7 Σεπτεμβρίου 2019 at 20:57

Μάριος Πλωρίτης: Οι τύψεις και οι Σταυροφορίες

από

Οι τύψεις και οι Σταυροφορίες

Κείμενο: Μάριος Πλωρίτης

ΣΥΓΚΙΝΗΤΙΚΕΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΤΥΨΕΙΣ. Αναφέρομαι στις Σταυροφορίες, που πολλά αλλοδαπά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης τις θυμήθηκαν, χάρη στην 900ή επέτειο της άλωσης της Ιερουσαλήμ απ’ τους σταυροφόρους (15.7.1099). Το συγκινητικό, που έλεγα, είναι πως ορισμένοι δυτικοί, ιστορικοί και μη, αναρωτιούνται σήμερα μήπως θα έπρεπε να ζητηθεί συγγνώμη από τους Εβραίους και τους Μουσουλμάνους για τις καταστροφές που προκάλεσαν οι «στρατιώτες του Χριστού» στις εκστρατείες τους για την «απελευθέρωση των Αγίων Τόπων απ’ τους απίστους».

Μόνο που, γι’ άλλη μια φορά, οι τύψεις τους είναι μισερές. Επειδή «ξεχνάνε» πως το μεγαλύτερο έγκλημα των σταυροφόρων ήταν η άλωση της Κωνσταντινούπολης και η κατάλυση του βυζαντινού κράτους.

Ποιος αμφισβητεί, σήμερα, πως οι εκστρατείες εκείνες δεν είχαν τον «ιερό σκοπό» που είχαν κρεμάσει στις σημαίες τους; Ποιος αγνοεί πως ο (ανομολόγητος) στόχος τους ήταν η στρατιωτική και οικονομική κατάκτηση της Εγγύς Ανατολής; Οι κυριότεροι εμπνευστές τους, το Βατικανό και η «θαλασσοκράτειρα» Βενετία, κατόρθωσαν να κινητοποιήσουν τους βασιλιάδες και τους άρχοντες της δυτικής χριστιανοσύνης όχι τόσο με τη «θεία αποστολή» της απολάκτισης των Αράβων από την κιβωτό του Χριστιανισμού, όσο με το δέλεαρ των «γεωπολιτικών» (όπως θα λέγαμε σήμερα) και οικονομικών κερδών, που θα τρυγούσαν από μια τέτοια «υπεράνω υποψίας» επιχείρηση.

Αν η πρώτη Σταυροφορία, που άρχισε το 1096, κατόρθωσε να κυριεύσει την Ιερουσαλήμ, οι άλλες (που έγιναν για να προστατευθεί το εκεί νεόκοπο δυτικό βασίλειο) απότυχαν. Εκτός από μία: την τέταρτη Σταυροφορία, που πέτυχε το μέγα κατόρθωμα, να αλώσει την Κωνσταντινούπολη και να αφανίσει τη βυζαντινή αυτοκρατορία. Και κανένας, βέβαια, από εκείνους τους ένθεους κατακτητές δεν αναρωτήθηκε, πώς γίνεται μια εκστρατεία κατά των «αντίχριστων» να καταλήγει σε εξολοθρεμό ενός χριστιανικού κράτους.

Ο ναός της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη. (1880)
Ο ναός της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη. (1880)

Γίνεται, όμως, και παραγίνεται. Επειδή, για τους ηγήτορες της Δύσης», το Βυζάντιο αποτελούσε αντίπαλο και μαγνήτη, πολύ πιο ισχυρό και επικερδή παρά οι Άγιοι Τόποι:

Το Βατικανό βρισκόταν σε αδιάκοπη διαμάχη με την Ορθόδοξη Εκκλησία, και ορεγόταν να την καθυποτάξει και να προσηλυτίσει τους οπαδούς της στα δικά του δόγματα – με το αζημίωτο, βέβαια. Για τη Βενετία, το Βυζάντιο ήταν ο μεγαλύτερος κυματοθραύστης στην προσπάθειά της να κάνει τη Μεσόγειο όλη «δική της θάλασσα» και πειθήνιο πελάτη του ναυτικού εμπορίου της. Κι οι άλλοι δυτικοί «δεσπότες» γαλβανίζονταν απ’ τα πλούτη της αυτοκρατορίας, που τα ιστορούσαν έκθαμβοι οι απεσταλμένοι τους και τόσοι άλλοι ταξιδιώτες. Χρειάζονταν πιο «άγιοι σκοποί» για να φτάσουν, όλοι αυτοί, στο «έσχατο μέσο» της κατάκτησής της; «Οι Σταυροφορίες» -λέει ο κορυφαίος ιστορικός Οστρογκόρσκι- «ήταν όργανο κατάκτησης της χριστιανικής Ανατολής».[1] Απλούστατα…

Πόσο ήταν το «πλούτος» της Πόλης και το θάμπωμα των σταυροφόρων όταν την πρωταντίκρυσαν, το περιγράφει ο Γάλλος στρατιωτικός και διπλωμάτης Γοδεφρίδος Βιλ(ε)αρδουίνος, που πήρε ενεργό μέρος στην Δ’ Σταυροφορία και έγραψε πολύτιμο χρονικό για την Κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης:

«Τώρα μπορείτε να μάθετε πώς κοίταζαν επίμονα την Κωνσταντινούπολη εκείνοι που δεν την είχαν δει ποτέ, γιατί δεν μπορούσαν καθόλου να σκεφτούν πως μπορεί να υπάρχει σ’ όλον τον κόσμο μια τόσο πλούσια πόλη, όταν είδαν τα -ψηλά της τείχη και τους πλούσιους πύργους κι αυτά τα πλούσια παλάτια κι αυτές τις ψηλές εκκλησίες, που ήταν τόσο πολλές που κανείς δεν θα το πίστευε αν δεν το ‘βλεπε με τα μάτια του, και ακόμα το μήκος και το πλάτος της πόλης που κυβερνούσε όλες τις υπόλοιπες. Και μάθετε πως δεν υπήρξε άνθρωπος, άνθρωπος τόσο ασυγκίνητος, που να μην ανατριχιάσει, κι αυτό δεν ήταν καθόλου περίεργο, γιατί ποτέ δεν ανέλαβαν άνθρωποι μια τόσο μεγάλη επιχείρηση από τότε που χτίστηκε ο κόσμος».[2]

Πώς ν’ αντισταθούν οι βουλιμιώντες και άξεστοι σταυροφόροι σε τέτοιον πειρασμό; Εφ’ ω και έφεραν σε αίσιο πέρας την «επιχείρηση», κυριεύοντας τη «Βασιλεύουσα».

Βέβαια, το βυζαντινό κράτος ήταν, τότε, σε άθλια κατάσταση, στρατιωτική και οικονομική, σπαραζόταν απ’ τις διαμάχες των μνηστήρων του θρόνου και τις εξεγέρσεις των χωροδεσποτών. Έτσι, το ρεσάλτο των Φράγκων δεν βρήκε παρά ελάχιστη αντίσταση, και «η Πόλις εάλω» στις 12.4.1204.

Η πολιορκία της Πόλης από τους Σταυροφόρους στα 1204.
Η πολιορκία της Πόλης από τους Σταυροφόρους στα 1204.

Τίποτα, όμως, δεν δικαιολογεί τα τρομερά που ακολούθησαν την άλωσή της. Αρχίζοντας απ’ την ακράτητη λεηλασία της. Ο ίδιος ο Βιλλ(ε)αρδουίνος ομολογεί:

«…Τα λάφυρα ήταν τόσο πολλά που κανείς δεν ήξερε να πει πόσα, χρυσάφι και ασήμι και σκεύη και πολύτιμα πετράδια και μετάξια και γούνινα φορέματα από γκρίζο σκίουρο και ερμίνα, και όλα τα ακριβά πράγματα που βρέθηκαν ποτέ στη γη… Από τότε που χτίστηκε ο κόσμος δεν πάρθηκαν τόσα λάφυρα από μια μόνο πόλη».[3]

Αλλά ο χρονικογράφος αποσιωπά τα φρικτότερα: Τρεις ολόκληρες μέρες θρασομανούσαν οι φόνοι, οι βιασμοί, οι πυρπολήσεις, οι βεβηλώσεις εκκλησιών και μοναστηριών, οι καταστροφές αρχαιολογικών θησαυρών, μνημείων και πλήθους καλλιτεχνημάτων. «Δισκοπότηρα απογυμνωμένα απ’ τα πετράδια τους έγιναν κρασοπότηρα, εικόνες μετατράπηκαν σε τάβλες παιχνιδιών και τραπέζια… Στην Αγία Σοφία, οι στρατιώτες ξέσκισαν το πέπλο του ιερού και κατέστρεψαν τα χρυσά και αργυρά σκαλίσματα του βωμού και του άμβωνα… Μια πόρνη κάθισε στον θρόνο του πατριάρχη τραγουδώντας πρόστυχα γαλλικά τραγούδια».[4]

Η Λατινική και η Βυζαντινή Αυτοκρατορία μετά την Δ 'Σταυροφορία. (περ. 1204)
Η Λατινική και η Βυζαντινή Αυτοκρατορία μετά την Δ ‘Σταυροφορία. (περ. 1204)

Η καταστροφή και η αρπαγή «υπό των του καλού ανεράστων βαρβάρων» (όπως λέει ο ιστορικός της άλωσης Νικήτας Χωνιάτης) ήταν τόση, που ακόμα και οι ηγέτες τους αγανάκτησαν και ο υποκινητής της Σταυροφορίας Πάπας Ιννοκέντιος Γ’ την καταδίκασε. Με τα λόγια, φυσικά. Κατά τα άλλα, πήρε αδιαμαρτύρητα το μερίδιό του απ’ τα λάφυρα, και τα εδάφη που εποφθαλμιούσε.

Για όλα αυτά τα αποτρόπαια, δεν περισσεύουν τύψεις στους σημερινούς απογόνους των «αθλητών του Χριστού»;

Δημοσιεύτηκε στο «Βήμα» (01.08.1999)

Μετάφρ. Ντ. Σαούλ, Μέλισσα, 1979, τόμ. Α’, σελ. 230.

[1] G. Ostrogorsky, History of the Byzantine State, Οξφόρδη, 1968, σελ. 415.

[2] Γοδεφρίδου Βιλαρδουίνου, Η κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης. Μετάφρ. Κ. Αντύπα, Χατζηνικολή, 1985, παράγρ. 128.

[3] Ό.π., παράγρ. 250.

[4] Πανεπιστημίου Κέμπριτζ, Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (1960). Mετάφρ. Ντ. Σαούλ, Μέλισσα, 1979, τόμ. Α’, σελ. 230.

(Εμφανιστηκε 701 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.