«Σπίτι μου, σπιτάκι μου, πορδοκαλυβάκι μου!»
Γράφει ο Δημήτρης Τζήκας
Η κοινή παροιμία του τίτλου σημαίνει ότι στο σπίτι μας αισθανόμαστε άνετα κι όταν ακόμα είναι φτωχικό· στο σπίτι μας κάνουμε ό,τι θέλουμε. Σ’ ένα διήγημα του Αντρέα Καρκαβίτσα, διαβάζουμε: «Ο Διβριώτης κατεστενοχωρείτο μέσα εκεί, ως η γριούλα του μύθου η οποία ενώ εκατοίκει εις το παλάτι, συχνά ενεθυμείτο το καλύβι της κι έκραζε με πόνον: Σπίτι μου, σπιτάκι μου· πορδοκαλυβάκι μου.» Με τη ίδια σημασία λέγεται και η παροιμία «Σπίτι μου, σπιτάκι μου, πορδοκαλυβάκι μου· ήμπα κι ήβγα κι έκλασα και κανείς δε μ’ άκουσε.»
Το ιδιόκτητο σπίτι συνδέεται και με την έννοια της οικονομικής ανεξαρτησίας: «Κάλλια ‘χω ‘γω στο σπίτι μου ελιά και παξιμάδι, παρά στα ξένα ζάχαρη και να με ορίζουν άλλοι.» και «Ας είν’ μικρό το σπίτι σου κι ας είν’ μοναχικό σου.»
Ωστόσο, ήταν παροιμιωδώς δύσκολο ν’ αποκτήσει κάποιος δική του κατοικία: «Απού δεν κτίσει σπίτι, απού δεν φυτέψει αμπέλι κι απού δεν κάνει κοπέλι δεν κατέει ο κόσμος ίντα ‘ναι.»[1]
Τ’ αμπέλια και τα χωράφια κρίνονται πιο παραγωγικά και ωφέλιμα· το μεγάλο σπίτι θεωρείται πολυτέλεια, αφού έχει περισσότερα έξοδα και δεν παράγει· το μικρό σπίτι κοστίζει λιγότερο και είναι πιο οικονομικό στη συντήρησή του. Ο αγαθός οικοδεσπότης πρέπει να μεριμνά για την απόκτηση κτημάτων προσοδοφόρων και να είναι φειδωλότατος στις δαπάνες που έχουν ως μόνο σκοπό την πολυτελή διαβίωση· το σπίτι «τρώει» λεφτά, το χωράφι «βγάζει»· εξ ου και οι παροιμίες: «Σπίτι ίσαμε που χωρείς και χωράφια όσα θωρείς.», «Αμπέλι όσο μπορείς και σπίτι όσο χωρείς.»
Η φράση «το σπίτι του είναι μοναστήρι.» αναφέρεται στον προνοητικό νοικοκύρη, σ’ αυτόν που έχει άφθονες προμήθειες σε τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης: «Και μοναστήρι ήταν το σπίτι του. Της χρονιάς το λάδι, της χρονιάς το στάρι, σοδιακοί οι κόκκοι. Μπρε φακές, μπρε κουκκιά, μπρε το ρεβύθι, το φασόλι, ως και τη ρίγανη και τη φασκιά ακόμα.»[2]
Στην Ελλάδα, το ποσοστό της ιδιοκατοίκησης πέρυσι ανερχόταν στο 74,6%, ενώ το υπόλοιπο 25,4% νοίκιαζε σπίτι. Τα υψηλότερα ποσοστά ιδιοκτησίας καταγράφονται στη Ρουμανία, όπου το 96% του πληθυσμού ζούσε σε ιδιόκτητη κατοικία και ακολουθούν η Σλοβακία με 92%, η Ουγγαρία και η Κροατία (αμφότερες με 91%). Το μεγαλύτερο ποσοστό σε ό,τι αφορά τον πληθυσμό που ζει στο ενοίκιο έχει η Γερμανία, με το 49,6% να διαμένει σε ενοικιαζόμενη κατοικία και το 50,4% να ζει σε ιδιόκτητο ακίνητο. Έπεται η Αυστρία με το 44,7% να ζει σε ενοικιαζόμενο ακίνητο και το υπόλοιπο 55,3% να διαθέτει ιδιόκτητη οικία.
Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα της Eurostat, το 7,8% των κατοίκων της Ευρωπαικής Ένωσης έδινε τουλάχιστον το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός του για το κόστος στέγασης, κατά μέσο όρο. Ωστόσο, σημειώθηκαν πολύ μεγάλες διαφορές ανάμεσα στα κράτη μέλη. Συγκεκριμένα, σε 13 κράτη μέλη το ποσοστό αυτό ανερχόταν κάτω από 5%. Χαμηλότερο ήταν το ποσοστό στην Κύπρο (1,9%), στη Λιθουανία (2,7%), τη Μάλτα (2,8%) και τη Σλοβακία (3,2%). Αντιθέτως, το μεγαλύτερο ποσοστό καταγράφηκε στη Δανία (14,1%), τη Βουλγαρία (14,4%) και πρώτη με διαφορά ήταν η Ελλάδα (33,3%).
Παραπομπές
[1] Κρητ.
[2] Γιάννης Σκαρίμπας. Το θείο τραγί.
Το κείμενο γράφτηκε για την ομάδα του facebook Παροιμίες & γνωμικά.
Περισσότερες παροιμίες και παροιμιώδεις φράσεις μπορείτε να βρείτε στο αρχείο μας ΕΔΩ.