Ρωσία – Τουρκία Συμμαχία
Του Γιώργου Ρακκά | πρώτη δημοσίευση: Huffington Post
«Εκτός ελέγχου ο Ερντογάν: Σφοδρή επίθεση κατά της Ελλάδας μετά την επιστολή στον ΟΗΕ – Nέα επιχείρηση στη Συρία» ― από δημοσίευμα στον ηλεκτρονικό Τύπο
Είναι συνεννοημένοι κανονικότατα, και δουλεύουν τους υπόλοιπους ψιλό γαζί: η Ζαχάροβα χέρι-χέρι με τον Τσαβούσογλου επιτέθηκαν στην Ελλάδα· ο Ερντογάν προαναγγέλλει άλλη μια εισβολή εναντίον των Κούρδων της Συρίας, που προφανώς, βάσει της κατάστασης που επικρατεί εκεί, μπορεί να γίνει εφικτή μόνο υπό ρωσική έγκριση· εν τω μεταξύ συνεχίζονται τα όχι-μεν-αλλά, δηλαδή η παρελκυστική πολιτική της Τουρκίας σε ό,τι αφορά στην ένταξη της Φινλανδίας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ.
Η Δύση, από την άλλη, είναι μουδιασμένη –χαρακτηριστικές οι δηλώσεις της Γερμανίδας υπουργού Εξωτερικών Ανναλένα Μπέρμποκ, που προειδοποίησε για κίνδυνο «κόπωσης» της Δύσης από τον πόλεμο στην Ουκρανία –εξαιτίας της εκτόξευσης στις τιμές τροφίμων και καυσίμων.
«Η Ρωσία εξάγει μόνον πρώτες ύλες», λέγαμε όσοι επιμείναμε στην αναντιστοιχία των αυτοκρατορικών αξιώσεων της Ρωσίας με την εγχώρια οικονομική και κοινωνική της πραγματικότητα. Και όμως, σε καιρούς παγκοσμιοποίησης, μια χώρα η οποία κατ’ εξοχήν εξάγει πρώτες ύλες, τρόφιμα και λιπάσματα, μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτόν της τον ρόλο ως μέσο εκβιασμού.
Ο ενεργειακός πληθωρισμός είναι ένα από τα βασικά του εργαλεία. Δεν είναι το μόνο· είναι και τα τρόφιμα και η παγκόσμια επισιτιστική κρίση. Γράφει ο Economist, στο κεντρικό του άρθρο της προηγούμενής του έκδοσης (19-20/05/2022):
«Η Ρωσία και η Ουκρανία προμηθεύουν το 28% του παγκόσμιου εμπορίου σιταριού, το 29% του κριθαριού, το 15% του καλαμποκιού και το 75% του ηλιελαίου. Η Ρωσία και η Ουκρανία συνεισφέρουν περίπου τα μισά δημητριακά που εισάγονται από τον Λίβανο και την Τυνησία. για τη Λιβύη και την Αίγυπτο ο αριθμός είναι τα δύο τρίτα. Οι εξαγωγές τροφίμων της Ουκρανίας παρέχουν τις θερμίδες για να θρέψουν 400 εκατομμύρια ανθρώπους
[ ]
Η παύση του αποκλεισμού της Μαύρης Θάλασσας, θα προκαλούσε άμεση ανακούφιση. Περίπου 25 εκατομμύρια τόνοι καλαμποκιού και σιταριού, που ισοδυναμεί με την ετήσια κατανάλωση όλων των λιγότερο ανεπτυγμένων οικονομιών του κόσμου, έχουν παγιδευτεί στην Ουκρανία».
«Τρεις χώρες πρέπει να εμπλακούν προς αυτήν την κατεύθυνση», συνεχίζει, «η Ρωσία πρέπει να επιτρέψει την ουκρανική ναυτιλία. Η Ουκρανία πρέπει να αποναρκοθετήσει την προσέγγιση στην Οδησσό. και η Τουρκία πρέπει να αφήσει ναυτικές συνοδούς να περάσουν τον Βόσπορο». Η οπτική του συγκεκριμένου δημοσιεύματος είναι υπέρ το δέον κυνική· δεν είναι «τρεις χώρες που εμπλέκονται», αλλά ένας πόλεμος που εξαπέλυσε η μία εναντίον της άλλης.
Η Ρωσία παρουσιάζει τα πράγματα πιο «ρεαλιστικά»: «Έχουμε επανειλημμένα δηλώσει μέχρι σήμερα ότι η λύση στο επισιτιστικό πρόβλημα απαιτεί μια ολιστική προσέγγιση, που περιλαμβάνει την άρση των κυρώσεων που επιβλήθηκαν στις εξαγωγές, καθώς και τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές της Ρωσίας», δηλώνει στο πρακτορείο Interfax ο αναπληρωτής υπουργός εξωτερικών Αντρέι Ρουντένκο. Τα ίδια επανέλαβε και ο Βλαδίμηρος Πούτιν, στην συνομιλία με τον Ιταλό ομόλογό του, Μάριο Ντράγκι.
Το κλειδί για την εκτόνωση του επισιτιστικού προβλήματος βρίσκεται λοιπόν στα χέρια της Ρωσίας. Εκείνη εισέβαλε, εκείνη απειλεί να πραγματοποιήσει απόβαση στην Οδησσό, εφ’ όσον εξουδετερωθεί η ουκρανική αποτροπή· η δε Τουρκία έχει «κλείσει τα στενά του Βοσπόρου», ωστόσο, και μέσω του επισιτιστικού προβλήματος, γίνεται φανερό ποιόν συμφέρει η κίνησή της αυτή.
Η Ρωσία αποπειράται έναν εκβιασμό έναντι της Δύσεως, χρησιμοποιώντας ως όπλο την επισιτιστική κρίση στην Αφρική: «Αντέχετε, με δεδομένο τον ενεργειακό πληθωρισμό, και τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις που αυτός έχει, να υποδεχθείτε ακόμα ένα σφοδρό κύμα μετανάστευσης από την Αφρική;», είναι σαν να της λέει.
Την ίδια στιγμή, η Τουρκία προχωράει: Ετοιμάζεται να δημιουργήσει μια νέα εστία έντασης στη Βόρεια Συρία· μπλοκάρει τις διαδικασίες ταχείας ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ· κλιμακώνει έναντι της Ελλάδος. Πού αποσκοπεί;
Ορισμένοι ιθύνοντες, ακόμα και της αμερικανικής πολιτικής, βάζουν το χέρι τους στη φωτιά, ότι πρόκειται για τα προς εσωτερική κατανάλωση καπρίτσια ενός στριμωγμένου από την οικονομική κρίση και συνακόλουθα τις δημοσκοπήσεις δικτάτορα.
Ο Ερντογάν, βέβαια, έχει άλλη άποψη: «Έχει φτάσει στο τέλος της η αντίληψη, η οποία δημιουργεί προβλήματα, ότι η Δύση είναι ανώτερη. Πλέον, το αμφισβητούν όλοι και το δέχονται. Η ηγεμονία της Δύσης που κράτησε αιώνες έχει πια τελειώσει. Αναδύεται ένα νέο διεθνές σύστημα», θα πει, σε ανύποπτο χρόνο σε συνέντευξή του της 5ης Οκτωβρίου του 2021.
Δεν είναι απλώς μια διαπίστωση· είναι η θεμελιώδης παραδοχή πάνω στην οποία στηρίχτηκε η διεθνής δραστηριότητα της Τουρκίας τα τελευταία αρκετά χρόνια. Ως ανεξάρτητος παίκτης και κληρονόμος μιας ιστορικής αυτοκρατορίας παρουσιάζεται να κάνει επενδύσεις, ν’ αυξάνει τις εμπορικές συναλλαγές, να εντείνει τα πολιτιστικά και τα ανθρωπιστικά προγράμματα όχι μόνον εντός του μουσουλμανικού κόσμου, στην Μέση Ανατολή, αλλά και στην Κεντρική Ασία και την Αφρική. Η αποστασιοποίηση της Τουρκίας από την Δύση έχει πλέον «στρατηγικό βάθος», και -την ίδια στιγμή- η πολυκεντρική της πολιτική έχει αναδιαμορφώσει σε μεγάλο βαθμό τις πραγματικότητες και στο εσωτερικό της.
Με άλλα λόγια, δεν είναι ο δικτάτορας Ερντογάν ο οποίος απομονώνεται από τη Δύση, όπως θα ήθελε μια κατευναστική οπτική εντός της χώρας που παραμένει δέσμια ενός ευρωκεντρισμού του προηγούμενου αιώνα. Είναι η ανάδυση του Ευρασιατικού μπλοκ, και μια ανατολίτικη πολιτική από την πλευρά της Τουρκίας που αποσκοπεί στην εξουδετέρωση των ευρωπαϊκών και αμερικανικών αντισυσπειρώσεων στο παιχνίδι της.
Πόσο θα αντέξει ο Ερντογάν να επιμένει στην «στρατηγική της έντασης»; Πολλοί επικαλούνται τη δεινή οικονομική κατάσταση στην Τουρκία, για να ισχυριστούν ότι η άμμος στην κλεψύδρα του τελειώνει. Για την αυτοκρατορική αντίληψη της Τουρκίας, η οικονομία μπορεί να περιμένει –εξ άλλου για την κοινωνική δυσαρέσκεια εγγυάται ο αυταρχισμός στο εσωτερικό. Προέχει το γεωπολιτικό μπρα ντε φερ, η διεκδίκηση ενός διεθνούς συστήματος, όπου η Τουρκία θ’ αποκτήσει τον δικό της άξονα διεθνοποίησης. Στο μυαλό του Ερντογάν, εφ’ όσον δημιουργηθεί αυτός ο γεωπολιτικός χώρος, θα επιτραπεί και στην οικονομία ν’ ανακάμψει.
Το αντίστροφο συμβαίνει με τη Δύση. Και ο Ερντογάν και ο Πούτιν το γνωρίζουν αυτό πολύ καλά. Η ανθεκτικότητα των κοινωνιών της Ευρώπης και της Αμερικής σε μια κατάσταση αλλεπάλληλων κρίσεων είναι περιορισμένη. Μπορεί να υπερτερούν στην στρατιωτική τεχνολογία ή τα οικονομικά μεγέθη (όχι σε σχέση με την Κίνα, φυσικά, αλλά σε σχέση με την Ρωσία και την Τουρκία). ωστόσο είναι πολύ τρωτές στην κοινωνική δυσαρέσκεια και την αναταραχή· το μοντέλο τους βιώνει κρίση νομιμοποίησης και οι θεσμοί τους είναι τραυματισμένοι. Αυτό οι αντίπαλοί της το έχουν αξιολογήσει επαρκώς και επενδύουν στην αποσταθεροποίηση, προκειμένου να την χτυπήσουν εκεί που πονάει περισσότερο, στην περαιτέρω επιδείνωση της πραγματικότητας για τις μεσαίες και κατώτερες τάξεις της.