Επιστολή περί σχολικών Μόκρου (1903)
Να ‘μουν γίδα στο Λουτρό και νύφη στο Λιβαδερό
(δημώδες της περιοχής)
Γράφει ο Δημήτρης Τζήκας
Ο επιθεωρητής εκπαίδευσης Χαρίσιος Γ. Βαλσαμόπουλος, με εντολή της Μητρόπολης, επισκέφτηκε στις 20 Μαΐου του 1903 ένα ορεινό χωριό του νομού Κοζάνης, το Λιβαδερό ή Μόκρο ή Χορτολίβαδο, όπως λεγόταν παλαιότερα, για να παραστεί αυτοπροσώπως στις απολυτήριες εξετάσεις του Σχολείου που λειτουργούσε εκεί. Μοναδικός δάσκαλος στο τετρατάξιο Δημοτικό είναι ο Ζήνων Βασίλειος, από το Λυκούδι της Ελασσόνας. Συνολικά φοιτούν 60 μαθητές, μόνο αγόρια, από τους οποίους οι 32 λογαριάζονται στο νηπιαγωγείο της κοινότητας, αν μπορούμε να πούμε κάτι τέτοιο, καθώς δεν υπήρχε κανένας βοηθός στο έργο του Ζήνωνα. Όπως και να ‘χει, οι μαθητές αυτοί ήταν προφανώς μέχρι την ηλικία των έξι ή επτά ετών, αφού οι μεγαλύτεροι εντάσσονταν ή στην προκαταρκτική ή σε μια από τις άλλες τάξεις:
«Περί σχολικών Μόκρου
Αιδεσιμότατε,
Συνωδά τη ρητή εντολή της Ιεράς Μητροπόλεως μεταβάς κατά την 20ην παρελθόντος μηνός εις Μόκρον και αυτοπροσώπως παραστάς εις τας κατά την ημέραν του Αγίου Κωνσταντίνου γενομένας προφορικός των μαθητών εξετάσεις, ας τακτικώς και επισταμένως παρηκολούθησα, εκ των εύστοχων των μαθητών απαντήσεων έκρινα ότι η εκεί εκ τεσσάρων αποτελουμένη τάξεων Σχολή ελειτούργησε επαξίως του υψηλού της προορισμού υπό την διεύθυνσιν και ευσυνείδητον εργασίαν του εκ Λυκουδίου Ζήνωνος Βασιλείου του μόνου διά της επιδεξίου του διδασκαλικής τέχνης δυνηθέντος προσελκύσαι και μέχρις εσχάτων συγκρατήσαι παρά το ειωθός 60 μαθητάς, εξ ων πέντε απετέλουν την δ’ ην τάξιν, πέντε την γ’ ην, τέσσαρες την β’ α και εξ την α’ ην· εκ δε των υπολοίπων τεσσαράκοντα, οκτώ μεν απετέλουν την προκαταρκτικήν, οι δε λοιποί τριάκοντα και δύο το Νηπιαγωγείον της Κοινότητος, ει έξεστιν ειπείν.»
Σύμφωνα με τον Βαλσαμόπουλο, όλοι οι μαθητές ήταν εν γένει ευφυείς, επιδεκτικοί μαθήσεως και ικανώς καταρτισμένοι στα κυριότερα μαθήματα. Ξέρουμε από ανάλογες εκθέσεις για άλλες περιοχές ότι παρόμοιες διαπιστώσεις δεν συναντώνται συχνά σε εκθέσεις επιθεωρητών εκείνης της εποχής, ειδικά για απομακρυσμένα χωριά, καθώς η γενική κατάσταση της εκπαίδευσης ήταν πολύ άσχημη σε μεγάλο τμήμα της ορεινής ενδοχώρας (σ.σ. το Λιβαδερό βρίσκεται σε υψόμετρο 1.050 μ.). Άπαντες οι κάτοικοι που παρίστανται στην τελετή παρακολουθούν σοβαροί και σιγηλότατοι τις εξετάσεις:
«Οι πάντες εν γένει ευφυείς, επιδεκτικοί μαθήσεως, αναλόγως της καταστάσεως της Σχολής αρκούντως και ικανώς κατηρτισμένοι τα κυριώτερα μαθήματα διδασκόμενοι. Ότι ιδία εξέπληξε με ην το μέγα ενδιαφέρον και αγωνία ούτως ειπείν απάντων των κατοίκων μεθ’ ων οι δείλαιοι ενεσί και μετ’ εγκαυχήσεως επί τη ιδιαζούση προς αυτούς ενδείξει ευνοίας και πατρικής μερίμνης του φιλομούσου ημών Μητροπολίτου (1) εξαποστείλαντος εκείσε επί τούτω εξελεγκτικήν επιτροπείαν, ης το έτερον μέλος εκ Γρεβενών ετύγχανε, παρηκολούθουν σιγηλότατοι τας εξετάσεις, άτε ουδέποτε άλλοτε από της ιδρύσεως της Σχολής τοιαύτης επισήμου τελετής τυχόντες! Το μόνον δυσάρεστον, όπερ παρετήρησα, η μη φοίτησις μαθητριών εν τη Σχολή τη και άλλου βοηθού δεομένη.
Ο Μητροπολίτης Κωνστάντιος είχε πράγματι ιδιαίτερη αδυναμία στους κατοίκους του Μόκρου, όπως φαίνεται και σε επιστολή επιστολή του στις 15/8/1904: «…Όλα τα χωριά και τους χριστιανούς μας αγαπώμεν, αλλά το Μόκρον και τους Μοκριώτες περισσότερον, διά τούτο και θέλομεν το σχολείον χρόνον με τον χρόνον να πηγαίνει εμπρός…». Το ενδιαφέρον του μητροπολίτη Κωνστάντιου σχετίζεται οπωσδήποτε και με το γεγονός ότι το χωριό υπήρξε αμιγώς ελληνικό κλεφτοχώρι, όπως όλα σχεδόν τα χωριά των Χασίων, είχε επομένως σκληρούς και εμπειροπόλεμους κατοίκους, κάποιοι από τους οποίους συμμετείχαν στο ένοπλο δίκτυο που οργανώθηκε στην περιοχή κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού αγώνα, για να αντιμετωπιστεί η δράση των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Εκτός από τις αναφορές του Παύλου Μελά και άλλων, ο Παπαμιχαήλ Χλιούμπης από τα Σέρβια, αγγελιοφόρος και μεταφορέας οδηγιών της Τοπικής Επιτροπής Αγώνος αναφέρει ότι το δρομολόγιο Προσήλιο – (άλλοτε Καλντάδες) – Μικρόβαλτο, Τρανόβαλτο – Τριγωνικό (άλλοτε Δέλινο) – Μεταξά – Λειβαδερόν (άλλοτε Μόκρον) ήταν ο καθημερινός περίπατος αυτού και άλλων Σερβιωτών αγγελιοφόρων.(1)
Όπως και να ‘χει, ο διδάσκαλος αμείβεται από την κοινότητα με μισθό εννέα λίρες, ενώ υπάρχουν ως κεφάλαιο άλλες τριάντα περίπου και όλοι είναι ευχαριστημένοι:
«Κατά τα άλλα βαίνουσι καλώς και εκ του διδασκάλου ον πληρώνουσιν περί τας εννέα λίρας εν ω ηδύναντο προσενεγκείν πλείω, άτε των πόρων της Σχολής κατά τας καταθέσεις αυτών τούτων εις τριάκοντα σχεδόν λίρας ανερχομένων, μένουσιν ευχαριστημένοι. Εν τέλει μετά το πέρας των εξετάσεων αίτινες ικανώς παρετάθησαν, εξήρας δι’ ολίγων μου λέξεων την πατρικήν του Σεβασμιωτάτου μέριμναν ου μην αλλά και υπεκκαύσας εν μέρει των προς τα γράμματα ζήλον αυτών, απήλθον εκείθεν υπό το κράτος καλών εντυπώσεων, ευχηθείς αυτοίς τα βέλτιστα. Επί τούτοις ασπαζόμενος μετά σεβασμού την δεξιάν υμών, διατελώ της Υμ. Αιδεσιμότητος τέκνον φίλον.
Χαρίσιος Γ. Βαλσαμόπουλος Εν Σερβίοις τη 2° Ιουνίου 1903.»
Έναν αιώνα μετά, οι εμπνευστές άλλης μιας μεταρρύθμισης που περιφρονεί ανοιχτά την ελληνική επαρχία και τις ανάγκες της προσπάθησαν να κλείσουν το Γυμνάσιο του Λιβαδερού και να μεταφέρουν 40 περίπου μαθητές στα Σέρβια, τα οποία απέχουν 30 χιλιόμετρα. Θεωρώ περιττό να αναφερθώ στις ολέθριες επιπτώσεις μιας τέτοιας κίνησης για το μέλλον της κοινότητας – το χωριό είναι από τα ελάχιστα σε όλη την Ελλάδα που άντεξαν δημογραφικά στα κύματα της αστυφιλίας που ερήμωσαν κυριολεκτικά την ύπαιθρο τις προηγούμενες δεκαετίες. Ευτυχώς, οι Λιβαδεριώτες ενωμένοι, με πολύμορφες και ιδιαίτερα δυναμικές κινητοποιήσεις, κατάφεραν να μείνει ανοιχτό το Γυμνάσιο του χωριού και μάλιστα να ενισχυθεί με μαθητές από κοντινές κοινότητες. Ήταν μια γενναία απάντηση στη μοιρολατρία και την παραίτηση από τα κοινά και ίσως η πιο κρίσιμη μάχη για το μέλλον του τόπου.
Ο Δημήτρης Τζήκας είναι δάσκαλος και ιστορικός.
Πηγές
(1) Μηνάς Εμμ. Μαλούτας, Τα Σέρβια, Ιστορική και λαογραφική επισκόπησις
(2) Η επιστολή δημοσιεύτηκε στο βιβλίο του Αθανάσιου Γ. Τσαρμανίδη, Συμβολή στην Ιστορία της Επαρχίας Σερβίων, τομ. Α’&Β’.