12 Μαΐου 2015 at 22:51

Ο Ελληνικός αποικισμός

από

Ο Ελληνικός αποικισμός

Γράφει ο Μανόλης Πλούσος 

Ναός του Απόλλωνα στις Συρακούσες
Ναός του Απόλλωνα στις Συρακούσες

Το τέλος του 12ου αι. π. Χ. εγκαινίασε για το χώρο του Αιγαίου μια περίοδο ανακατατάξεων που διήρκησε χρονικά περίπου μέχρι τον 8ο αι. π. Χ. Αιτία ήταν η πτώση του μυκηναϊκού πολιτισμού που έσβησε σταδιακά, μάλλον υπό την συνεχή πίεση φυλών από τον βορά, γεγονότος που στην συλλογική μνήμη των ανθρώπων που έζησαν στα ίδια εδάφη αιώνες αργότερα έμεινε γνωστό ως «η κάθοδος των Ηρακλειδών». Αποτέλεσμα της πτώσης των κέντρων του μυκηναϊκού πολιτισμού ήταν η ανάδυση μιας νέας πολιτικής και οικονομικής οργάνωσης των ανθρώπων. Η «πόλη- κράτος» ή απλώς «πόλις». Στον ελλαδικό χώρο εμφανίστηκαν σταδιακά πλήθος πόλεων- κρατών που, αν και μοιράζονταν κοινή γλώσσα και πολιτισμό, εντούτοις διατηρούσαν ως «κόρην οφθαλμού» την πολιτική και οικονομική τους ανεξαρτησία. Στις περισσότερες από αυτές μια αριστοκρατία της γης εκμεταλλευόταν τον υπόλοιπο λαό και μονοπωλούσε τα πολιτικά δικαιώματα, γεγονός που σταδιακά οδήγησε σε αποσταθεροποίηση και κοινωνική έκρηξη. Η εμφάνιση δε σε πολλές πόλεις μιας νέας, δραστήριας και δυναμικής τάξης, των εμπόρων- εφοπλιστών που παρότι διέθεταν πλούτο στερούνταν πολιτικών δικαιωμάτων, καθώς και η ύπαρξη εξαθλιωμένων αγροτών που οδηγούνταν στη δουλεία εξαιτίας χρεών, καθιστούσε την κοινωνία των πόλεων ένα εύφλεκτο μείγμα. Αρκετοί νομοθέτες όπως ο Ζάλευκος ο Λοκρός, ο Χάρωνδας, ο Σόλων προσπάθησαν να επιφέρουν αλλαγές στο προϋπάρχον κοινωνικό μοντέλο με στόχο την πιο ισότιμη κατανομή της πολιτικής εξουσίας, ώστε να περιορισθούν οι κοινωνικές αναταραχές. Αν σε αυτά προσθέσει κανείς και την εγγενή αδυναμία των εδαφών της κυρίως Ελλάδας και των νησιών του Αιγαίου να θρέψουν μεγάλους πληθυσμούς, κυρίως λόγω της ορεινής διαμόρφωσης τους, καταλαβαίνει τους λόγους που οδήγησαν αρκετούς πολίτες των πόλεων να αναζητήσουν καλύτερη τύχη στην ξενιτιά.

Δεκάδραχμο των Συρακουσών.
Δεκάδραχμο των Συρακουσών

Από το 750 π. Χ. περίπου εγκαινιάζεται στον ευρύτερο χώρο της Μεσογείου και του Ευξείνου Πόντου μια περίοδος αποικισμού από πλήθος πόλεων- κρατών της κυρίως Ελλάδας και των νησιών του Αιγαίου. Πολίτες, κυρίως ακτήμονες αγρότες που αναζητούσαν καλλιεργήσιμη γη σε νέες χώρες, ήταν εκείνοι που αρχικά φαίνεται να αποτόλμησαν τις πρώτες αποστολές. Υπήρξαν πάντως και περιπτώσεις, όπως η Πιθηκούσα των Ευβοέων στον κόλπο της Νάπολης, που εξυπηρετούσαν μάλλον εμπορικούς σκοπούς. Ο Ησίοδος, μια από τις ελάχιστες διαθέσιμες πηγές για την περίοδο, στο έργο του «Έργα και Ημέραι» αναφέρει χαρακτηριστικά την ύπαρξη μιας τάξης αριστοκρατών της γης, των «δωροφάγων», που μονοπωλεί το μεγαλύτερο μέρος των γόνιμων εδαφών. Στην Εύβοια του 8ου π. Χ. αιώνα οι κύριοι των μεγάλων εκτάσεων είναι οι «ιππόβοτοι», οι εκτροφείς αλόγων δηλαδή, που φαίνεται να προσπαθούν συνεχώς να επεκτείνουν τα εδάφη τους σε βάρος των μικροκαλλιεργητών. Έτσι φαίνεται πως εξαιτίας της ανισοκατανομής των καλλιεργήσιμων εδαφών για ένα σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού η επιβίωση δεν ήταν εξασφαλισμένη. Στα δε νησιά του Αιγαίου που η καλλιεργήσιμη γη σπανίζει, η δημογραφική πίεση δεν άφηνε περιθώρια επιλογής: ή μένει κανείς και πεθαίνει της πείνας, ή μεταναστεύει με την ελπίδα ενός καλύτερου αύριο. Ουσιαστικά λόγοι επιβίωσης, που γίνονταν πιο έντονοι εξαιτίας ενός άδικου συστήματος παραγωγής και κατανομής του πλούτου, ώθησαν του πρώτους αποίκους στην αναζήτηση νέων χωρών.

Πώς όμως οργανωνόταν ένα τέτοιο εγχείρημα εκείνα τα χρόνια; Λίγα πράγματα μας είναι γνωστά και αυτά αποσπασματικά. Το σίγουρο είναι πως η όλη επιχείρηση σχεδιαζόταν από την μητρόπολη που αναλάμβανε και τον εφοδιασμό της ομάδας, ενώ παράλληλα όριζε και τον επικεφαλής της αποστολής, τον οικιστή, που προερχόταν από την ντόπια αριστοκρατία. Ο Ηρόδοτος στην Ιστορία του (Δ, 150-158), αναφέρει μερικά στοιχεία σχετικά με το εγχείρημα των Θηραίων να ιδρύσουν την αποικία της Κυρήνης στη Λιβύη. Αρχικά φαίνεται πως η πόλη που επιθυμούσε να ιδρύσει αποικία αναζητούσε συμβουλές από κάποιο μαντείο, στην περίπτωση της ηπειρωτικής Ελλάδας οι Δελφοί είχαν την πρωτοκαθεδρία. Τα μαντεία της αρχαιότητας αποτελούσαν ένα κλειστό δίκτυο διακίνησης ευαίσθητων πληροφοριών, προσιτών όμως μόνο στους μυημένους θεράποντες του εκάστοτε μαντείου. Πρώιμοι χάρτες του γνωστού κόσμου, πληροφορίες για άλλους λαούς, στρατηγικά σημεία σε ξένες χώρες, πλουτοπαραγωγικές πηγές ανασύρονταν επιλεκτικά ανάλογα με την πόλη που ζητούσε συμβουλές και την αμοιβή που προσέφερε… Στη συνέχεια σημαντικό ρόλο έπαιζε η ανεύρεση κάποιου οδηγού που να έχει γνώση της περιοχής που θα κτιζόταν η αποικία. Ενδεχομένως να προηγείτο της κυρίως αποστολής μια μικρή ομάδα εξερευνητών, που θα εξέταζαν την τοποθεσία ή ακόμη θα έφτιαχναν κάποιο πρόχειρο χάρτη. Σειρά είχε η επιλογή των αποίκων. Το σίγουρο είναι ότι γινόταν δια κληρώσεως από όλες τις κοινωνικές τάξεις. Εξαίρεση των ευπορότερων λογικά θα οδηγούσε σε εξέγερση των φτωχών. Οι πλούσιοι άλλωστε θα αποτελούσαν την μελλοντική αποικιακή αριστοκρατία που θα διαιώνιζε το κοινωνικό μοντέλο της μητρόπολης. Οι άποικοι, μόνο άνδρες, δεν υπερέβαιναν σε αριθμό ποτέ τις μερικές εκατοντάδες. Δυο με τρείς πεντηκόντοροι χωρητικότητας περίπου 150 ανδρών η κάθε μια ήταν αρκετές για το εγχείρημα. Με την εξέλιξη της ναυπηγικής, σταδιακά πλαισιώθηκαν και από τριήρεις που στη διαδρομή σίγουρα θα εκτελούσαν πειρατικές επιδρομές στα παράλια ή σε άλλα εμπορικά πλοία για λεία. Οι άποικοι ουσιαστικά ήταν επιβάτες, κωπηλάτες και στρατιώτες. Δεν προξενεί επομένως έκπληξη το γεγονός της ανυπαρξίας γυναικών μεταξύ των πληρωμάτων.

Αναπαράσταση της πόλεως της Μασσαλίας
Αναπαράσταση της πόλεως της Μασσαλίας

Η επιλογή της κατάλληλης τοποθεσίας ήταν ζωτικής σημασίας για την μελλοντική εξέλιξη της αποικίας. Ένα φυσικά οχυρωμένο σημείο, πρόσβαση σε πόσιμο νερό αποτελούσαν σημαντικούς παράγοντες στο χτίσιμο της αποικίας. Οι πρώτοι άποικοι εγκαθίσταντο οριστικά αφού είχαν έρθει και σε συμφωνία με τους αυτόχθονες πληθυσμούς. Εν συνεχεία γινόταν η διανομή της γης, σε ίσα μερίδια, ενώ πολλοί από τους πρώτους αποίκους εξελίχθηκαν σε σημαντικούς γαιοκτήμονες και αριστοκράτες των αποικιών, γεγονός που λειτουργούσε και ως κίνητρο για μετανάστευση. Μετά την εγκατάσταση οι επαφές με ντόπιους σίγουρα εντείνονταν. Ένας σημαντικός λόγος για τους άγαμους άρρενες αποίκους να συνάψουν σχέσεις με τους ντόπιους ήταν και η ανεύρεση συζύγου. Τα διάφορα ιερά που ιδρύονταν από την αποικία και οι διάφορες ιερές γιορτές με τις εμποροπανηγύρεις, έδιναν τη δυνατότητα στους νεοφερμένους να συγχρωτιστούν με τους ιθαγενείς και να εδραιώσουν αμοιβαία οικονομικά συμφέροντα. Συνήθως τεχνουργήματα της μητρόπολης ανταλλάσσονταν με πρώτες ύλες της νέας χώρας. Παράλληλα η δημιουργία διαπολιτισμικών οικογενειών, από τους γάμους των νεοφερμένων με τους ντόπιους, έδινε στις αποικίες έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έκοβε τους ισχυρούς δεσμούς, πολιτιστικούς και στρατιωτικούς, με τη μητρόπολη. Μάλιστα σταδιακά ένα πλήθος αποικιών μετατράπηκαν σε σημαντικά εμπορικά κέντρα. Δια της αποικίας το εμπορικό πλεόνασμα της μητρόπολης έβρισκε διέξοδο σε άλλες περιοχές και ηπείρους. Τα ελληνικά αγγεία, χειροτεχνήματα υφαντουργίας, κοσμήματα έγιναν ανάρπαστα σε όλη τη Μεσόγειο, ενώ στην Ελλάδα έφταναν σιτηρά, κυρίως από τον Εύξεινο Πόντο, μέταλλα, κεχριμπάρι και πλήθος εξωτικών αρωμάτων και ελαίων.

Από τους πλέον δραστήριους αποικιστές ήταν οι Ευβοείς, κυρίως οι πόλεις της Χαλκίδας και της Ερέτριας. Από τον 8ο αιώνα π. Χ. ιδρύουν πλήθος αποικιών όπως την Πιθηκούσα και την Κύμη στον κόλπο της Νάπολης, το Ρήγιο στη νότιο Ιταλία, τη Ζάγκλη και τη Νάξο στη Σικελία. Οι εμπορικές τους δραστηριότητες φτάνουν μέχρι το Γιβραλτάρ, από όπου προμηθεύονται κασσίτερο και άλλα μέταλλα που έφταναν από το βορά. Στους πρώτους αυτούς αποίκους της Εύβοιας οι Λατίνοι οφείλουν και την υιοθέτηση του αλφαβήτου τους καθώς και την πρώτη γνωριμία τους με τους θεούς και τη μυθολογία της αρχαίας Ελλάδας. Η Κόρινθος από τα μέσα του 8ου αιώνα π. Χ. βιώνει μεγάλη οικονομική ανάπτυξη, κυρίως λόγω της στρατηγικής της θέσης. Ουσιαστικά συνδέει το Σαρωνικό με τον Κορινθιακό κόλπο και βρίσκεται πάνω στον εμπορικό δρόμο ανατολής- δύσης. Ακολουθώντας τους Ευβοείς ιδρύουν ανάμεσα στο 750 π. Χ. και στο 730 π. Χ. τις Συρακούσες. Ο Θουκυδίδης μας πληροφορεί (ΣΤ, 3) ότι «το επόμενο έτος ο Αρχίας, ένας Ηρακλείδης από την Κόρινθο, ίδρυσε τις Συρακούσες, αφού πρώτα έδιωξε τους Σικελούς από το νησί…». Η πόλη άκμασε σημαντικά επιδιδόμενη στο εμπόριο και τη γεωργία, ενώ κατέληξε να είναι σημείο αναφοράς για τους υπόλοιπους Έλληνες της Σικελίας. Οι Συρακούσες με τη σειρά τους ιδρύουν, πιο νότια την Καμάρινα, τις Άκρες και τις Κασμένες, μάλλον ως αμυντικά φράγματα της ίδιας της πόλης. Στην Σικελία επίσης δραστηριοποιήθηκαν και οι Μεγαρείς, που ουσιαστικά συνθλίβονταν στην Ελλάδα μεταξύ της ισχυρής Αθήνας και της ανερχόμενης Κορίνθου. Έτσι περίπου στα 728 π. Χ. στο νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού ιδρύουν στους λόφους της Ύβλας, τα Υβλαία Μέγαρα. Πιο ξακουστή όμως θα γίνει η αποικία που θα ιδρύσουν περίπου 100 χρόνια μετά άποικοι από τα Υβλαία Μέγαρα στο νοτιοδυτικό μέρος του νησιού, στην περιοχή της Σικανίας. Πάνω σε ένα λόφο που φύτρωνε αγριοσέληνο ιδρύθηκε ο Σελινούντας. Η πόλη από νωρίς επισκίασε την μητρόπολη σε φήμη και ευημερία για να καταστραφεί από τους Καρχηδόνιους περίπου στα 409 π. Χ. Από τους νησιώτες του Αιγαίου οι Ρόδιοι κατευθύνθηκαν με τη σειρά τους προς τη Σικελία, αλλά σχετικά αργά και ενώ πολλές αποικίες είχαν ιδρυθεί σε προνομιούχα μέρη του νησιού. Καθώς το ανατολικό τμήμα του νησιού είχε σταδιακά κατακλυστεί από αποικίες κατευθύνθηκαν προς νότο και ίδρυσαν περί τα 688 π. Χ. τη Γέλα. Ο Θουκυδίδης (ΣΤ, 4) αναφέρει ότι «τη Γέλα την έχτισαν ο Αντίφημος από τη Ρόδο και ο Έντιμος από την Κρήτη… Το όνομα στην πόλη δόθηκε από τον Γέλα ποταμό…». Λίγο πιο δυτικά της Γέλας ιδρύεται από τους Γελώους ο Ακράγας περίπου στα 580 π. Χ.  Πάλι ο Θουκυδίδης μας πληροφορεί ότι «περίπου 108 χρόνια μετά την εγκατάσταση τους οι Γελώοι ίδρυσαν τον Ακράγαντα. Και την πόλη την ονόμασαν από τον Ακράγαντα ποταμό, οικιστές όμως έκαναν τον Αριστόνοο και τον Πύστιλο και θεσμούς έδωσαν στην πόλη τους θεσμούς των Γελώων». Η πόλη διέθετε ισχυρή οχύρωση με ακρόπολη και γρήγορα ο Ακράγας εξελίχτηκε στο αντίπαλο δέος των Συρακουσών. Οι Σπαρτιάτες γενικά δεν ήταν θιασώτες των ταξιδιών και των ξένων. Εξαίρεση αποτελεί η ίδρυση του Τάραντα στην περιοχή των Ιαπύγων, στον σημερινό κόλπο του Τάραντα.  Στη διάρκεια του πολέμου Σπαρτιατών και Μεσσηνίων, στα μέσα του 8ου αιώνα π. Χ. , κατά την απουσία των Σπαρτιατών στο μέτωπο, οι γυναίκες της Σπάρτης τεκνοποιούσαν με τους είλωτες. Οι απόγονοι που προέκυψαν ονομάστηκαν «παρθενίαι», σήμερα θα τους ονομάζαμε «εξώγαμους», και όταν στασίασαν ενάντια στην πόλη στάλθηκαν αποδιωγμένοι να αποικίσουν τον Τάραντα. Ο Στράβων (ΣΤ. 278-279) μας αναφέρει και τον αρχηγό της αποικιστικής εκστρατείας, τον Φάλανθο. «Έφυγαν λοιπόν οι Παρθενίες με τον Φάλανθο και τους δέχτηκαν τόσο οι βάρβαροι όσο και οι Κρητικοί, που είχαν πρώτοι κατοικήσει τον τόπο… Τάραντα ονόμασαν την πόλη από κάποιον ήρωα». Ο Ηρόδοτος (Ε, 42-48) τέλος αναφέρει και για μια ακόμη αποτυχημένη απόπειρα Σπαρτιατών υπό τον Δωριέα να ιδρύσουν αποικία στην Αφρική. Πελοποννήσιοι είναι και οι επόμενοι άποικοι στον κόλπο του Τάραντα, μόνο που το μόνο γνωστό γι’ αυτούς είναι η περιοχή από όπου προέρχονταν και όχι η πόλη. Οι Αχαιοί πιστώνονται την ίδρυση της Σύβαρης, του Κρότωνα και του Μεταποντίου. Ο Στράβων (ΣΤ, 263) μας πληροφορεί ότι «παραπέρα είναι η Σύβαρη, στα διακόσια στάδια, κτίσμα Αχαιών, ανάμεσα σε δυο ποτάμια, στον Κράθη και στον Σύβαρη. Οικιστής ήταν ο Ις από την Ελίκη. Τόσο καλότυχη υπήρξε η πόλη αυτή στα παλιά χρόνια, ώστε κυριάρχησε σε τέσσερα κοντινά γένη και είχε υπηκόους είκοσι πέντε πόλεις». Χτισμένη δίπλα σε μια γόνιμη πεδιάδα, γρήγορα ανέπτυξε την γεωργία και το διαμετακομιστικό εμπόριο με αποτέλεσμα να γίνει διάσημη για τον πλούτο αλλά και τον τρυφηλό βίο των κατοίκων της, εξ ου και ο παροιμιώδης όρος «συβαριτισμός» που δηλώνει την μαλθακότητα. Λίγο πιο νότια Αχαιοί ιδρύουν τον Κρότωνα, μια περισσότερο αγροτική πόλη σε σχέση με τη Σύβαρη. Ο Στράβων (ΣΤ, 262-263) αναφέρει ως ιδρυτή τον Μύσκελλο και τονίζει ότι η πόλη έδινε σημασία στα πολεμικά έργα και στην αθλητική άσκηση. «Σε μια και μόνη Ολυμπιάδα οι καλύτεροι εφτά αθλητές στον αγώνα του σταδίου ήταν όλοι Κροτωνιάτες». Το Μεταπόντιο είναι η τρίτη μεγάλη αχαϊκή αποικία στον κόλπο του Τάραντα. Ο Στράβων (ΣΤ, 265) παραθέτει την άποψη ότι ιδρυτές ήταν ή ο τύραννος της Κρίσας, πόλης κοντά στους Δελφούς, Δαύλιας ή ο Λεύκιππος απεσταλμένος των Αχαιών για να διεκδικήσει την περιοχή από τους Μεσσάπιους, παλαιούς κατοίκους της περιοχής. Χτισμένο σε στρατηγικό εμπορικό σημείο γρήγορα άνθισε οικονομικά, κυρίως λόγω της ακμάζουσας γεωργίας. Μάλιστα στα νομίσματα που κόβονται στο Μεταπόντιο το έμβλημα είναι το στάχυ. Οι Φωκαείς έχουν μείνει στην ιστορία ως δεινοί θαλασσοπόροι και μάλιστα είχαν φτάσει στη δύση και πέρα από τις Ηράκλειες Στήλες. Ο Ηρόδοτος (Α163-167) αναφέρει πως «οι Φωκαείς είναι οι πρώτοι από τους Έλληνες που έκαναν μεγάλα θαλάσσια ταξίδια. Αυτοί ανακάλυψαν την Αδριατική, την Τυρρηνική, την Ιβηρική και την Ταρτησσό. Δεν ταξίδευαν με βαριά καράβια, αλλά με καράβια με πενήντα κουπιά». Η Μασσαλία, η γνωστότερη αποικία τους, ιδρύθηκε στα 600 π. Χ. και διατήρησε τον ελληνικό χαρακτήρα της μέχρι και τα ρωμαϊκά χρόνια. Από το σημείο αυτό εμπορεύονταν κυρίως μέταλλα.

Αξιόλογες αποικίες ιδρύθηκαν επίσης και στον Εύξεινο Πόντο, λίγο πολύ από τις ίδιες μητροπόλεις που δραστηριοποιήθηκαν και στη δυτική Μεσόγειο. Η περιοχή γνωστή από το μυθικό ταξίδι των Αργοναυτών, σταδιακά απέκτησε στρατηγική σημασία διότι δια του Ευξείνου Πόντου το σιτάρι από τις πλούσιες πεδιάδες της νότιας Ουκρανίας διοχετευόταν στο Αιγαίο. Η σημασία της επέκτασης των αποικιών στον Πόντο σχετίζεται και με την εξέλιξη της γεωργίας στην κυρίως Ελλάδα. Το χαμηλό κόστος εισαγωγής σιταριού έστρεψε τους αγρότες της Ελλάδας προς την καλλιέργεια της αμπέλου και της ελιάς, καλλιεργειών σαφώς επικερδέστερων του σίτου. Οι Μεγαρείς ιδρύουν στο πρώτο μισό του 7ου αιώνα π. Χ. το Βυζάντιο στο στρατηγικότερο σημείο της Προποντίδας, όπου περίπου 1000 χρόνια αργότερα θα ιδρυθεί η Κωνσταντινούπολη. Ακριβώς απέναντι της ιδρύουν την Χαλκηδόνα. Με αυτή την κίνηση αποκτούν τον έλεγχο εισόδου και εξόδου στον Πόντο. Λίγο πιο δυτικά του Βυζαντίου ιδρύουν την Σηλυμβρία ενώ ανατολικότερα ιδρύεται η Ηράκλεια του Πόντου. Οι Μιλήσιοι επεκτείνονται και αυτοί στον Πόντο εκτιμώντας σωστά την εμπορική σημασία της περιοχής. Δικές τους αποικίες είναι η Σινώπη, η Τραπεζούντα και η Άβυδος. Η Φώκαια ιδρύει την Λάμψακο, που έγινε διάσημη για τα νομίσματα της. Στον αποικισμό του Πόντου πάντως υπήρξαν και μεικτές αποστολές, κυρίως ιωνικών πόλεων όπως η περίπτωση του Παρίου που ιδρύθηκε με συνδυασμένη επιχείρηση της Μιλήτου και των Ερυθρών καθώς και της Καρδίας με συμμετοχή Μιλησίων και Κλαζομένιων.

Αναπαράσταση πεντηκόντορου
Αναπαράσταση πεντηκόντορου

Οι υπερπόντιες αποικίες των Ελλήνων διέδωσαν τον ελληνικό πολιτισμό σε όλη την Μεσόγειο και τον Εύξεινο Πόντο. Οι Λατίνοι ερχόμενοι σε επαφή με τον πολιτισμό των Γραικών, όπως ονόμαζαν τους Έλληνες εξαιτίας μιας αποικίας Βοιωτών από την πόλη Γραία της Βοιωτίας, έπλασαν το κράμα του ρωμαϊκού πολιτισμού που θα αποτελέσει αργότερα το υπόβαθρο του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Αλλά και οι Έλληνες εμπλούτισαν την κουλτούρα τους με στοιχεία από ξένους λαούς, όπως των Αιγυπτίων, των Βαβυλωνίων ακόμη και των Ινδών. Στην αποικιακή εξάπλωση πρέπει να αναζητηθούν οι ρίζες της μετέπειτα απογείωσης του ελληνικού πολιτισμού. Οι περισσότερες πόλεις του ελληνικού κόσμου επιδόθηκαν σε αποικιακές επιχειρήσεις, αρχικά ως βαλβίδα εκτόνωσης κοινωνικών προβλημάτων, όπως του υπερπληθυσμού, ενώ στην πορεία έγινε αντιληπτή και η οικονομική διάσταση παρόμοιων εγχειρημάτων. Με στοιχειώδη μέσα και ακολουθώντας κατά βάση τις ακτογραμμές, οι άποικοι εγκαθίσταντο σε παράκτιες και παραποτάμιες περιοχές εγκαινιάζοντας σχέσεις με νέους, πολλές φορές άγνωστους λαούς, δημιουργώντας για πρώτη φορά ένα ενιαίο εμπορικό δίκτυο στη Μεσόγειο που μετέφερε πέρα από αγαθά της οικονομίας και πολιτιστικά προϊόντα. Το αμφιθέατρο, το γυμνάσιο, η αγορά υιοθετήθηκαν από όλους τους πολιτισμούς με τους οποίους συγχρωτίστηκαν οι Έλληνες, ενώ για πολλούς αιώνες ως πολιτισμένος θεωρούταν ο έχων ελληνική κουλτούρα. Η έμφυτη περιέργεια του είδους μας σε συνδυασμό με την τεχνολογική ανάπτυξη έχουν ανοίξει νέους δρόμους επέκτασης, πέρα από τα όρια του μικρού μας πλανήτη. Ο 21ος αιώνας ενδεχομένως να είναι ο αιώνας που το εύθραυστο είδος μας ίσως δοκιμάσει την τύχη του στα άστρα. Άλλωστε παρόμοια προβλήματα με αυτά του ελληνικού κόσμου, στις απαρχές των αποικιακών του εγχειρημάτων, αντιμετωπίζει συνολικά πλέον η ανθρωπότητα και όχι μια μικρή πόλη- κράτος. Η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού, με πρωτόγνωρους ρυθμούς, προδικάζει το μέλλον μας. Ήδη σχέδια διαστημικών οργανισμών κάνουν λόγο για απόπειρα αποστολής αποίκων στον Άρη τη δεύτερη δεκαετία του αιώνα που διανύουμε. Σε λίγα χρόνια θα έχουμε τη δυνατότητα όχι απλώς να πάμε σε άλλους κόσμους, αλλά και να τους αλλάξουμε ολοκληρωτικά, να τους φέρουμε στα μέτρα μας και να τους αξιοποιήσουμε. Ευτυχώς μέχρι σήμερα δεν έχουμε γνώση για άλλους «βάρβαρους» εκτός γης…

Διαβάστε: «Οι Έλληνες της Δύσης», Valerio M. Manfredi,  εκδ. Λιβάνη.

Δείτε: «The Mars underground»,  https://www.youtube.com/watch?v=Zw2fycH-Avc.

(Εμφανιστηκε 2,969 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.