Αύγουστος
Γράφει η Titania Matina

Χτες βράδυ τρώγαμε με μια παρέα και συζητούσαμε για τις λεπτές τις αποχρώσεις της ανθρώπινης λαλιάς και για το αδύνατο της ακριβούς μετάφρασης από μια γλώσσα σε άλλες.
Μιλούσαμε και δοκιμάζαμε, δοκιμάζαμε και μεταφράζαμε. Κι οι άλλοι με προκάλεσαν πάνω σε λέξη δύσκολη που να ‘χει απαιτήσεις. Σώπαινα, δεν απάνταγα κι άφηνα τους άλλους να φιλοσοφούνε. Όμως ο νους μου ήδη έτρεχε σε λόγο μυστικό, οχυρωμένο στη σοφή του οικονομία. Έστω – σκεφτόμουνα….
έστω, ως τύπος της προστακτικής που να σημαίνει «να είναι»
έστω, σε αντικατάσταση ευχετικής που να σημαίνει «ας είναι»
έστω, ως παραχώρηση ή και ενδοτισμός ακόμα, που λέγεται όμως με υπολογισμένη συγκατάβαση για να αλώσει εν τέλει τον αντίπαλο με την κρυμμένη του ειρωνεία, όπως στη φράση για παράδειγμα «έστω κι αν τα μεταφραστικά μας είναι περιορισμένα.»
Κι αμέσως γέμισα με τρυφεράδα.
έστω –ψέλλισα– έστω
και το ‘πα ως επιθυμία και ως ευχή.
Leave a Reply