H δίκη του Κολοκοτρώνη
Γράφει ο Κότσης Παναγιώτης
Α. Ο Κολοκοτρώνης μετά την Απελευθέρωση:
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (Ραμοβούνι Μεσσηνίας, 1770- Αθήνα,1843), γνωστός και ως «Γέρος του Μωριά», αποτελεί μία ξεχωριστή φυσιογνωμία της ελληνικής επανάστασης. Χωρίς τη συμβολή του, η μεγάλη Επανάσταση του 1821 θα είχε συντριβεί. Αναλυτικότερα, ούτε η ναυμαχία του Ναυαρίνου θα είχε διεξαχθεί, ούτε αυτόνομο ελληνικό κράτος θα υπήρχε.

Μετά την απελευθέρωση, ο «πρωταγωνιστής» μας συντάχθηκε με τον νέο κυβερνήτη, Ιωάννη Καποδίστρια. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια στο Ναύπλιο, στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 από μέλη της οικογένειας Μαυρομιχάλη, σχηματίζεται μία τριμελής Διοικητική επιτροπή. Στην επιτροπή αυτή συμμετείχαν μέλη από αντιμαχόμενες πολιτικές παρατάξεις. Συγκεκριμένα, τους «οπαδούς» του δολοφονηθέντος Καποδίστρια εκπροσωπούσαν ο Κολοκοτρώνης και ο αδερφός του πρώην κυβερνήτη, Αυγουστίνος. Το τρίτο μέλος, που εκπροσωπούσε τους «συνταγματικούς» ήταν ο Ιωάννης Κωλέττης, ηγέτης του «Γαλλικού κόμματος».
Όμως, σύντομα ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στα ρωσόφιλα στρατεύματα της Πελοποννήσου, τα οποία υποστήριζαν τον Κολοκοτρώνη και τα γαλλόφιλα, που βρίσκονταν υπό τον Κωλέττη. Μάλιστα, στο Άργος, στα τέλη του 1831, σημειώθηκαν συγκρούσεις μεταξύ στρατιωτών, οι οποίοι εκπροσωπούσαν τις δύο αντίπαλες παρατάξεις. [1] Οι εχθροπραξίες σταμάτησαν γρήγορα και, οι «συνταγματικοί» αποσύρθηκαν, αρχικά, στην Κόρινθο και, από εκεί, στα Μέγαρα.
Β. Οι ενέργειες της Αντιβασιλείας:
Η αναζήτηση ηγεμόνα από τις Μ. Δυνάμεις, μετά την άρνηση του Λεοπόλδου του σαξωνικού Κοβούργου, κατέληξε στον Όθωνα, γιο του βασιλιά της Βαυαρίας, Λουδοβίκου, ο οποίος ορίστηκε βασιλιάς με τη Συνθήκη του Λονδίνου της 7ης Μαΐου 1832. [2] Στις αρχές του 1833, η κυβέρνηση, με πρωτοβουλία του Κωλέττη και των πρέσβεων των Μ. Δυνάμεων, ζήτησε να σταλούν τμήματα του γαλλικού στρατού στο Άργος, ενώ, παράλληλα, υπήρχε επιδίωξη να εκκενωθούν οικίες στο Ναύπλιο, ώστε να εγκατασταθούν σε αυτά βαυαρικά στρατεύματα. Φυσικά, ο στόχος ήταν και να τηρηθεί η τάξη κατά την άφιξη του Όθωνα και, συγχρόνως, να μην επιτραπεί στα άτακτα στρατεύματα να ενοχλούν και να απειλήσουν από το Άργος την νέα βασιλική κυβέρνηση.

Ο Όθωνας έφτασε στο Ναύπλιο στις 6 Φεβρουαρίου 1833, συνοδευόμενος από τρεις βαυαρούς αντιβασιλείς, τους Maurer, Armansperg, και Heideck. Μέχρι την ενηλικίωση του νεαρού βασιλιά, η οποία θα γινόταν το 1835, η εξουσία περιήλθε στους τρεις αντιβασιλείς. Αρχικά, γραμματέας της Αντιβασιλείας ορίστηκε ο Abel. Στη συνέχεια, το νέο καθεστώς πρόσθεσε ως παράρτημα του υπουργείου Εσωτερικών το «Δημοσιονομικό Γραφείο», που ήταν απαραίτητο για την επίλυση διάφορων προβλημάτων της χώρας. [3]
Μία από τις βασικότερες ενέργειες της Αντιβασιλείας υπήρξε η οργάνωση τακτικού στρατού. Ο νέος στρατός συγκροτήθηκε από 8 τάγματα πεζικού, 1 σύνταγμα ιππικού, 6 πυροβολαρχίες, 1 λόχο μεταγωγικού και 1 λόχο μηχανικού. Ο αριθμός των διαθέσιμων ανδρών ανερχόταν σε 3000. Από την άλλη, όμως, καταργήθηκαν τα σώματα ατάκτων και, πολλοί αγωνιστές, ανάμεσα στους οποίους και ο Κολοκοτρώνης, περιορίστηκαν.
Για να «λυγίσει» το υψηλό φρόνημα των παλιών κλεφτών, η Αντιβασιλεία, με τη σύμφωνη γνώμη της Αγγλίας και της Γαλλίας αποφασίζει να συλλάβει όλους τους παλιούς κλέφτες. Έτσι, στις 7 Σεπτεμβρίου 1833 ο Κολοκοτρώνης συλλαμβάνεται και, ακολουθούν άλλοι αγωνιστές, όπως ο Πλαπούτας και ο Κριεζώτης. Όλοι τους κατηγορήθηκαν για ανατρεπτική δράση και εσχάτη προδοσία.
Η σύλληψη του Κολοκοτρώνη και άλλων οπλαρχηγών προκάλεσε την παραίτηση του πρωθυπουργού, Σπυρίδωνος Τρικούπη και, των υπουργών Πραΐδη και Ψύλλα. Γρήγορα, η Αντιβασιλεία τους αντικατέστησε. Συγκεκριμένα, πρωθυπουργός υπήρξε ο Φαναριώτης Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, υπουργός Δικαιοσύνης ο Κ. Σχινάς, που ήταν επίσης Φαναριώτικης καταγωγής και, υπουργός Εσωτερικών ο Κωλέττης, ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, υπήρξε εχθρός του Κολοκοτρώνη.

Γ. Η δίκη και το τέλος του Κολοκοτρώνη:
Μετά τη σύλληψή του, ο θρυλικός «Γέρος του Μωριά», εξαντλημένος από μία ζωή γεμάτη πολέμους και κακουχίες, κλείστηκε μαζί με τον Πλαπούτα στη φυλακή της Ακροναυπλίας. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα βρέθηκαν ευάριθμοι ψευδομάρτυρες και, η δίκη άρχισε στις 3 Απριλίου 1834. Πρόεδρος του δικαστηρίου ορίστηκε ο Αναστάσιος Πολυζωΐδης και εισαγγελέας ο Βρετανός Mason. Ακόμη, μέλος του δικαστηρίου υπήρξε ο ποιητής και βιογράφος του Κολοκοτρώνη, Γεώργιος Τερτσέτης.
Κατά τη διάρκεια της δίκης, ο εισαγγελέας Mason δήλωσε ότι θεωρεί τους κατηγορούμενους ενόχους και πρότεινε τη θανάτωσή τους. Όμως, όλα αποδείχθηκαν ψευδή. [4] Όμως, η απόφαση του δικαστηρίου, που εκδόθηκε στις 25 Μαΐου 1834, ήταν σαφής: «Ο Δ. Πλαπούτας και ο Θ. Κολοκοτρώνης καταδικάζονται εις θάνατον ως ένοχοι εσχάτης προδοσίας» και, όριζε ότι «η παρούσα απόφασις θέλει εκτελεσθεί εις την εκτός του φρουρίου Ναυπλίου πλατείαν». Παρά την απόφαση, ο πρόεδρος του δικαστηρίου, Πολυζωΐδης, αρνήθηκε να υπογράψει την πρόταση του εισαγγελέα, όπως και ο Τερτσέτης. Συνεπώς, την επόμενη της καταδίκης, η ποινή του Κολοκοτρώνη και του πρωτοπαλίκαρού του μεταβλήθηκε σε 20 χρόνια φυλάκιση.
Μετά την απόφαση του δικαστηρίου για τον Κολοκοτρώνη, εκδηλώθηκαν πολιτικές ταραχές, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα τη φυγή του Σπ. Τρικούπη για το Λονδίνο και του Α. Μαυροκορδάτου για το Βερολίνο αρχικά και, στη συνέχεια, για το Μόναχο. Μετά την απομάκρυνση των δύο ηγετών, το αγγλικό κόμμα αποδυναμώθηκε.
Μετά από τα προαναφερθέντα γεγονότα, η Αντιβασιλεία δεν τόλμησε να «προχωρήσει» και, η ποινή δεν εκτελέστηκε. Όμως, ο Κολοκοτρώνης και ο Πλαπούτας συνέχισαν να είναι φυλακισμένοι στην Ακροναυπλία. Όμως, όταν την 1η Ιουνίου 1835 ο Όθων ενηλικιώθηκε, οι αρχές δίνουν χάρη στον Κολοκοτρώνη και, τον αποφυλακίζουν. [5] Θα ήταν παράλειψη, αν δεν αναφέραμε ότι η μη καταδίκη του Κολοκοτρώνη θεωρήθηκε ήττα του Armansperg και του πρεσβευτή της Βρετανίας, Dawkins.
Μετά τη μεταφορά της πρωτεύουσας του μικρού ελληνικού βασιλείου στην Αθήνα, το 1834, ο «Γέρος του Μωριά» εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου έλαβε τιμές και αξιώματα. Στην ίδια πόλη πέθανε στις 4 Φεβρουαρίου 1843, σε ηλικία 73 ετών.
Βιβλιογραφία:
Βακαλόπουλου, Α. (1987) «Νέα ελληνική ιστορία 1204-1985», εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη.
Βακαλόπουλου, Κ. (2003) «Το νέο ελληνικό έθνος», εκδ. Ζήτη, Θεσσαλονίκη.
Βερέμη, Αθ. & Κολλιόπουλου, Ι. (2005) «Ελλάς, η σύγχρονη συνέχεια», εκδ. Καστανιώτη, Θεσσαλονίκη.
Εγκυκλοπαίδεια «Νέα Δομή», Αθήνα.
«Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», τ. Ιβ’, Αθήνα, εκδ. Εκδοτική Αθηνών.
Woodhouse, C.M. (1996) «Η ιστορία ενός λαού: οι Έλληνες από το 324 ως σήμερα»– μτφ. Λ. Στεφάνου, εκδ. Τουρίκη, Γέρακας Αττικής.
[1]) Βλ και Woodhouse, C.M. (1996) «Η ιστορία ενός λαού: Οι Έλληνες από το 324 ως σήμερα».
[2]) Βλ και Βερέμη, Αθ. & Κολλιόπουλου, Ι. (2005) «Ελλάς, η σύγχρονη συνέχεια».
[3]) Βλ και Βακαλόπολου, Κ. (2003) «Το νέο ελληνικό έθνος»
[4]) Σημ: Μόνο αληθινό στοιχείο υπήρξε η δήλωση του Κολοκοτρώνη:
«Εγώ κρατώ στο σολδάτο 49 χρόνους και πολεμώ για την πατρίδα».
[5]) Βλ και Βακαλόπουλου, Α. (1987) «Νέα ελληνική ιστορία 1204-1985».