1 Νοεμβρίου 2018 at 20:09

Μάριος Πλωρίτης: Η Αγωγή του πολέμου

από

Η Αγωγή του πολέμου

Ένα καινούργιο μάθημα με κάποια παλιά κείμενα

Κείμενο: Μάριος Πλωρίτης

ΕΤΣΙ ΠΟΥ ΗΡΘΑΝ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ (δηλαδή, έτσι που τα φέραμε εμείς), και η εποχή μας ζει έναν ακόμα τρομερό πόλεμο, θα ‘πρεπε -πλάι στην «Αγωγή του πολίτη» που διδάσκεται (;) στα σχολεία να καθιερωθεί και η «Αγωγή του πολέμου» -αφού, άλλωστε, ο πόλεμος δεν παύει ούτε ώρα να θρασομανά σε κάποια ή κάποιες γωνιές της Γης.

Σ’ ένα τέτοιο μάθημα, θα κυριαρχούσαν όχι οι επικοί ύμνοι στα πολεμικά άθλα, αλλά οι ποιητικές και μη «αρές», κατάρες, για τις συμφορές που φέρνει, και η έλλογη καταγγελία του παραλογισμού του και των απατηλών «δικαιολογιών» του. Επαγωικό, μάλιστα, θα ήταν να χρησιμοποιούνται πρόσφατα δείγματα από τις απάτες του, που έχουν παντοτινή «πέραση».

Ο Μάριος Πλωρίτης (πραγματικό όνομα: Μάριος Παπαδόπουλος, 19 Ιανουαρίου 1919 – 29 Δεκεμβρίου 2006) ήταν Έλληνας δημοσιογράφος-επιφυλλιδογράφος, κριτικός, μεταφραστής, λογοτέχνης, και θεατρικός σκηνοθέτης.
Ο Μάριος Πλωρίτης (πραγματικό όνομα: Μάριος Παπαδόπουλος, 19 Ιανουαρίου 1919 – 29 Δεκεμβρίου 2006) ήταν Έλληνας δημοσιογράφος-επιφυλλιδογράφος, κριτικός, μεταφραστής, λογοτέχνης, και θεατρικός σκηνοθέτης.

Αρχή, λογουχάρη, θα μπορούσε να γίνει με τον «κλασικό» ισχυρισμό πως ο πόλεμος (παράδειγμα, ο τωρινός) είναι «αναπότρεπτος, αναγκαίος, απαραίτητος» – είτε Άραβες δικτάτορες και αρχολάγνοι τον προβάλλουν, είτε δυτικοί «δημοκράτες» και κερδομανείς, είτε προφήτες «ιερού πολέμου» για τα «δίκαια των αραβικών λαών», είτε σταυροφόροι κατά του βιαστή της διεθνούς νομιμότητας (που εκείνοι τον είχαν αστακηδόν εξοπλίσει, ενώ κι οι ίδιοι έχουν κυνικότατα και συχνότατα αψηφήσει ετούτη τη διάτρητη νομιμότητα). Σ’ όλους αυτούς -και σ’ άπειρους «ομολόγους» τους- το εγχειρίδιο θ’ αντιφωνούσε, καταδείχνοντας και καταγγέλλοντας τ’ αληθινά κίνητρά τους:

«Διψώντας γι’ αξιώματα, πολέμους ξεσηκώνουν παράλογους και σε όλεθρο τους δόλιους πολίτες ρίχνουν. Ο ένας το κάνει στρατηγός για να γίνει, ο άλλος πάλι για να πάρει στα χέρια του εξουσία και να κάνει τα κέφια του, ένας άλλος για να μαζεύει πλούτη. Αν από τούτα ο λαός κακοπαθεί, δεν το εξετάζει».

Κι αυτά, δεν τα λέει κάποιος σημερινός ειρηνιστής, αλλά, πριν 2.310 χρόνια, ο Ευριπίδης, και μάλιστα την ώρα ενός πολέμου «μοιραίου», του Πελοποννησιακού.[1] Και λίγο αργότερα, μέσα στην πολεμική χλαλοή πάντα, προσθέτει:

«Άμυαλοι αυτοί που ζητούν να κερδίσουν δόξα κι αξία μες στους πολέμους, με τ’ άρματα στην ταραχή των μαχών, προσπαθώντας ανόητα στις συμφορές των θνητών έτσι να βάλουν τέρμα. Στο αίμα τη λύση αν ζητάς, θα ‘χεις ατέλειωτο πόλεμο.»[2]

Η διάγνωση της παθολογίας του πολέμου ήταν, από τότε, ξεκάθαρη, προπάντων για τις κινούσες αιτίες του: από τη δοξοθηρία και τη χρυσοθηρία των «ηγετών» ως την απάτη πως τα προβλήματα των λαών (επιβολή της ισλαμικής τάξης λ.χ. ή της δυτικής «νέας τάξης») «μόνο ο πόλεμος μπορεί να τα λύσει». Αλλά κι οι λαοί που κακοπαθαίνουν απ’ τον πόλεμο δεν είναι άφταιγοι, όταν τον ψηφίζουν ή τον εγκρίνουν, άμεσα ή έμμεσα:

«Για πόλεμο όταν είναι να ψηφίσει ο λαός, κανένας θάνατο δικό του δε σκέφτεται, όλο βάζει με το νου του τ’ αλλουνού το κακό. Ενώ, αν την ώρα που ψηφίζουν, τους έπεφτε στα μάτια ίσκιος θανάτου, από μανία πολέμου ποτέ δε θα χανότανε η χώρα. Ωστόσο, ξέρουν όλοι ποια απ’ τις δύο γνώμες η ανώτερη είναι, ξεχωρίζουν το καλό απ’ το κακό, και πόσο για όλους καλύτερη απ’ τον πόλεμο είν’ η ειρήνη -αγαπητή στις Μούσες πρώτα πρώτα, μισητή στις Ποινές, κι είν’ εύφρανσή της το παιδοβόλι, ο πλούτος η χαρά της. Και παρατώντας όλ’ αυτά, οι ανόητοι, πολέμους ξεσηκώνουμε και δούλο κάνουμε αυτόν που αδύνατο θα δούμε, άντρας τον άντρα και την πόλη η πόλη.»[3]

Θησαυρός των Σιφνίων. Λεπτομέρεια από τη σκηνή της γιαγαντομαχίας. Γύρω στα 525 π.Χ. Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών. Treasure of the Siphnians. Detail from the scene of the crackdown. Around 525 BC Archaeological Museum of Delphi.

Φυσικά, η στυγνή πραγματικότητα του πολέμου έρχεται ταχύτατα να τους δείξει την αφροσύνη τους. Που είναι ακόμα βαρύτερη, όταν οι νέοι αυτού του λαού στέλνονται να πολεμήσουν σε μακρινές χώρες – όπως θρηνεί ο Χορός του αισχύλειου Αγαμέμνονα για τους Έλληνες που εκστρατεύσανε στην Τροία:

«…όσοι πήραν τ’ άρμενα κι απ’ την Ελλάδα φύγαν, αφήσαν στο κατώφλι του σπιτιού πένθιμο μοιρολόι, που λιγώνει τις καρδιές. Των συγγενών τα σπλάχνα θερίζει ταραχή, γιατί καθένας ξέρει ποιον ξεπροβόδισε” όμως, αντίς τα παλικάρια τους, γυρίζουν σπίτι υδρίες νεκρικές και λίγη στάχτη.»[4]

Κι ο Ευριπίδης συνεχίζει, αλλά με το στόμα της Τρωαδίτισσας Κασσάνδρας τώρα:

«Και στις αχτές του Σκάμανδρου όταν ήρθαν στη μάχη πέφταν, όχι για να σώσουν της χώρας τους τα σύνορα ή τα τείχη της πατρίδας τους- κι όσους πήρε ο Άρης σε ξένη χώρα κείτονται, τα χέρια των γυναικών τους δεν τους σαβανώσαν δεν είδαν τα παιδιά τους πριν πεθάνουν. Αυτό το εγκώμιο αξίζει στο στρατό τους.»[5]

Και τότε, όπως τώρα, στρατεία στην Ασία. Και τότε, νεκροί σε χώρα μακρινή. Και τότε, πόλεμος «για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη», που σήμερα ονομάζεται πετρέλαιο.

Αυτά οι πολεμιστές. Μα ακόμα πιο «αλί» στις πολιτείες που αφανίζονται, στους άμαχους που εξολοθρεύονται ανυπεράσπιστοι:

«Ω μακάριοι που πεθαίνουν, πριν να δούνε όσα η πόλη μαύρα κι άραχλα παθαίνει μια που πάρθηκε- εδώ σφάζουν, και τραβούνε, φωτιά βάζουν και τα πάντα καπνός χραίνει κι ο θεός του ολέθρου ο Άρης, που δριμώνει μ’ άγρια λύσσα, πάσα ευσέβεια βεβηλώνει.»[6]

Βέβαια, ωχρή μοιάζει η εικόνα της καταστροφής που δίνει ο Αισχύλος, μπρος στα κατορθώματα του σημερινού υπερτελειοποιημένου πολέμου, συμβατικού, χημικού ή πυρηνικού. Μια φορά, η επωδός του Ευριπίδη «ισχύει» ακέρια, όσοι αιώνες και τεχνολογίες κι αν πέρασαν:

«Αχ, δύστυχοι θνητοί! Τι παίρνετε όπλα κι ένας τον άλλον σφάζετε; Για πάψτε και βάλτε πια ένα τέλος στους πολέμους-τις χώρες σας κρατάτε σε ησυχία κι αφήστε και τους άλλους να ησυχάσουν. Γοργά η ζωή κυλάει -ας την περνούμε με όση μπορούμε ειρήνη και ηρεμία.»[7]

«Σμικρόν το σχήμα του βίου», λέει το πρωτότυπο. Κι εμείς, μόνοι μας, το κάνουμε όχι μονάχα μικρότερο, αλλά και φοβερότερο, σε ατέρμονα κλιμάκωση φρίκης.

Η «Αγωγή του πολέμου» -η «Αγωγή κατά του πολέμου»- δεν θα περιορίζεται, όμως, στους («επάρατους» για μερικούς) Αρχαίους. Θα προσφεύγει και σε νεότερους. Όπως στον Κλεμανσό λ.χ. και στον περιλάλητο αφορισμό του: «Ο πόλεμος! είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να την εμπιστευθούμε στους στρατιωτικούς», και στο εξίσου ονομαστό του Κλαούζεβιτς: «Ο πόλεμος είναι απλή συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα.»[8]

Αφού, όμως όπως λέει ο δεύτερος- «η πολιτική είναι αυτή που προκαλεί τον πόλεμο»8 από καταβολής όπλων, δεν μπορούμε να τον εμπιστευόμαστε ούτε στους πολιτικούς, που τον απεργάζονται για λόγους πασίγνωστους. Τότε; Ίσως η «Αγωγή» θα συμπέραινε πως θα πρέπει να εμπιστευθούμε τον πόλεμο (δηλαδή, τον «μη πόλεμο») στους πολίτες – φτάνει να μην μπολιάζονται κι αυτοί με την αφροσύνη, που οικτίρει ο Ευριπίδης στο πιο πάνω, τρίτο, απόσπασμά του…

ΕΠΙΜΕΤΡΟ: Η διαβόητη έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τις «κακοπάθειες των μουσουλμανικών και σλαβομακεδονικών μειονοτήτων», συντάχθηκε, όπως φαίνεται, στην εδώ πρεσβεία των ΗΠΑ.

Δεν θα προσθέσω κι εγώ άλλους σχετλιασμούς γι’ αυτό το εξοργιστικό κι εξωφρενικό κιτάπι. Θα πω τούτο μόνο: Όταν διορίστηκε πρεσβευτής εδώ ο κ. Σωτήρχος, κι άκουγε πολλούς Έλληνες να του λένε «πόσο χαίρονται που τοποθετήθηκε πρέσβης ένας Έλληνας», έσπευδε να «διορθώσει» έντονα: «Δεν είμαι Έλληνας, είμαι Αμερικανός». Ήταν κι αυτό «μια στάση, νιώθεται», αφού ο κ. Σωτήρχος εκπροσωπεί επίσημα τη δεύτερη πατρίδα του. Αλλά πού να φανταστούμε και πώς να «νιώσουμε» ότι το «δεν είμαι Έλληνας» ισοδυναμεί με «είμαι ανθέλληνας», και το «Αμερικανός» ριμάρει με το συκοφάντης;

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στις 10.2.91 στην εφημερίδα «Το Βήμα».

Παραπομπές

[1] Ικέτιδες, στ. 232 επ. Μετάφρ. Θρ. Σταύρου, Εστία.

[2] Ελένη, στ. 1151 επ. Μετάφρ. Θρ. Σταύρου, Εστία.

[3] Ικέτιδες, στ. 481 επ.

[4] Αγαμέμνων, στ. 429 επ. Μετάφρ. Κ. Χ. Μύρη, Εστία.

[5] Τρωάδες, στ. 368. Μετάφρ. Θρ. Σταύρου, Εστία.

[6] Επτά επί Θήβας, στ. 336 επ. Μετάφρ. Ι. Ν. Γρυπάρη, Εστία.

[7] Ικέτιδες, στ. 949 επ.

[8] Περί πολέμου (1833). Μετάφρ. Ν. Ξυπολιά, Βάνιας 1989, σελ. 12, 53, 369. Βλ. και το άρθρο μου (Πολεμολογίες», Το Βήμα, 20.7.1980 και σε Νέα Πολιτικά Α’, Καστανιώτης 1990, σελ.19-25.

(Εμφανιστηκε 816 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.