Περιηγήσεις του Καρόλου Πουκεβίλ: Δυτική Μακεδονία, Πιέρια, Καμβούνια (ΙΙΙ)
Δείτε ακόμη: Η γελαστή γη της Μακεδονίας [Περιηγήσεις του Καρόλου Πουκεβίλ στη Βόρεια Ελλάδα, αρχές 19ου αι.] (Ι), Περιηγήσεις του Καρόλου Πουκεβίλ στη Βόρειο Ελλάδα: Σιάτιστα – Κοζάνη – Σέρβια – Βελβεντό (ΙΙ)
Γράφει ο Δημήτρης Τζήκας
Στο προηγούμενο σημείωμα αφήσαμε το Γάλλο ιστορικό και περιηγητή στην περιοχή του Βελβεντού να κατευθύνεται προς τους πρόποδες των Πιερίων. Δύο λεύγες ανατολικά, (περίπου 8,5 χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή) αναφέρει το οροπέδιο Μαυράκι όπου συναντώνται μόνον απλοί σαν τη φύση βοσκοί ή κλέφτες:
“Δυο λεύγες ανατολικά του Βελβενδού φτάνουμε στους πρόποδες των Πιερίων, και δυο λεύγες από εκεί, διεισδύοντας μέσα στα πλατώματα τους, συναντάμε ένα γραφικό οροπέδιο, το Μαυράκι, που χρωστά το όνομα του στη μαυριδερή όψη του. Η έκταση του είναι περίπου δυο τετραγωνικές λεύγες. Εδώ δεν θα δει κανείς παρά μόνον απλούς σαν τη φύση βοσκούς, ή κλέφτες που βρίσκουν εκεί ένα ασφαλές καταφύγιο όταν κατατρέχονται από τους Μωαμεθανούς”.
Λιβεθριάδες νύμφες
Στο μεγάλο σπήλαιο των Πιερίων – δίπλα σε μια πηγή με σκαλοπάτια σκαλισμένα μέσα στο βράχο- ο Πουκεβίλ καταγράφει στη συνέχεια ένα υπόγειο άντρο, αφιερωμένο πιθανόν στις Λιβεθριάδες νύμφες. Οι κάτοικοι της περιοχής πιστεύουν ότι κατοικείται από μάγισσες:
“Στην ανατολική άκρη αυτής της πεδιάδας, αν διασχίσουμε πρώτα μιαν απόκρημνη πλαγιά, κατάφυτη από έλατα και μελιττοφόρα δέντρα που σχηματίζουν ένα δάσος με επιφάνεια μιας τετραγωνικής λεύγας προς όλες τις διαμέτρους του, στη συνέχεια θ’ ανεβούμε σ’ ένα δεύτερο οροπέδιο κατασκέπαστο με μια δροσερή χλόη, στην άκρη του οποίου, και κάτω από τη σκιά ενός μοναδικού δέντρου, υπάρχει μια πηγή με σκαλοπάτια σκαλισμένα μέσα στο βράχο. Θα μπορούσαμε να παρασυρθούμε και να πιστέψουμε ότι πρόκειται για το αμφιθέατρο όπου τελούνταν άλλοτε αγώνες ανάλογοι μ’ εκείνους της Ολυμπίας, εξετάζοντας όμως τα σκαλοπάτια προσεκτικότερα αντιλαμβανόμαστε ότι δεν αποτελούσαν παρά τμήμα μιας σκάλας που κατέληγε σ’ ένα υπόγειο, – αφιερωμένο πιθανόν στις Λιβεθριάδες νύμφες, που υμνήθηκαν συχνά από τον Ησίοδο και λατρεύτηκαν από τους εύπιστους αρχαίους. Μερικές βαθμίδες οδηγούν στο εσωτερικό αυτού του άντρου, του φόβητρου των ποιμένων και των χωρικών, που πιστεύουν ότι κατοικείται από μάγισσες (εξωτικαί). Φοβούνται να το πλησιάσουν, ακόμη και να κόψουν έστω κι ένα δέντρο από τα δάση ολόγυρα. Ο καθένας πλάθει με τη φαντασία του διάφορες ιστορίες γύρω απ’ αυτό το θέμα, κι όταν οι γυναίκες των γειτονικών χωριών βλέπουν να μαζεύονται πάνω από το Μαυράκι σύννεφα καταιγίδας, φωνάζουν, Μέλι-Γάλα, σαν έναν εύσχημο τρόπο για να ξορκίσουν το αντικείμενο του φόβου τους που είναι τα δαιμόνια. Ορισμένα αξιόπιστα πρόσωπα, που έτυχε να εισχωρήσουν στο μεγάλο σπήλαιο των Πιερίων, δεν ανακάλυψαν εκεί κανένα ίχνος από την αρχαιότητα.”

Dance of Apollo and the Muses, Baldassare Peruzzi
Το Καταφύγιον και η Μονή του Προδρόμου
Οι περισσότερες περιοχές που αναφέρονται αυτοδιοικητικά υπάγονται πλέον στον διευρυμένο Δήμο Σερβίων-Βελβενδού. Ο παλιός Δήμος Καμβουνίων έχει καταργηθεί. Βορειοανατολικά του Βελβεντού βρίσκεται το χωριό Καταφύγιον με πληθυσμό που αποτελείται από ξυλοκόπους και μαραγκούς:
“Δυο λεύγες Β-Α του Βελβενδού προβάλλει το Καταφύγιον, ένα χωριό με εκατόν ογδόντα σπίτια, κτισμένα από ξύλα και από λάσπη, ένα χωριό το οποίο διοικητικά μεν υπάγεται στην Ελασσώνα, αλλά εκκλησιαστικά στην επισκοπή των Σερβίων. Το έδαφος είναι μάλλον άγονο, κι οι κάτοικοι, ξυλοκόποι όλοι τους ή μαραγκοί, συναναστρέφονται τους Βελβενδιώτες¨.
Το χωριό Ντράτσικο (σ.σ. Ντράτσικο, ο Π. μετατρέπει απλώς το Ντ σε Δ… Για τις μετονομασίες οικισμών βλ. παράρτημα στο τέλος του κειμένου) έχει εξήντα οικογένειες, δηλαδή περίπου 500 κατοίκους, αν υπολογίσουμε ότι η οικογένεια ή το σπίτι αυτή την εποχή αποτελείται από 8 έως 10 άτομα. Στην ίδια περιοχή, η Μονή Προδρόμου περικλείει εκατόν εβδομήντα κελιά, πολυάριθμες αίθουσες και μια εκκλησία όπου ιερουργούν εκατό ιερωμένοι:

βρίσκεται στους πρόποδες των Πιερίων
δίπλα στον ποταμό Αλιάκμονα και 20
χιλιόμετρα απο την πόλη της Βέροιας.
“Πέντε λεύγες βορείως του Βελβενδού, εντοπίσαμε το χωριό Δράσκος, με εξήντα ελληνικές οικογένειες, και δυο λεύγες βορειότερα την Κόκοβα, ένα κεφαλοχώρι με εκατόν πενήντα σπίτια. Μισή λεύγα πιο κάτω απ’ αυτό το χωριό, που υπάγεται στη Βέρροια, βρίσκεται η Μονή του Προδρόμου, εκείνου του Ορφέα του Χριστιανισμού, που προανήγγειλε με τη φωνή του την έλευση του Μεσσία. Αυτό το κτίσμα ανεγέρθηκε το 1100 από το Διονύσιο, έναν πρόσφατα ανακηρυχθέντα Άγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο οποίος έκτισε πάνω στην ψηλότερη ράχη του Ολύμπου ένα ξωκλήσι αφιερωμένο στον προφήτη Ηλία. Η Μονή Προδρόμου βρίσκεται μέσα σ’ ένα δάσος από ελαιοειδή, μυρτιές, δάφνες και μαυραγκαθιές που φράζουν τις όχθες του Αλιάκμονα. Περικλείει εκατόν εβδομήντα κελιά, πολυάριθμες αίθουσες και μιαν εκκλησία όπου ιερουργούν εκατό ιερωμένοι”.[1]
Το μοναστήρι εμφανίζεται ιδιαίτερα φιλόξενο και μάλλον αρκετά πλούσιο, καθώς οι μοναχοί παρακρατούν από κάθε οικογένεια του Βελβενδού μια οκά γνεσμένου λιναριού και διάφορες άλλες εισφορές που πληρώνονται με τη μορφή φεδουαρχικού δικαιώματος. Στην περιουσία του ιδρύματος προστέθηκαν και αρκετά μετόχια, αμπέλια και αγροκτήματα, οι Αγροί. Γνωρίζουμε βεβαίως και άλλες περιπτώσεις μοναστηριών που κατείχαν τεράστιες περιουσίες και εισέπρατταν ανάλογες εισφορές, συχνά μάλιστα ολόκληρα χωριά πωλούνταν σε μονές, επειδή δεν μπορούσαν να επιστρέψουν τα δανεικά. [2] Η πρακτική της φορολόγησης σε είδος ανάγεται ενδεχομένως στην εποχή κατά την οποία Νορμανδοί είχαν στην κατοχή τους τη Δυτική Μακεδονία:
“Στα εισοδήματα της μονής προστέθηκαν και αρκετά μετόχια, αμπέλια και αγροκτήματα, που τα λένε Αγρούς. Χάρη στη χριστιανική φιλευσπλαχνία, το μοναστήρι είναι γνωστό σαν το καταφύγιο του κάθε ξένου, στον οποίο προσφέρεται φιλοξενία αφιλοκερδώς, είτε είναι οδοιπόρος και ζητά να τον ελεήσουν μ’ ένα κομμάτι ψωμί, είτε είναι καβαλάρης. Το αρχονταρίκιον φιλοξενεί φτωχό και πλούσιο αντάμα, δίνοντας του να πάρει μαζί του και φαγητό για να συνεχίσει το δρόμο του.
Σ’ αυτήν τη μονή φυλάσσεται η διαθήκη του ιδρυτή, η οποία, εκτός από τον καταστατικό χάρτη του τάγματος, περιέχει και τις ταξιδιωτικές αφηγήσεις του Αγίου, καθώς και τον κατάλογο των Αδελφάτων εκείνων που ήταν φόρου υποτελείς. Σύμφωνα μ’ αυτήν τη χάρτα, οι ιερωμένοι της Μονής Προδρόμου παρακρατούν από κάθε οικογένεια του Βελβενδού μια οκά γνεσμένου λιναριού, καθώς και διάφορες άλλες εισφορές που πληρώνονται με τη μορφή φεδουαρχικού δικαιώματος. Είναι πιθανόν η συνήθεια αυτή να ανάγεται στην εποχή της επιδρομής των Νορμανδών στην περιοχή εκείνη της Μακεδονίας, στην οποία εγκαταστάθηκαν αυτοί, μέσα στις τόσες άλλες κακοδαιμονίες της αυτοκρατορίας, συμμαχώντας με τους Τούρκους, μερικά φύλα των οποίων εξακολουθούσαν να είναι χριστιανικά”. [1]
Η τεφροδόχος του Ορφέα και ο τάφος του Ευριπίδη
Αν και οι εξερευνήσεις του δεν γίνονται όσο διεξοδικά θα ήθελε, ο Γάλλος αρχαιολάτρης πιθανολογεί ότι στον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο πρέπει να αναζητηθούν, μεταξύ άλλων, τα ερείπια του αρχαίου Δίου, η επιτύμβια στήλη με την τεφροδόχο του Ορφέα, ο τάφος του Ευριπίδη και ενδεχομένως το στάδιο που χρησιμοποιούσαν οι Μακεδόνες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Όσο γνωρίζουμε, τίποτα από τα προηγούμενα δεν έχει εντοπιστεί με ακρίβεια. Τα αρχαία μαρμάρινα οικοδομήματα κάθε είδους καταστράφηκαν κυριολεκτικά εκ θεμελίων, όχι μόνο από το χρόνο, τις λεηλασίες, τούς αρχαιοκάπηλους και τις επιδρομές των βαρβάρων, αλλά και για να χρησιμοποιηθούν ως πολύτιμη ή και σπάνια πρώτη ύλη για σπίτια, εκκλησίες, τζαμιά, τουρκικά νεκροταφεία και κάθε είδους κατασκευές. Είναι πολύ πιθανό να χρησιμοποιήθηκαν μάρμαρα από λατομεία κοντά στο σημερινό χωριό Τρανόβαλτο.
Σύμφωνα με μια μαρτυρία, στρατιώτες που πήραν μέρος στον Εμφύλιο, με καταγωγή από την Πάρο, την Κάρπαθο και το Βόλο αντελήφθησαν ότι οι πέτρες που χρησιμοποιούσαν για οχυρώσεις ήταν μάρμαρα και μάλιστα αρίστης ποιότητας. Έτσι το 1953, στη θέση “Μπιστεριά” (σ.σ = η πέτρα) άνοιξαν τα πρώτα λατομεία με πρωτοπόρους τον Θεσσαλονικιό Λαλούμη, τον Λαρισαίο Σκούταρη κλπ και με πρώτους εργάτες κυρίως νησιώτες Παριανούς και Καρπάθιους.[3] Σε πλήθος επιτύμβιες στήλες και οικοδομήματα εντοπίζονται -σε όλη την Ελλάδα- ακόμα και σήμερα, ολόκληρα κομμάτια αρχαίων ναών:

ως Νοχτάρια. Κατά το μεγαλύτερο τμήμα τους ανήκουν
γεωγραφικά στην κοινότητα Λιβαδερού. Σχεδιάζεται η
αξιοποίηση τους σε συνεργάσία με την κοινότητα
Μικροβάλτου.
“Κοντά στο στόμιο του ποταμού που οι ρέει ανατολικά και Α- Β-Α για να εκβάλει στο Θερμαϊκό Κόλπο, πιστεύω πως θα πρέπει να ορίσουμε τη θέση των ερειπίου του Δίου, απ’ όπου θα μπορούσαμε, διανύοντας μιαν απόσταση είκοσι σταδίων ή δυόμισι μιλίων προς την πλευρά του Ολύμπου, ν’ αναζητήσουμε το σημείο όπου στήθηκε η επιτύμβια στήλη, πάνω στην οποία, απ’ ότι λένε, τοποθετήθηκε η τεφροδόχος του Ορφέα, καθώς και τον τάφο του Ευριπίδη, η ψυχή του οποίου αναπαύεται στη σιωπηλή Πιερία. Έχω συχνά μετανιώσει γιατί δεν μπόρεσα να πραγματοποιήσω αυτές τις εξερευνήσεις, μιας κι οι ενδείξεις που είχα ήταν θετικές και θα μπορούσαν να με διευκολύνουν. Ίσως τότε να είχα ανασύρει από τα βάθη αυτής της άγνωστης μακεδονικής γης, το στάδιο όπου, όπως και στην Πελοπόννησο, οι Μακεδόνες τελούσαν τους θεσμοθετημένους από τον Αρχέλαο Ολυμπιακούς Αγώνες. Αναμφισβήτητα, σε τούτη τη γωνιά του κόσμου οι Μακεδόνες θα είχαν συσσωρεύσει τρόπαια, αναθήματα, μνημεία, αγάλματα, και αντικείμενα, που η ανακάλυψη τους θα ήταν πολύτιμη, αφού παραμένουν ακόμη άγνωστα για τους επιστήμονες”. [1]
Ο Τιταρήσιος
Ο Πομπήιος, (Γναίος ή Γνάιος Πομπήιος ο Μέγας, 106 – 48 π.Χ.) αφού πέρασε τα Καμβούνια όρη, διέσχισε τον Ελιμαίο και διάβηκε τον Ρεδία, εισχώρησε στη Θεσσαλία μέσω της ιστορική οδού που καταλήγει στο βάθος της θεσσαλικής λεκάνης. Ο ποταμός Σαραντάπορος διαρρέει το επικίνδυνο επικίνδυνη πέρασμα του Σαραντάπορου:
“Σαν φυσικά όρια μεταξύ Μακεδονίας και Θεσσαλίας μπορούμε να θεωρήσουμε τα Σέρβια, κι όχι τόσο το ρεύμα του Αλιάκμονα, που οι αρχαίοι είχαν υιοθετήσει σαν διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο επαρχίες. Από εκεί, κατηφορίζουμε μιαν απόσταση μιάμισης λεύγας μέχρι να φτάσουμε στα στενά του Σαραντάπορου.
Η άλλοτε τόσο πολυσύχναστη αυτή οδός, ήταν εκείνη απ’ όπου ο Πομπήιος, αφού πέρασε τα Καμβούνια όρη, αφού διέσχισε τον Ελιμαίο και διάβηκε το Ρεδία, εισχώρησε στη Θεσσαλία για να διεκδικήσει από τον Καίσαρα ό,τι απέμενε από την ψυχορραγούσα ελευθερία της Ρώμης. Ο Σαραντάπορος, που δεν αποκλείεται να είναι ο Τιταρήσιος, διαρρέει αυτή την επικίνδυνη διάβαση, κυλώντας μέσα από τα δάση που σκιάζουν το ρεύμα με τα αφρισμένα νερά του, σε μια διαδρομή δύο λεύγων. Αφού περάσουμε αυτό το ποτάμι, που στρέφεται τώρα προς τη μεσημβρία, κατηφορίζουμε προς την πεδιάδα και μετά από τέσσερις ώρες πεζοπορίας φτάνουμε στην Ελασσώνα, την οποία το ρεύμα του Σαραντάπορου αγκαλιάζει από την πλευρά της μεσημβρίας. Υπολογίζουμε ότι από εδώ ως την Τσαρίτσανη, παραμένοντας πάντα στην πεδιάδα, η απόσταση μέχρι τον Τύρναβο είναι τρεις ώρες, κι άλλες τρεις ανάμεσα σ’ αυτή την πόλη και τη Λάρισα. Από την ίδια οδό διέρχονται και τα καραβάνια, αλλά καθώς αυτή πλημμυρίζει συχνά το χειμώνα, αναγκάζονται να ανεβαίνουν πάνω από το όρος Μυλωνάς, και εξαιτίας αυτής της παράκαμψης, η διαδρομή επιμηκύνεται κατά μια λεύγα περίπου μέχρι τη γέφυρα του Πηνειού, κτισμένη απέναντι από τη Λάρισα.
Από την Κοζάνη, από την οποία απέσπασα προσωρινά την προσοχή του αναγνώστη για να οριοθετήσω μιαν ιστορική οδό που καταλήγει στο βάθος της θεσσαλικής λεκάνης, αν κατευθυνθούμε από τα ανατολικά μερικές μοίρες προς Ν, αφού διατρέξουμε μια πεδιάδα μήκους δυόμιση λευγών, συναντάμε το Σαριχανλάρ (σ.σ. σημερινά Αλωνάκια), ένα τούρκικο χωριό με εκατόν πενήντα εστίες, και μια λεύγα πιο πέρα προς την ίδια πάντα κατεύθυνση, δυο γραφικές λιθόκτιστες κρήνες. Οι ταξιδιώτες συνηθίζουν να στέκονται εδώ για να ξαποστάσουν λίγο, πριν πάρουν τον ανήφορο για το δασωμένο ύψωμα του Ντεντελέρ, ενός μωαμεθανικού χωριού πάνω στην πλαγιά ενός καταπράσινου λόφου.”

Η στρατηγική σημασία των Στενών του Σαραντάπορου είχε επισημανθεί από την αρχαιότητα. Tα ίδια στενά πέρασε ο Ξέρξης το 480 π.Χ. όταν επιχειρούσε εναντίον της Αθήνας.
Την περίοδο της τουρκοκρατίας το ομώνυμο χωριό λεγόταν Γλίκοβο. Η περιοχή απελευθερώθηκε στις 9 Οκτωβρίου του 1912 κατά τη διάρκεια του Α’ Βαλκανικού Πολέμου μετά την σημαντική νίκη του Ελληνικού Στρατού στη ομώνυμη μάχη. Οι κύριες τουρκικές δυνάμεις – καλά εξοπλισμένες και εκπαιδευμένες από Γερμανούς αξιωματικούς – αποτελούνταν από δύο και πλέον Μεραρχίες, υπό το Στρατηγό Χασάν Ταξίν Πασά, και ήταν εγκαταστημένες αμυντικά στην οχυρή τοποθεσία Σαρανταπόρου (Γλίκοβο) και Λαζαράδων – Βογκόπετρας. Η προέλαση του Ελληνικού Στρατού συνεχίστηκε. Στις 10 Οκτωβρίου εισήλθε ελευθερωτής στην πόλη των Σερβίων και στις 11 Οκτωβρίου απελευθερώνει την Κοζάνη. Παραμονές της αναμέτρησης ο Γερμανός στρατηγός Φον Ντερ Γκολτς είχε δηλώσει: «το Σαραντάπορο είναι απόρθητο φρούριο και θα γίνει ο τάφος των Ελλήνων, αν επιχειρήσουν να το καταλάβουν.»
Συνεχίζεται
Μετονομασίες οικισμών Ν. Κοζάνης 1919-1971
ΝΟΜΟΣ
|
ΠΑΛΙΑ ΟΝΟΜΑΣΙΑ
|
ΝΕΑ ΟΝΟΜΑΣΙΑ
|
ΕΤΟΣ ΜΕΤ/ΣΙΑΣ
|
Κοζάνης
|
Αβλίανα
|
Αυγή
|
1955
|
Κοζάνης
|
Αγία Άννα (Ιντέλοβα)
|
Αυλήαννα
|
1927
|
Κοζάνης
|
Ακ Σακλή
|
Λεύκαρα
|
1927
|
Κοζάνης
|
Άνω Βάνιτσα
|
Άνω Κώμη
|
1927
|
Κοζάνης
|
Βελίστι
|
Ασπρονέρι
|
1927
|
Κοζάνης
|
Βελίστι
|
Λευκοπηγή
|
1928
|
Κοζάνης
|
Βρώστιανη
|
Άγιοι Ανάργυροι Βοϊου
|
1927
|
Κοζάνης
|
Γενή Κιόι
|
Άργιλλος
|
1927
|
Κοζάνης
|
Γιαννουσλού
|
Νέα Σιγή
|
1928
|
Κοζάνης
|
Γκοβλίτσα
|
Γκουρτζιόβα
|
1919
|
Κοζάνης
|
Γκόβλιτσα
|
Κρόκος
|
1927
|
Κοζάνης
|
Γκουρτζιόβα
|
Λιβερά
|
1927
|
Κοζάνης
|
Δεμιρτζιλέρ
|
Σιδεράς
|
1927
|
Κοζάνης
|
Δουγτζιλάρ
|
Κοντοβούνι
|
1927
|
Κοζάνης
|
Δραβουντάνιστα
|
Σωληνάρι
|
1927
|
Κοζάνης
|
Δύσβατον (Μπίσοβον)
|
Κυπαρίσσι
|
1928
|
Κοζάνης
|
Εβρενεσλή
|
Ανατολικόν
|
1928
|
Κοζάνης
|
Ζίνδανι
|
Ξιντάνι
|
1919
|
Κοζάνης
|
Ιαλαμλή ή Λαμνήδες
|
Κοίλα
|
1927
|
Κοζάνης
|
Ιλεσλή
|
Οινόη
|
1927
|
Κοζάνης
|
Ιντέλοβα
|
Αγία Άννα
|
1927
|
Κοζάνης
|
Ισακλάρ
|
Άγιος Χαράλαμπος
|
1928
|
Κοζάνης
|
Ίσβορος
|
Λευκόβρυση
|
1927
|
Κοζάνης
|
Ισικλάρ
|
Λεβέντης
|
1927
|
Κοζάνης
|
Ισικλάρ
|
Φάρος
|
1927
|
Κοζάνης
|
Ισκιουπλέρ
|
Κοιλάδα
|
1927
|
Κοζάνης
|
Καλιόμπασι
|
Καλαμιά
|
1928
|
Κοζάνης
|
Κάλλιανη
|
Αιανή
|
1926
|
Κοζάνης
|
Καλντάδες
|
Προσήλιον
|
1928
|
Κοζάνης
|
Καλπουρτζιλάρ
|
Κοσκινιά
|
1927
|
Κοζάνης
|
Καρατζιλάρ
|
Δρέπανον
|
1927
|
Κοζάνης
|
Κατασκηνώσεις Μοναστηρίου
|
Ευρυθέα
|
1963
|
Κοζάνης
|
Κάτω Βάνιτσα
|
Κάτω Κώμη
|
1927
|
Κοζάνης
|
Καχηρμανλή
|
Κρεμαστή
|
1927
|
Κοζάνης
|
Καχρεμουλή
|
Καραμανλή
|
1919
|
Κοζάνης
|
Κιοσιλέρ
|
Κίσσα
|
1927
|
Κοζάνης
|
Κιουτσούκ Ματλή
|
Σκαφύδι
|
1927
|
Κοζάνης
|
Κιρμιζή Κιόι
|
Κοκκιναράς
|
1927
|
Κοζάνης
|
Κίσσα
|
Θυμαριά
|
1950
|
Κοζάνης
|
Κιτσιλέρ
|
Βαθύλακκος
|
1928
|
Κοζάνης
|
Κοσκινιά
|
Ανθότοπος
|
1961
|
Κοζάνης
|
Κοτζά Ματλή
|
Βατερόν
|
1927
|
Κοζάνης
|
Κουφοξυλιά (Νεστήμιον)
|
Νόστιμον
|
1928
|
Κοζάνης
|
Κρανίκ Τζίντζηρα
|
Κρανίδια
|
1927
|
Κοζάνης
|
Λαβανίτσα
|
Λάβα
|
1927
|
Κοζάνης
|
Λατορίστα
|
Αγίασμα Βοϊου
|
1927
|
Κοζάνης
|
Λουζιανή
|
Ελάτη
|
1928
|
Κοζάνης
|
Ματκοχώρι
|
Μοσχοχώρι
|
1928
|
Κοζάνης
|
Μεντεσλή
|
Μοσχούλα
|
1927
|
Κοζάνης
|
Μικρόν Τεκελέρ
|
Ανατολή
|
1955
|
Κοζάνης
|
Μόκρο
|
Λιβαδερόν
|
1928
|
Κοζάνης
|
Μονή Οσίου Νικάνορος (Ζάμπουρτας)
|
Μονή Αγίου Νικάνορος
|
1928
|
Κοζάνης
|
Μορανλή
|
Ρυάκι
|
1928
|
Κοζάνης
|
Μπακτσέ Λόβασι
|
Κηπάρι
|
1927
|
Κοζάνης
|
Μπάνια
|
Αγία Παρασκευή Κοζάνης
|
1927
|
Κοζάνης
|
Μπαξί
|
Κήπος
|
1928
|
Κοζάνης
|
Μπιτζελή
|
Κουβούκλια
|
1927
|
Κοζάνης
|
Μπουγιούκ Τεκελέρ
|
Αμυγδαλιά
|
1928
|
Κοζάνης
|
Μυλωτίνη
|
Μηλιά
|
1950
|
Κοζάνης
|
Νιζισκό
|
Παλιάλωνα
|
1928
|
Κοζάνης
|
Ντεϊνλή
|
Λυγερή
|
1927
|
Κοζάνης
|
Ντορταλή
|
Τετράλοφον
|
1928
|
Κοζάνης
|
Οκιούζ Όβα
|
Σκάφη
|
1927
|
Κοζάνης
|
Οκτσιλάρ
|
Άγιος Θεόδωρος
|
1928
|
Κοζάνης
|
Ορτά Κιόι
|
Πλατανόρευμα
|
1928
|
Κοζάνης
|
Πάδες
|
Βαγκόπετρα
|
1928
|
Κοζάνης
|
Παλιάλα
|
Φρούριον
|
1961
|
Κοζάνης
|
Πετρόβουνο (Ζουπάνιον)
|
Πεντάλοφος
|
1928
|
Κοζάνης
|
Πολυνέρι (Βαλάτση)
|
Βλάστη
|
1928
|
Κοζάνης
|
Πορτοράζ
|
Πρωτοχώρι
|
1928
|
Κοζάνης
|
Ραδοβίστα
|
Ροδιανή
|
1927
|
Κοζάνης
|
Ρατζιλάρ
|
Οκτώ Σπίτια
|
1928
|
Κοζάνης
|
Ραχμανλή
|
Γαλλιάνα
|
1927
|
Κοζάνης
|
Ράχοβο
|
Πολύρραχον
|
1927
|
Κοζάνης
|
Σαριχανλάρ
|
Αλωνάκια
|
1927
|
Κοζάνης
|
Σαρμουσαλάρ
|
Φτελιά
|
1927
|
Κοζάνης
|
Σαρτακλή
|
Σπάρτον
|
1927
|
Κοζάνης
|
Σαχινλάρ
|
Ξερολίμνη
|
1927
|
Κοζάνης
|
Σαχινλάρ Μπουτζάκ
|
Αμυγδαλιά
|
1927
|
Κοζάνης
|
Σβόλιανη
|
Αγία Σωτήρα Βοϊου
|
1927
|
Κοζάνης
|
Σελεμετλέρ
|
Συκέαι
|
1957
|
Κοζάνης
|
Σενεκλή
|
Μελίσσια
|
1927
|
Κοζάνης
|
Σκαφίδιο
|
Νέα Νικόπολις
|
1950
|
Κοζάνης
|
Σκούλιαρη
|
Αγία Κυριακή Κοζάνης
|
1961
|
Κοζάνης
|
Σοφουλάρ
|
Καπνοχώριον
|
1954
|
Κοζάνης
|
Σπούρτα
|
Καρυδίτσα
|
1927
|
Κοζάνης
|
Σωληνάρι (Δραβουδάνιστα)
|
Μεταμόρφωσις
|
1928
|
Κοζάνης
|
Ταρακτσιλάρ
|
Κτενάς
|
1927
|
Κοζάνης
|
Τζιτζιλέρ
|
Πετρανά
|
1927
|
Κοζάνης
|
Τοπτσιλάρ
|
Άγιος Δημήτριος
|
1927
|
Κοζάνης
|
Τουρασλάρ
|
Περδικιά
|
1927
|
Κοζάνης
|
Τσακιρλή
|
Γαλάνι
|
1927
|
Κοζάνης
|
Τσικούρ Αμπά
|
Γεράκι
|
1927
|
Κοζάνης
|
Τσιομπανλή
|
Βοσκοχώρι
|
1927
|
Κοζάνης
|
Φυτίβιανη
|
Πολύφυτον
|
1927
|
Κοζάνης
|
Χάντοβα
|
Πολύμυλο
|
1927
|
Κοζάνης
|
Χασιλάρ
|
Σταυρωτή
|
1928
|
Κοζάνης
|
Χατζή Ομουρλού
|
Ροδίτης
|
1927
|
Κοζάνης
|
Χατζή Ραχανλή ή Χατζηρανλή
|
Μεσιανή
|
1927
|
Κοζάνης
|
Χατζή Χασανλή
|
Προσκυνητάρι
|
1927
|
Κοζάνης
|
Χατζιλάρ
|
Άνυδρον
|
1928
|
Κοζάνης
|
Χεϊμπελή
|
Ιμέρα
|
1927
|
Pingback: Περιηγήσεις του Καρόλου Πουκεβίλ στη Βόρειο Ελλάδα: Σιάτιστα – Κοζάνη – Σέρβια – Βελβεντό (ΙΙ)
Pingback: Περιηγήσεις του Καρόλου Πουκεβίλ στη Βόρειο Ελλάδα: Σιάτιστα – Κοζάνη – Σέρβια – Βελβεντό (ΙΙ)