Η ιστοριογραφία και η σχολή των ANNALES
Γράφει η Στέλλα Καραμήτρου
Η Ιστοριογραφία εστιάζει στην καταγραφή και ανάδειξη των δρωμένων του παρελθόντος και δημιουργήθηκε για να καλύψει τις ανάγκες των ανθρώπων να διασώσουν αξιοθαύμαστα γεγονότα με στόχο την μεταβίβαση, στους απογόνους τους, των νοημάτων και των αξιών της ζωής. Από τους αρχαίους λαούς (Έλληνες-Ρωμαίους-Σουμέριους) μεταφέρεται στην ευρωπαϊκή σκέψη, ιδιαίτερα της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, για να συγκροτηθεί ως επιστημονικός επαγγελματικός κλάδος, με ξεχωριστά χαρακτηριστικά τον 19ο αιώνα, με την εμφάνιση του Ιστορικισμού.
Ηγετική μορφή του Ιστορικισμού ήταν ο Leopold von Ranke, ο οποίος στόχευε να κάνει την Ιστορία έναν επιστημονικό κλάδο που θα υπηρετείται από επαγγελματίες μορφωμένους ιστορικούς. Για τον Ranke ο ιστορικός πρέπει να δίνει αξία στη ζωή και τα έργα σημαντικών προσωπικοτήτων και να εμπνέεται από τα πολεμικά και μεγάλα γεγονότα. Αυτή η συμβατική-παραδοσιακή Ιστοριογραφία δίνει προτεραιότητα στην Πολιτική και Διπλωματική Ιστορία. Τα κρατικά αρχεία θεωρούνται οι αξιόπιστες πηγές για την τεκμηρίωση της ιστορικής αλήθειας και υιοθετείται η χρονολογική, οριζόντια, γραμμική διαδοχή των γεγονότων.
Ως αντίδραση στη γεγονοτολογική-συμβαντολογική θεώρηση του Ιστορικισμού, εμφανίστηκε τον 20ο αιώνα η Γαλλική Ιστοριογραφική Σχολή των Annales που δημιουργήθηκε και λειτούργησε με πυρήνα το ομώνυμο περιοδικό. Οι ιστορικοί που τοποθετούνται σ’αυτό το ρεύμα κατέθεσαν μια δραστικά διαφορετική αντίληψη, για τον ιστορικό χρόνο, δίνοντας έμφαση στη σχετικότητα και τις πολλαπλές στρωματώσεις του χρόνου.
Ιδρυτές των Annales ήταν ο Lucien Febvre και ο Marc Bloch που υπήρξαν μαθητές του Karl Lambrecht. Η έκδοση το 1929, του περίφημου επιστημονικού περιοδικού “Annales d’histoire economique et sociale” αναδείχθηκε σε τομή για το μέλλον της ιστοριογραφίας.
Οι ιστορικοί των Annales τόνιζαν ότι δεν συγκροτούν θεσμικά «σχολή» αλλά ένα ανοιχτό πνεύμα στις νέες μεθόδους και θεωρήσεις της ιστορικής έρευνας. Τα μέλη της σχολής δεν έγιναν ποτέ μια ομοιογενή ομάδα με ταυτισμένες ιδέες. Οι ρίζες των Annales αρδεύουν από τις συζητήσεις περί ιστορικής μεθόδου που εμφανίστηκαν μετά το 1900 μέσα από το διάλογο, στο περιοδικό Revue de Synthese Historique του Ανρύ Μπερ.
Η μακροϊστορική ιστοριογραφικά προσέγγιση των Annales επιχειρεί να ερμηνεύσει το παρόν βασιζόμενη στα γεγονότα-συμβάντα του χρονικού βάθους του παρελθόντος. Η σχολή επηρεάστηκε από διάφορες επιστήμες και επιστημονικές προσωπικότητες αφού στόχος της ήταν η αναζήτηση και τεκμηρίωση της διεπιστημονικότητας ώστε να καταργηθούν στην πράξη τα τείχη μεταξύ των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών.
Σημαντικές ήταν οι επιρροές του γεωγράφου Violal de la Blache, του κοινωνικού γλωσσολόγου Antoine Meillet και του φιλοσόφου Henri Bergson.Καθοριστική όμως ήταν η επίδραση που άσκησε η κοινωνιολογική προσέγγιση του Emile Durkheim που επιχειρηματολόγησε υπέρ της μετατροπής της κοινωνιολογίας σε θετική επιστήμη.
Οι διαφορετικές χρονικές περίοδοι της σχολής των Annales, υιοθετώντας την θέση του Georg Iggers, διακρίνονται σε τέσσερις περιόδους. Η πρώτη (1929-1945) χαρακτηρίζεται από την απόπειρα συγγραφής της ιστορίας σε αλληλεξάρτηση με την γεωγραφία. Αναδεικνύεται η αντίληψη των ιστορικών κατασκευών μακράς διάρκειας μέσα από μια διαφορετική πρόσληψη του χρόνου και η γεωγραφία-ιστορία του υλικού πολιτισμού. Προσεγγίζονται οι πηγές με πολυδιάστατο τρόπο και διευρύνεται η έννοια τους. Ξεχωρίζουν με το έργο τους οι Georges Lefebvre, Henri Bremont και Andre Piganiol.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αρχή της δεύτερης περιόδου της σχολής (1946-1972), το περιοδικό αλλάζει την ονομασία του σε “Annales. Economies, Societes, Civilizations”.Απουσιάζει η αναφορά στην Ιστορία για να τονιστεί η διεπιστημονικότητά του. Στην ίδια περίοδο κυριαρχεί η μορφή του Fernand Braudel.
Με την καθοδήγηση του Braudel, η σχολή έδωσε βάρος στην έννοια και το περιεχόμενο της μακράς διάρκειας και των ποσοτικών δεδομένων στον συλλογικό ιστό των κοινωνιών και στην ανάλυση των περιβαλλοντικών, χωρικών και δημογραφικών συνθηκών.
Οι ιστορικοί της τρίτης περιόδου (1972-1994), με προεξέχοντες τους Robert Mandrou, Georges Duby και Jacques Le Goff, καθιέρωσαν την ιστορία των νοοτροπιών, ανέδειξαν τις στενές συγγένειες της ιστορίας με την ανθρωπολογία, ερεύνησαν νέα πεδία όπως ο γάμος, οι σεξουαλικές σχέσεις κ.α.
Η τέταρτη περίοδος (1994-σήμερα) χαρακτηρίζεται από την αλλαγή του τίτλου του περιοδικού σε “Histoire, Sciences, Sociales” και το έργο των Jacques Revel, Andre Burguiere και Bernard Lepetit. Η σχολή ισχυροποιεί την ποσοτικοποίηση των σχέσεων, τονίζει τη σημασία της δημογραφίας και στρέφεται στον τομέα της θρησκευτικής ιστορίας.
FERNARD BRAUDEL
Ο ιστορικός Fernard Paul Achille Braudel (1902-1985), αναδείχθηκε σε ηγετική φυσιογνωμία της Σχολής των Annales, σηματοδότησε και προσδιόρισε την πορεία της από το 1948 ως το 1964, χρονικό διάστημα που διηύθυνε και το περιοδικό της. Στην περίοδο αυτή η Σχολή και το περιοδικό απέκτησαν φήμη, ισχύ, κύρος και ηγεμονία στο χώρο της ιστοριογραφίας τόσο στην Ευρώπη όσο και στις Η.Π.Α.
Σπούδασε στο Lycee Voltaire και στη Σορβόννη. Δίδαξε στην Αλγερία όπου εντυπωσιάστηκε από τον πλούτο της Μεσογείου, γεγονός που σημάδευσε το μελλοντικό επιστημονικό έργο του. Ως υπολοχαγός του γαλλικού στρατού, συνελήφθη αιχμάλωτος από τους Γερμανούς το 1940.Στη διάρκεια της πενταετούς αιχμαλωσίας του έγραψε από μνήμης το εμβληματικό έργο “Η Μεσόγειος και ο Μεσογειακός Κόσμος την Εποχή του Φιλίππου Β΄ της Ισπανίας” που υπέβαλε ως διδακτορική διατριβή το 1947 στη Σορβόννη.
Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΟΥ BRAUDEL ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΧΡΟΝΟ
Σύμφωνα με τον Braudel ο ιστορικός χρόνος διακρίνεται από τρία επίπεδα διαδικασιών: τα γεγονότα, τις συγκυρίες και την μακρά διάρκεια. Τα επίπεδα αυτά λειτουργούν συγχρόνως αλλά σε διαφορετικές χρονοκλίμακες. Οι διαπλεκόμενοι μεταξύ τους χρόνοι υπερβαίνουν τον μοναδικό ιστορικό χρόνο της παραδοσιακής ιστοριογραφίας. Η συνύπαρξη πολλαπλών χρόνων, αφορά κάθε έναν πολιτισμό ξεχωριστά αλλά και το σύνολό τους.
Η ιστορική διάσταση του χρόνου, με τη θεώρηση του Braudel, συναρτάται με την χρονική πολλαπλότητα των κοινωνιών δηλαδή τους ξεχωριστούς χρόνους που χαρακτηρίζουν μια κοινωνία σε μια δεδομένη πορεία της εξέλιξής τους . Η ανάλυση της ιστορίας του Braudel γίνεται “σε κλιμακωμένα επίπεδα ή αλλιώς στη διάκριση μέσα στο χρόνο της ιστορίας ενός γεωγραφικού, ενός κοινωνικού και ενός ατομικού χρόνου ”.
Οι χρόνοι, ανάλογα με την διάρκεια των ιστορικών δρωμένων, κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες: στον μακρό χρόνο με την μεγάλη διάρκεια των δομών, στον μέσο χρόνο των συγκυριών και στον βραχύ χρόνο των γεγονότων.
Στο επίπεδο των σταθερών δυνάμεων της μακράς διάρκειας της δομής, η χρονική κλίμακα κυμαίνεται σε αιώνες ή χιλιετίες. Οι πολιτισμοί, οι νοοτροπίες και οι αντιλήψεις μεταβάλλονται αργά ή αποσυντίθενται από τον χρόνο. Οι δομές είναι “πραγματικότητες ιστορικές, γεωγραφικές, οικολογικές, τεχνικές, οικονομικές, κοινωνικές, δημογραφικές, πολιτικές, πολιτισμικές ” και οι κοινωνίες είναι εσωστρεφείς.
Στο επίπεδο των συγκυριών, των διαδικασιών μέσης διάρκειας, που διαρκούν λίγα χρόνια ή μερικές δεκαετίες, εμφανίζονται πιέσεις στις δομές όχι όμως τόσο ισχυρές για να τις αλλάξουν. Η φάση που εξελίσσεται μια συγκυρία είναι διπλή: η ευνοϊκή και η δυσμενής και η κάθε μία από αυτές διακρίνεται σε κλιματική, οικονομική, δημογραφική, πολιτική, κοινωνική, πολιτισμική συγκυρία.
Ο ατομικός χρόνος, ο χρόνος της μικρής κλίμακας των γεγονότων και των ανθρώπων είναι ασήμαντος, εκτυλίσσεται με γοργή διαδικασία, διαρκεί λίγο, έχει επαναληπτική, σχεδόν ομοιόμορφη δομή. Τα ιστορικά γεγονότα διακρίνονται σε φυσικά, τεχνικά, οικονομικά, κοινωνικά, δημογραφικά, πολιτικά, στρατιωτικά και διπλωματικά.
Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
Για τον Braudel η σύνθεση των τριών ιστορικών διαστάσεων του χρόνου οδηγεί στην συγκρότηση του είδους της Συνολικής/Ολικής Ιστορίας (Histoire Totale), που εκφράζεται μέσω της ταύτισης της συσσώρευσης στοιχείων σχετικά με μοναδικές δράσεις και καταστάσεις. Σύμφωνα με τους Annales, Συνολική Ιστορία σημαίνει έκφραση “συνολικών προβληματικών” που νοηματοδοτούν τις ιδιαίτερες θεωρήσεις των ανθρωπιστικών επιστημών και της γεωγραφίας . Η Συνολική ή Μεγάλη Ιστορία στοχεύει στη συγκρότηση της μεγάλης εικόνας μιας κοινωνίας και εξετάζει στην μικροκλίμακα το σύνολο των ιστορικών χρόνων της (δομές-συγκυρίες-γεγονότα).
Η Γεωιστορία του Braudel, που βρίσκεται στα σύνορα της Ιστορίας και της Γεωγραφίας, καταγράφει τις συντεταγμένες του χρόνου και του τόπου. Σύμφωνα μ’αυτήν η Ιστορία δεν ξετυλίγεται αποκλειστικά μέσα στον χρόνο αλλά διαχέεται και μέσα στον χώρο .
Ο Braudel σηματοδότησε την οδό προς την ποσοτική ιστορία, στον ποσοτικό χαρακτήρα των δομών, χωρίς όμως ο ίδιος να γίνει φανατικός των ποσοτικών μεθόδων. Η ποσοτικοποίηση γίνεται κυρίαρχο ρεύμα στους Annales την δεκαετία του 1960. Η μπρωντελική άποψη εκφράζεται με σαφή τρόπο από την φράση: “για τον ιστορικό όλα αρχίζουν, όλα τελειώνουν με τον χρόνο, έναν χρόνο μαθηματικό και «κτίστη του παντός», που εύκολα προκαλεί το χαμόγελό μας, ένα χρόνο κάπως άσχετο με τους ανθρώπους, «εξωγενή» θα έλεγαν οι οικονομολόγοι, που τους ωθεί, τους καταναγκάζει, παρασέρνει τους ιδιωτικούς τους χρόνους με τους διαφορετικούς χρωματισμούς: ναι, ο δεσποτικός χρόνος του κόσμου ”.
Μεθοδολογικά η σύνδεση του πολιτισμού γίνεται με την Γεωγραφία, την Κοινωνιολογία, την Οικονομική Επιστήμη και την Συλλογική Ψυχολογία.
Για τον Braudel οι πολιτισμοί είναι:
-Γεωγραφικές περιοχές. Κάθε πολιτισμική έκφραση είναι προϊόν συγκεκριμένης δωρεάς της φύσης προς τον άνθρωπο και διαθέτει δική της γεωγραφία.
-Κοινωνίες. Κάθε πολιτισμός στεριώνει πάνω σε μια κοινωνία η οποία και τον διαμορφώνει. Κοινωνία και πολιτισμός είναι δύο αλληλένδετες έννοιες.
-Οικονομίες. Κάθε πολιτισμός εξαρτάται από τεχνολογικά, οικονομικά, δημογραφικά δεδομένα.
-Συλλογικές νοοτροπίες. Σημαντικό ρόλο σε αυτές έχει η θρησκεία.
-Συνέχειες. Κάθε πολιτισμός ερμηνεύεται μέσα από το παρελθόν των αξιών και των εμπειριών του.
Οι παραπάνω θεμελιώδεις δυνάμεις του πολιτισμού είναι οι πραγματικότητες, οι δομές του, οι οποίες έχουν μεγάλη διάρκεια και είναι τα ιδιαίτερα και πρωτότυπα στοιχεία του που διαμορφώνουν την φυσιογνωμία του.
Ο Braudel επισημαίνει πως “κατά κανόνα ένας πολιτισμός αποφεύγει να υιοθετεί πολιτισμικά αγαθά που θέτουν σε αμφισβήτηση κάποια από τις θεμελιώδεις δομές του”. Έτσι, όταν έρχονται σε επαφή οι πολιτισμοί αυτοί, αποκτά χαρακτήρα σύγκρουσης. Συνεπώς, κάθε πολιτισμός δεν είναι μια δεδομένη οικονομία και κοινωνία αλλά η συγκρότηση αυτού που επιβιώνει από διαδοχικές οικονομίες και κοινωνίες, χωρίς σημαντικές παρεκκλίσεις.
Η ΣΧΟΛΗ ΤΩΝ ANNALES ΚΑΙ ΟΙ ΛΟΙΠΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ
ΠΕΡΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
Το ερμηνευτικό πλαίσιο για την πολιτισμική ποικιλομορφία και την πολιτισμική αλλαγή περιέχει μεταξύ άλλων και τέσσερις ακόμη κλάδους/σχολές.
- Στα τέλη του 19ου αι. η Πολιτισμική Εξελικτική Αρχαιολογία (Cultural Evolutionary Archaeology) μέσω της μονογραμμικής πολιτισμικής εξελικτικής προσέγγισης και με την επιρροή των ιδεών του Διαφωτισμού, ερμήνευσε την κοινωνική αλλαγή μέσα από βιολογικούς παράγοντες που διέπονται από νομοτέλειες με παγκόσμια ισχύ. Η ανθρωπότητα εξελίσσεται γραμμικά περνώντας από στάδιο σε στάδιο, από το απλό στο σύνθετο και από το κατώτερο στο ανώτερο. Ο βασικός εκπρόσωπος της σχολής J. Lubbock κατηγοριοποίησε τους αρχαίους πολιτισμούς σε “εξελιγμένους” και “πρωτόγονους” και με δαρβινική θεώρηση πρότεινε την ερμηνεία της φυσικής επιλογής. Επίσης, ο ανθρωπολόγος Lewis Morgan όρισε τα στάδια της αγριότητας, βαρβαρότητας και πολιτισμού και ο E.R.Service κατηγοριοποίησε τους ανθρώπινους σχηματισμούς σε ομάδες, φυλές, φυλαρχίες και κράτη σε ένα γραμμικό σχήμα εξέλιξής τους.
- Στις αρχές του 20ου αι. αναδείχθηκε η Πολιτισμική Ιστορική ή Κανονιστική Αρχαιολογία (Cultural-Historical Archaeology), που εισήγαγε τον ιστορικό προσανατολισμό απέναντι στον εξελικτικό και την πολιτισμική ιδιαιτερότητα απέναντι στην πολιτισμική παγκοσμιότητα. Η πολιτισμική ιστορική προσέγγιση υιοθετεί τη θέση ότι η πολιτισμική αλλαγή βασίζεται σε εξωτερικούς παράγοντες. Αυτοί είναι διάχυση του πολιτισμικού στοιχείου από έναν λαό σε έναν άλλο μέσω των σχέσεων π.χ. εμπορικών, η ειρηνική μετανάστευση και η εισβολή. Στον κλάδο ξεχώρισαν ο Oscar Montelius που κατασκεύασε χρονολογικές σειρές ή ακολουθίες για την ερμηνεία των πολιτισμικών αλλαγών όπως αυτή της Ευρώπης από την Εγγύς Ανατολή, ο Franz Boas που τόνιζε την ιδιαιτερότητα κάθε πολιτισμού και ο Gordon Childe που εισήγαγε την έννοια του Αρχαιολογικού Πολιτισμού. Στόχος της Πολιτισμικής Ιστορικής Αρχαιολογίας ήταν η περιγραφική ανασύνθεση της αρχαιολογικής μαρτυρίας, χωρίς να δίνει απαντήσεις στα ερωτήματα ερμηνείας του παρελθόντος, στο ερώτημα “Γιατί; ”
3.Η Νέα ή Διαδικαστική Αρχαιολογία (New or Processual Archaeology) κυριάρχησε το 1960 και το1970, με γνώμονα τη συστημική προσέγγιση για την ανασύσταση της λειτουργίας της αρχαιολογικής μαρτυρίας στην ερμηνεία της πολιτισμικής αλλαγής. Το ερμηνευτικό πλαίσιο της Νέας Αρχαιολογίας είναι σχήμα πολυαιτιακό, τονίζει την ενδογενή αλλαγή, αποδέχεται το υλιστικό πλαίσιο ερμηνείας μέσα από την υποθετικοπαραγωγική μέθοδο, δίνει έμφαση στις δομές έναντι του ατόμου και στοχεύει στις γενικεύσεις.
Αντιλαμβάνεται τον πολιτισμό ως ένα σύστημα που υποδιαιρείται σε υποσυστήματα και μέσα από την διαδικαστική προσέγγιση επιχειρεί να απαντήσει στο ερώτημα “Γιατί;”. Ηγετική μορφή της σχολής ήταν ο Lewis Binford.
4.Η Μεταδιαδικαστική Αρχαιολογία (Post-Processual Archaeology), από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, με την μέθοδο της ερμηνευτικής προσέγγισης ,στόχευσε στην ανασύσταση του νοήματος της αρχαιολογικής μαρτυρίας με στόχο την ερμηνεία της πολιτισμικής αλλαγής. Αποδέχεται την αρχή της συμβολικής δομής του πολιτισμού που είναι γεμάτος από νοήματα, είναι ρευστός, ενεργός, πλήρης αντιφάσεων που οδηγούν στην πολιτισμική αλλαγή. Ασπάζεται την άποψη ότι δεν μπορούμε να προσεγγίσουμε τόσο το παρελθόν όσο και το παρόν και εισάγει σχετικιστικές και ερμηνευτικές προσεγγίσεις στην αρχαιολογία ως κοινωνικής επιστήμης.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Σύμφωνα με τους Renfrew-Bahn, οι δύο τελευταίες θεωρίες μπορούν να λειτουργήσουν ταυτόχρονα(μαζί και με την νεομαρξιστική) και συμπληρωματικά. Πολλά από τα θεωρητικά δεδομένα της Σχολής των Annales είναι συγγενικά με αυτά της Νέας και της Μεταδιαδικαστικής Αρχαιολογίας. Αυτά είναι η διεπιστημονική προσέγγιση της πολιτισμικής αλλαγής, η χρήση ποσοτικοποιημένων στοιχείων, η αντίληψη του πολιτισμού ως συστήματος με δομές, η απόπειρα να δοθεί μια συνολική απάντηση στα ερωτήματα “Τί;”, “Πού;”, “Πότε;” και “Γιατί;”. Επίσης να τεκμηριωθούν τα τρία είδη κλίμακας στον ιστορικό χρόνο και η υιοθέτηση μη γραμμικών προσεγγίσεων.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Βερέμης, Θ., Γιαννόπουλος, Ι., Ζουμπάκη, Σ., Ζυμή, Ελ., Ιωάννου, Θ., Μαστραπάς, Α., Ελληνική Ιστορία Τόμος Α΄,Ο Αρχαίος Ελληνικός Κόσμος, Ε.Α.Π., Πάτρα, 2002.
Βούρτσης, Ι., Μανακίδου, Ε., Πασχαλίδης, Γ., Σμπόνιας, Κ., Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό Τόμος Α΄. Ε.Α.Π., Πάτρα, 1999.
Braudel, F., Η Γραμματική των Πολιτισμών, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 2002.
Braudel, F., Η Μεσόγειος και ο Μεσογειακός Κόσμος την Εποχή του Φιλλίπου Β΄ της Ισπανίας, Τόμος Α΄. Ο ρόλος του περίγυρου, μτφ. Κ. Μιτσοτάκη, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 1991.
Braudel, F., Μελέτες για την Ιστορία, Αθήνα, 1986.
Γιαννόπουλος, Γ., “Ιστοριογραφία:Θεωρία και Μέθοδοι. Η διασταύρωση των ιστορικών χρόνων” στο Ι. Γιαννόπουλος, Σ. Ζουμπάκη, Ε. Ζυμή, Θ. Ιωάννου, Α. Μαστραπάς, Ελληνική Ιστορία, Τόμος Α΄Ο Αρχαίος Ελληνικός Κόσμος, Ε.Α.Π., Πάτρα, 1999.
Encyclopedie De La Pleiade, Συλλογικό, Ιστορία και Μέθοδοί της, μτφ. Ε. Στεφανάκη, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 1989.
Iggers, G.,Η Ιστοριογραφία στον εικοστό αιώνα. Νεφέλη, Αθήνα, 1999.
Κουκουζέλη, Α., “Κλάδοι και προβληματική της Αρχαιολογίας. Η ερμηνεία της πολιτισμικής αλλαγής” στο Α. Κουκουζέλη, Ε. Μανακίδου, Κ. Σμπόνιας, Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο, Τόμος Α΄, Ιστορική Διαδρομή της Αρχαιολογίας. Ορισμός, Αντικείμενο, Βασικές Αρχές, Κλάδοι και Προβληματική, Ε.Α.Π., Πάτρα, 2003.
Μπενβενίστε, Ρ., Αναγνώσεις της Μεσογείου, Σύγχρονα Θέματα 71-72(Απρ.-Σεπτ.)1999. http://pandemos.panteion.gr/index.php?op=record&pid=iid:3999&lang=en
Μπρέγιαννη, Κ., Γενική Ιστορία της Ευρώπης-Ιστορία και Ιστοριογραφίες-Νεότερες Προσεγγίσεις. Ε.Α.Π, Πάτρα, 2008.
Renfrew, C., & Bahn, D., Αρχαιολογία. Θεωρίες, Μεθοδολογία και Πρακτικές εφαρμογές., Ινστιτούτο του Βιβλίου-Καρδαμίτσα, Αθήνα, 2001.
Η Στέλλα Καραμήτρου είναι ραδιοφωνική παραγωγός και σπουδάζει στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο.