεται, θρέφει
κλείσε τις κουρτίνες
έμαθα να συνομιλώ με τα δέντρα
μα ακόμη, δεν σου μίλησα
Φλαμουριά
έπλεξε με το φως, ήλιου
στολίδια, μπιχλιμπίδια
καβαλητή στον άνεμο πλανεύει
σπέρνοντας με τη μνήμη της
ωδή ευωδίας
(άτιτλο)
Όχι δεν είναι η υπερθέρμανση.
Όχι, όχι δεν είναι σκιά ότι
πλανιέται πάνωθέ μας
Είναι τ αηδόνια που
ξεμείνανε
προσμένοντας
μήνες, χρόνια, αιώνες
μία απόκρισή μας
Πες το επιτέλους το τραγούδι σου
δεν άργησες
Είναι εδώ η Άνοιξη
ακόμη
περιμένει
Δελτίο ταυτότητας
μαρίνα χ.
Dum Spiro Λόγια Σπέρνω
* πρώτη δημοσίευση