ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ.
Τα «φοβερά» και «ελεεινά»
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Το Βήμα» (2.5.1993)
Κείμενο: Μάριος Πλωρίτης
ΠΟΣΕΣ ΦΟΡΕΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΕΙΠΩΘΕΙ πως «η Ελλάδα είναι η χώρα της τραγωδίας». Όχι μόνο επειδή εδώ γεννήθηκε το ύπατο θεατρικό είδος, αλλά κι επειδή η ίδια η χώρα μας έφερε πάντα όλα τα τραγικά χαρακτηριστικά και στίγματα. Εικοσιπέντε αιώνες τώρα, αυτός ο τόπος γίνεται πεδίο όλων των «φοβερών και ελεεινών», γνωρίζει τις πιο αντιφατικές «περιπέτειες», διαπράττει αλλεπάλληλα «λάθη» και «αμαρτίες», ζει τα πιο «φθαρτικά και οδυνηρά πάθη», και μάλιστα από «φίλους», πέφτει «από την ευτυχία στη δυστυχία και από τη δυστυχία στην ευτυχία»[1] – πολύ σπανιότερα, το τελευταίο, βέβαια.
Οι ατέρμονες «μεταβολές», οι μεταπτώσεις από το «ελληνικό θαύμα» στη ρωμαιοκρατία, από τον «ένδοξο βυζαντινισμό» στην τουρκοκρατία, από την αναγεννητική Επανάσταση στην αυλοκρατία, ξενοκρατία, κομματοκρατία, από τα «έπη» του 1912-20 και του 1940-44 στους διχασμούς, τις καταστροφές, τις δικτατορίες, τις κατοχές, τις άλλες ξενοκρατίες, στοιχειοθετούν τραγικά θέματα πελώρια, που κανένας τραγωδός δεν φαντάστηκε ποτέ.
Και σήμερα, ένας ακόμα κρίκος «πλουτίζει» την αλυσίδα των «περιπετειών» μας – κρίκος, που δεν έχει καν το «μέγεθος» των παλαιών άλλων.
Από την ανάκαμψη της χώρας μας μετά την πολεμική-κατοχική-εμφυλιοπολεμική Γέννα, να έχουμε πέσει σε καινούργιες «δυστυχίες» -δικτατορίες, εξαθλιώσεις, ελεεινότητες- και να βρισκόμαστε τώρα σε τραγικά αδιέξοδα που, σε μέγιστο βαθμό, έχουν προκληθεί από τα δικά μας άφρονα λάθη.
Πάνω από έναν αιώνα μετά την «αναγέννηση της Ελλάδας», αγωνίζονταν οι Έλληνες (όπως και οι άλλοι Βαλκάνιοι) για την «εθνική ολοκλήρωση» που, ώς ένα σημείο, επιτεύχθηκε στον Α’ και Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, με την απελευθέρωση της Μακεδονίας, της Θράκης, της Δωδεκανήσου από την ξένη δουλεία. Και τώρα, βρισκόμαστε πιασμένοι σε καινούργια μέγγενη, καθώς η Άγκυρα, με πολλή περίσκεψη και χωρίς καμιάν αιδώ, επιχειρεί ν’ αναστήσει την τρισένδοξη σουλτανική αυτοκρατορία, που τόσην ευμάρεια και πολιτισμό έφερε στην Ανατολία και στη Βαλκανική. Με πρώτο «κοψίδι», εμάς, βέβαια.
Κι αναρωτιέμαι αν έχει πραγματικά συνειδητοποιηθεί τι σημαίνει αυτή η οσμανλίδικη «αναβίωση», όχι μόνο για τις χώρες που φιλοδοξεί να αγκαλιάσει το «τουρκικό τόξο», αλλά και για την Ευρώπη όλη.
Η επιστροφή του παντουρκισμού στην ήπειρό μας – η διείσδυση σ’ αυτήν μιας χώρας, που στηρίζει τα ιμπεριαλιστικά σχέδιά της όχι μόνο στη στρατηγική θέση της, στον όγκο του πληθυσμού της και στο τεράστιο οπλοστάσιό της, αλλά και, προπάντων, στη θρησκευτική «αδερφοσύνη» με εκατομμύρια βαλκανικών και άλλων μειονοτήτων – αποτελεί τρομακτική θρυαλλίδα για την ίδια την ευρωπαϊκή υπόσταση ή, έστω, «ισορροπία».
Και οι «μεγάλοι», που επιδιώκουν ν’ αποκτήσουν πολιτικο-οικονομικά προγεφυρώματα κι επιρροές στη Βαλκανική, σκαρώνοντας «νέες τάξεις» και νέες αφαιμάξεις, δεν βλέπουν πως οι νέοι «μεγαλοπρεπείς» Σουλεϊμάνηδες, έτσι και βάλουν πόδι στην Ευρώπη και στην ΕΟΚ, θα τινάξουν στον αέρα τα μετερνίχεια σχέδια των «δυτικών» και θα επιβάλουν τη δική τους «τάξη». Με πολιορκητικό κριό τα μιλιούνια των ομοθρήσκων τους, που βρίσκουν ήδη στην Άγκυρα τον νέο τους προφήτη και πολέμαρχο για την πραγμάτωση του πανισλαμισμού, με το προσωπείο της «αυτοδιάθεσης των λαών», της «προστασίας των μειονοτήτων» και άλλων ευγενών παρόμοιων.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, η φοβερή μηχανή της «τραγικής ειρωνείας», που αποτελεί ένα απ’ τα στοιχεία του αρχαίου Δράματος, θα μπει πάλι σε κίνηση (αν δεν μπήκε κιόλας) με παίγνια και τους ίδιους τους Μεττερνίχους, που σήμερα «αβαντάρουν», βοηθούν, χρηματοδοτούν, χειροκροτούν την «προοδευτική δημοκρατία» των βασιβουζούκων της Άγκυρας. Γιατί αποτελεί τραγική ειρωνεία, βέβαια, η αυταπάτη τους πως, ψωμίζοντας ποικιλότροπα την Τουρκία, υψώνουν «ιδανικό προγεφύρωμα» απέναντι στον ισλαμισμό των αγιατολλάχ και Σία. Και δεν μαντεύουν πως αυτό ακριβώς το ανάχωμα κρύβει το «μεγάλο κύμα» που μπορεί να κατακλύσει την ανατολική (για την ώρα) Ευρώπη και ν’ αναποδογυρίσει τις δικές τους «ζυγαριές».
Όσο για τη δική μας πολιτεία, αυτή δεν κολυμπάει πια στην τραγική ειρωνεία, αλλά στην τραγικότερη τύφλωση, τρισχειρότερη απ’ του Οιδίποδα. Που εκείνος ήταν, τουλάχιστον, «άφταιγος μιαρός», ενώ εμείς είμαστε μιαρότατοι φταίχτες.
Την ώρα όπου η γη σειέται συθέμελα στην «Άρεως μεστή» τέως Γιουγκοσλαβία, την ώρα όπου ο αέρας μας δονείται απ’ τους βόμβους των τουρκικών αεροπλάνων, εμείς απονέμουμε εύσημα στην Άγκυρα, βυζαντινολογούμε για τα Σκόπια (να, εδώ, και η τραγική «αναγνώριση»!) και, μπρος στα κραυγαλέα σχέδια των αρχιτεκτόνων και γενοκτόνων γειτόνων μας, ασχολούμαστε με «πολυνομοσχέδια» και καζίνα, με νομιμοποιήσεις των αυθαιρέτων και με ιδιωτικοποιήσεις των ΔΕΚΟ, με εκπαραθυρώσεις των διοικήσεών τους και με εισπαραθυρώσεις χιλιάδων κομματικών οπαδών στο Δημόσιο, με απεγνωσμένες κούρσες για την εξουσία και με αφηνιασμένο κούρσεμα του αναιμικότατου δημόσιου «πλούτου».
Ελεεινολογούμε τον Πρωθυπουργό, που ανακάλυψε συγκινητική «ευαισθησία» στη διαγωγή των Τούρκων. Αλλά πόσο πιο ελεεινή είναι η αναισθησία όλων των πολιτικάντηδών μας για τις τύχες του πρόβατου που λέγεται Ελλάδα και που αυτοί κουρεύουν όλο του το μαλλί ώς το πετσί του, κλέβουν όλο το γάλα του και του κατατρώνε σάρκες και κόκαλα.
Κι αφού ο λόγος για πρόβατα, τα κόμματα μας θυμίζουν τον Αίαντα που, μέσα στην παράκρουσή του, έσφαξε ένα ολόκληρο κοπάδι και, ύστερα, όταν ήρθε στα σύγκαλά του, αυτοκτόνησε με το ίδιο το σπαθί του. Έτσι κι εκείνα, μαινόμενα, σφάζουν και αυτοχειριάζονται: η Ν.Δ. κατακερματίζεται κι εκμηδενίζεται, το ΠΑΣΟΚ βαυκαλίζεται πως θα μας πείσει ότι «άλλαξε», ο Συνασπισμός διαμελίζεται, το ΚΚΕ κλυδωνίζεται και μορφινίζεται πως ο βασιλιάς Αλέξανδρος του υπαρκτού σοσιαλισμού «ζει ακόμα». Μόνο που ο Αίας αυτοκτόνησε ντροπιασμένος όταν συνήλθε απ’ την παράκρουσή του, ενώ αυτά εξακολουθούν να βρίσκονται σε ξεδιάντροπη φονική κι αυτοκτονική μανία καταδιώξεως της εξουσίας.
Απόγονοι, λέει, των αρχαίων, κατορθώσαμε ν’ αναιρέσουμε την ίδια την Τραγωδία, που εκείνοι επινόησαν και «μας κληροδότησαν».
Αν η τραγική ποίηση είναι -ανάμεσα σε τόσα άλλα- ένα μέγιστο μάθημα στοχασμού, ευθύνης, δικαιοσύνης, εμείς οι μύστες της νεοελληνικής θυμέλης, έχουμε στήσει το μέγα Δράμα της αστοχασιάς, της ανευθυνότητας, της αδικίας – και μάλιστα, χωρίς Νέμεση και «κάθαρση» (εκτός από εκείνη που εξυπηρετεί τα κομματικά τερτίπια μας).
Αλλά το «μάθημα» της Τραγωδίας το αναιρούμε και μ’ άλλους τρόπους. Φυσικά, επαληθεύουμε κάθε μέρα την αρχή της, «Έπραξες, θα πάθεις», «Ανάξια έκανες, άξια πάσχεις». Και πληρώνουμε τις πράξεις μας με επιτόκια, που θα τα ζήλευε ο στυγνότερος τοκογλύφος. Αλλά, σε αντίβαρο, κουρελιάσαμε την «κοινότοπη» συνέχεια του «μαθήματος»: πώς «το πάθος (γίνεται) μάθος». Περήφανοι κι αψήφιστοι, δεν καταδεχόμαστε να μας «διδάξει ο γηράσκουν χρόνος» τίποτα[2]. Μπορεί ο χρόνος να γερνάει, αλλά εμείς μένουμε παντοτινά νέοι, κάτι περισσότεροι «νήπιοι» – αγνοώντας, φυσικά (τώρα, μάλιστα, που καταργήθηκαν και τ’ Αρχαία), πως η λέξη σήμαινε «άκριτοι, ανόητοι, άμυαλοι», και άλλα συνώνυμα νεοελληνικότατα…
Παραπομπές
[1] Φυσικά, οι όροι είναι του Αριστοτέλη: Ποιητική, 1451Α,1452Α, 1453Β, 1456Β κ.λπ.
[2] 3. Αισχύλος, Προμηθεύς, 981′ Αγαμέμνων, 177,249.