18 Αυγούστου 2015 at 11:29

Τι σημαίνει: κουμέρκι

από

Τι σημαίνει: κουμέρκι

«Ο βλάχος αν δεν του πάρουν το σκιάδι, δεν πληρώνει το κουμέρκι

Γράφει ο Δημήτρης Τζήκας

κουμέρκι λεγόταν ο τελωνειακός δασμός που εισέπρατταν οι Βυζαντινοί για τα εισαγόμενα προϊόντα, το κομμέρκιον, το τελωνείο. Σύμφωνα με το λεξικό του Ηπίτη, κουμμέρκι, λέγεται το δημόσιον μέρος ένθα μεταφέρονται οι πραγματείαι και τα εμπορεύματα, ο τόπος όπου κάθεται ο κουμερκιάρης (τελώνης), άρα το τελωνείον, ήτοι το τελώνιον, ήτοι τα τελωνειακά τέλη. Στα κουμέρκια ήταν εγκατεστημένες ένοπλες φρουρές, συνήθως Αλβανών μισθοφόρων.

Ο Καζαντζάκης χρησιμοποιεί τη λέξη μεταφορικά: ...να λες ότι κατεβάζει το ξερό σου, να βλαστημάς όσο θες κι όποιον θες – κουζουλός είσαι, τα λόγια σου κουμέρκι δεν πλερώνουν, ενώ στο χρονικό του Μορέως (14ος αιώνας) διαβάζουμε: …ρκον, συνθήκας ποικαν μετ τν βασιλέα, / ν εναι κουμέρκευτοι ᾿ς λην τν Ρωμανίαν, / ν το βοηθον μ κάτεργα ες λες του τς μάχης.

Η λέξη προέρχεται από το μεσαιωνικό κομμέρκιον < λατ. commercium. Σκιάδι είναι το καπέλο. Το κάτεργο ήταν πολεμικό πλοίο με διπλή σειρά κουπιών, που τα τραβούσαν κατάδικοι [< μσν. κάτεργον < ελνστ. επιθ. κάτεργος= επεξεργασμένος.]

Κουμέρκι, τελωνείο, επί οθωμανικής αυτοκρατορίας στην Καστοριά
Κουμέρκι, τελωνείο, επί οθωμανικής αυτοκρατορίας στην Καστοριά

Ως κουμερκιάρης αναφέρεται αυτός που εισπράττει το κουμέρκι, τους τελωνειακούς φόρους, τους δασμούς, είδος φοροσυλλέκτη στην οθωμανική αυτοκρατορία, τελώνης, υπεύθυνος σε τελωνείο, σε κουμέρκι. Βρίσκουμε ακόμη τις παροιμίες «Πραματευτήν εγύρευα και κουμερκιάρη βρήκα.» και «Όταν φτωχαίνει ο διάβολος, γίνεται κουμερκιάρης

Ο Κώστας Κρυστάλλης, όταν ταξίδευε στα βουνά της Πίνδου, πέρασε πολύ πρωί από ένα κουμέρκι και βρήκε τους ένοπλους και μάλλον εξαθλιωμένους φύλακες να κοιμούνται. Ωστόσο, κι αν ακόμα ήταν ξύπνιοι, μπορούσε να δώσει ένα μικρό μπαξίσι και να περάσει χωρίς κανέναν έλεγχο: …αντί ευτελεστάτου φιλοδωρήματος (μπαξίσι) δύνανται εξ αρχής να σε αφήσωσιν ελεύθερον και να παραβλέψωσιν δι’ ό,τι δήποτε φέρης εις τον σάκκον.

Το μπαξίσι είναι λέξη τουρκικής προέλευσης [bahşiş (από τα περσ.) -ι.] και σημαίνει φιλοδώρημα, χρηματικό ποσό, κέρασμα που δίνει κάποιος για μια εξυπηρέτηση, συχνά παράτυπη ή και παράνομη.

Τελωνειακοί δασμοί και φόροι, δηλαδή κουμέρκια, υπάρχουν μέχρι σήμερα, αν και διάφορες διακρατικές συνθήκες ορίζουν σε κάθε περίπτωση τις λεπτομέρειες των εμπορικών συναλλαγών. Γενικά, οι φόροι που βάζει ένα κράτος σε προϊόντα που εισάγονται έχουν σκοπό να προστατέψουν τη λεγόμενη εγχώρια παραγωγή. Η δωροδοκία των τελωνειακών και άλλων κρατικών υπαλλήλων, ως διαδεδομένη πρακτική, επιβίωσε προφανώς μέχρι τις μέρες μας. Αν κρίνουμε από εκατοντάδες δημοσιεύματα των εφημερίδων, οι μεγάλες πολυεθνικές, ακόμα και στις μέρες μας, με μίζες και μπαξίσια κλείνουνε τις μεγάλες δουλειές.

Η φωτογραφία είναι από εδώ: http://istorikakastorias.blogspot.gr/2010/12/blog-post.html

(Εμφανιστηκε 1,863 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Ένα σχόλιο

  1. Pingback: Τι σημαίν&e...

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.