Ο Ιμμάνουελ Καντ, η φύση του ανθρώπου και η αγωγή
Γράφει ο Δημήτρης Τζήκας*
O Ιμμάνουελ Καντ (Immanuel Kant), γεννήθηκε στις 22 Απριλίου του 1724 στο Καίνιξμπεργκ της Πρωσίας (σήμερα ονομάζεται Καλίνινγκραντ και ανήκει στη Ρωσία) και πέθανε στην ίδια πόλη στις 12 Φεβρουαρίου του 1804. Ήταν το τέταρτο παιδί ενός σαμαρά («σαγματοποιού»), ο οποίος είχε καταγωγή από την Σκωτία· ο Καντ έμεινε ορφανός από πατέρα σε ηλικία εννέα ετών και ανατράφηκε από τη μητέρα του, με αυστηρές προτεσταντικές αρχές. Αρχικά σπούδασε Θεολογία και στη συνέχεια Μαθηματικά και Φιλοσοφία. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το έργο του Νεύτωνα, του Jean-Jacques Rousseau και τον σκεπτικισμό του David Hume. Μετά το πέρας των σπουδών του, για βιοποριστικούς λόγους, εργάστηκε ως παιδαγωγός σε πολλές οικογένειες, ενώ από το 1775 δούλεψε ως δημόσιος εκπαιδευτικός λειτουργός· το 1770, σε ηλικία 46 ετών, διορίστηκε καθηγητής Λογικής και Μεταφυσικής στο Πανεπιστήμιο, και κράτησε την πανεπιστημιακή έδρα μέχρι το 1797.
Το βιβλίο του «Περί Παιδαγωγικής» συγκροτήθηκε από χειρόγραφες σημειώσεις που βρέθηκαν μετά τον θάνατό του. Ο άνθρωπος, γράφει ο Καντ, είναι το μόνο πλάσμα που έχει ανάγκη «ανατροφής»· με τη λέξη ανατροφή εννοείται κυρίως η «περίθαλψη», δηλαδή η συντήρηση και η περιποίηση, η «πειθαρχία» και η διαπαιδαγώγηση μέσω της μόρφωσης. Όπως θα δούμε και στη συνέχεια, ο Καντ, παροιμιώδες υπόδειγμα οργανωτικού τακτικού νου ο ίδιος, ορίζει επακριβώς και με σαφήνεια το περιεχόμενο των εννοιών που χρησιμοποιεί, κατορθώνοντας ωστόσο να είναι κατανοητός και σ’ ένα ευρύτερο κοινό. Σύμφωνα με τον Γερμανό φιλόσοφο, τα ζώα μεταχειρίζονται τις δυνάμεις τους αμέσως μόλις τις αποκτήσουν, με τρόπο που να μην γίνουν επιζήμιες για τα ίδια· λόγου χάρη, είναι αξιοθαύμαστο, πώς τα νεαρά χελιδόνια, νεογέννητα και σχεδόν τυφλά, γνωρίζουν να τοποθετούν το σώμα τους κατάλληλα, ώστε τα απορρίμματά τους να πέφτουν έξω απ’ τη φωλιά. Επομένως, τα ζώα δεν έχουν ανάγκη περίθαλψης, χρειάζονται όμως κι αυτά τροφή, θέρμανση και καθοδήγηση ή προστασία από κάποιον· ας πούμε, αν ένα ζώο, μετά τη γέννησή του, έκλαιγε ή φώναζε όπως τα νεογέννητα βρέφη, θα γινόταν βορά των λύκων ή άλλων άγριων θηρίων· το ζώο χρειάζεται λοιπόν τροφή, αλλά όχι «περίθαλψη», αφού γνωρίζει ενστικτωδώς και με τη γέννησή του βασικές δεξιότητες της επιβίωσης.
Η πειθαρχία λοιπόν και η ανατροφή μεταφέρουν τον άνθρωπο από την κατάσταση του «ζώου» σ’ εκείνη του «ανθρώπου»· το ζώο, δια του ενστίκτου, είναι ήδη ό,τι μπορεί να είναι, αφού «ξένος νους» φρόντισε για κάθε του ανάγκη. Ο άνθρωπος όμως χρειάζεται το ίδιο το μυαλό του («του ιδίου αυτού νου»)· δεν διαθέτει αντίστοιχα ένστικτα και οφείλει μόνος του «να χαράξει το σχέδιο της συμπεριφοράς του»· έρχεται όμως στον κόσμο «βάρβαρος», επομένως άλλοι οφείλουν να το πράξουν αντί γι’ αυτόν.
Το «ανθρώπινο γένος» συνολικά, με τις δικές του δυνάμεις, οφείλει λίγο λίγο ν’ ανασύρει, να φέρει στην επιφάνεια τις «φυσικές ιδιότητές» του ανθρώπου· έτσι, η μια γενιά διαπαιδαγωγεί την άλλη, και την «πρώτη αρχή» θα πρέπει να την αναζητήσουμε σε μια κατάσταση «βαρβαρότητας» ή και «τέλειου πολιτισμού· αν παραδεχθούμε ότι συνέβη το δεύτερο, τότε ο άνθρωπος ξανάπεσε έκτοτε στην αγριότητα και την κατάσταση του «βαρβάρου.»
«Επίσης, σε τίποτα δεν ωφελεί τον νέο η έλλειψη αυστηρότητας, επειδή η μητέρα του ήταν υπερβολικά τρυφερή· διότι αργότερα, και ακριβώς εξαιτίας αυτής της τρυφερότητας, θα συναντήσει παντού περισσότερα εμπόδια και θ’ αντιμετωπίσει πολλά χτυπήματα, αμέσως μόλις ριχτεί στην θορυβώδη περιπέτεια («τύρβη») του βίου.»
Η πειθαρχία εμποδίζει τον άνθρωπο ν’ αποκλίνει από τον «ανθρώπινο» προορισμό του, παρασυρόμενος από τις «ζωώδεις ορμές» του· για παράδειγμα, με την πειθαρχία, ο άνθρωπος δεν περιφέρεται σαν «άγριος» και δεν εκτίθεται σε παράλογους κινδύνους· σ’ αυτή την περίπτωση η πειθαρχία είναι «αρνητική» περιορίζεται δηλαδή στο ν’ αφαιρέσει από τον άνθρωπο την «αγριότητά» του ή τουλάχιστον ένα μέρος της· απεναντίας, η «διαπαιδαγώγηση» είναι το θετικό μέρος της αγωγής.
Κατά τον Καντ, «απειθαρχία είναι η μη υπαγωγή στους νόμους»· η πειθαρχία υποτάσσει τον άνθρωπο στους «νόμους του ανθρωπισμού» και τον κάνει ν’ αρχίζει να αισθάνεται την δύναμη, «το κράτος», του νόμου. Αυτό πρέπει όμως να γίνει αρκετά νωρίς· π.χ. τα παιδιά στέλνονται αρχικά στο σχολείο όχι για να μάθουν οπωσδήποτε κάτι, αλλά με σκοπό να συνηθίσουν να «κάθονται ήσυχα» και να τηρούν κάποιους κανόνες, ώστε στο μέλλον να μην κάνουν άμεσα οτιδήποτε τους έρθει στο μυαλό. (παρ. 4)
Ο άνθρωπος έχει «εκ φύσεως» τόσο μεγάλη «κλίση» προς την ελευθερία, ώστε, αν από την αρχή και για κάποιο χρονικό διάστημα συνηθίσει σ’ αυτήν, θυσιάζει «το παν» για να την αποκτήσει ξανά. Εξαιτίας αυτής της φυσικής τάσης πρέπει να προσφύγουμε πολύ νωρίς στο μέσο της πειθαρχίας· αν αυτό δε συμβεί, θα είναι δύσκολο κατόπιν ν’ αλλάξουμε τον άνθρωπο· μαθημένος στην ελευθερία και χωρίς πειθαρχία, θ’ ακολουθήσει «πάσαν φαντασιοπληξίαν του.» Αυτό παρατηρούμε άλλωστε και στα «άγρια έθνη», τα οποία, κι όταν ακόμη μένουν για πολύ καιρό στην υπηρεσία των Ευρωπαίων, «ουδέποτε συνηθίζουν» τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής· αυτό, λέει ο Καντ, δεν είναι «ευγενής κλίση προς την ελευθερία», όπως πίστευε ο Rousseau και άλλοι, αλλά «είδος τι βαρβαρότητας»· κατά κάποιον τρόπο, «ο άνθρωπος δεν αναπτύχθηκε ακόμα μέσα στο ζώο.» Ως εκ τούτου, ο άνθρωπος οφείλει να συνηθίσει νωρίς την υποταγή «στα παραγγέλματα του λογικού»: «Αν κατά την νεότητά του αφήσουμε τον άνθρωπο ελεύθερο ν’ ακολουθήσει τις επιθυμίες του, χωρίς να του προβάλλουμε ουδεμία αντίσταση, θα διατηρήσει κάποιου είδους αγριότητα σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Επίσης, σε τίποτα δεν ωφελεί τον νέο η έλλειψη αυστηρότητας, επειδή η μητέρα του ήταν υπερβολικά τρυφερή· διότι αργότερα, και ακριβώς εξαιτίας αυτής της τρυφερότητας, θα συναντήσει παντού περισσότερα εμπόδια και θ’ αντιμετωπίσει πολλά χτυπήματα, αμέσως μόλις ριχτεί στην θορυβώδη περιπέτεια («τύρβη») του βίου.» Το σφάλμα αυτό είναι σύνηθες σε παιδιά ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων («των μεγάλων»), επειδή είναι προορισμένα ν΄ ασκήσουν εξουσία, κι επομένως ουδείς πραγματικά στέκεται αντίθετος κατά τη νεότητά τους.» Είναι απαραίτητη λοιπόν στους ανθρώπους «η λείανση της βαρβαρότητας», ενώ στα ζώα κάτι τέτοιο καθίσταται περιττό, λόγω των ενστίκτων τους. (παρ. 5)
Ο άνθρωπος χρειάζεται περίθαλψη (προστασία, φροντίδα) και μόρφωση. Η μόρφωση (Βildung) περιλαμβάνει την πειθαρχία και την εκπαίδευση. Κανένα ζώο, λέει ο Καντ, δεν έχει ανάγκη μόρφωσης· διότι κανένα δεν μαθαίνει από τα μεγαλύτερα σε ηλικία ζώα, εκτός ίσως από τα πτηνά, τα οποία διδάσκονται το κελάϊδισμά τους. Ας πούμε, αν αντικαταστήσουμε τ’ αυγά ενός καναρινιού με αυγά σπουργίτη, οι νεοσσοί θα μάθουν το τραγούδι των καναρινιών, κι έτσι θα έχουμε σπουργίτια να κελαηδούν σαν καναρίνια. Δεν έχει φυσικά σημασία ν΄ αναφέρουμε κι άλλα είδη του ζωικού βασιλείου που ακολουθούν ανάλογες πρακτικές από ένστικτο· το σημαντικό είναι ότι ο Καντ εξαρτά την ίδια την ανθρώπινη ιδιότητα από τη μόρφωση και την αγωγή. Το καναρίνι δεν έχει καμιά δυνατότητα εξέλιξης: ακόμα κι αν μάθει κι άλλους πολλούς περίτεχνους σκοπούς, ή εξέλιξη του είναι προγραμματισμένη από τη «Φύση» ή την «Πρόνοια»· ο άνθρωπος, όπως θα δούμε και παρακάτω, έχει έναν άλλο, ανώτερο, οικουμενικό προορισμό. (παρ. 6)
Ο άνθρωπος μόνον «δια της αγωγής» μπορεί να γίνει «άνθρωπος»· και γίνεται τέτοιος ή διαφορετικός, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της αγωγής του. Το σοβαρό έργο της διαπαιδαγώγησης μόνον άλλοι άνθρωποι μπορούν να το αναλάβουν· η έλλειψη πειθαρχίας και παιδείας διαμορφώνει «κακούς» γονείς και «παιδαγωγούς». Εάν, σημειώνει ο Καντ, «κάποιο άτομο υψηλότερης φύσης αναλάμβανε ποτέ την ανατροφή μας, θα βλέπαμε τότε τι δύναται ο άνθρωπος να γίνει. Επειδή όμως η ανατροφή εν μέρει μεν διδάσκει κάτι στον άνθρωπο, εν μέρει δε απλώς κάτι εξελίσσει σ’ αυτόν, δεν είναι δυνατόν να γνωρίζουμε μέχρι ποιο σημείο μπορούν ν’ αναπτυχθούν οι φυσικές του ιδιότητες. Επιπλέον, αν μπορούσε να γίνει ένα πείραμα, με τη βοήθεια των «μεγάλων» κι εφόσον ενώσουν τις δυνάμεις τους πολλά άτομα, θα είχαμε ήδη αντιληφθεί μέχρι ποιο σημείο μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος.» Ωστόσο, είναι καθαρή για «τον διανοούμενο» και θλιβερή για τον «φίλο του ανθρώπου» η παρατήρηση ότι «κατά το πλείστον οι μεγάλοι φροντίζουν μόνον για τον εαυτό τους και ουδέποτε συμμετέχουν στα σοβαρά πειράματα επί της αγωγής, ώστε να κάνει η φύση άλλο ένα βήμα προς την τελειότητα.» (παρ. 7)
Στην ηλικία πλέον της ωριμότητας, οι περισσότεροι αντιλαμβάνονται την ενδεχόμενη παραμέληση της αγωγής τους, είτε ως προς την πειθαρχία, είτε ως προς τη «μόρφωση» ή αλλιώς την «εκπαίδευση.» Οποιοσδήποτε αμόρφωτος είναι «βάρβαρος», και κάθε απειθάρχητος είναι «άγριος»· η έλλειψη πειθαρχίας είναι κακό μεγαλύτερο από την παράλειψη της μόρφωσης, εφόσον η τελευταία μπορεί ν’ αποκτηθεί και βραδύτερα· η αγριότητα όμως «ουδόλως αποβάλλεται» και κάθε παραμέληση της πειθαρχίας δεν μπορεί αργότερα να επανορθωθεί. Το «μέγα μυστικό» για την τελειοποίηση της ανθρώπινης φύσης βρίσκεται στην ανατροφή: όσο αυτή γίνεται όλο και καλύτερη, καθώς συσσωρεύεται πολύτιμη πείρα, κάθε φορά η επερχόμενη γενιά θα πλησιάζει ένα βήμα προς την «τελειότητα της ανθρωπότητας.» Αυτά μπορούν πραγματικά να τα πετύχουν οι άνθρωποι, πίστευε ο Καντ, αφού «τώρα μόλις αρχίζουμε να κρίνουμε επακριβώς και ν’ αντιλαμβανόμαστε με σαφήνεια σε τι ακριβώς συνίσταται η καλή αγωγή. Είναι πολύ ευχάριστο να συλλογίζεται κάποιος ότι η ανθρώπινη φύση μπορεί πάντοτε να εξελιχθεί προς το καλύτερο δια της αγωγής, και ότι μπορούμε να δώσουμε σ’ αυτήν μορφή ανάλογη με τον ανθρωπισμό. Αυτό ανοίγει τους ορίζοντές μας προς ένα μέλλον ευτυχέστερο για το ανθρώπινο είδος.» (παρ. 7)
Το σχέδιο για μια «Θεωρία της Αγωγής», αν και η ανθρωπότητα δεν είναι σε θέση να το πραγματοποιήσει αμέσως, είναι «ιδανικό ευγενές.» Θα ήταν λάθος, συνεχίζει ο Καντ, να θεωρήσουμε χιμαιρικό το σχέδιο για μια Θεωρία της αγωγής και να το παρουσιάσουμε ως «ωραίο όνειρο», μόνο και μόνο επειδή πολλά και διάφορα εμπόδια θα βρεθούν στο δρόμο για την πραγματοποίησή της. Άλλωστε, τι πράγμα είναι η ιδέα; Τίποτα άλλο, λέει ο Καντ, παρά «η αντίληψη της τελειότητας», όπως δεν την έχουμε γνωρίσει εμπειρικά μέχρι τώρα· λόγου χάρη, η ιδέα μιας «τέλειας πολιτείας», η οποία θα κυβερνάται κατά τους νόμους του δικαίου, μπορεί να θεωρηθεί «αδύνατη»; Κατά πρώτον, γράφει ο Γερμανός παιδαγωγός, «η ιδέα μας πρέπει να είναι ακριβής»· όποια εμπόδια κι αν σταθούν στο δρόμο της δεν μπορεί να θεωρηθεί «αδύνατη»: αν όλοι έλεγαν ψέματα θα ήταν η αλήθεια μια απλή «παραδοξολογία»; Επομένως, καταλήγει ο Καντ, η ιδέα μιας αγωγής που αναπτύσσει όλες τις φυσικές ιδιότητες του ανθρώπου είναι «εξ άπαντος αληθής.» (παρ. 9)
Με την σημερινή αγωγή, ο Καντ αναφέρεται στον 18ο αιώνα, «ο άνθρωπος δεν επιτυγχάνει εξ ολοκλήρου τον σκοπό της ύπαρξής του»· οι άνθρωποι ζουν πολύ διαφορετικά ο καθένας και η ομοιομορφία μπορεί να υπάρξει μόνον όταν ενεργούν σύμφωνα με τις ίδιες αρχές, οι οποίες καθίστανται τελικά «δεύτερη φύση.» Μπορούμε λοιπόν να επεξεργαστούμε ένα «σχέδιο αγωγής» ανάλογο με τον σκοπό της και ν’ αφήσουμε κάποιες σχετικές οδηγίες στους επερχόμενους, ώστε σιγά σιγά να το πραγματοποιήσουν. Αν ένα νυχτολούλουδο πολλαπλασιαστεί από τις ρίζες του, βγάζει άνθη με το ίδιο χρώμα, εφόσον όμως πολλαπλασιαστεί με σπορά, βλέπουμε άνθη με άλλα και διαφορετικά χρώματα· κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον άνθρωπο.
Εναπόκειται σ’ εμάς ν’ αναπτύξουμε τα «πολλά σπέρματα που υπάρχουν στην ανθρωπότητα» και να εξελίξουμε αναλόγως αυτές τις φυσικές ιδιότητες, ώστε να κάνουμε τον άνθρωπο ικανό να εκπληρώσει τον «ανώτερο προορισμό του.» Τα ζώα εκπληρώνουν «αφ’ εαυτών» τον προορισμό τους, κάτι τέτοιο όμως είναι αδύνατο για τον άνθρωπο, εάν πρωτύτερα δεν έχει κάποια ιδέα γι’ αυτόν τον προορισμό. Οι γονείς δίνουν το παράδειγμα στα παιδιά τους, τα παιδιά το μιμούνται, κι έτσι εξελίσσονται κάποιες φυσικές ιδιότητες· ωστόσο, δεν είναι δυνατόν ν’ αναπτυχθούν όλες με τον τρόπο της μίμησης, αφού τα «παραδείγματα» ή τα πρότυπα προσφέρονται στα παιδιά περιστασιακά και σχεδόν τυχαία. Άλλοτε, γράφει παρακάτω ο Καντ, «ουδεμίαν ιδέα είχαν οι άνθρωποι σχετικά με την τελειότητα που επιδέχεται η ανθρώπινη φύση. Ακόμη δε κι εμείς δεν έχουμε καθαρή την ιδέα αυτή.» (παρ. 10). Για ένα πράγμα όμως μπορούμε να είμαστε βέβαιοι: «Οι ατομικές προσπάθειες για την μόρφωση των παιδιών δεν μπορούν να τα καταστήσουν ικανά, ώστε να εκπληρώσουν μόνα τους («αφ’ εαυτών») τον προορισμό του ανθρώπου. Όχι τα άτομα αλλά το ανθρώπινο γένος δύναται να το πετύχει αυτό.»
*Ο Δημήτρης Τζήκας είναι δάσκαλος και ιστορικός· εργάζεται στη δημόσια πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Ενδεικτική βιβλιογραφία και πηγές
Εμμανουήλ Κάντιου, Περί Παιδαγωγικής, μετάφραση Ιωάννου Οικονομίδη, Αθήνα 1929. Τα χωρία του Καντ αποδίδονται στη νέα ελληνική γλώσσα, με βάση τη μετάφραση του Ι. Οικονομίδη. Οι παραπομπές γίνονται στις αντίστοιχες παραγράφους του βιβλίου.
https://www.facebook.com/ARKAS-The-Original-Page-352589524877216/
Pingback: Ο Ιμμάνουελ Καντ για την τέχνη της αγωγής
Pingback: Ο Καντ για την πειθαρχία και τα καθήκοντα της αγωγής των παιδιών