Ο Παύλος Καρολίδης (1849 – 1930) ήταν Έλληνας ιστορικός, πολιτικός και καθηγητής πανεπιστημίου. Το κείμενο που δημοσιεύουμε στη συνέχεια είναι από το βιβλίο του «Εγχειρίδιον βυζαντινής ιστορίας. Μετά των κυριωτάτων κεφαλαίων της λοιπής μεσαιωνικής ιστορίας.», το οποίο κυκλοφόρησε το 1908 από τις εκδόσεις ΝΙΚ. ΤΖΑΚΑΣ· όπως σημειώνει ο συγγραφέας στην εισαγωγή, το εγχειρίδιο συντάχθηκε «προς χρήσιν των φοιτητών της Φιλοσοφικής Σχολής» του Πανεπιστημίου της Αθήνας και είναι «ανάγνωσμα ιστορικόν διδακτικόν εύληπτον τοις πάσι.» (Δ.Τ.)
Οι Ούννοι
Κείμενο: Παύλος Καρολίδης
Ως είπομεν, οι Γότθοι κατά τον 4 μ. Χ. αιώνα ώκουν εν τη Ανατολική Ευρώπη μέχρι του Τανάιδος ή Δων ποταμού. Όπισθεν τούτου και ανατολικώτερον μεταξύ του Δων και του νυν Βόλγα ποταμού ώκει φυλή τις ανάμικτος εκ Γερμανών και Σλαύων, η φυλή των Αλανών, όπισθεν δε και ανατολικώτερον τούτων μέχρι των ένδον της Ασίας ήσαν βάρβαροι λαοί άγνωστοι εις τον Ρωμαϊκόν κόσμον. Ούτως είχον τα πράγματα εν τη Ανατολική Ευρώπη ότε επί της βασιλείας του Ουάλεντος εν τη Ανατολή και του Ουαλεντινιανού εν τη Δύσει, περί το 374 μ. Χ., ήχησε δεινώς ανά παν το Ρωμαϊκόν κράτος και μεταξύ των εν τη μέση και Ανατολική Ευρώπη Γερμανικών και Σλαυικών λαών το φοβερόν όνομα των Ούννων. Διεδόθη πανταχού η φήμη ότι απ’ ανατολών, εκ των πέραν του Τανάιδος και του Βόλγα χωρών, επήρχοντο στίφη βαρβάρων ειδεχθεστάτων την όψιν και αγριωτάτων τον βίον.

Στίφη Αλανών και Γότθων φευγόντων προς δυσμάς έμπροσθεν του εμφανισθέντος βαρβάρου λαού διέδιδον τας τρομακτικωτάτας περί αυτού ειδήσεις, μαρτυρούσας οίαν εντύπωσιν εις την φαντασίαν αυτών ενεποίουν οι νέοι βάρβαροι επιδρομείς της Ευρώπης. «Από των χιονοσκεπών ορέων της Ασίας εκυλίσθησαν απειράριθμα καταστρεπτικά, ακάθεκτα εν τη ορμή αυτών στίφη, μικράν ομοιότητα έχοντα προς ανθρώπους, αντί προσώπων έχοντα όγκον σαρκός, άνευ πώγωνος και μετά μικρών κοίλων οφθαλμών και πλατειών ρινών, αναστήματος βραχέος, όμοια προς δίποδα θηρία ή προς κορμούς ατελώς μεμορφωμένους, δυσειδέστατα τα σώμα, απεχθέστατα δ’ εν τω τρόπω του ζην αλλ’ ευκίνητα, οιονεί ιπτάμενα επί των ίππων αυτών». Περιεγράφοντο δε και υπό της προτρεχούσης αυτών φήμης και ως όντα λίαν αιμοχαρή, ως φονεύοντα δι’ ακοντίων ευστοχότατα ριπτομένων και θυσιάζοντα τους αιχμαλώτους εις τους θεούς αυτών. Ελέγετο δε ότι τα ανθρωποειδή ταύτα όντα παρήχθησαν από μίξεως των κακών δαιμόνων της ερήμου μετά Σκυθίδων βακχίδων. Βραδύτερον, ότε οι Ούννοι εγνωρίσθησαν εκ του σύνεγγυς υπό των Γερμανών και των Ρωμαίων και περιεγράφησαν ακριβέστερον και πραγματικώτερον, εγνώσθη ότι ήσαν λαοί ανθρωπολογικώς Μογγολικής καταγωγής, βαρβαρώτατοι τον βίον, ουδέν γινώσκοντες των στοιχειωδεστάτων βίου οπωσούν ανεπτυγμένου, ούτε κώμας οικούντες ούτε κατοικίας έχοντες άλλας πλην των ίππων και των σκηνών αυτών, ουδέν εκτιμώντες ούτε των υλικών αγαθών (χρυσόν, άργυρον), αλλά τα πάντα καταστρέφοντες διά πυρός και σιδήρου και την μεγίστην ηδονήν αισθανόμενοι εν τω φονεύειν ανθρώπους και καταστρέφειν έργα ανθρωπίνης τέχνης. Νεώτεραι δε συγκριτικαί ιστορικαί μελέται κατέστησαν πιθανωτάτην την γνώμην, ότι οι Ούννοι ούτοι ήσαν οι αρχαιότερον εν τοις Σινικοίς χρονικοίς αναφερόμενοι Χιογκνού, λαοί Μογγολικής καταγωγής οι πλανώμενοι εις τας προς βορράν της Κίνας αχανείς πεδιάδας της βορείου Ασίας, πολλάς και δεινοτάτας ποιούμενοι επιδρομάς εις τας Σινικάς χώρας, από δε του 2 μ. Χ. αιώνα εξαφανιζόμενοι εκ των ορίων της Κίνας, καταδιωκόμενοι υπ’ άλλων βαρβάρων και μεταβαίνοντες εις τας βορειοδυτικάς υπέρ την Κασπίαν χώρας της Ασίας και διεσπαρμένοι εν ταις μέχρι του Βόλγα ερήμοις πεδιάσιν, οπόθεν τω 374 πιεζόμενοι υπό νέων πάλιν βαρβάρων διέβησαν τον Βόλγαν και εισέβαλον εις την χώραν των Αλανών. Οι Αλανοί τάχιστα κατεβλήθησαν υπό των απειραρίθμων Ουννικών στιφών και διαβάντες τον Τάναϊν εισήλθον εις τας χώρας των Ουστρογότθων. Αλλ’ η θύελλα η Ουννική δεν εβράδυνε να ενσκήψη και ενταύθα. Οι Ουστρογότθοι γενναίως αντετάχθησαν υπό τον γηραιόν ηρωικόν βασιλέα αυτών Ερμάνριχον εναντίον των Ούννων, αλλ’ ο μεν Ερμάνριχος εφονεύθη μαχόμενος γενναίως, οι δε Ούννοι προήλασαν ακάθεκτοι προς τα πρόσω καταλαμβάνοντες πάσας τας μέχρι Δανουβίου χώρας. Οι Ουστρογότθοι καταδιωκόμενοι ετράπησαν προς τον άνω Δανούβιον, εις τας νυν Ουγγρικάς και Αυστριακάς χώρας, οι δε Βησιγότθοι εζήτησαν, ως είπομεν, να διέλθωσι τον Δανούβιον και να προσφύγωσιν εις τας εντεύθεν του ποταμού χώρας του Ελληνορωμαϊκού κράτους και επί τούτω ητήσαντο την άδειαν του Ουάλεντος. Εν τω μεταξύ οι Ούννοι εξέτειναν τας εισβολάς αυτών προς βορράν μέχρι της Βαλτικής θαλάσσης καταλαβόντες πάσας τας ευρυτάτας χώρας της νυν νοτίας και μέσης Ρωσίας και αναγκάσαντες τους εν τη μέση Ρωσία οικούντας Σκυθικούς ή Σλαυικούς λαούς να επιπέσωσιν επί τους παρά την Βαλτικήν και τον Ουιστούλαν και τον Άλβιν Γερμανικούς λαούς. Τότε οι Γερμανικοί λαοί οι βορειότερον και ανατολικώτερον οικούντες επέπεσον επί τους νοτιώτερον και δυτικώτερον οικούντας Γερμανούς, ούτοι δε πάλιν επί τας χώρας τας δυτικάς του Ρωμαϊκού κράτους διαβάντες τας Άλπεις και τον Ρήνον, είτα δε και τα Πυρηναία. Και εντεύθεν ήρξατο κίνησις λαών δίκην κυμάτων φερομένων από των όχθων της Βαλτικής μέχρι της Ιταλίας, Γαλατίας, Ισπανίας και εντεύθεν μέχρι της Αφρικής και των ορίων της Αιγύπτου. Τα αποτελέσματα της μεγάλης ταύτης επ’ άλληλα κινήσεως των Γερμανικών εθνών, ής αποτέλεσμα υπήρξεν η κατάλυσις του Ρωμαϊκού κράτους εν τη Δύσει, θέλομεν εκθέσει βραδύτερον εν τω οικείω τόπω, νυν δε επανερχόμεθα εις την ιστορίαν του Ουάλεντος, εφ’ ού το κύμα της μεταναστεύσεως των εθνών κατέκλυσεν εν μέρει και παροδικώς και την Ελληνικήν Ανατολήν.

Ο Ουάλης και οι Βησιγότθοι. Επιδρομή αυτών εις το κράτος.
Ο Ουάλης εις τους Βησιγότθους τους παρ’ αυτού αιτουμένους να εγκαταστώσιν εντός των ορίων του κράτους επέτρεψε να οικήσωσιν εν τη μεταξύ του Δανουβίου και του Αίμου Κάτω Μοισία (νυν Βουλγαρία), αλλ’ επί τω όρω να παραδώσωσι τα όπλα αυτών εις τας αυτοκρατορικάς αρχάς και να παράσχωσιν ως ομήρους μέρος των παίδων αυτών, οίτινες επέμφθησαν εις την Μικράν Ασίαν. Αλλ’ οι αυτοκρατορικοί υπάλληλοι εξήγειραν μετ’ ολίγον την σφοδράν αγανάκτησιν του βαρβάρου, αλλ’ ανδρείου λαού, παρέχοντες αυτοίς επί τιμαίς βαρυτάταις τα προς το ζην. Επειδή δε δεν ήσαν εντελώς άοπλοι, διότι είχον κατορθώσει να κρύψωσι μέρος των οπλών αυτών, κατεσκεύασαν δε και άλλα εν τω τόπω, εν ώ εγκατέστησαν, εξηγέρθησαν ένοπλοι και ενισχυθέντες υπό νέων στιφών Γοτθικών ελθόντων εκ των πέραν του Δανουβίου, μεθ’ ών ηνώθησαν καί τινα μεμονωμένα στίφη Αλανών και Ούννων, υπερέβησαν τον Αίμον και εξεχύθησαν εις την Θράκην. Ο Ουάλης επήλθε μετά στρατού κατά των βαρβάρων, αλλ’ εν τη μάχη, ήν συνήψαν προς αυτόν ούτοι πλησίον της Αδριανουπόλεως (9 Αυγούστου 378 μ. Χ.), ηττήθη κατά κράτος ο Ουάλης, απολέσας τα δύο τρίτα του στρατού αυτού. Πληγωθείς δε και αυτός ο Ουάλης και αχθείς εις αχυρώνα τινά εκάη εντός αυτού υπό των πυρπολησάντων αυτόν βαρβάρων αγνοούντων την ενταύθα παρουσίαν του αυτοκράτορος. Και νυν πάσα η ύπαιθρος χώρα μέχρι Θεσσαλίας και Ηπείρου ευρίσκετο εις την διάκρισιν των βαρβάρων, ών την ορμήν ανέκοπτον μόνον τα τείχη και τα οχυρώματα των πόλεων. Την Κωνσταντινούπολιν υπερήσπισε τότε επιτυχώς η χήρα αυτοκράτειρα, Δομνίκα διά μισθοφόρων Σαρακηνών (Αράβων) μεταπευφθέντων εξ Ασίας.
Οι φωτογραφίες είναι από εδώ:
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9F%CF%8D%CE%BD%CE%BD%CE%BF%CE%B9