O Ηρόδοτος στους κύκλους (μέρος α΄)
Γράφει η Titania Matina
Ο κύκλος θέλει πειθαρχία κι αφοσίωση, την αυτοαναφορική τελεολογία της περίφραξης. Κοινότυπα σκέφτομαι, τώρα, ότι το σχήμα έχει να κάνει με το π, τον αριθμό τον άρρητο και μαγικό, σε χώρο όπου “αεί ο θεός ο μέγας γεωμετρεί…” σφαλίζοντας τα πράγματα με τρόπο ερμητικά κλειστό. Όποια κι αν είναι η απόσταση απ’ το κέντρο, η διαχείριση είναι πιστότητας.
Ενδιαφέρεται γι’ αυτόν η Ιστορίη, παρ’ όλες τις τεθλασμένες αποκλίσεις της –ή κι ίσως πάλι, ακριβώς γι’ αυτές. Γιατί συμβαίνει, κάποιες φορές, η ηροδότεια εξιστόρηση να σκοντάφτει σε κυκλικές περιοχές σαν σε γεωμετρίας τόπους παραβολικούς. Τότε, η αφήγηση δεν λειτουργεί ακριβώς ως μια διευθετούσα ευθεία. Πρόσκαιρα κοντοστέκεται σε μια συνθήκη α-μηχανίας κι α-πορίας: πώς να μηχανευτεί ένα πέρασμα χωρίς να περι-οριστεί. Κι είναι που τότε βρίσκει λύση στη φυγόκεντρο κίνηση. Την έλκει η μαγεία του ομφαλού. Κι όμως, επιφυλάσσεται για τη μαγεία την άλλη: το δικαίωμα στον ασυμπτωτισμό, στο σκασιαρχείο, στη σκανταλιά της απόδρασης.
Όπως όταν ο Ηρόδοτος μιλάει για τη Βαβυλώνα των Ασσυρίων, που είχε με τέτοια ακρίβεια χτιστεί. Η Ιστορίη τής αφιερώνει εκτενή αναφορά (Ι 178 κ.ε.), με έκδηλο τον θαυμασμό μπροστά στο ανυπέρβλητο πολεοδομικό αριστούργημα. “Έχει σχεδιαστεί με τρόπο που δεν τον φτάνει καμμιά άλλη πόλη απ’ αυτές που γνωρίζουμε” –”ἐκεκόσμητο” είναι το ρήμα που χρησιμοποιείται για την περίσταση. Κι όντως, η ηροδότεια ματιά βλέπει την πόλη αυτή ως υλοποίηση του κόσμου, της οργάνωσης δηλαδή και της τάξης.
Η εικόνα δίνεται σταδιακά, από τα έξω προς τα μέσα. Αφήνω κατά μέρος τη βαθειά τάφρο με νερό τριγύρω. Αφήνω και το τεράστιο εκατοντάπυλο οχυρωματικό της τείχος από καλά ψημένες πλίνθους, με μονόχωρα δώματα που, σε όλο του το μήκος, το επιστέφουν σε οργανωμένη συμμετρία. Ούτε και θα πολυσταθώ στη διαίρεση της Βαβυλώνας –μέσω Ευφράτη που την διατρέχει στο μέσον– σε μεγάλες συνοικίες με πολυώροφα, ωραία δομημένα κτίσματα. Κρατάω ότι σε πολλές λεπτομέρειες της περιγραφής κυριαρχούν –χωρίς αμφιβολία σκόπιμα– σύνθετα του περί (για παράδειγμα, η τάφρος “περιθέει”) ή και λεκτικοί δείκτες προς γεωμετρικές διατάξεις που τείνουν να προσαρμοστούν στον κύκλο (“ἐπικαμπαί” για τις απολήξεις των επάλληλων εσωτερικών περιβόλων, στα σημεία όπου αυτοί συναντούν το ποτάμι, και που προστατεύουν τις συνοικίες σαν επάλληλοι θώρακες, Ι 180-81). Είναι σαν όλα αυτά να προετοιμάζουν για τους κύκλους που δεσπόζουν μέσα στην πόλη. Και είναι εκεί που ο Ηρόδοτος εστιάζει.
Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση αφορά στο χαλκόπυλο χαλδαϊκό ιερό του Βήλου, που ήταν το θρησκευτικό κέντρο. Οργανωμένο σε ακολουθία οκτώ πύργων, με τον ένα χτισμένο πάνω στον άλλον σε ομόκεντρη αναβατική διάταξη, παρείχε ποικίλες πολυτέλειες κι αναπαύσεις για τον ανηφορικό δρόμο που αγκάλιαζε το σύνολο περιστροφικά (ἀνάβασις δὲ ἐς αὐτοὺς ἔξωθεν κύκλῳ περὶ πάντας τοὺς πύργους ἔχουσα πεποίηται, Ι 181).
Μια άλλη περίπτωση αφορά στα εγγειοβελτιωτικά έργα της βασίλισσας Νιτώκριδος (Ι 185), που αποτελούσαν και οχυρωματική της πρόνοια έναντι των Μήδων στα βόρεια. Προηγούμενα, ο Ευφράτης διέτρεχε σε ευθεία πορεία την πόλη. Όμως η Νίτωκρις έβαλε να διαμορφωθούν κανάλια για να δοθεί σχήμα περιελισσόμενο (σκολιόν) στην πορεία του νερού μέχρι τους πιο περιφερειακούς οικισμούς. Αυτή η εκτροπή είχε κάνει το ποτάμι να μπαινοβγαίνει τρεις φορές στο ύψος των Αρδερρίκων έτσι ώστε, όποιος ήθελε το κατέβει προς τη Βαβυλώνα, έχανε τρεις μέρες στριφογυρίζοντας πλωτά σε μια κωμόπολη στις εσχατιές. Επιπλέον, σε σχετικά απόμακρο σημείο προς βορράν, έβαλε να σκάβουν μέχρι να βρουν νερό ώστε να κατασκευαστεί πελώρια λίμνη κυκλική με επένδυση λίθων τριγύρω (λίθους ἀγαγομένη κρηπῖδα κύκλῳ περὶ αὐτὴν ἤλασεν). Ο πραγματικός λόγος για τον οποίο πραγματοποιήθηκαν και τα δύο έργα –διευκρινίζει ο Ηρόδοτος– ήταν για να ελέγχεται ασφαλέστερα η δια του Ευφράτη είσοδος στην πόλη. Να επιβραδύνεται η ορμητικότητα του ρεύματος του νερού, καθώς αυτό τώρα διερχόταν μέσα από πολλές καμπές (ὡς ὅ τε ποταμὸς βραδύτερος εἴη περὶ καμπὰς πολλὰς ἀγνύμενος). Και να εξαναγκάζεται όποιος έμπαινε στη Βαβυλώνα να ακολουθεί λαβυρινθώδη. φιδόσχημη πορεία, καθυστερώντας επιπλέον επί μακρόν στην κυκλοτερή παράκαμψη της λίμνης (καὶ οἱ πλόοι ἔωσι σκολιοὶ ἐς τὴν Βαβυλῶνα, ἔκ τε τῶν πλόων ἐκδέκηται περίοδος τῆς λίμνης μακρή).
Ο κύκλος ήταν η οργανωτική αρχή της Βαβυλώνας, με τη δυναμική του κέντρου του να φουσκώνει, να διογκώνεται σε καμπυλόσχημες εγγραφές προς κάθε κατεύθυνση πρόβλεψης, επιτήρησης κι ελέγχου. Κι έτσι διαμορφώθηκε ετούτη η Μεγά-πολις, Μετρό-πολις κανονικά στα καθέκαστα του προγραμματισμού της –ας μου επιτραπούν οι όροι, γιατί, από πολλές απόψεις, η φαντασίωση στη γνωστή ταινία του Fritz Lang ίσως και να ωχριούσε μπροστά της.
Αντι-πόλις για το ηροδότειο ανθρωπολογικό και πολιτικό μέτρο –έχει σωστά παρατηρήσει η σύγχρονη έρευνα.
Δεν είναι μόνο που ο Βαβυλωνιακός Λόγος της Ιστορίης δίνει –σε σταθερή και μάλλον εμπρόθετη βάση– υπερβολικά και ανυπόστατα μεγέθη κάθε φορά που αναφέρει τοπογραφικές μετρήσεις. Είναι κυρίως ο διαφαινόμενος σαρκασμός όταν ο Ηρόδοτος εξηγεί πώς καταλήφθηκε η Βαβυλώνα από τον Κύρο της Περσίας (Ι 191). Εκείνος, πρακτικά σκεπτόμενος, προχώρησε στην αντίστροφη επιχείρηση από εκείνην της Νιτώκριδος. Έβαλε τον πολυάριθμο στρατό του να σκάψει αποκαθιστώντας τον ποταμό στην παλιά του ροή. Κι έτσι τον έκανε εύκολα πλωτό. Και τη στιγμή που πλέον εισέβαλλε στη Βαβυλώνα, αυτοί που βρίσκονταν στο κέντρο –και που θα έπρεπε να ξέρουν τι τούς γίνεται– γλεντοκοπούσαν, αγνοώντας τι συνέβαινε παρά έξω:
“Λόγω του μεγάλου μεγέθους της πόλης, όπως λένε οι κάτοικοι, την ώρα που τα άκρα της είχαν κυριευθεί, όσοι Βαβυλώνιοι ζούσαν στο κέντρο δεν αντιλήφθηκαν ότι είχαν εγκλωβιστεί, αλλά –τύχαινε μάλιστα να έχουν και γιορτή– χόρευαν και καλοπερνούσαν, μέχρι που παρακαταλάβανε τι γινόταν.”
[ὑπὸ δὲ μεγάθεος τῆς πόλιος, ὡς λέγεται ὑπὸ τῶν ταύτῃ οἰκημένων, τῶν περὶ τὰ ἔσχατα τῆς πόλιος ἑαλωκότων τοὺς τὸ μέσον οἰκέοντας τῶν Βαβυλωνίων οὐ μανθάνειν ἑαλωκότας, ἀλλὰ (τυχεῖν γάρ σφι ἐοῦσαν ὁρτήν) χορεύειν τε τοῦτον τὸν χρόνον καὶ ἐν εὐπαθείῃσι εἶναι, ἐς ὃ δὴ καὶ τὸ κάρτα ἐπύθοντο.]
Από τη Βαβυλώνα έλειπαν οι συνεκτικές πολιτικές σχέσεις που θα εγγυώντο τις αντοχές της πόλης στα δύσκολα. Έλειπαν οι σχέσεις εκείνες που ο Ηρόδοτος είχε γνωρίσει κι είχε μάθει να εκτιμά στις μικρής κλίμακας, λίγο ως πολύ άτακτες, πόλεις-κράτη. Η προσκόλληση της Βαβυλώνας στη σχεδιαστική τελειότητα και ο γιγαντισμός των κύκλων της αποδείχθηκε πλασματική επίφαση θωράκισης. Το κέντρο της εύκολα μετατράπηκε σε παγίδα. Η Ιστορίη δεν σχολιάζει περαιτέρω την κατάσταση κι ούτε διατυπώνει και συγκρίσεις. Αφήνει όμως να φανταστούμε πόσο ελλειμματικό, πόσο ευάλωτο είναι εντέλει το μορφικό αψεγάδιαστο, το άμεμπτο ενός σχήματος.