και σε γυρέψαμε και σε φωνάξαμε
και δεν ήρθες.
Tαξιδεμένη φευγάτη μακρινή
αγάπη που σε ξέρω όσο με ξέρεις
o φίλος της βραδιάς γελούσε
ο φίλος της βραδιάς έκλαιγε
ο φίλος της βραδιάς δε μ’ αγαπούσε
Τζεμιλέ φευγάτη μ’ ένα νυχτερινό κόκκινο φως
ταξιδεμένη αγκαλιά μ’ ένα γραμμόφωνο
μακρινή σα μια σειρά άδειων κλουβιών
που δεν είδα ποτέ μου
«Θέατρο Σκιών» σ’ ένα απογευματινό χειμωνιάτικο
Κυριακάτικο Πασαλιμάνι.
Τζεμιλέ
τα σπίτια οι δρόμοι οι μέρες οι νύχτες
σε ποιά ζωή
σε ποιά ζωή θα το πιστέψεις
μαζί με ποιό γαρύφαλλο, μαζί με ποιόν βορηά-
θα ονειρεύονται πάντα τα μάτια σου και τα μαλλιά σου
που δώσανε το χρώμα τους στα πανιά των καϊκιών
που δώσανε ονόματα στα άστρα
θα ονειρεύονται πάντα τα μάτια σου και τα μαλλιά σου
με όλη την ελπίδα του καλοκαιριού
καμπαναριό κατάρτι αητοράχη.
Ο φίλος της βραδιάς δε μ’ αγαπούσε
είταν η θάλασσα το πέλαγος τα χρόνια ο χωρισμός
είταν ένα κανάτι της Αίγινας σπασμένο
είταν μια Απριλιάτικη μέρα με είκοσι γαρύφαλλα
Τζεμιλέ
αγάπη που σε ξέρω όσο με ξέρεις
σε τραγουδήσαμε δίπλα στη θάλασσα
και σε γυρέψαμε και σε φωνάξαμε
και δεν ήρθες.
Νίκος Καρύδης, ΤΖΕΜΙΛΕ